HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣTα σπίτια στα οποία είδαμε το φως – Του Γιάννη Γ. Χόρτη

Tα σπίτια στα οποία είδαμε το φως – Του Γιάννη Γ. Χόρτη

Τα σπίτια ήταν όλα φτιαγμένα στη βενετσιάνικη φόρμα. Ήταν διώροφα αλλά και μονώροφα, ανάλογα με την περίσταση και το «έχει» του καθενός. Στην αυλή απαραίτητα υπήρχε το φραγκάτο, δηλαδή κληματαριά με ρόγα χοντροκόρυθο ή κέρινο.

108
Παραδοσιακό σπίτι του χωριού μας ( Φωτο: Φώτης Καζάζης)

Ο χώρος για κατοικίες στην πλαγιά στους πρόποδες του βουνού ήταν περιορισμένος και περιοριζόταν ακόμα περισσότερο από τα λαγκάδια των χειμάρρων, τα ρέματα και τους ογκόλιθους, ριζιμιά μεγάλα και πολλά, λόγω της φύσης του εδάφους και των αποτελεσμάτων της κάθε νεροσορμής. Έτσι ο κάθε νοικοκύρης χτίζοντας λογάριαζε να βολέψει όχι μόνο την οικογένεια αλλά και τα ζώα του. Ήταν δύσκολο να υπάρχει ξεχωριστός στάβλος και έτσι οι πιο πολλοί κάπου δίπλα βόλευαν τα μανάρια, μια – δυο προβατίνες, μια – δυο γίδες, το άλογο ή το γαϊδούρι. Και αν αυτό το δίπλα μαντρί δεν υπήρχε, το σπίτι ήταν ανάγκη να γίνει διώροφο.

Χειμώνας στα Χορτάτα,1968 (φωτογραφία Fritz Berger)
Χειμώνας στα Χορτάτα,1968 (φωτογραφία Fritz Berger)

Στο κατώι τα ζώα, ακόμα και κοπάδι ολόκληρο – και τη νύχτα πάλευαν τα κριάρια για το ποιο θα επιβάλει τα γονίδιά του στις προβατίνες. Επάνω στο πάτωμα έμενε η οικογένεια. Ως προς τα υλικά, ό,τι έδινε η φύση: πέτρα, ασβέστης, άμμος. Τσιμέντο δεν υπήρχε.

Σε κάποια γωνιά ο φούρνος, χτιστός με κεραμίδια σπασμένα και πηλό που ψηνόταν μετά το χτίσιμο. Στρωμένος με ειδικές πλάκες από τη φύση – συνήθως απ’ την Κολώνη – για τα ταψιά και τα καρβέλια το ψωμί. Διώροφος κι αυτός. Από κάτω βρισκόταν το λακοφούρνι, όπου έπεφτε η στάχτη από την τρύπα που υπήρχε στο κέντρο του φούρνου, το λεγόμενο «φουντούκι». Μετά το κάψιμο με ξύλα που καρβούνιαζαν κόκκινα με τη φροντίδα της νοικοκυράς, αυτή τα έσερνε πάνω στις πλάκες, χρησιμοποιώντας το μακρύ γράβαλο, ένα σίδερο μήκους 2,5 μέτρων, με γύρισμα 180ο στην άκρη, για να πιάνει και να σέρνει κάρβουνα χωρίς να καεί. Κατόπιν η πάνα με μακρύ στυλιάρι αφαιρούσε τις στάχτες, για να καθαριστούν οι πλάκες, και στη συνέχεια να μπει το ταψί και/ ή τα καρβέλια, που φουρνίζονταν με το ξύλινο φτυάρι. Όταν ο φούρνος έψηνε ψωμί, κουλούρια ή φαγητό σε ταψί, η στάχτη με τις σπίθες ήταν ό,τι έπρεπε να ψήσεις πατάτες, που στη χόβολη αυτή γίνονταν πεντανόστιμες και χωρίς βούτυρο. Μπορούσες να ψήσεις και αυγό, αν είχες και δεν πήγαινε στον έμπορο για βαφάδες, καρφοβελόνες, σαπούνι, κουβαρίστρες, γενικά τα χρειώδη. Όμως μια σπίθα στη στάχτη μπορεί να τίναζε στον αέρα ασπράδι και κρόκο με ηχηρή έκρηξη κι ύστερα καθάριζες τη στάχτη εσύ. Η στάχτη όμως αυτή ήταν πρώτης γραμμής υλικό για την αλισίβα, που με ατμίζον νερό καθάριζε τέλεια και οικοινομούσε σαπούνι που στοίχιζε για το φτωχό βαλάντιο του αγρότη.

Συγκομιδή σταφυλιών στα Χορτάτα ,1964 (φωτογραφία Fritz Berger)
Συγκομιδή σταφυλιών στα Χορτάτα ,1964 (φωτογραφία Fritz Berger)

Έτσι η μικρή κοινωνία ήξερε πώς θα τα βγάλει πέρα με ό,τι δίνει η φύση και μόνο. Δεν είχαν ψευδαισθήσεις ούτε έτρεφαν ελπίδες για άλλου είδους παροχές και χάρες από κυβερνήτες και γραμματικούς ούτε παρακαλούσαν. Είχαν τη γη που τους ανήκε, τα ζώα που μπορούσαν να συντηρούν, τα μπράτσα τους, το νοικοκυριό τους και ό,τι μπορούσαν να παράγουν και να βρίσκουν στη φύση από δέντρα, καρπούς, κηπουρικά, που τα βοηθούσε πολύ το νερό που ευτύχησαν να έχουν και η άγρια χλωρίδα και πανίδα. Ακόμη τα αδρανή υλικά, άμμος, πέτρα, χαλίκι, πωρόλιθος, σπάρτα, καλάμια, κυπαρίσσια σε αφθονία μικρά και μεγάλα, και ασβέστης για χτίσιμο, που τον έβγαζαν με καμίνι, καίγοντας το ασβεστολιθικό πέτρωμα και κοινοποιώντας σε όλους ότι το έκαψαν το καμίνι και όποιος θέλει να αγοράσει.

Το τσιμέντο ήρθε αργότερα. Με τον ασβέστη έβαφαν το σπίτι και απολύμαιναν τους χώρους με ακαθαρσίες ανθρώπων και ζώων, αλλά και κορμούς φυτών για τα παράσιτα, ενώ σημάδευαν και τις θερίστρες τους, δηλαδή τα κτήματα μετά το θερισμό και τα αγριόκλαρά τους από περνάρια, λιβαδοβοσκή κ.λπ., δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι είναι «απαντημένα» και για να βοσκήσουν τα ζώα άλλου, αυτός ο άλλος χρειάζεται την άδεια του ιδιοκτήτη, αλλιώς ο δραγάτης τον μηνύει. Έτσι αυτοί οι βοσκότοποι γίνονταν αντικείμενο συναλλαγής και τριβών για το νιτερέσο. Αλλά αντικείμενο συναλλαγής γίνονταν και τα μεγάλα δέντρα, ρουπάκια, κυπαρίσσια, αγραπιδιές, μυγδαλιές, πλατάνια – αν ήταν ιδιωτικά και πουλιούνταν – χρησιμοποιούμενα για την κατασκευή σπιτιών και για παραγωγή σανίδων για πάτωμα – ταβάνι, αν δεν υπήρχε ευρωπαϊκή ξυλεία, το λεγόμενο «ΛΕΝΙΑ Μ».

Τα υλικά της φύσης χρησιμοποιούσε κι ο σαμαράς που έφτιαχνε το υπόσαγμα λινό από καλλιεργημένο φυτό λινάρι, βρεγμένο στο λινοβρόχι, μαγγανισμένο, κοπανισμένο και κατεργασμένο σε νήμα στη ρόκα και τον κλώστη, το ανεμίδι και την ανέμη, διασίδι, αργαλειό για ύφανση, και την καράμπα του σαμαριού και τα παϊδια από γερό ξύλο και πυρωμένο, για να σιάξει το στραβό κομμάτι με πελέκημα και πλάνισμα. Τα μπαλδίμια, δηλαδή οι ιμάντες, προέρχονταν από δέρματα ζώων κατεργασμένα στα ντόπια βυρσοδεψεία, που τα δέρματα τα έπαιρναν συνήθως από τα αρνιά και τα κατσίκια που σφάζονταν το Πάσχα και από τα σφαγεία, όπου εύρισκαν και βοδινά δέρματα, όπως και τα πλέον ευτελή από γουρούνια. Κάπως έτσι βολεύονταν κι οι τσαγκάρηδες με σόλες, βακέτες, βάρδουλα. Αδιάβροχο και σεβρό από βιομηχανίες.

Γυναίκες μεταφέρουν λούρους για τη συλλογή ελιών, Χορτάτα, 1966(φωτογραφία Fritz Berger)
Γυναίκες μεταφέρουν λούρους για τη συλλογή ελιών, Χορτάτα, 1966(φωτογραφία Fritz Berger)

Αυτά και πολλές άλλες εφαρμογές από νοικοκυρές, όπως πλέξιμο με κατεργασία μαλλιού, υφαντά από κοπάδι, έδιναν γερά και ζεστά ρούχα με μόστρες τόσο για ντύσιμο όσο και για ύπνο, όπως ζιλέδες (πουλόβερ), κάπες, καρπέτες, μαντανίες, βελέντζες, σαγιάσματα από γερόμαλλα, κουρελούδες, πατάκια, και γέμιση στρωμάτων και μαξιλαριών. Μάλιστα, ειδική τελετή οργανωνόταν επίσημα με τα μαλλιά στη νερομάνα, όπου τα έπλεναν τραγουδώντας, για να γεμίσουν τα στρώματα της νύφης, με γραμμόφωνο και κουφέτα, που τα μοίραζε η ίδια η τιμώμενη. Και αυτό το κρεβάτι με το στρώμα, την προσκεφαλάδα και τα μαξιλάρια και τα κάτασπρα σεντόνια δεν συγκρίνεται με κανένα στρωματέξ, ορθοπαιδικό ή μη.

Τα σπίτια, ακόμη και τα χαμηλά, ήταν υπερυψωμένα με τρία τέσσερα σκαλιά από την αυλή. Έμπαινες στο αβέρτο με το σαλίτζο. Εκεί ήταν η κασέλα με το λιγάτο και ακόμη μπαούλο με άλλα, υφασμάτινα χρειώδη. Αυτό ήταν το καθιστικό με έναν ή δύο σοφάδες και τραπέζι με καρέκλες, συνήθως ψάθινες. Εσωτερικά υπήρχαν ένα ή δύο δωμάτια. Το ένα για το ανδρόγυνο, την κεφαλή της οικογένειας. Συνήθως πατωμένο, είχε ένα παράθυρο με τζάμι και εξωτερικό θολωτό ξύλινο με γερό μαντάλωμα. Στο βάθος υπήρχαν τα βαγένια με το κρασί, μεγάλα με στεφάνια και ένα μεσαίου μεγέθους για καθημερινή χρήση. Υπήρχαν επίσης η καπάσα με το λάδι, η βαρέλα με το τυρί και το κασόνι με το σιτάρι, πλυμένο και έτοιμο για άλεσμα. Όταν άδειαζε, το ξαναγέμιζαν από τις μεγάλες σάκκινες και, αν κατά το Μάη τέλειωνε το σιτάρι, τότε το λόγο είχε ο έμπορας με το φορτηγό, χαμογελαστός και σκληρός. Έδινε ένα κιλό αλεύρι, παίρνοντας ένα κιλό λάδι ή τυρί ή έκανε βερεσέ με τόκο.

Χορτάτα θερισμος,1971 (φωτογραφία Fritz Berger)
Χορτάτα θερισμος,1971 (φωτογραφία Fritz Berger)

Στο διώροφο σπίτι (ισόγειο και πάτωμα) τα δωμάτια διαμονής ήταν επάνω, όπως και η κουζίνα, ενώ οι αποθηκευτικοί εξοπλισμοί στο κατώι. Η σκάλα ήταν πέτρινη πελεκητή. Οι αψίδες, τα ανώφλια ήταν σμιλευμένα. Στα καλά σπίτια υπήρχε ο πόντζος (χαγιάτι), δηλαδή μπαλκόνι με κεραμοσκεπή και ξύλινες κολώνες. Το καλοκαίρι κρεμόταν εκεί το σκουπούλι με τη σαλαμούρα, που ήταν ένα νοστιμότατο μείγμα μυζήθρας με γάλα. Η κουζίνα στα μονώροφα ήταν ξεχωριστή και είχε οπωσδήποτε γωνιά (τζάκι) με μπουχαρί όμορφα κατασκευασμένο από γυψαδόρο τεχνίτη – καλλιτέχνη και κατέληγε σε καμινάδα πάνω από τη στέγη. Όταν κάπνιζε σήμαινε πως καλά πάμε. Εκεί γινόταν το φαγητό και το χειμώνα αργά στη θαλπωρή της φωτιάς με λιόξυλα ή κρασοκατάνυξη και η συζήτηση μετά το φαγητό ήταν μια μαγεία απ’ την οποία με δυσκολία αποχωρούσαν τα παιδιά. Η ατμόσφαιρα γινόταν πιο ζεστή, αν ερχόταν κάποιος μετά από χρόνια από μακριά και ήταν αγαπητός και συγγενής ή αν οι ανδρωμένοι νεαροί ξαναβρίσκονταν μετά από μήνες ή αν περίμεναν εκλογές.

Αν κάποιος νεαρός μαθητής ήταν ρέκτης, διάβαζε στους παππούδες, τους θείους και τους γονείς κάποιο σπουδαίο βιβλίο του Ντοστογιέφσκι, του Βερν, του Ουγκώ, του Τολστόι, του Ντίκενς που βρισκόταν (δανεικό) γι’ ανάγνωση και πολλές φορές οι αγνοί αυτοί άνθρωποι της υπαίθρου δάκρυζαν. Αν ήταν καλοκαίρι, οι νεαροί συνήθως σκαρφάλωναν σε μια μπαράκα στη δάφνη ή στην αμυγδαλιά, ακόμη και σ’ έναν πρίνο, όπου η στρωμνή, πολύ πιο άνετη και υγιεινή από στρωματέξ κοκοφοίνικα, τους προσέφερε δωρεάν ταξίδι στ’ αστέρια και μπαλκόνι ν’ αγναντεύουν τη θάλασσα και ν’ αρμενίζουν μαζί με τα φωτισμένα καράβια απέναντι στη θάλασσα εκεί προς τη Δύση. Τ’ αυγουστιάτικο φεγγάρι απαλός προβολέας και τ’ αστέρια διακοσμητικά σποτάκια έδιναν δωρεάν φυσικό φωτισμό.

Από ψηλά απ’ την Ανατολή τα σπίτια του χωριού παρουσιάζουν μια ομοιόμορφη εικόνα με τις βενετσιάνικες κεραμοσκεπές, σαν κατσαρωμένα μαλλιά στα κεφάλια. Είναι σκαρφαλωμένα ανάμεσα στα βράχια και τα ψηλά πράσινα δέντρα σαν φυτεμένα. Μια άλλη τεχνητή μορφή της φύσης φτιαγμένη απ’ τα στοιχεία της ίδιας. Τα σπίτια του χωριού είναι παιδιά της φύσης και θέλουν φροντίδα και προστασία. Γι’ αυτό έχουν τέσσερις προστάτες πολιούχους αγίους στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα: την Αγία Αικατερίνη ανατολικά, τον Αη Γιάννη δυτικά, την Παναγία βόρεια και τους Αγίους Ταξιάρχες νότια. Ο Αη Θόδωρος, μικρός, έχει τον εαυτό του.

VRAXIA

Τα σπίτια του χωριού είναι σκαρφαλωμένα ανάμεσα στα βράχια και τα ψηλά πράσινα δέντρα σαν φυτεμένα, ενός χωριού γεμάτου «σταγόνες πουλιών, αύρες βασιλικού και συριγμούς Παραδείσου», για να παραφράσουμε τον ποιητή.

Το σπίτι μου

Ἔψαχνα νὰ βρῶ τὸ σπίτι μου…
Στάθηκα λοιπὸν στὴν ἐξώπορτα καὶ
καθὼς προχώρησα (…), εἶδα τὸ Χριστό,
μέσα σὲ λάμψη, μὲ τὰ χέρια ἁπλωμένα
στὰ πλάγια νὰ μὲ κοιτάζει αὐστηρά.
Ἀνατρίχιασα, κοπῆκαν τὰ πόδια μου,
ἔγειρα καὶ ἔπεσα κάτω λιπόθυμος.

Μίλτος Σαχτούρης (Από τη συλλογή Ανάποδα γύρισαν τα ρολόγια)

Πηγή: tachortata.blogspot.gr

Προηγουμενο αρθρο
Το Νυδρί από το 1952 μέχρι το 1970
Επομενο αρθρο
Oξυά Αrt Island: Το νησί του Εμίρη του Κατάρ στο Ιόνιο

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.