HomeΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΟ κύκλος του ενενήντα εννιά

Ο κύκλος του ενενήντα εννιά

Η Μ. Εβδομάδα μας προτρέπει σε μια εσωτερική διαδρομή στους δρόμους της ψυχής μας αναζητώντας εκείνα τα μονοπάτια που θα μας οδηγήσουν στο φως της γνώσης και της αλήθειας.

Τις τελευταίες ημέρες τριγυρίζει στο μυαλό μου ένα παραμύθι του Jorge Bucay (Χόρχε Μπουκάι) που με παραβολικό τρόπο μας λέει ότι ενώ χάνουμε τη ζωή μας προσπαθώντας να αποκτήσουμε όλο και περισσότερα υλικά γύρω μας για να νιώσουμε ευτυχισμένοι, η ευτυχία έρχεται μόνο όταν νιώθουμε ικανοποίηση με αυτά που έχουμε, όταν ζούμε τη ζωή μας στο τώρα και όταν χαμογελάμε απλά και μόνο γιατί είμαστε γεμάτοι στην ψυχή.

Κατά το παραμύθι λοιπόν ένας θλιμμένος βασιλιάς που απορούσε, γιατί ο φτωχός υπηρέτης του είχε πάντα ένα μεγάλο χαμόγελο και όλη του η ζωή ήταν ήρεμη και ευτυχισμένη, αποφασίζει με προτροπή του σοφού συμβούλου του, να πειραματιστεί αφήνοντας του ένα σακί φλουριά έξω από την πόρτα του και παρατηρεί τις αντιδράσεις του…

Σας παραθέτω λοιπόν την συνέχεια:

«Άνοιξε το σακί, διάβασε το μήνυμα, άκουσε το μεταλλικό θόρυβο του χρήματος και αναρρίγησε. Έσφιξε το θησαυρό στο στήθος του, κοίταξε ολόγυρα μήπως τον παρακολουθεί κανένας και μπήκε πάλι μέσα στο σπίτι. Ακούστηκε η κλειδαριά, και ο βασιλιάς με το σοφό πλησίασαν στο παράθυρο να κατασκοπεύσουν τις κινήσεις του βαλέ.

Είχε ρίξει στο πάτωμα ότι βρισκόταν επάνω στο τραπέζι εκτός από ένα κερί. Καθόταν στην καρέκλα και άδειαζε το περιεχόμενο του σάκου. Τα μάτια του δεν πίστευαν αυτό που έβλεπαν.

Ήταν ένα βουνό από φλουριά!

Αυτός, που ποτέ στη ζωή του δεν είχε πιάσει ούτε ένα , τώρα είχε ολάκερο βουνό. Ο υπηρέτης τα χάιδευε και τα έκανε στοίβες. Τα κοίταξε και χάζευε πως έλαμπαν στο φως του κεριού. Τα συγκέντρωνε και τα σκορπούσε, τα έκανε σωρούς. Παίζοντας, άρχισε να τα τοποθετεί σε στοίβες των δέκα. Μια δεκάδα, δυο, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι…Στο μεταξύ πρόσθετε, είκοσι, τριάντα, σαράντα, πενήντα, εξήντα, εβδομήντα…ώσπου έκανε την τελευταία στοίβα και…ήταν μόνο εννιά φλουριά!

kiklos99 -1Στην αρχή έψαξε με το βλέμμα το τραπέζι, αναζητώντας ένα ακόμα νόμισμα. Ύστερα κοίταξε στο πάτωμα και μέσα στο σακί. «Δεν είναι δυνατόν» σκέφτηκε. Έστησε την τελευταία στοίβα με φλουριά δίπλα στις υπόλοιπες και είδε πως ήταν πιο χαμηλή.

«Με λήστεψαν»! φώναξε. «Κερατάδες! Μ’ έκλεψαν!»

Έψαξε ξανά επάνω στο τραπέζι, από κάτω στο σακί στα ρούχα του, στις τσέπες του, κάτω από τα έπιπλα…Μα δεν βρήκε αυτό που γύρευε. Επάνω στο τραπέζι, σαν να τον περιγελούσε, στεκόταν μια στήλη με αστραφτερά χρυσά φλουριά και του υπενθύμιζε πως ήταν ενενήντα εννιά. Μόνο ενενήντα εννιά.

«Ενενήντα εννιά φλουριά. Είναι πολλά λεφτά» συλλογίστηκε. «Μου λείπει όμως ένα. Ενενήντα εννιά δεν είναι στρογγυλός αριθμός. Τα εκατό, είναι, αλλά όχι τα ενενήντα εννιά».

Ο βασιλιάς και ο σύμβουλος του κοίταζαν από το παράθυρο. Το πρόσωπο του υπηρέτη δεν ήταν πια το ίδιο. Ήταν σκυθρωπός, τα χαρακτηριστικά του τεταμένα. Τα ματιά είχαν γίνει μικρά και μισόκλειστα, το στόμα του είχε στραβώσει σ’ ένα φοβερό μορφασμό κι έδειχνε τα δόντια του.

kiklos99 -3Ο υπηρέτης φύλαξε τα φλουριά στο σακί και, κοιτάζοντας ολόγυρα μήπως τον βλέπει κανείς, το έκρυψε ανάμεσα στα καυσόξυλα. Ύστερα, πήρε χαρτί και καλαμάρι και κάθισε να κάνει λογαριασμούς.Πόσο καιρό έπρεπε να κάνει οικονομίες για να αποκτήσει το εκατοστό φλουρί;

Ο υπηρέτης μιλούσε μόνος του, μεγαλόφωνα. Ήταν πρόθυμος να δουλέψει σκληρά για να τ’ αποκτήσει. Ύστερα δεν θα είχε πια ανάγκη να δουλεύει.

Με εκατό χρυσά φλουριά, ένας άνθρωπος, μπορεί να κάθεται να μη δουλεύει.

Με εκατό χρυσά φλουριά είσαι πλούσιος.

Με εκατό χρυσά φλουριά ζεις άνετα, χωρίς σκοτούρες.

Τελείωσε τους λογαριασμούς του. Αν δούλευε σκληρά κι έβαζε στην πάντα το μηνιάτικο του σε έντεκα με δώδεκα χρόνια θα μπορούσε να αγοράσει ένα χρυσό φλουρί.«Δώδεκα χρόνια είναι πολλά» σκέφτηκε. Θα μπορούσε να πει στη γυναίκα του να ψάξει κι εκείνη για δουλειά στο χωριό για ένα διάστημα. Επιπλέον, εκείνος τελείωνε τη δουλειά του στο παλάτι στις πέντε το απόγευμα, άρα, μπορούσε να δουλέψει ως αργά το βράδυ. Ίσως μπορούσε να πουλήσει στο χωριό το φαγητό που περίσσευε και να κερδίσει κάτι. Πράγματι όσο λιγότερο έτρωγαν τόσο περισσότερο θα πουλούσαν.

Να πουλήσουν, να πουλήσουν…

Έκανε ζέστη. Τι τα ήθελαν τόσα χειμωνιάτικα ρούχα; Τι το θέλουν το δεύτερο ζευγάρι παπούτσια; Θα έκαναν θυσίες. Όμως, ύστερα από τέσσερα χρόνια θα αποκτούσε το εκατοστό φλουρί.

kiklos99 -2Ο βασιλιάς και ο σοφός γύρισαν στο παλάτι.Ο υπηρέτης είχε μπει στον κύκλο του ενενήντα εννιά.

Τους μήνες που ακολούθησαν, ο υπηρέτης έβαλε σε εφαρμογή τα σχέδια που είχε αποφασίσει εκείνη τη νύχτα. Σιγά – σιγά έγινε γκρινιάρης και κακόκεφος. Σε λίγο καιρό, ο βασιλιάς τον έδιωξε. Δεν είναι ευχάριστο να σε υπηρετεί κάποιος που συνεχώς είναι κακόκεφος.

Εσύ, εγώ και όλοι μας έχουμε εκπαιδευτεί σ’ αυτή την ηλιθία ηθική δικαιολογία. Πάντοτε κάτι μας λείπει για να νιώσουμε ικανοποιημένοι. Γι’ αυτό μάθαμε ότι η ευτυχία θα έρθει όταν θα ολοκληρώσουμε αυτό που μας λείπει….
Κι επειδή πάντα κάτι λείπει, ξαναγυρίζουμε στην αρχή και δεν απολαμβάνουμε ποτέ τη ζωή….

Τι θα συνέβαινε όμως
αν η φώτιση ερχόταν στις ζωές μας
και αντιλαμβανόμασταν, έτσι ξαφνικά,
ότι τα ενενήντα εννιά φλουριά μας
είναι το εκατό τοις εκατό του θησαυρού.
Ότι δεν μας λείπει τίποτα,
το εκατό δεν είναι καθόλου
πιο στρογγυλός αριθμός
από το ενενήντα εννιά.
Αυτό είναι μόνο μια παγίδα,
ένα καρότο που έβαλαν μπροστά μας,
για να είμαστε βλάκες,
για να σέρνουμε το κάρο,
κουρασμένοι, κακόκεφοι,
δυστυχείς και συμβιβασμένοι.
Μια παγίδα για να μη σταματήσουμε ποτέ να σπρώχνουμε
και για να μείνουν όλα όπως έχουν.
Αιωνίως τα ίδια!
Πόσα πράγματα θα άλλαζαν
αν μπορούσαμε να απολαύσουμε
τους θησαυρούς μας, έτσι ακριβώς όπως είναι».

Ελένη Μ. Ματαράγκα

Προηγουμενο αρθρο
Από χέρι σε χέρι από καρδιά σε καρδιά (Από τη γιορτή σπόρων στην Περατιά)
Επομενο αρθρο
Ευχές για το Πάσχα από τη Νέα Χορωδία Λευκάδας

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.