HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣΟ Φραγκοράφτης Μήτσος Φίλιππας, Νιάουρας

Ο Φραγκοράφτης Μήτσος Φίλιππας, Νιάουρας

Επιμέλεια: Πηνελόπη Κοψιδά

«Ο μπάρμπα Μήτσος Φίλιππας, Νιάουρας, ο Φραγκοράφτης, ήταν γέννημα και θρέμμα του Δρυμώνα. Γεννήθηκε νομίζω πριν το 1900, γιατί με την Κατοχή του 1940 θα ήταν περίπου 70άρης. Κατοικούσε στη γειτονιά Νιαγράτα του Δρυμώνα, η οποία βρίσκεται πάνω από τα Παναγάτα. Έζησε και ανδρώθηκε σε αυτό το χωριό.

Φτωχός, ασχολήθηκε με όλες τις τέχνες και τις τότε εργασίες του χωριού. Τσοπάνης, με τα λίγα μαρτίνια της οικογένειας, σκαφτιάς, γεωργός, τιναχτής ελαιοκάρπου, τρυγητής κλπ. Όλα σχεδόν τα επαγγέλματα του χεριού πέρασαν από τα χέρια του. Περισσότερα για την ως άνω απασχόλησή του δεν μπόρεσα να μάθω.

Όμως στη διάρκεια των προκατοχικών και κατοχικών χρόνων τον θυμάμαι, γιατί ήμουν κι εγώ τότε περί τα 14-15 χρονών. Ήταν λεβεντάνθρωπος, ψηλός, γεροδεμένος, καλοσυνάτος, λιγομίλητος, γενικά παράστημα αρχαίου Έλληνα. Τον θυμάμαι καλά, όταν ερχόταν να ράψει κανένα ρούχο του παππού και του πατέρα μου.

Παντρεύτηκε στα Ασπρογερακάτα και απόκτησε νομίζω τέσσερα παιδιά, τρεις κόρες κι ένα γιο, το Σπύρο, οικοδόμο στο επάγγελμα, που αργότερα κατέβηκε στην Απόλπαινα Λευκάδας.

Ποιος ξέρει πότε, που και ποιος του έμαθε τη ραπτική τέχνη και ονομάστηκε «Φραγκοράφτης». Γιατί τα ρούχα που έραβε, σακάκια, γιλέκια, παντελόνια, κοντέσια, πανωφόρια ήταν από «δίμιτο»*, ύφασμα από γιδίσιο μαλλί, υφασμένο στον αργαλειό. Ήταν δύσκολη η ραπτική αυτού του υφάσματος. Στην περιφέρεια του Δήμου Καρυάς, Σφακιωτών, Εξάνθειας, μα και γενικά της Λευκάδας, ήταν ο μοναδικό και ο περιζήτητος, ο μπαρμπα-Μήτσος, ο Φραγκοράφτης!

Όταν λοιπόν τελείωνε ο τρύγος στα χωριά και ερχόταν υποχρεωτικά οι βροχές και τα κρύα του χειμώνα, οι γυναίκες κάθε οικογένειας ετοίμαζαν το υφαντικό «δίμιτο», βαμμένο, περιποιημένο κι έτοιμο για ράψιμο. Χοντρό, γυαλιστερό ύφασμα. Τότε οι πελάτες ειδοποιούσαν το ράφτη τους, ο οποίος τους κατέγραφε ανά χωριό και τους έδινε σειρά. Έχω δει αυτό το δευτέρι που είχε γραμμένα τα ονόματα με μελανό μολύβι!

Όταν άρχιζε την περιοδεία του στα χωριά ο καλός μας ράφτης, έπαιρνε τη ραπτομηχανή του χεριού, τα χοντροβέλονα, τις χοντροκλωστές, τη μεζούρα του για το μέτρημα και τ΄άλλα απαραίτητα σύνεργα της ραπτικής κι έλεγε πάντα στη γυναίκα του «γυναίκα φεύγω, δε θ΄αργήσω να γυρίσω», κι ας είχε σκοπό να γυρίσει μετά από 2-3 μήνες, ανάλογα τη δουλειά που είχε. Έτσι αποχαιρετούσε πάντα τη γυναίκα του ο μπαρμπα-Μήτσος. Και η γυναίκα του, έκανε το σταυρό της και του έλεγε απλά: «στο καλό Μήτσο μου, στο καλό, ο Θεός βοηθός!».Έπαιρνε, λοιπόν, τη μηχανή παραμάσχαλα, το σακούλι του το υφαντό στον ώμο κι ανηφόριζε το τότε πολυσύχναστο μονοπάτι, τον Κόντρο, που ένωνε τον αμαξωτό δρόμο Καρυάς- Εξάνθειας, που τον έβγανε στα Μπαμπάκια!

Πρώτος σταθμός ο Δρυμώνας. Άρχιζε τη δουλειά του ακούραστα, όλη μέρα και νύχτα με το λυχνάρι, για να τους προλάβει όλους! Όσον καιρό δούλευε στο χωριό, τα βράδια έμενε στο σπίτι μας. Αυτό το έκανε γιατί η γιαγιά μου και η μάνα μου ήταν γυναίκες καλοδεχούσες και φιλόξενες.

Πριν από την κατοχή, η λογική αμοιβή του για την εργασία του ήταν σε δραχμές. Κατά την περίοδο της κατοχής η αμοιβή του δινόταν σε είδος. Φακές, ρεβίθια, σιτάρι, τυρί, λάδι, κοτόπουλα, αυγά, και ότι είχαν οι φτωχοί πελάτες του. Ακόμη έπαιρνε και τα κατοχικά ιταλικά χρήματα. Έτσι με φορτωμένο το ζώο από αυτά που του έδιναν οι χωρικοί, γύριζε στο χωριό του φορτωμένος με χρήματα και εφόδια για να καλύψει τις ανάγκες της φαμελιάς του. Σειρά είχαν τ΄ άλλα χωριά.

Όμως η τέχνη του μετά την κατοχή σταμάτησε, δεν είχε πέραση που λέμε! Άνοιξαν οι πύλες της Αμερικής, έφτασε η ΟΥΝΤΡΑ και γέμισε ο τόπος έτοιμα ενδύματα! Πολύχρωμα σακάκια, γιλέκια, μπουφάν, πανωφόρια, ότι ήθελες! Έτσι ο άνθρωπος μπάρμπα-Μήτσος έμεινε άνεργος. Αποσύρθηκε στο χωριό και ασχολήθηκε με τη φαμελιά του. Τότε, όταν έφευγε από το σπίτι έλεγε στη γυναίκα του το συνηθισμένο «αντίο γυναίκα , φεύγω, θα γυρίσω γρήγορα, δεν θ΄αργήσω» και πράγματι ήταν οι μόνες φορές που τηρούσε την υπόσχεση που έδινε. Γύριζε από το Φρυά, από το καφενείο και ήταν σωστός στο λόγο του!

Αυτός ήταν ο μπαρμπα-Μήτσος Φίλιππας, Νιάουρας. Θα με ρωτήσει κάποιος «γιατί ασχολήθηκες, ενθυμούμενος αυτόν τον άνθρωπο;» Απαντώ ευθέως: μου έκανε εντύπωση ο χαρακτήρας του, η τιμιότητά του, η αγάπη στο έργο που έκανε, η ευθύτητα, η τέχνη του – η τέχνη και το επάγγελμα του Φραγκοράφτη, που εξαφανίστηκε- ο τρόπος της συναλλαγής, ο σωστός οικογενειάρχης.

Αυτό είναι κοινωνική προσφορά και αλληλεγγύη. Διέθετε όλη την αγάπη του και την τέχνη του, για να ανακουφίσει τους συνανθρώπους του. Και πολλά άλλα, που είναι πολλά! Μπορώ να τον χαρακτηρίσω με την αρχαία έννοια της λέξης «Καλοκάγαθος» μπάμπα-Μήτσος! Εύχομαι και προσεύχομαι ο Θεός να τον έχει κατατάξει εκεί όπου οι δίκαιοι αναπαύονται και απολαμβάνουν τα ΕΛΕΗ ΤΟΥ.»

Φίλιππας Παναγιώτης- συνταξιούχος δάσκαλος
Νυδρί Λευκάδας.

*Ο Δμίτος (Δίμιτος) ήταν ένα υφαντικό ύφασμα του μέτρου. Ίσως η λέξη προέρχεται από τα δύο υλικά, το στημόνι και το γιδίσιο μαλλί, που υφαίνονταν στον αργαλειό, το υφάδι. Η επεξεργασία του γίδινου, του τραγίσιου μαλλιού, ήταν δύσκολο να γίνει. Κούρευαν τα γίδια, καθάριζαν το μαλλί και το έπλεναν. Το περνούσαν από τα τσιγκρία για να μαλακώσει, το έκαναν τουλούπες και το περνούσαν στις ρόκες. Το έγνεθαν και το έκαναν κλωστή με το αδράχτι και το σφοντήλι. Έπειτα το περνούσαν στα καλάμια της σαϊτας και, αφού είχαν ετοιμάσει το διασίδι με το στημόνι, το ύφαιναν με τις σαϊτες στον αργαλειό. Γίνονταν έτσι ένα ύφασμα γερό, χοντρό, έτοιμο για να δεχτεί το Φραγκοράφτη, για να ράψει με αυτό γιλέκια, σακάκια, παντελόνια, πανωφόρια για να ζεστάνουν τα κορμιά των γερόντων, όπως και τα κοντέσια των γραιών, τα οποία όμως τελευταία γίνονταν από φάδι από μαλλί προβάτων.
Δύο Μίτοι (Μίτος της Αριάδνης)
Γιγίσιο φάδι –βαμβακερό στημόνι»

Ο Παναγιώτης Φίλιππας, συνταξιούχος δάσκαλος, γεννήθηκε το 1929 στο Δρυμώνα. Εκεί τέλειωσε το Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια φοίτησε στο Γυμνάσιο Λευκάδας. Τις σπουδές του συνέχισε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων και το 1954 διορίστηκε στο Δημοτικό Σχολείο Κάτω Νευροκοπίου. Κατόπιν μετατέθηκε στην Κέρκυρα και μετά στη Λευκάδα. Υπηρέτησε τρία χρόνια στα Πλατύστομα και έξι χρόνια στη Ράχη. Εκεί κατόπιν δικών του ενεργειών, κτίστηκε Δημοτικό Σχολείο με έξοδα του Αριστοτέλη Ωνάση. Για το λόγω αυτό προτάθηκε στο υπουργείο από τον τότε επιθεωρητή για «εύφημο μνεία» και ο μορφωτικός σύλλογος Ράχης του απένειμε τιμητικό βραβείο. Το 1971 διορίζεται στο 75ο Σχολείο Αθηνών και μετά στο 9ο Πετρουπόλεως. Το 1985 επιστρέφει στη Λευκάδα, όπου υπηρέτησε ως διευθυντής στο 2ο Δημοτικό Σχολείο Λευκάδας και στο Σχολείου Νυδριού, από όπου και συνταξιοδοτήθηκε.

Ενταγμένος και οργανωμένος στο χώρο της αριστεράς, έλαβε δίπλωμα και μετάλλιο Εθνικής Αντίστασης. Ασχολήθηκε ενεργά και με το συνδικαλισμό. Υπήρξε πρόεδρος, γραμματέας και ταμίας στο Σύλλογο Διδασκάλων Λευκάδας και γραμματέας και ταμίας στο Σύλλογο Διδασκάλων της 4ης Περιφέρειας Αθηνών. Τα 1985-86 υπήρξε αντιπρόσωπος του Συλλόγου Διδασκάλων Λευκάδος στην Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδος, ενώ για ένα διάστημα υπηρέτησε ως αναπληρωτής προϊστάμενος στο γραφείο της α΄θμιας εκπαίδευσης.

Σε όλη τη διάρκεια της πολυετούς καριέρας του, όπου άσκησε το επάγγελμά του άφησε άριστες εντυπώσεις. Όλοι οι μαθητές του τον θυμούνται με αγάπη και σεβασμό.

Από την συνταξιοδότησή του και μετά είναι μόνιμα εγκατεστημένος στο Νυδρί, όμως δεν ξέχασε ποτέ το χωριό του, το Δρυμώνα. Από το 2002 έως το 2006 υπήρξε μέλος του Τοπικού Δημοτικού Συμβουλίου του χωριού. Με την ίδρυση το 1980 του Συλλόγου των Απανταχού Δρυμωνιωτών και την έκδοση της εφημερίδας «Δρυμώνας», έγινε ενεργό μέλος και τακτικός αρθρογράφος του εντύπου. Εκεί αποτύπωσε ιστορικές μνήμες, ήθη και έθιμα του χωριού, διασώζοντάς τα από τη λήθη.

Ο Παναγιώτης Φίλιππας απέκτησε τρία παιδιά, οκτώ εγγόνια και δύο δισέγγονα. Οι απόγονοί του σήμερα είναι σπουδαίοι επιστήμονες, οι οποίοι δραστηριοποιούνται όμως εκτός του νησιού. Ο ίδιος υπερήλικας πια, εξακολουθεί και ζει μόνιμα στο Νυδρί Λευκάδος, μόνος του το μεγαλύτερο διάστημα και βοηθούμενος από την Κοινωνική Υπηρεσία του Δήμου, μέσα από το πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι». Σε παλιότερο άρθρο του στην ιστοσελίδα ένιωσε την ανάγκη να ευχαριστήσει τα κορίτσια του προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι», που του συμπαραστέκονται περισσότερο από δέκα χρόνια, να περιγράψει εκτός από την πρακτική βοήθεια, την συναισθηματική υποστήριξη που του παρέχουν και να υπεραμυνθεί του θεσμού αυτού, εξαίροντας την χρησιμότητα και την αναγκαιότητά του (δες εδώ).

Σχετικά άρθρα:
Ραφτάδες και Φραγκορράφτες

Προηγουμενο αρθρο
Με τη λευκή «τσιμπέρα» της
Επομενο αρθρο
Θανάσης Καββαδάς: κινδυνεύει να μην κατασκευαστεί το οδικό τμήμα Άκτιο - Άγιος Νικόλαος

3 Σχόλια

  1. ΤΑΚΗΣ ΦΛΙΠΠΑΣ
    22 Ιουνίου 2020 at 20:01 — Απάντηση

    καλησπέρα
    η φωτογραφία δεν έχει σχέση από ότι θυμάμαι από φωτογραφίες
    της γιαγιάς μου, τον γιο του νιάουρα του Φίλιππα, τον έλεγαν Γρηγόρη, ο Σπύρος ήταν ανιψιός του ο ποιητής που λέμε, είμαι εγγόνι του Γρήγορη από Ασπρογερακάτα.

  2. Βιολέττα Σάντα
    24 Νοεμβρίου 2017 at 22:14 — Απάντηση

    Έχετε μάλλον δίκιο. Χρησιμοποιήσαμε φωτογραφία από παλαιότερο σχόλιο του κ. Φίλιππα που δεν εικονιζόταν ο ίδιος, αλλά ήταν σχετική με το θέμα που ανέφερε. Το άρθρο του ήταν περσυνό, αλλά είναι μάλλον απίθανο να μας έστειλε φωτογραφία του.
    Ευχαριστούμε για το σχόλιο σας.

  3. dope
    24 Νοεμβρίου 2017 at 19:27 — Απάντηση

    εχετε βαλει λαθος φωτογραφια του κ Φιλιππα

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.