HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΠολιτιστικό απόθεμα της Λευκάδας και τουρισμός: αναζητώντας τη σύγκλιση*

Πολιτιστικό απόθεμα της Λευκάδας και τουρισμός: αναζητώντας τη σύγκλιση*

Πολιτιστικό απόθεμα της Λευκάδας και τουρισμός: αναζητώντας τη σύγκλιση*

Του Δημήτρη Σπ. Τσερέ

Θα μπω πλαγίως στο θέμα μου, χωρίς θεωρητικές φιοριτούρες, εστιάζοντας σε δύο γεγονότα. Πρώτον: Τόσα χρόνια καθηγητής στο Λύκειο, έθετα πάντα στις τάξεις, που δίδασκα, δυο απλά ρωτήματα. Το πρώτο: «Πόσοι από εσάς, όταν πήγατε στην Αθήνα, επισκεφτήκατε με τους γονείς σας την Ακρόπολη;». Το δεύτερο: «Πόσους από εσάς, όταν πήγατε στην Αθήνα, σας πήγαν οι γονείς σας στα Γκούντις;». Οι απαντήσεις, που έπαιρνα, συντέλεσαν στην ταχύτερη αραίωση των τριχών της κεφαλής μου! Το δεύτερο γεγονός είναι η τύχη των πάσης φύσεως μνημείων της πατρίδας: έρμαιο στις διαθέσεις του πρώτου τυχόντα, που δονούμενος από «ιερή αγανάκτηση» για ό,τι και για όποιον τού καπνίσει ασελγεί πάνω τους, άλλοτε κρατώντας, δίκην Ζορό, ένα εκδικητικό σπρέι, άλλοτε μοντέρνα εργαλεία κατεδάφισης. Και πάντα ατιμώρητος από όσους είναι εντεταλμένοι για τη φύλαξή τους.

Καλούμενος λοιπόν να αναλύσω ένα θέμα, που φιλοδοξεί να ερευνήσει τη σύνδεση ανάμεσα στο πολιτιστικό κεκτημένο ενός τόπου και στον τουρισμό στο πλαίσιο της ελληνικής πραγματικότητας, κατ’ ουσίαν δηλαδή ανάμεσα στον πολιτισμό και την οικονομία, βρίσκομαι εξ αρχής μπροστά σε μια σχέση προβληματική, της οποίας το πρώτο σκέλος είναι ανησυχητικά ατροφικό.

Για μερικούς πάλι είναι ιεροσυλία μόνο και μόνο η αναζήτηση αυτής της σχέσης. Προφανώς, κατ’ αυτούς, το πολιτιστικό κεκτημένο δικαιούται την πλήρη αυτονομία του χωρίς παράλληλα να προβληματίζονται πώς πρέπει να καλυφθεί η δαπάνη του μηχανισμού, που το συντηρεί και το λειτουργεί. Προφανώς και πάλι, θεωρείται αυτονόητη και η κάλυψη αυτή.

Μερικές εισαγωγικές παρατηρήσεις

Παρατήρηση πρώτη: Οι χρονικοί περιορισμοί των 20λεπτων εισηγήσεων είναι πολύ εντονότεροι σε ένα θέμα, που πυρήνας του είναι μια έννοια τόσο ευρεία όπως ο «πολιτισμός». Οπότε, όταν είσαι εισηγητής, ή συντάσσεις ένα ατελείωτο κατάλογο αναφορών και αιτημάτων, μέσα στον πλατυασμό του οποίου εξατμίζονται τα πάντα – στην ουσία δηλαδή έχεις συντάξει ένα ευχολόγιο· ή επιλέγεις και εστιάζεις πάνω σε ορισμένα θέματα, για να κάνεις απτά και κατανοητά αυτά που εισηγείσαι. Επέλεξα το δεύτερο και συγχρόνως να είμαι όσο το δυνατόν λιγότερο θεωρητικός και περισσότερο πρακτικός και συγκεκριμένος – ακόμα και πεζός.

Παρατήρηση δεύτερη: Απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα μιας ανακοίνωσης σαν την παρούσα, είναι να αποτινάξουμε τον ανόητο τοπικό μικρομεγαλισμό – δηλαδή την αναγωγή του μικρού μας κόσμου σε ομφαλό της γης – και να τοποθετήσουμε τα πράγματα στις πραγματικές τους διαστάσεις. Οι κενές μεγαλοστομίες, που ακούγονται σε διάφορες πανηγυρικές εκδηλώσεις, είναι απολύτως εξακριβωμένο ότι αποτελούν διαφανές προκάλυμμα άγνοιας και απραξίας. Αυτή η αποτίναξη θα μας βοηθήσει να αντιληφθούμε τα όρια, μέσα στα οποία μπορεί να λειτουργήσει ο πολιτισμός στο νησί συνδυαστικά με τις φυσικές ομορφιές του (οι οποίες βέβαια δεν θα απασχολήσουν την παρούσα ανακοίνωση).

Παρατήρηση τρίτη: από τα ανωτέρω προκύπτει, ότι, όταν «πουλάς» κάτι (συγχωρείστε μου τη λέξη αλλά τη χρησιμοποιώ για ευκολία στη συνεννόησή μας), πόσο μάλλον όταν αυτό το «κάτι» είναι ο πολιτισμός σου, πρέπει να ξεκαθαρίσεις τρία πράγματα: Τι ακριβώς «πουλάς», σε ποιον το «πουλάς» και βέβαια αν είσαι ικανός να το «πουλήσεις». Για την επιτυχία του σχεδίου σου απαιτείται η συνύπαρξη και των τριών αυτών προϋποθέσεων.

Ως προς την πρώτη προϋπόθεση (Τι πουλάς): Η Λευκάδα, όπως και κάθε τόπος- υποχρεωτικά θα στραφεί προς την εγχώρια πολιτισμική παραγωγή, το couleur local που λέμε – αλλά χωρίς κανένα μειωτικό υπαινιγμό. Η Λευκάδα δεν υπήρξε ένα μεγάλο κέντρο, όπως π.χ. στην Αρχαιότητα η Κνωσός, οι Μυκήνες, η Αθήνα, η Σπάρτη ή στα νεότερα χρόνια – για να προσγειωθούμε στη δική μας γειτονιά- η επτανησιακή Κέρκυρα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν έχει να προσφέρει σημαντικά πράγματα στον επισκέπτη.

Ως προς την δεύτερη προϋπόθεση (Σε ποιον το πουλάς): πρέπει να απευθυνθείς στοχευμένα σε ομάδες που έχουν πολιτισμικά ενδιαφέροντα.

Ως προς την τρίτη προϋπόθεση (Αν είσαι ικανός να το πουλήσεις): εδώ ας το ψάξουμε λίγο καλύτερα. Συνηθίζουμε, στην Ελλάδα γενικώς, να λέμε βαρύγδουπα ότι «ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία μας». Τον ορίζουμε δηλαδή ως υποκατάστατο κάποιας έλλειψης. Αυτό, κατά βάθος, σημαίνει ότι πήγαμε να κάνουμε βιομηχανία, αποτύχαμε, και θυμηθήκαμε τον πολιτισμό. Δεν το έβλεπαν βέβαια έτσι ο Σλήμαν, ο Eβανς, ο Κουμανούδης – αυτούς τους συγκινούσε ο πολιτισμός μας γι’ αυτό έπραξαν αυτά τα σπουδαία για τα οποία εμείς καμαρώνουμε. Ο Πικιώνης δεν θα είχε οργανώσει το περιβάλλον της Ακρόπολης αν δεν τον συγκινούσε η ίδια η Ακρόπολη. Από την άλλη ένας μέτριος αρχαιολόγος σήμερα ξέρει περισσότερα από τον Σλήμαν. Αν όμως γίνει ένας αραγμένος δημόσιος υπάλληλος (υπό και δίπλα σε μια ανυποψίαστη πολιτική ηγεσία και μέσα σε μια κοινωνία το ίδιο ανυποψίαστη) τότε δεν πρόκειται να τον συγκινήσει τίποτα. Επομένως, για να γίνουμε ικανοί να διαχειριστούμε το πολιτιστικό μας απόθεμα, πρέπει και να συγκινηθούμε από τα πολιτιστικά κατορθωμένα του τόπου μας και να τα γνωρίσουμε και να παραδεχτούμε με γενναιότητα ότι τα ως τώρα πεπραγμένα μας δεν συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση.

Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια μπορεί να μας δώσουν ένα σπουδαίο μπούσουλα. Τα πεπραγμένα εκείνης της γενιάς αποτελούν ένα λαμπρό πρελούδιο, που δεν είχε όμως ανάλογη συνέχεια. Μας λείπει ο ενθουσιασμός και η πίστη της. Στη Λευκάδα της εποχής εκείνης ο αγώνας της σκληρής επιβίωσης συμπορευόταν με την πίστη στη χρησιμότητα των πολιτισμικών αξιών. Και συμπληρωματική σ’ αυτή τη συμπόρευση ήταν η πεποίθηση ότι ο δρόμος προς ένα καλύτερο αύριο περνάει μέσα από την περιφερειακή ανάπτυξη και την καταπολέμηση του υδροκεφαλισμού της πρωτεύουσας. Στα πιο ζωντανά κύτταρα της κοινωνίας ήταν εδραιωμένη η πεποίθηση ότι ο πολιτισμός, εκτός από την καθαυτό αξία του, είναι το όχημα, με το οποίο το νησί θα δραπετεύσει από τη στέρηση και τη μιζέρια. Και αποτελεί ευχάριστο δείγμα νεωτερικότητας η (προφανώς με στοχαστικές προσαρμογές κατακτημένη) συν-αντίληψη όλων αυτών για την αυτονομία του πολιτισμικού πεδίου έναντι του πολιτικού, παρόλο ότι πολλοί από τους πρωτεργάτες της πολιτιστικής κίνησης των χρόνων εκείνων ήταν άνθρωποι με ιδεολογική συγκρότηση και με έντονη πολιτική δράση σε όλο το εύρος του πολιτικού φάσματος.

Απότοκο αυτού του κλίματος είναι τα πεπραγμένα της γενιάς της πρώτης μεταπολεμικής εικοσαετίας, όπως εκφράστηκε μέσα από τον Ορφέα και τις Λευκαδίτικες Σελίδες του, τον Σύλλογο Λευκαδίων Αττικής και τις Γιορτές Λόγου και Τέχνης. Το πάθος τους είναι καλός οδηγός για μας. Γιατί το σημερινό μας πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη δυνάμεων. Υπάρχουν δυνάμεις – αν και όχι σε αφθονία. Το πρόβλημα είναι ότι δεν τις ενεργοποιούμε γιατί μας λείπουν το πάθος και η πίστη. Η πυξίδα της κοινωνίας μας έχει μπλέξει τους προσανατολισμούς και το κακό είναι ότι δεν το έχει πάρει χαμπάρι.

Οι άνθρωποι εκείνης της γενιάς ρητά και κατηγορηματικά θεωρούν ότι τα όπλα τους για την τουριστική-οικονομική ανάπτυξη του τόπου τους είναι όχι μόνο η ομορφιά του τοπίου τους αλλά και τα πολιτιστικά κεκτημένα του νησιού τους. Αυτά τα κεκτημένα και, κυρίως, τα επιτεύγματα των μεγάλων πνευματικών αναστημάτων του τόπου (με κορυφαίους τους μεγάλους ποιητές του, τον «μυθικό» Βαλαωρίτη και τον μεγαλόπνευστο, άρτι αποβιώσαντα, Σικελιανό), τα ηγετικά στρώματα της πόλης τα συνειδητοποιούν ως ένα βαρύ παρελθόν, του οποίου οφείλουν να φανούν άξιοι συνεχιστές και που τους δίνει το δικαίωμα να πιστεύουν ότι ο τόπος τους αξίζει καλύτερης τύχης και μεγαλύτερης προσοχής από την κεντρική διοίκηση αλλά και προτίμησης από τους ξένους, την ώρα που έχει σημάνει η ώρα του τουρισμού και άλλοι ελληνικοί τόποι έχουν ήδη καρπωθεί τις θετικές οικονομικές του συνέπειες. Δεν είναι τυχαίο που το Δ.Σ. του «Ορφέα» την 26.6.1952 αποφασίζει τη διοργάνωση των πρώτων Γιορτών Λόγου και Τέχνης στη Λευκάδα το τριήμερο 15, 16 και 17 Αυγούστου του ίδιου έτους με πρώτη θέση στο πρόγραμμα τη «θεατρική παράσταση του έργου του εθνικού μας ποιητή Αριστοτέλους Βαλαωρίτη». Ούτε είναι τυχαίο ότι ένα από τα πρώτα μελήματά του είναι η έκδοση το 1954 του γνωστού λευκώματος του Ορφέα που παρά τα πενιχρότατα (σε σύγκριση με τα δικά μας) οικονομικά και τεχνικά μέσα της εποχής αποτελεί αξεπέραστο πρότυπο παρόμοιων εκδόσεων στον χώρο της Λευκάδος, γιατί οι συντάκτες του είχαν άποψη, σχέδιο και γνώση των δεδομένων που χειρίζονται και, επί πλέον, ερασιτεχνισμό υψηλού επιπέδου, ο οποίος σήμερα είτε δεν υπάρχει είτε -που είναι το ίδιο- δεν δίνει σημεία ζωής, σε αντίθεση με τον πανταχού παρόντα “επαγγελματισμό” χαμηλού επιπέδου.

Δοθέντων όλων τούτων, ας μπούμε στο θέμα μας. Όπως προανέφερα, θα εστιάσουμε σε μερικούς επιλεγμένους τομείς, τους οποίους κατέταξα σε δύο μεγάλες ενότητες:

ΠΡΩΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ

Το νησί μας στον τομέα της τοπικής ιστοριογραφίας (που είναι λογικό να ενδιαφέρει πολύ μεγάλο μέρος των επισκεπτών), βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο, λαμβανομένου υπόψη του ελληνικού μέσου όρου. Πρέπει λοιπόν αυτή να γίνει προσιτή σε ένα μεγάλο ποσοστό των επισκεπτών, που ανήκουν σε μέσο και υψηλό κοινωνικό status και που θα ήθελε μέσω αυτής να γνωρίσει την ιστορία του τόπου που επέλεξε να επισκεφτεί. Σήμερα αυτή η γνώση δεν μπορεί να φτάσει εύκολα στον επισκέπτη – πολύ περισσότερο στον ξένο επισκέπτη. Υπάρχει βέβαια το εξαιρετικό Αρχαιολογικό Μουσείο Λευκάδας, η αρωγή του οποίου για τη γνώση της τοπικής ιστορίας κατά την Αρχαιότητα είναι αποφασιστική από τη σκοπιά της αρχαιολογίας, αλλά δεν αρκεί. Θα χρειαστεί η σύνταξη βασικών εργαλείων επικεντρωμένων στον συγκεκριμένο σκοπό: από τη γενική τοπική ιστορία και τους επί μέρους τομείς της χρονικούς (αρχαία, μεσαιωνική, νεότερη) και θεματικούς (εκπαίδευση, λογοτεχνία, τέχνες κ.λπ) ως τους τουριστικούς οδηγούς. Η θεωρία του Δαίλπφερδ πρέπει να καταλάβει κεντρική θέση στο όλο εγχείρημα. Όταν λέω «εργαλεία», περιλαμβάνω στην έννοια και το έντυπο βιβλίο και τα ηλεκτρονικά δημοσιεύματα. Τα κείμενα θα είναι τουλάχιστον δίγλωσσα (ελληνικά και αγγλικά). Τα κατορθωμένα της λευκαδικής λογιοσύνης έχουν δημιουργήσει μια ικανοποιητική βάση δεδομένων, η εκμετάλλευση των οποίων θα οδηγήσει στον προαναφερθέντα στόχο. Το ζητούμενο είναι να στηθεί ο μηχανισμός υλοποίησης αυτού του στόχου. Το πώς θα στηθεί ο μηχανισμός και τα συγκεκριμένα μέσα, που απαιτούνται, ούτε χωράνε ούτε είναι αρμοδιότητα της παρούσας ανακοίνωσης – δεν είναι πάντως κάτι το πολύ δύσκολο. Τονίζω μόνο ότι οικονομικά οι πωλήσεις θα πρέπει να υπερκαλύπτουν τις μικρές άλλωστε «επενδύσεις», για να έχει το εγχείρημα διάρκεια.

Πάμε στην ποίηση – ας μη ξεχνάμε ότι αυτοσυστηνόμαστε ως «το νησί των ποιητών». Ο Βαλαωρίτης και, πιο πολύ, ο Σικελιανός είναι φυσικά τα πρώτα ονόματα αλλά δεν είναι οι μόνοι. Υπάρχουν και άλλοι παλιότεροι και νεότεροι. Πώς όμως η λευκαδική μούσα θα συγκινήσει τους επισκέπτες του νησιού; Ναι, έχουμε το «Μουσείο Σικελιανού» αλλά πώς το κάνουμε πόλο έλξης και πώς το συντηρούμε; Τα ίδια ισχύουν για τον Βαλαωρίτη: Υπάρχει ο τάφος του στον ναό του Παντοκράτορα και το νησάκι της Μαδουρής αλλά αποτελεί ερωτηματικό η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά μια και τα δύο ιδιοκτησιακά ανήκουν στους απογόνους της οικογένειας. Επαναλαμβάνω όμως ότι το πιο σημαντικό είναι πώς θα ικανοποιήσουμε τις ανάγκες ενός κοινού που ενδιαφέρεται για την ποίηση του νησιού, που επισκέπτεται, και το οποίο είναι μεσαίου και υψηλού κοινωνικού staus; Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορούμε να δώσουμε στον επισκέπτη τους δύο ογκώδεις τόμους των έργων του Βαλαωρίτη ούτε τους δέκα τόμους των ποιητικών (μόνο) έργων του Σικελιανού. Χρειάζονται πιο χρηστικά αλλά και συνάμα έγκυρα και υπεύθυνα εργαλεία. Αυτή είναι η πρόκληση στο θέμα της ποίησης.

Έχουμε τα Αρχεία Νομού Λευκάδας, η αρχή των οποίων ανάγεται στα πρώτη έτη της Βενετοκρατίας, σαφές τεκμήριο της επτανησιακής ταυτότητας της Λευκάδας, της «δυτικής συνιστώσας» του νεοελληνικού πολιτισμού, στα οποία την τελευταία τριακονταετία έχουν γίνει κοσμογονικές επί τα βελτίω αλλαγές και τα οποία, εφόσον οι αρχές τούς δείξουν την ελάχιστη απαιτούμενη φροντίδα, είναι έτοιμα να υποδεχτούν τους λίγους μεν αλλά απαιτητικούς επισκέπτες όπως βέβαια και τους ερευνητές.

Ακολουθεί η Χαραμόγλειος Ειδική βιβλιοθήκη, πρωτότυπο έργο του χαλκέντερου Τέλη Χαραμόγλη, μοναδικό στην Ελλάδα, που συγκεντρώνει στα ράφια της ό,τι έχουν γράψει λευκάδιοι αλλά και ό,τι έχει γραφεί για τη Λευκάδα και αποτελεί την ανεκτίμητη μήτρα των λευκαδικών μελετών. Την ελάχιστη απαιτούμενη φροντίδα των αρχών απαιτεί και αυτή για να υποδεχτεί και να ικανοποιήσει τους επισκέπτες και τους ερευνητές.

Τους ενδιαφερόμενους για τη Λαογραφία, οι οποίοι είναι πολλοί, μπορούμε να τους υποδεχτούμε πρωτίστως στο αναβαθμισμένο Λαογραφικό Μουσείο του Ορφέα και δευτερευόντως στο Κοντομίχειο Λαογραφικό Μουσείο Σφακιωτών.

Ένα απαιτητικό κοινό, όχι μόνο ελληνικό αλλά και ξενόγλωσσο, το ενδιαφέρει η εκκλησιαστική τέχνη, κυρίως η εκκλησιαστική ζωγραφική, μια ζωγραφική με ενδιαφέρουσες δυτικές καταβολές – σαφές τεκμήριο κι αυτό της επτανησιακής ταυτότητας της Λευκάδας, της «δυτικής συνιστώσας» του νεοελληνικού πολιτισμού, είπαμε- η οποία είναι συγκεντρωμένη στους ναούς της πόλης και στο Μουσείο Μεταβυζαντινών Εικόνων, που συστεγάζεται με τη Δημόσια Βιβλιοθήκη Λευκάδας.

Τελειώνω με τους τουριστικούς οδηγούς, το ως τώρα τουλάχιστο πιο χρησιμοποιούμενο εργαλείο για την πληροφόρηση των επισκεπτών ενός τόπου. Εδώ απαιτείται τομή. Ο πολιτιστικός παράγοντας, μεταξύ των οποίων και η τοπική ιστορία, πρέπει να πάρουν μέσα σ’ αυτούς το μερίδιο, που τους ανήκει, και να μην αποτελούν πρόχειρο πασάλειμμα μίζερων κοινοτοπιών, φυτεμένων στο κείμενο από αδέξια χέρια με πρόχειρα copy paste, δίπλα στα γνωστά περί «γραφικών τοπίων» και άλλα παρόμοια. Ας ξανακοιτάξουμε (εκτός του προαναφερθέντος Λευκώματος του Ορφέα του 1954) τον ξεχασμένο Τουριστικό Οδηγό του Πάνου Ροντογιάννη, που εκδόθηκε το 1966. Θα μας ανοίξει τα μάτια αυτή η ανάγνωση, κι ας ανήκει σε μια εποχή τεχνολογικά προϊστορική σε σύγκριση με τη δική μας! Στην ίδια λογική πρέπει να κινηθεί και η «βιομηχανία» των τουριστικών καρτών, ένας τομέας στον οποίο υπάρχουν πολύ μεγάλα περιθώρια βελτίωσης, καθότι η ως τώρα ποιότητα τους δεν μπορεί να διεκδικήσει εύσημα πρωτοτυπίας και ποιότητας.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΤΟΠΟΙ ΜΕ ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ

Λόγω χρόνου θα εστιάσουμε δειγματοληπτικά σε πέντε σημεία μόνο:

Πρώτον: Η ανάδειξη των αρχαιολογικών τεκμηρίων της αρχαίας εποχής: διασφάλιση της επισκεψιμότητας στους χώρους αυτούς και κατάρτιση από τους επαγγελματίες του κλάδου ειδικών ξεναγήσεων με τη συνδρομή καταρτισμένων ξεναγών και τη χρήση κατάλληλου επί τούτω υλικού. Προφανώς ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στη θεωρία του Δαίλπφερδ, μια θεωρία που μπορεί να μην έγινε τελικά αποδεκτή αλλά δεν παύει να είναι μια πολύ σοβαρή θεωρία, που αποτέλεσε θέμα σοβαρής συζήτησης στους κόλπους της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας και εξακολουθεί να κατέχει σεβαστή θέση στη διεθνή βιβλιογραφία. Για τη συμβολή του Αρχαιολογικού Μουσείου αναφερθήκαμε πιο πάνω.

Δεύτερον: Από τους μεσαιωνικούς και νεότερους χρόνους υπάρχει το Κάστρο της Αγίας Μαύρας. Πρέπει να εξασφαλιστεί (με τη συνεργασία των εμπλεκόμενων φορέων, ιδίως της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας) και κυρίως να οργανωθεί η ξενάγηση στον χώρο αυτό ούτως ώστε οι επισκέπτες να μη βλέπουν μόνο βουβά ερείπια αλλά τη ζωή που έσφυζε κάποτε κάτω από αυτά.

Τρίτον: Μέσα στη Laguna, όπου βρίσκονται βυθισμένα τα ερείπια του (κατασκευασμένου τον 16ο αι.) οθωμανικού υδραγωγείου, θα μπορούσε να κατασκευαστεί ένας δρόμος περιπάτου για πεζούς (αυτονοήτως, αποκλείονται τα αυτοκίνητα) κατά προσομοίωση του οθωμανικού υδραγωγείου με υλικά και διαστάσεις όσο το δυνατόν συμβατά με τον περιβάλλοντα χώρο, δηλαδή μια παρέμβαση που θα δώσει βάθος χρόνου, που δεν το έχει η πόλη ως οικισμένος χώρος.

Τέταρτον: Η ανάδειξη της παραμελημένης Πλατείας Ζαμπελίου και η αποκατάσταση της αρχικής μορφής των δίδυμων κτηρίων της (του κτηρίου των παλιών Δικαστηρίων και του ιστορικού Γυμνασίου Λευκάδας), τα οποία σήμερα βρίσκονται σε κακό χάλι, μπορεί να δώσει κι αυτή στην πόλη το προαναφερθέν βάθος χρόνου, το «χρώμα εποχής» που λέμε. Γιατί τα δύο προαναφερόμενα κτήρια της πλατείας αυτής είναι τα παλιότερα σωζόμενα κτίσματα της πόλης, κατασκευασμένα κατά την πενταετία 1825-1830 μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1825.

Πέμπτον: Η ανάδειξη της ιστορικής διάστασης (συζευγμένης με την οικολογική) της δίδυμης λιμνοθάλασσας και η διοργάνωση ειδικών ξεναγήσεων με σεβασμό στην ευάλωτη ιδιοτυπία του τοπίου.
Και καταλήγουμε αναπόφευκτα και πάλι στο «πώς» συγκεκριμένα η «βιομηχανία του τουρισμού» θα ενσωματώσει στο πακέτο των προσφερόμενων υπηρεσιών της αυτά που ονομάσαμε «πολιτιστικό απόθεμα της Λευκάδας». Η λεπτομερής και έγκυρη απάντηση στο ερώτημα δεν ανήκει στη δικαιοδοσία της ανακοίνωσής μου. Μπορώ μόνο να επισημάνω την ανάγκη οργάνωσης ενός μηχανισμού με πολλά και διαφορετικά γρανάζια, που θα επιτελεί την ενσωμάτωση που προαναφέραμε και του οποίου η έλλειψη είναι ολοφάνερη. Και δεν εννοώ μια ακόμα γραφειοκρατική υπηρεσία κοντά στις τόσες άλλες – έχουμε επάρκεια από τέτοιες- αλλά την αποδοχή από τους επαγγελματίες του κλάδου του προβληματισμού, που εξέθεσα παραπάνω, και την ενσωμάτωσή του στις επαγγελματικές πρακτικές τους. Βεβαίως θα κληθούν να συνδράμουν οι δημόσιες και δημοτικές υπηρεσίες, διότι έχουν δυνατότητες και στοιχεία που αυτή τη στιγμή δεν τα έχει ο τουριστικός κλάδος. Το ίδιο θα κληθούν και τα άτομα, που έχουν γνώση για το θέμα –ούτως ή άλλως στην Ελλάδα δεν μπορούμε να αποφύγουμε το τελευταίο.

Από τα ανωτέρω σποράδην ερριμμένα και κάπως θεωρητικά – παρά την αρχική πρόθεσή μου- διατυπωμένα ας επιχειρήσουμε τώρα μια στοιχειώδη ανακεφαλαίωση και την εξαγωγή μερικών απλών συμπερασμάτων, που πρέπει και μπορεί να ενσωματωθούν στα ενδιαφέροντα και την πρακτική του τουριστικού κλάδου – και τα οποία ως τώρα δεν ανήκαν στις προτεραιότητές του:

Πρέπει να οργανωθούν διαδρομές πολιτισμικού τουρισμού σε χώρους με ιστορικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Εδώ εντάσσεται και ο θρησκευτικός τουρισμός με την ανάδειξη των μοναστηριών, κάτι που θα τονώσει και την ύπαιθρο χώρα. Αυτό απαιτεί πρώτον σχετικές επενδύσεις για την ανάδειξη και αξιοποίηση των χώρων αυτών και δεύτερον σωστή διαφήμιση (πολύ διαφορετική από τα μέχρι τούδε γνωστά) για προσέλκυση ενδιαφερόμενων τουριστών και άλλων ομάδων.

Από τη στιγμή που ένα μέρος του χρόνου των διακοπών θα διατεθεί στον πολιτισμικό τουρισμό, αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι ο τουριστικός κλάδος θα μπορέσει αφενός να πείσει ένα κοινό να αποδεχθεί αυτή την επιλογή και αφετέρου ότι έχει εξασφαλίσει τον μηχανισμό και τις προϋποθέσεις να την υλοποιήσει επιτυχώς (ξεναγοί, μεταφορικά μέσα κ.λπ).

Για την επίτευξη των ανωτέρω εκ των ων ουκ άνευ είναι η εξασφάλιση της προσβασιμότητας των αρχαιολογικών χώρων. Αυτό ανήκει στις αρμοδιότητες και τις υποχρεώσεις των δημοσίων, εν τη ευρεία εννοία, αρχών.

Σωστή και υπεύθυνη εκμετάλλευση του Διαδικτύου, την οποία προσφέρουν η διαδραστικότητα και η δυνατότητα ταχύτατης διακίνησης των πληροφοριών σε όλο τον κόσμο. Η συμβολή αυτή είναι τόσο καθοριστική που θα απαιτούσε μια καινούργια επί τούτω εισήγηση. Πρέπει όμως οπωσδήποτε να επισημάνουμε ότι η σωστή και υπεύθυνη οργάνωση της διαδικτυακής πληροφόρησης από την πλευρά μας αποτελεί και τη μόνη δυνατότητα των χρηστών, στους οποίους απευθυνόμαστε, για να μην «πνιγούν» στον απέραντο χυλό της παραπληροφόρησης, που τροφοδοτείται και πολλαπλασιάζεται από τις άπειρες πηγές της ασχετοσύνης και της ανευθυνότητας.

***

Κλείνοντας, θέλω πρώτον να υπενθυμίσω ότι, όπως εξ αρχής προειδοποίησα, η ανακοίνωσή μου είχε επιλεκτική εστίαση και πρακτική στόχευση· και δεύτερον να πω ότι δεν τρέφω πολλές ελπίδες ότι αυτά που λέω θα ληφθούν σοβαρά υπόψη. Αυτή τη γνώμη την έχω σχηματίσει από καιρό και δεν την αλλάζω αν δεν πειστώ περί του αντιθέτου με πράξεις. Οι δυνάμεις μας δυσκολεύονται να σηκώσουν τέτοιο βάρος στις πλάτες τους. Ανακύπτει βέβαια το ερώτημα, τότε γιατί τα λέμε; Η επιστήμη της ψυχιατρικής μάς προτείνει μια πιθανή απάντηση: όσους διακηρύσσουν κάτι, κι ας μην πιστεύουν ότι αυτό τελικά θα πραγματοποιηθεί, τους έχει ομαδοποιήσει σε μια ομάδα ναρκισσισμού – αυτού που τον ονομάζει «ζωοδότης ναρκισσισμός». Οι εμπίπτοντες σ’ αυτή την κατηγορία, μας λέει, έχουν υψηλό βαθμό αυτοεκτίμησης, πιστεύουν βαθιά στις αξίες που πρεσβεύουν και επιλέγουν ακόμα και να «φάνε τα μούτρα τους» τρακάροντας με την πραγματικότητα παρά να τις απαρνηθούν!

*Η ανακοίνωση αυτή διαβάστηκε την δεύτερη ημέρα (Παρασκευή 9.8.2018) του ΚΓ΄ Συμποσίου της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών στην αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Λευκάδας. Της ανακοίνωσής του ο εισηγητής πρόταξε τα εξής:

Πριν αρχίσω την ανακοίνωσή μου, επιτρέψτε μου δυο λόγια ex profundis: αυτή τη μέρα κι αυτή τη στιγμή πλανιέται ανάμεσά μας η σκιά μιας βαριάς απουσίας. Η σκιά της απουσίας από την αίθουσα αυτή του Τριαντάφυλλου Σκλαβενίτη -αδερφικού φίλου και συνοδοιπόρου πάνω από μισό αιώνα- μετά από 22 έτη αδιάλειπτης και καταλυτικής παρουσίας στα Συμπόσια της ΕΛΜ, των οποίων σήκωσε το κύριο βάρος από το σχεδιασμό ως την έκδοση των πρακτικών, από το Α ως το Ω. Σε βλέπω και τώρα, φίλε, να τρέχεις, μέσα και έξω από την αίθουσα, ως την τελευταία στιγμή να μη μείνει τίποτα ασυμμάζευτο, από τα «πρώτα» ως τα «τελευταία». Κι ύστερα να κάθεσαι δίπλα μου στην καρέκλα του προεδρείου… Φίλε και συνοδίτη χαίρε! Και επειδή βλέπω ότι η ασάφειά του λόγου μου σας τρόμαξε, όχι, όχι…ο κ. Σκλαβενίτης χαίρει άκρας υγείας!

Προηγουμενο αρθρο
Στους 94 οι νεκροί από την τραγωδία στο Μάτι
Επομενο αρθρο
Σήμερα αγωνίζεται η Κορίνα Πολίτη- Μεγάλη μέρα για την Λευκάδα και τον αθλητισμό

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.