HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΗ ποιητική συλλογή της Βιβής Κοψιδά – Βρεττού «Όλα καλά αξιότιμοι κύριοι»*

Η ποιητική συλλογή της Βιβής Κοψιδά – Βρεττού «Όλα καλά αξιότιμοι κύριοι»*

του Άγγελου Γ. Χόρτη

Λίγους μήνες πριν κυκλοφόρησε η δεύτερη ποιητική συλλογή της διδάκτορος, δοκιμιογράφου, Σχολικής Συμβούλου και διακεκριμένης φιλολόγου Βιβής Κοψιδά- Βρεττού, με τίτλο «Όλα καλά αξιότιμοι κύριοι».

Ο τίτλος της συλλογής αποτελεί ένα πικρό σαρκαστικό σχόλιο για τη σκοτεινή εποχή μας και την ανθρώπινη περιπέτεια των σκληρών καιρών μας. Η ειρωνεία και ο αιχμηρός ποιητικός λόγος της Βιβής Κοψιδά, μου φέρνουν στο νου τους στίχους του Μανόλη Αναγνωστάκη «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις να μην τις παίρνει ο άνεμος», και διαποτίζουν το ποίημα, που δίνει τον τίτλο σε ολόκληρη τη συλλογή.

Ας προσέξουμε την ειρωνική αντίφαση του στίχου «όλα καλά οι απάτες καλά κρατούν», με την αναφορά στα χρηματιστήρια, αν και σε όλο το ποίημα η καυστική ειρωνεία αποκαλύπτει το σκληρό πρόσωπο της πραγματικότητας που βιώνει στην καθημερινότητά του ο άνθρωπος της εποχής μας, και ακόμα το στίχο «Ολυμπιάδες λιτότητας…», όπου η μεταφορική χρήση και η ανατροπή της σημασίας της λέξεως Ολυμπιάδα, υποδηλώνει και την ανατροπή στις ζωές των ανθρώπων. Εμφανέστατη και καταλυτική είναι η ειρωνεία και στο ποίημα «Οι σύνεδροι», όπου, μέσα από ανούσιους και επίπεδους διαλόγους, αποδομείται η σοβαροφάνεια κάποιων, τύποις μόνον, συνεδρίων. Η αποδόμηση φτάνει στο αποκορύφωμά της με την απροσδόκητη αντίθεση μεταξύ συνεδρίου και καλοκαιριού, καθώς το καλοκαίρι, κυριαρχικό έξω από την αίθουσα, καλεί τους ανθρώπους να γευθούν τη χαρά της πραγματικής ζωής: «Ένα ατέλειωτο καλοκαίρι στριγκλίζει επίμονα έξω από το συνέδριο», όπου η μεταφορική χρήση της λέξεως «στριγκλίζει» ανακαλεί τους επίμονους διάχυτους ήχους των καλοκαιρινών ημερών της ευδαιμονίας. Έτσι, η αντίθεση είναι, κατά την άποψή μου, αντίθεση μεταξύ της πραγματικής ζωής με τους ζωτικούς χυμούς της, που συμβολίζει το καλοκαίρι, και μιας επίφασης ζωής, άχρωμης και βαρετής, της ζωής στο συνέδριο. Κατά τα άλλα, η συνεδρία είναι «ενδιαφέρουσα καθ’ όλα».

Στο ίδιο κλίμα, αλλά με ευθεία καταγγελία της σύγχρονης πραγματικότητας κινείται και το ποίημα «Δεν είμαι μ’ εσάς», αφιερωμένο στην Άννα Αχμάτοβα, η οποία «κραδαίνει» το στίχο της «στους επαναστάτες το ίδιο και στους νομιμόφρονες του συστήματος», αρνούμενη να συμπαραταχθεί μαζί τους. Το ποίημα ανελίσσεται από τον καταγγελτικό λόγο, όπου ηλικιωμένοι με επιδερμική παιδεία και διαβάσματα σύμφωνα με τις επιταγές της μόδας παίζουν και πάντα χάνουν. Αναφέρω τους στίχους: « και τα φολιδωτά δέρματα ψηφοφόρων που έπαιξαν και έχασαν πάντα χάνουν οι ψηφοφόροι δίπλα από το βιβλιοπωλείο του Χάρι Πότερ και όχι ποσώς του Ντίκενς ή του Παπαδιαμάντη», μέχρι την ελπίδα που θερμαίνει την αναμονή και ύστερα το όραμα της έλευσης του Ποιητή, για να ανυψώσει τον κόσμο από την τελματωμένη ζωή του. Ουτοπική, ίσως, προσδοκία, αλλά μήπως δεν είναι η ποίηση που τρέφει τα όνειρα των ανθρώπων και θερμαίνει την ελπίδα για έναν κόσμο καλύτερο; Σημειώνω την ποιητικότατη περιγραφή της αναμονής «με το γδαρμένο ρούχο» που «το ατσάλινο κουπί της δεν κουράστηκε να προσμένει».

Το ποίημα «Η ανάκριση των λέξεων» είναι εμπνευσμένο από την κλασική γραμματεία και συγκεκριμένα από την παθολογία του πολέμου στο 3ο βιβλίο της ιστορίας του Θουκυδίδη, όπου ο μεγάλος ιστορικός, με αφορμή τον εμφύλιο πόλεμο στην Κέρκυρα, καταγράφει, μέσω της ανατροπής της σημασίας των λέξεων, την έσχατη έκπτωση των ανθρώπων. Μεταφέροντας το τότε στο σήμερα και ανατέμνοντας τη σύγχρονη πραγματικότητα, η ποιήτρια γράφει: «Και σ’ άλλης εποχής γλώσσα η ανθρωπιά η συγχώρεση η δικαιοσύνη η ισότης Ηθική εν ολίγοις» και παρακάτω «Λέξεις γιατί μας προδώσατε αφεντικά». Όμως το ποίημα ολοκληρώνεται αισιόδοξα: «Λέξεις ένοπλες παράτολμες λέξεις το ελάχιστο της ζωής μας το Μέγιστο-είναι μόνο δικό μας θα το φέρουμε πίσω». Με λίγα λόγια, αποκαθιστώντας την αληθινή σημασία των λέξεων, ώστε να έχουν αντίκρισμα στη ζωή, πράγμα που φαίνεται ελάχιστο αλλά είναι το Μέγιστο, θα επαναφέρουμε τις χαμένες αξίες στον κόσμο μας. Ας προσέξουμε τους χαρακτηρισμούς των λέξεων «ένοπλες» και «παράτολμες» που παραπέμπουν στη δύναμή τους.

Εκτός από την ειρωνεία, η τόλμη στη χρήση των εκφραστικών μέσων της εικόνας και της μεταφοράς από την ποιήτρια απογειώνουν τον ποιητικό λόγο και δίνουν αριστουργηματικούς στίχους και ποιήματα. Στη σύντομη αυτή παρουσίαση θα καταγράψω μερικά παραδείγματα. Στο πρώτο ποίημα της συλλογής, με τίτλο «Γιατί τα πελώρια μάτια του», που αναφέρεται στο θάνατο ενός παιδιού, προφανώς από πείνα, ύστερα από αλλεπάλληλες, καταιγιστικές, θα έλεγα, συγκλονιστικές εικόνες και μεταφορές, καταλήγουμε στον αριστουργηματικό ακροτελεύτιο στίχο: «Παιδί ήταν…δίχως κτήμα το χρόνο», όπου η τολμηρή και απροσδόκητη μεταφορά κάνει τον στίχο αυτόν να ακούγεται σαν μια πικρή ελεγεία.

Στο ποίημα «Στώμεν καλώς», αφιερωμένο στην αιώνια Μάνα, με μια σειρά από πρωτότυπες, απροσδόκητες, θα λέγαμε, εικόνες, παρομοιώσεις και μεταφορές παρατηρούμε την ανέλιξη από τις προσευχές, τον αγώνα, τις πίκρες, τις αγωνίες της Μάνας στην πικρή γεύση του θανάτου που δοκιμάζει, για να ακολουθήσει το θαύμα από την αγάπη της που σπέρνει το φως, και να ταυτιστεί, στο τέλος, η αιώνια Μάνα με την πάνσεπτη μορφή της Θεομήτορος, μορφή άγια και η ίδια. Οι στίχοι «Πειρατικά καράβια τα όνειρα γι’ ακίνητα σαλπάρουν κοιμητήρια αφρίζοντας το φουγάρο τους τη γύρη μιας χαλασμένης άνοιξης» είναι στίχοι λαμπροί για την πρωτοτυπία και τη δύναμη της έμπνευσης, που δίνουν, με τη μεταφορική λειτουργία του λόγου, την υποδήλωση του θανάτου. Αντίστοιχα οι στίχοι « Δυο απλωμένα χέρια αγκαλιές αστέρια ξετρυπώνουν», που υποδηλώνουν το θαύμα της μητρικής αγάπης. Σημειώνω, τέλος, τον θρησκευτικό χαρακτήρα του ποιήματος, επισημαίνοντας τη χρήση του σχήματος του κύκλου, που έχει, πιστεύω, σημασία. Αντιγράφω τους δύο πρώτους στίχους: «Στη Μάνα με τα τρύπια προσευχής γόνατα» και τους δύο τελευταίους: «Η Παναγιά περνά του Θε-Ανθρώπου η Μάνα».

Στο έξοχο «Φτερωτά μάρμαρα», εμπνευσμένο, προφανώς, από τα αριστουργηματικά γλυπτά της αρχαίας ελληνικής τέχνης η ποιήτρια βλέπει να συνυφαίνονται και να συνυπάρχουν η ζωή, ο έρωτας και ο θάνατος. Μέσα από τις μεγαλοπρεπείς και γεμάτες φως εικόνες που θαμπώνουν τον αναγνώστη, επιλέγω ορισμένες, που καθηλώνουν με τη δύναμη της έμπνευσης: «Και τ’ άλογα να λάμνουν φτερωτά», όπου η έκφραση φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, αντιφατική, καθώς κάποιος σχολαστικός θα έλεγε ότι τα φτερωτά άλογα πετούν και δεν λάμνουν. Ωστόσο, η αληθινή ποίηση πετυχαίνει το αδύνατο, γιατί και το λάμνουν και το φτερωτά παραπέμπουν το ένα στην απεραντοσύνη της θάλασσας και το άλλο στην απεραντοσύνη του αιθέρα. Τα άλογα, λοιπόν, του ποιήματος, άλογα του ονείρου, ταξιδεύουν στην απεραντοσύνη και, θα έλεγα, στην αιωνιότητα και την αίσθηση αυτή δίνει, με τρόπο μοναδικό, ο στίχος. Άλλη εικόνα: «Αύρες με μαλλιά ξέπλεκα…», όπου οι αύρες δεν είναι παρά κόρες αέρινες, κόρες του ονείρου και της φαντασίας. Ακόμα: «Στήθια σγουρά σε διάφανα πέπλα τον Άνεμο να φιλοξενούν την Αιδώ της άμωμης νεότητας…», όπου ο άνεμος πτυχώνει τα διάφανα πέπλα κοριτσιών με το παρθενικό κάλλος και την αθωότητα της εφηβικής ηλικίας. Όλες οι εικόνες που περιγράψαμε, όπως και οι υπόλοιπες του ποιήματος υποβάλλουν την αίσθηση του σφρίγους, της νεότητας, της αθωότητας, του έρωτα. Και το ποίημα καταλήγει με ένα ερώτημα, στην ουσία κατάφαση: «Αχ, τ’ άλογα χλιμιντρίζουν στον ύπνο τους θάνατος να ‘ναι του αφεντικού τους η μοίρα;» Και έτσι αξεδιάλυτα δένονται ζωή, έρωτας και θάνατος.

Θα τελειώσω την παρουσίασή μου με το υπαρξιακού χαρακτήρα ποίημα ¨Δεν πεθαίνουν οι άνθρωποι», επισημαίνοντας την πρωτοτυπία και την τόλμη των μεταφορών που συναντάμε σ’ αυτό, αλλά και στο σύνολο των ποιημάτων της συλλογής. Καταγράφω ορισμένες: «το τρίξιμο του λιωμένου καλοκαιριού», «υγραίνει τους τοίχους η μνήμη», «σε κόκκινα δάση σκαρφαλώνουν πορτρέτα», «αγάλματα που λειαίνουν τον άγριο χρόνο», που παραπέμπουν στη φθορά, στην πικρή νοσταλγία, αλλά και στη γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στη ζωή και στο επέκεινα, γιατί «Δεν πεθαίνουν οι άνθρωποι. Μόνον χρόνους-πατρίδες αλλάζουν», όπως τελειώνει το ποίημα.

Επιλογικά: Η Βιβή Κοψιδά είναι μια σπουδαία ποιήτρια. Στην ποίησή της προβάλλονται οι διαχρονικές ανθρωπιστικές αξίες, που απορρέουν από την κλασική γραμματεία, αλλά και τα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου. Της εύχομαι να είναι πάντα υγιής και δημιουργική, ώστε να συνεχίσει τη λαμπρή ποιητική της διαδρομή αλλά και τη μεγάλη προσφορά της στην πνευματική ζωή της ιδιαίτερης πατρίδας μας.

Το κείμενο αυτό του Δρ. Άγγελου Χόρτη, Επίτ. Σχ. Συμβούλου και Αντιπροέδρου της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών, διαβάστηκε στην εκδήλωση παρουσίασης της ποιητικής συλλογής της Βιβής Κοψιδά-Βρεττού, με τίτλο: Όλα καλά αξιότιμοι κύριοι (εκδ. Μελάνι 2016), την Κυριακή, 13 Αυγούστου 2017 στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Λευκάδας.

Προηγουμενο αρθρο
Τροχαίο ατύχημα με θανάσιμο τραυματισμό ενός ατόμου στην Λευκάδα
Επομενο αρθρο
Πρέπει να παλεύουμε για αυτά που μας ανήκουν...

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.