HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣΛευκαδίτικος Γάμος – Τα Στέφανα

Λευκαδίτικος Γάμος – Τα Στέφανα

Το πρωί την Κυριακή σηκώνονται πολύ ενωρίς και στα δύο σπίτια. Ιδιαίτερα ζωηρή είναι η κίνηση στο σπίτι της νύφης, όπου η μεγάλη έγνοια είναι ο στολισμός, το ντύσιμο της θυγατέρας που θα μισέψει. Ο μισεμός είναι πάντα οδυνηρός, γι’ αυτό σε πολλά χωριά η νύφη προσφέρει τις τελευταίες περιποιήσεις της στους γονείς της, δίνοντάς τους τη δροσιά και την αγάπη, με μια συμβολική πράξη: Πηγαίνει στη βρύση ή το πηγάδι του χωριού, πριν ρίξει ο ήλιος, συντροφευμένη από συνομήλικές της παρθένες και παίρνει νερό, από το οποίο δίνει στους γονείς της να πιούν να δροσιστούν από τα χέρια της για στερνή φορά.

DSCN4410

Ύστερα κάθεται και τη λούζουν με δαφνόνερο, της φκιάνουν με πολλή προσοχή τη χωρίστρα στη μέση, και της πλέκουν τις κοτσίδες στις οποίες βάνουν και πρόσθετες πλεξίδες, τα λεγόμενα κλωνάρια. Το έργο αυτό το αναλαμβάνει η φκιάστρα ή στολίστρα -μερικοί τη λένε και στολιδατόρισσα– που στη συνέχεια ντύνει και ομορφοστολίζει τη νύφη. Η φκιάστρα είναι γυναίκα με γούστο, πείρα και επιτηδειοσύνη. Δεν είναι, βλέπεις, εύκολο πράγμα να στολίσει κανείς μια νύφη και προπαντός όταν αυτή φοράει τα «Ρωμαίικα» της Λευκάδας.

Διαβάστε για την παραδοσιακή νυφιάτικη φορεσιά: Η παραδοσιακή νυφιάτικη φορεσιά της Λευκάδας όπως την κατέγραψε ο Πανταζής Κοντομίχης

Απαραίτητο συμπλήρωμα της νυμφοστολής είναι η αγία ζώνη, που την παίρνει η νύφη από τον παπά και τη φοράει στη μέση της για να μην πάθει κανένα κακό: πρόκειται για ιερό αποτρεπτικό σύμβολο, που το εγκρίνει και η εκκλησία, παρότι θεωρείται αντιμαγικό. Την άγια ζώνη τη βγάνει η νύφη αργά το βράδυ της Κυριακής. Στο διάστημα που στολίζουν τη νύφη οι γυναίκες που βρίσκονται απέξω από το δωμάτιο τραγουδάνε.

DSCN4395

Την ίδια ώρα, το πρωί της Κυριακής, ξυρίζουν το γαμπρό κι ύστερα τον ντύνουν. Την ώρα που ξυρίζεται ο γαμπρός τα όργανα παίζουν και οι συγγενείς του πληρώνουν χωρίς τσιγκουνιές. Το γαμπρό ξυρίζει, βέβαια, ο κουρέας του χωριού, μα κι ένας οποιοσδήποτε συγγενής του. Παλιότερα ξύριζε το γαμπρό νέος και ανύπαντρος συγχωριανός του. Κατά τη διάρκεια του ξυρίσματος, που γίνεται πανηγυρικά λένε διάφορα τραγούδια καθιερωμένα ή και αυτοσχέδια.

DSCN4419

Η γαμπριάτικη φορεσιά αποτελούνταν από τα εξής μέρη: κι αρχίζομε από την μπουραζάνα ή βράκα, που ήταν πλατιά περισκελίδα, φουσκωτή ως τα γόνατα και ραμμένη με 13 φύλλα μπαμπακερού ή λινού υφάσματος, σε χρώμα γαλάζιο σκούρο ή μαύρο. Στο πανωκόρμι του ο γαμπρός φορούσε το γνωστό ολοκέντητο λινό πουκάμισο για το οποίο κάνομε λόγο παρακάτω. Από τα γόνατα και κάτω ο γαμπρός φορούσε τις «σκάλτζες», περικνημίδες από χοντρό μάλλινο, άσπρο ύφασμα, που κούμπωναν στο πίσω μέρος του ποδιού με ζάβγιες (=κόπιτσες). Στα πόδια φορούσαν -τα παλιά χρόνια λουροτσάρουχα δηλ. παπούτσια ίσια από κάτω, χωρίς τακούνι, μυτερά μπροστά που δένονταν με λουρίδες πέτσινες στην κνήμη. Μετά, φόρεσαν τα τσαρούχια. Τα καλά τσαρούχια από ψιλό κόκκινο δέρμα, με μαύρη φούντα, τα ‘λεγαν τελατίνια. Αυτά όμως λίγοι γαμπροί τα φορούσαν: Αργότερα, που επικράτησε η Ευρωπαϊκή φορεσιά, ο γαμπρός φορούσε κομψά και λεπτά, πλέον, παπούτσια με διάφορες ονομασίες: γεμενιά, κουμπωτά, παπαδίστικα και γοβάκια. Οι γαμπροί προτιμούσαν, πάντως, τα κουμπωτά.

DSCN4414

Πρέπει, τέλος, να σημειώσομε πως ξεχωριστή αξία είχε και το πουκάμισο της αντρικής φορεσιάς. Ήταν περίτεχνα κεντημένο στο στήθος και τα μανίκια. Θα ήταν, ωστόσο, παράλειψη, να μην πούμε πως το σκέτο πουκάμισο ήταν πάντα πιο περιποιημένο: μπαμπακερό ή λινό -ενίοτε και λινοβάμβακο- ήταν ολοκέντητο στο στήθος με μεταξένιες και ραμματένιες κλωστές, και τα μανίκια του, κεντημένα επίσης, και φουσκωτά ως τον καρπό, κούμπωναν με μαργαριταρόζες. Και πάντα χωρίς γιακά.

334

Πάνω απ’ το πουκάμισο ο γαμπρός φορούσε το ολοκέντητο σταυρογέλεκο σταυρωτό) με τα χίλια δυο πλουμίδια του, χρυσά ή αργυρά, με κουμπιά χρυσά ή αργυρά, αλλά και βελουδένια στρογγυλά. Χρυσές αλυσιδίτσες και σπάνια κανένα ρολόι, συμπλήρωναν την πολυτελή και αρχοντική του εμφάνιση. Στο αριστερό μέρος είχε και ένα τσεπάκι, όπου έβαναν άσπρο μαντιλάκι, δώρο της καλής τους. Το χρώμα του γαμπριάτικου γελέκου ήταν, συνήθως, μαύρο, γαλάζιο ή κόκκινο και το ύφασμά του τσόχινο μπροστά και μεταξωτό στις πλάτες.

Στο κεφάλι ο γαμπρός φορούσε το γνωστό φατσολέτο ή κεφαλοδέτη ή κεφαλόμπολια, ένα μαντίλι δηλ. λεπτό που το ‘φερναν δυο τρεις βόλτες ολόγυρα και το ‘δεναν με γούστο στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Το χρώμα του ήταν γενικά σκούρο. Τελευταίο φορούσε το ζωνάρι, απαραίτητο συμπλήρωμα της γαμπριάτικης φορεσιάς. Τα ζωνάρια ήταν πολλών ειδών και ποιοτήτων. Τα πιο φημισμένα ήταν τα κόκκινα μπαρμπαρέσικα μεταξωτά.

335

Αργότερα που επικράτησαν τα φράγκικα (ευρωπαϊκά) από το 1920-25 κι εδώθε, οι γαμπροί ντύνονται με κοστούμι καλοσιδερωμένο και με κολαριστό πουκάμισο του εμπορίου. Μόνο που και σ’ αυτή την περίπτωση το κοστούμι είναι κατά κανόνα δανεικό από συγχωριανό του γαμπρού.

DSCN4430

Νύφη και γαμπρός, λοιπόν, είναι στολισμένοι και έτοιμοι για το στεφάνωμα, που γινόταν –προπολεμικά- πάντα στο σπίτι της νύφης. Πιο πριν, την ορισμένη ώρα, ο γαμπρός πάει με τους συγγενείς του και τους καλεσμένους του και με τα όργανα στο σπίτι του νουνού. Τον παίρνουν με τραγούδια και ευχές κι ύστερα πηγαίνουν στο σπίτι της νύφης, αφού πρώτα πάρουν τις παράνυμφες, που περιμένουν στο σπίτι του γαμπρού. Οι παρανύμφες είναι δύο γυναίκες νέες πάντα κι όμορφες, ντυμένες νυφικά και κατά κανόνα συγγενείς του γαμπρού. Μπορεί όμως να ‘ναι μια από το συμπεθεριακό της νύφης και μια από του γαμπρού. Μπροστά από την όλη πομπή πάει, για τα χωριά που το συνηθίζουν, το μπαϊράκι, που το σηκώνει κάποιος δικός του γαμπρού, έχοντας ριχτό στους ώμους του κόκκινο μεταξωτό μαντίλι από το οποίο κρέμεται, περασμένο, ένα κουλούρι του γάμου. Λίγα βήματα πιο μπροστά από το μπαϊράκι πηγαίνει ένα παιδί συγγενικό του γαμπρού, με μάνα και πατέρα, που βαστάει τα στέφανα.

DSCN4445

Η νύφη σ’ όλο αυτό το διάστημα μένει κλεισμένη στην κάμαρη, που τη στόλισαν και δε βγαίνει παρά μόνον, όταν μπει ο γαμπρός στο σπίτι και με το νουνό, τις παράνυμφες και τους άλλους συμπεθέρους, όσους χωράει το σπίτι.

150

Την τέλεση του μυστηρίου στην εκκλησία θεωρούσαν υποτιμητική πράξη κι έλεγαν: «Μπα, καημένε, μη δεν έχω σπίτι εγώ να εξυπηρετήσω κόσμο; Διακονιάρης είμαι;» Τέλος πάντων, μόλις προβάλλει ο γαμπρός στην πόρτα, βγαίνει από την κάμαρή της η νύφη συνοδευόμενη από τον πατέρα της και τον αδελφό της και κατευθύνεται προς το μέρος του. Η νύφη φιλεί το χέρι του πατέρα της και παίρνει τη θέση της μαζί με το γαμπρό για το μυστήριο.

DSCN4440

Αν ο γαμπρός είναι από ξένο χωριό, έρχεται με τους συγγενείς του καβάλα σ’ άλογα. Οι συγγενείς του γαμπρού μάλιστα κατά τη διάρκεια του μυστηρίου τρέχουν με τ’ άλογά τους -στολισμένα με καβαλοσκούτια και χαμαλιά- στους δρόμους του χωριού, από δω κι από κει, ή τρώγουν μεζέδες πίνοντας κρασί σε γνωστά τους ή όχι σπίτια. Αξίζει να σημειωθεί πως όταν γινόταν γάμος ξενοχωρίτικος, συμμετείχε όλο το χωριό. «Την Κυριακή έχομε γάμο», έλεγαν. Κι ο καθένας ψώνιζε παραπανίσιο κρέας, κι έκανε μεζέδες, για να περιποιηθεί τους ξένους συμπεθέρους, που μπορούσε να περάσουν κι από το δικό τους σπίτι. Έτσι, λοιπόν, το συμπεθεριακό σκόρπιζε σ’ όλο το χωριό, σε κάθε σπίτι, σε κάθε μαγαζί. Κανείς τους δεν πλήρωνε τίποτε.

Από το σπίτι της η νύφη δεν ξεκινάει αμέσως για το σπίτι του γαμπρού. Το νιόφωτο κάθεται κάπου και περνάνε όλοι και τους δίνουν ευχές: «Νάσαστε καλορίζικοι, να ζήστε και να ευτυχήστε, σαν τα ψηλά βουνά, να χαρείτε το στεφάνι σας» κ.ά.π..

gamos2

Σε λίγο η πεθερά του γαμπρού θα τους δώσει να κολατσίσουν. Η νύφη σηκώνεται δίπλα στο γαμπρό και ετοιμάζεται να βγει από το πατρικό της σπίτι. Σε τούτη τη συγκινητική έξοδο τη συνοδεύουν ο πατέρας της και ο αδελφός της, που τη βάνουν στη μέση και την κρατούν από το χέρι, πιασμένοι με μεταξωτό κόκκινο μαντίλι, μαζί της. Οι παρευρισκόμενοι στην αυλή φωνάζουν καλορίζικα και η νύφη γυρίζει για τελευταία φορά και κάνει τρία προσκυνήματα στο κατώφλι του σπιτιού της. Στο δρόμο η νύφη προσκυνάει δεξιά και αριστερά τον κόσμο και πετάει μύγδαλα, καρύδια και παξιμάδια, που τα παίρνει από ένα σακούλι, που το βαστάει κοντά της ένα συγγενόπουλό της με μάνα και πατέρα. ‘Όσο για την υποδοχή της στο σπίτι του γαμπρού θα μιλήσομε στη συνέχεια, αναφερόμενοι στο μυστήριο που γίνεται στην εκκλησία.

DSCN4555
Όταν ο γάμος, λοιπόν, γίνεται στην εκκλησία, πρέπει πρώτα να πάει ο γαμπρός εκεί και να περιμένει τη νύφη στην πόρτα. Πάντως, πριν πάει ο γαμπρός στην εκκλησία, ακολουθεί τη διαδικασία που αναφέραμε πιο πάνω. Δηλαδή πάει με τα βιολιά, παίρνει το νουνό -αν είναι στο ίδιο χωριό, πάντα-, περνάνε ύστερα από το σπίτι του για να συμπληρωθεί η κουστωδία και όλοι μαζί κινάνε για την εκκλησία. Μπροστά πάει ένα παιδί με τα στεφάνια, το στεφανοσκέπασμα (= φόρεμα της νύφης, δώρο του κουμπάρου), κουφέτα, ρύζι και τις λαμπάδες.

DSCN4424

Ακολουθεί η πομπή της νύφης, που θα τη συνοδεύουν, όπως σημειώσαμε, κι εδώ ο πατέρας και ο αδελφός της, ή, αν δεν έχει αδερφό, ένας στενός συγγενής της και ποτέ γυναίκα. Προχωρούν όλοι αργά και μεγαλόπρεπα. Η νύφη κρατάει στα χέρια της μποκέδες με άνθη της εποχής και γυρνάει συνεχώς δεξιά και αριστερά να προσκυνήσει τον κόσμο, που συμμετέχει ολόψυχα στη χαρά και τη συγκίνησή της . Πίσω από τη νύφη στέκεται μια κοπέλα αμφιθαλής που, καθώς είπαμε πιο πάνω, μεταφέρει μέσα σε πανέρι το νυφοκούλουρο και βαστάει και τον τσουμπέ της νύφης, να μη σέρνεται. Πίσω από τη νύφη και τους δικούς της ακολουθεί το συμπεθεριακό της, που τραγουδάει τραγούδια σχετικά με τον αποχαιρετισμό και τον αποχωρισμό της νύφης από τους δικούς της.

Στην εκκλησία, όπου μπαίνουν, η ατμόσφαιρα είναι κάθε άλλο παρά συννεφιασμένη και ιεροπρεπής, λόγω περιβάλλοντος. Όλοι είναι εύθυμοι και αστειολογούν, έτοιμοι να πειράξουν το γαμπρό, τη νύφη ή το νουνό. Κι όχι πως δε σέβονται το μέγα μυστήριο, αλλά από εθιμικά χαρούμενη διάθεση. Πάνω στο τραπέζι που το βάζουν στη μέση της εξέδρας, τοποθετείται ο δίσκος με τα στέφανα και δίπλα σ’ αυτόν ένας άλλος δίσκος με τα μετρητά (χρήματα) της προίκας που θα μετρήσουν στο γαμπρό, μετά το μυστήριο και μπροστά σε όλο το εκκλησίασμα. Το μυστήριο τελεί, κανονικά, ο παπάς της ενορίας ή του χωριού της νύφης. Μπορεί όμως να το κάμει και ο παπάς του γαμπρού, ύστερα από τη συγκατάθεση του πρώτου.

gamos3

Κατά τη διάρκεια του μυστηρίου επίσης η νύφη φοράει στο δεξί της πόδι ένα αντρικό παπούτσι, αν και σε μερικά χωριά συνηθιζόνταν να φοράει και στα δυο της πόδια αντροπάπουτσα. Η νύφη δηλώνει μ’ αυτό –λένε- πως δεν είναι διατεθειμένη να υποταχτεί στον άντρα. ‘Ετσι, την ώρα που ο ψάλτης Θα πει: «… ή δέ γυνή, να φοβηται τόν άνδρα», δίνει μια γερή πατησιά με το δεξί της πόδι στο γαμπρό. Βέβαια δεν το κατορθώνει πάντα, γιατί και ο γαμπρός έχει το νου του και φυλάγεται.

Πανηγύρι σωστό γίνεται την ώρα που κάνουν «τους γύρους» στο χορό του Ησαΐα. Ο κουμπάρος αλλάζει τα στέφανα στις κεφαλές των νεονύμφων κι ύστερα τους σκεπάζει με το στεφανοσκέπασμα, άραφο δηλ. φόρεμα δώρο του νουνού στη νύφη. Το ζεύγος σκύβει και, υπακούοντας στα κελεύσματα του ιερέα, κάνει τους απαιτούμενους γύρους και προσκυνήματα, κατά τη διάρκεια των οποίων πέφτουν βροχή απάνω τους τα κουφέτα, το ρύζι και τα μύγδαλα. Τις λαμπάδες, τις κρατάνε οι νεόνυμφοι. Πίσω από το νιόφωτο στέκουν οι στενοί συγγενείς: οι δυο πεθερές, οι πεθεροί, τ’ αδέρφια, οι νυφάδες και παράμερα οι άλλοι.

DSCN4425

2

Το μυστήριο βρίσκεται στο τέλος του. ‘Ενα παιδί αμφιθαλές θα μπει στη μέση και θα χωρίσει το αντρόγυνο, περνώντας τρεις φορές ανάμεσά τους. Καμιά φορά όμως χωρίζει το νιόφωτο κι ο παπάς με το Ευαγγέλιο. Η τελευταία πράξη της τελετουργίας είναι το σβήσιμο των λαμπάδων. Αν το στεφάνωμα γίνεται στο σπίτι, το σβήσιμο των κεριών έχει ξεχωριστή γραφικότητα: Νύφη και γαμπρός θα πάνε στην ψηλή πόρτα -είσοδο- του σπιτιού και θα σβήσουν τα κεριά τους στο ανώφλι. Εντούτοις πιο συνηθισμένο και πιο εντυπωσιακό είναι να τις σβήνουν ψηλά στο κεντρικό ματέρι της σκεπής, στην καρίνα, δεδομένου ότι τα πιο πολλά σπίτια ήταν τότε αταβάνωτα. Η γάνα απ’ τις λαμπάδες θα μείνει ολοχρονίς εκεί -στο ανώφλι ή στην καρίνα– , γιατί δεν επιτρέπεται να την καθαρίσουν. Τις λαμπάδες θα τις κρατήσει το αντρόγυνο στο σπίτι του, ώσπου να σαραντίσει, κι ύστερα θα τις προσφέρει σε μιαν εκκλησία. Πολλοί όμως τις κρατάνε μέχρι το Πάσχα, για να τις ανάψουν στην Ανάσταση, και μετά τις δίνουν στην εκκλησία.

Διαβάστε το Α΄ Μέρος: Ο Λευκαδίτικος Γάμος
Διαβάστε το Β΄ Μέρος: Τα προξενιά και το ληγατοχάρτι
Διαβάστε το Γ΄ Μέρος: Οι Αρραβώνες
Διαβάστε το Δ΄ Μέρος: Το πλύσιμο των μαλλιών
Διαβάστε το Ε΄ Μέρος: Τα προζύμια
Διαβάστε το Ζ΄ Μέρος: Τα καρφώματα και τα κρεβάτια

* «Ο Λευκαδίτικος Γάμος»: Πανταζή Κοντομίχη, Εκδόσεις Γρηγόρη. Αθήνα 1999. ISBN: 960-333-209-7

Προηγουμενο αρθρο
Η Λαϊκή Κάλλας Και Ο Τενόρος Καζαντζίδης
Επομενο αρθρο
Ψαρεύοντας στη λιμνοθάλασσα

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.