HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣΤα χριστόψωμα

Τα χριστόψωμα

Μέσα στη γενική προετοιμασία, που κάνουν οι νοικοκυρές τις παραμονές του Δωδεκαήμερου -γενική καθαριότητα, άσπρισμα των σπιτιών και των αχουριών, άσπρισμα στα πεζούλια και στους τοίχους της αυλής- ξεχωριστή θέση έχει η κατασκευή του Χριστόψωμου ή Χριστοκούλουρου. Και λέγοντας Χριστόψωμο (και Χριστοψώματα) εννοούν βέβαια το χριστουγεννιάτικο ψωμί, γενικά, σ’ όλη την ποικιλία των σχημάτων και μεγεθών, που παρουσιάζει.

Αν ρωτήσεις τις γυναίκες στα χωριά και στην πόλη, θα σου πουν πως το έθιμο είναι «παλαιό» και πως «έτσι το βρήκαν». Και, φυσικά, έχουν δίκιο, γιατί τόσο οι Αρχαίοι Έλληνες όσο και οι Βυζαντινοί ζύμωναν και στόλιζαν τέτοια ψωμιά με θρησκευτική σημασία. Οπωσδήποτε το έθιμο έχει σχέση με την «ευφορίαν των καρπών της γης» και δείχνει τον ιερό δεσμό του αγρότη με τη Μάνα Γη, που τον τρέφει με την ευλογία της, έπειτα μάλιστα από ιεροτελεστίες και προσευχές.

DSCN3498

Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίσομε, πως ξεκινάει κι απ’ την ανάγκη των ταλαιπωρημένων ξωμάχων να γευτούν καλύτερο ψωμί αυτές τις άγιες μέρες, ψωμί καλοζυμωμένο, αφράτο, μοσκομυρισμένο και καλοστολισμένο. Κι έπειτα όλη αυτή η διαδικασία δημιουργεί ένα κλίμα ψυχικής ευφορίας, μια παρέκκλιση απ’ τη μιζέρια και μια ευκαιρία πρόσθετης χαράς για τα παιδιά.

Σε περασμένες εποχές -ωστόσο όχι και πολύ παλιές- το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στα χωριά έτρωγε ψωμί από καλαμποκάλευρο και κριθάλευρο. Έτσι περίμεναν με μεγάλη λαχτάρα , πότε θαρθεί το δωδεκαήμερο να γευτούν το καλό ψωμί, να φάνε και λίγο κρέας. Αν και κρέας χόρταιναν μόνον το Πάσχα!

DSCN3510

Μέρες πριν προμηθεύονται καλό αλεύρι, ψιλοαλεσμένο, από σιτάρι δικό τους, ή του εμπορίου. Καμιά φορά το κάνουν και «σμιγό», δηλ. αλεύρι δικό τους ανακατεμένο με αλεύρι του εμπορίου• κι αυτό γιατί το δικό τους είναι πάντα πιο καλό, κάνει πιο νόστιμο ψωμί. Το κοσκινίζει η νοικοκυρά με ψιλή σήτα – μεταξόσητα- το βράδυ της παραμονής ή προπαραμονής που αναπιάζεται το προζύμι, μέσα στο ξύλινο χωριάτικο σκαφίδι.

DSCN3519DSCN3522

Όσο για το ζύμωμα, αυτό γίνεται διαφορετικά από το ζύμωμα των καθημερινών ψωμιών. Πρώτα-πρώτα, το αλεύρι το τρίβουν με λίγο λάδι• έπειτα ρίχνουν μέσα διάφορα μπαχαρικά και μυρωδικά: κανέλα, γαρίφαλα, μάραθο και κόλιαντρο. Τα κανελογαρίφαλα τα κοπανίζουν στο χαβάνι ((γουδί), ενώ το μάραθο και τον κόλιαντρο τα ρίχνουν όπως είναι, σαν σκάγια. Αφού τα ανακατέψουν όλα καλά περιχύνουν το υλικό με αλατισμένο νερό. Τώρα αρχίζει το κανονικό ζύμωμα. Η οικοδέσποινα με τη συνείδηση, πως κάτι σπουδαίο κάνει αυτές τις ώρες, ανασκουμπώνεται και με τα γερά της μπράτσα, αφέντρα και κυρά της καλής στιγμής, δουλεύει το ζυμάρι με επιμέλεια και συγκινητική φροντίδα. αλίμονο, αν δεν της πετύχει!…

DSCN3536DSCN3559

Έπειτα από μερικές ώρες θα γίνει το πλάσιμο• κι επειδή το προζύμι το αναπιάζουν βράδυ -πάντα μετά το σούρουπο- το πλάσιμο γίνεται δυο-τρεις ώρες πριν φέξει. Περίπτωση να πάρει τη νοικοκυρά ο ύπνος δεν υπάρχει. Έχουν την έγνοια τους όλοι στο σπίτι. Στα χωριά οι πιο πολλές οικογένειες έχουν δικό τους φούρνο. Όσες δεν έχουν, ψήνουν το ψωμί τους στους επαγγελματικούς φούρνους, τους μιτζίτικους, όπως τους λένε. Όλη η δουλειά σε κάθε μιτζίτικο φούρνο είναι αποκλειστική έγνοια της φουρνάρισσας. Οι άντρες δεν ανακατεύονται με τέτοια. Η φουρνάρισσα, λοιπόν, θα ειδοποιήσει τις πελάτισσές της. Η ειδοποίηση γίνεται με τον «κόρνο», το γνωστό κοχύλι, που το χρησιμοποιούσαν και στα λιτρουβιά και στις τράτες για τον ίδιο λόγο….

150

Μόλις ειδοποιηθεί για το πλάσιμο η νοικοκυρά, θα σηκωθεί με τις κόρες της «φούρια-φούρια», θα ανάψουν γερή φωτιά στη γωνιά και θα φκιάσουν τον καφέ τους. Έπειτα θα ζεστάνουν τα ταψιά ή τους νταβάδες (ανάλογα) στη φωτιά, θα τα αλείψουν με λάδι και θα τα κοκκίσουν με σουσάμι.. Κι όταν ερχόταν η ώρα για το πλάσιμο την τριγύριζαν τα παιδόπουλα του σπιτιού μ’ ορθάνοιχτα μάτια, θέλοντας να ιδούν τις βλάχες τους, τα κορίτσια, και τους σταυρούς τους τα αγόρια. Κι άκουες και τις -δικαιολογημένες- επιθυμίες τους που τις εκφράζανε πότε παρακλητικά και πότε πεισματικά και επίμονα. Διαισθάνονταν κι αυτά πως τούτες τις μέρες όλοι μαλάκωναν, θύμωναν λιγότερο.

DSCN3598

Πρώτα έπλαθαν τη λειτουργιά που τη σφράγιζαν με τη σπιτική σφραγίδα, που δεν έλειπε ποτέ από κανένα χωριατόσπιτο και που την είχαν ολοχρονίς κρεμασμένη στα εικονίσματα. Κατόπιν έφκιαναν τα Χριστόψωμα, ή Χριστοκούλουρα («Ξ’τόψωμα» ή «Ξ’τοκούλουρα»)που ήταν: 1) Ο σταυρός, σε μικρό ταψί, 2) Το Χριστόψωμο για τη μέρα των Χριστουγέννων, σε μεγάλο ταψί, 3) Δεύτερο μεγάλο Χριστόψωμο που θα το ‘κοβαν στο Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι και τέλος οι βλάχες και οι σταυροί για τα παιδιά τα δικά τους, για παιδιά συγγενών, κουμπάρων ή άλλα φτωχά και ορφανά.

Τέλος, όλα τα ψωμιά, αφού τα σφράγιζαν σιμά-σιμά για να σάξουν τα στόλιζαν με καρύδια, αμύγδαλα και σουσάμι.

Χριστόψωμα έφκιαναν όλοι, εκτός απ’ τους λυπημένους. Αυτοί, έφκιαναν, δεν επιτρεπόταν να τα σφραγίσουν…

DSCN3542

line1

Το κείμενο είναι από το βιβλίο: «Λαογραφικά σύμμεικτα Λευκάδας» του Πανταζή Κοντομιχή.

Ευχαριστώ θερμά την αγαπημένη μου φίλη και συγχωριανή, την πανάξια και χρυσοχέρα, Όλγα Μανωλίτση, που ζύμωσε, έπλασε, στόλισε και έψησε για το «Άρωμα Λευκάδας» ένα Χριστόψωμο και μια παλούμπα. Με όλο το σεβασμό στο μεγάλο μας λαογράφο Πανταζή Κοντομίχη τα κοριτσίστικα χριστουγεννιάτικα ψωμάκια, στα χωριά μας τα λέγαμε «μπαλούμπες». Το «βλάχες» το άκουσα για πρώτη φορά εδώ στην πόλη, μεγάλη πια.

Προηγουμενο αρθρο
Η τελευταία συνέντευξη της Εύης Βουτσινά
Επομενο αρθρο
Χριστουγεννιάτικη εκδήλωση Μουσικού Σχολείου Λευκάδας

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.