HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣΗ Μακριά Γαϊδούρα

Η Μακριά Γαϊδούρα

Παιχνίδια και… Παιγνίδια

Γράφει ο Νίκος Βαγενάς

Ακόμα ένα παιδικό, ομαδικό, παιγνίδι. Εν τούτοις, όμως, δεν ήτο σε ευρεία διάδοση στο νησί μας. Κυρίως επαίζετο» στη χώρα και όχι σε όλες τις γειτονιές(1). Η αιτία της μη γενικοτέρας επικρατήσεώς του ήτο, ίσως, η έλλειψη εχεμυθείας ή μη επαρκούς εμπιστοσύνης. Κατά κάποιον τρόπο, ως ονομασία παιγνιδιού, εξέφραζε, συλλήβδην, την υπερπήδηση παντός υψηλού αντικειμένου ή σώματος, και δη κατά πιστή αντιγραφή των υπερπηδήσεων «οι πέρα-καβάλες».

Το παρόν παιγνίδι απαιτούσε την συγκρότηση δυό ομάδων. Ο αριθμός κάθε μίας, απαιτούσε, το λιγότερο 4 άτομα και περί τα 6 το ανώτερο. Γι’ αυτό, υπάρχει εξήγηση η οποία θα προκύψει αβίαστα στο τέλος της περιγραφής. Εκτός από τις δυό ομάδες, υπήρχε και… η «Μάννα» του παιγνιδιού, ο ρόλος της οποίας ήτο επουσιώδης, αλλά επίσης ήτο και η βασική αιτία που το παιγνίδι δεν είχε μακροβιότητα.

5

Αφού είχαν ομαδοποιηθεί τα παιδιά και επιλεχθεί η «Μάννα», ωδηγούντο στο πλησιέστερο δένδρο της αδειάς (αλάνας) ή τοίχο ενός σπιτιού, όπου η «Μάννα» ακουμπούσε την πλάτη (σε ορθία στάση) έχοντας τα πόδια ανοικτά και μάλιστα δίχως παπούτσια(2). Η ομάδα που θα είχε την ατυχία να μην ευνοηθεί στην κλήρωση εσχημάτιζε σειρά (φάλαγγα κατ’ άνδρα, όπως συνηθίζεται στον Στρατό), όπου και το πρώτο παιδί έσκυβε τη μέση του και ακουμπούσε με το πλάϊ του κεφαλιού στο στομάχι της «Μάννας», έχοντας το σαν μαξιλάρι, ενώ συγχρόνως αγκάλιαζε τους μηρούς ή την μέση της (ανάλογα με το ανάστημά της), ανοίγοντας, εκ παραλλήλου, τα πόδια του για μεγαλύτερη ευστάθεια. Το επόμενο παιδί της ιδίας ομάδος έσκυβε, ομοίως, πίσω από το πρώτο, αγκαλιάζοντας τα πόδια του, βάζοντας το κεφάλι του ανάμεσα στον… καβάλλο και ανοίγοντας, ομοίως, τα πόδια στην διάσταση. Το αυτό έκανε και το τρίτο παιδί έως και το τελευταίο.

1Η άλλη ομάδα, πιο πέρα, σχημάτιζε φάλαγγα αλλά τα παιδιά ήταν όρθια όταν, πλέον, όλα είχαν διευθετηθεί, ξεκινούσε τρέχοντας το πρώτο παιδί, δίκην «αρχηγού», το οποίο φθάνοντας στο τελευταίο σκυφτό παιδί της άλλης ομάδος, έβαζε τις παλάμες του επάνω στην πλάτη του και όπως στις «πέρα καβάλλες», προσπαθούσε όχι μόνον να το υπερσκελίσει, αλλά και με τον απίδρομο που είχε πάρει να προωθηθεί και να προσγειωθεί σε οποαδήποτε ράχη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δηλαδή της όσο το δυνατόν προωθήσεως, άφηνε χώρο… προσγειώσεως για τα υπόλοιπα παιδιά της ομάδας του(3).

6

Όσο μικρότερη ήτο η σειρά των σκυφτών παιδιών, τόσο περισσότερο υπήρχε η δυνατότητα στον πρώτο εφορμήσαντα να προσγειωθει στην ράχη του παιδιού που ακουμπούσε στην «Μάννα». Εν πάσει περιπτώσει, αφού τελείωνε η σειρά των εφορμούντων, (όπου ο καθένας ήτο προσγειωμένος στην πλάτη κάθε σκυφτού παιδιού – Σκίτσο Β), το πρώτο παιδί, ο αρχηγός δηλαδή, ύψωνε το ένα χέρι και με ορισμένα δάχτυλα της παλάμης εμφάνιζε, μεταφορικά, έναν αριθμό, όποιον ήθελε. Στη συνέχεια απευθύνετο με δυνατή φωνή προς την σκυμμένη ομάδα: «Πόσα είν’ αυτά;» Βεβαίως, πριν καταλήξει στην ερώτηση προέβαινε σε μιά δίστιχη σατιρική απαγγελία, η οποία στο παρόν σημείωμα, δεν είναι δυνατόν να επαναληφθεί εγγράφως επειδή το περιεχόμενον, ήτο πλήρες… αφσκολόγων (αφύσικα λόγια –παλιόλογα). Άλλωστε, τι σόϊ μουλαρία θα ήτο εάν δεν προέβαινε σε τέτοιου είδους απαγγελίες;

2

Εάν κάποιο από τα σκυφτά παιδιά, είχε την τύχη να μαντεύσει τον αριθμό των υψωμένων δακτύλων, τότε η σκυφτή ομάδα διελύετο και την θέση της έπαιρνε η ομάδα των πρώην εφορμούντων. Εάν, πάλι, η απάντηση δεν συνέπιπτε με τον αριθμό των υψωμένων δακτύλων, τότε οι εφορμούντες κατέβαιναν από τις ράχες και έπαιρναν ξανά θέση για την επόμενη εφόρμηση.

4Η διάρκεια του παιγνιδιού μπορούσε να ήτο μακρά επειδή, κατά κύριο λόγο, η πρόβλεψη του αριθμού των δακτύλων, δυσκόλευε την εναλλαγή θέσεων. Η δυσκολία της προβλέψεως, συνετέλεσε στην αθόρυβη συμμετοχή της «Μάννας», εάν και εφ’ όσον υπήρχε συμπάθεια μεταξύ αυτής και του πρώτου παιδιού που ακουμπούσε στο στομάχι της. Δηλαδή με δυό λόγια, σε κάποια άλλη δεδομένη στιγμή, σε κάποια άλλη συζήτηση, είχαν υπάρξει προσυννενοήσεις οι οποίες θα αφορούσαν το συγκεκριμένο παιγνίδι. Έτσι, για παράδειγμα, όταν ο αρχηγός των εφορμούντων ύψωνε τον αριθμό των δακτύλων, εάν αυτός ήτο περιττός, δηλαδή μονός, η «Μάννα» αρκούσε να κουνήσει το μεγάλο δάχτυλο του αριστερού ποδιού, καταδίδοντας ότι πρόκειτο για μονό αριθμό. Ακόμη να παίρνει αργές και βαθειές ανάσες, όσες αντιστοιχούσαν στον αριθμό των υψωμένων δακτύλων κι’ ακόμη να χρησιμοποιεί συνθηματικές λέξεις ή φράσεις όπως: Μή με «σφίγγεις»!(4)

Επειδή αυτού του είδους η κρυφή συνεννόηση δεν είχε μέλλον και η πρόβλεψη του αριθμού των υψωμένων δακτύλων ήτο αρκετά δύσκολη, το παιγνίδι αυτό εγκατελείφθη αρκετά ενωρίς.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

(1) Σε παλαιότερες εποχές, οι γειτονιές επικοινωνούσαν μόνον με ’κειές που συνόρευαν. Με τις άλλες, δεν είχαν κανενός είδους επαφή και τα παιδιά των απομακρυσμένων γειτονιών, έπαιζαν όχι μόνον λυσσαλέο πετροπόλεμο μεταξύ των, αλλά και ξύλο!!!

(2) Το καλοκαίρι που εγένοντο τα ομαδικά παιγνίδια (γιατί τον χειμώνα οι αδειές μετετρέποντο σε λασποτόπους), η ξυπολησιά ήτο προτιμοτέρα των παπουτσιών επειδή, τα δερμάτινα ήσαν τα «καλά» για τις Κυριακές στην εκκλησία, ενώ τα λαστιχένια (τα θυμούνται οι παλιοί) από την ζέστα ίδρωναν τα πόδια και μύριζαν ανυπόφορα σε σημείο που ο αείμνηστος δάσκαλος Μήτσος Μαλακάσης, επιτηρώντας τα θρανία των αρσενικών, να αποφανθεί: «Εδώ πίσω, βρωμάει… ποδαρικόν οξύ!!!» Επίσης οι σόλες εκείνων των παπουτσιών, γλυστρούσαν (ξαχουρδίζανε κατά την τοπική έκφραση) στο χώμα με χαλίκια και γι’ αυτό η ξυπολησιά ήτο επιβεβλημένη. Βεβαίως, εδώ, αναφερόμαστε για πλαμούτσες με κάτι αγριοδαχτυλάρες που είχαν πάρει τέτοιες μορφές και μεγέθη ώστε δύσκολα εύρισκαν παπούτσια που να ικανοποιούν την ανάγκη μιας αξιοπρεπούς εμφανίσεως. Χώρια δε, που μπορούσε ο κάτοχός των, να τα χρησιμοποιήσει ως λεβιέδες για να ξεμοντάρει λάστιχο!

(3) Στο σκίτσο Β δίδεται η γενική εικόνα του παιγνιδιού επί της οποίας όμως απαιτούνται κάποιες διευκρινήσεις: α) Για λόγους αισθητικής, τα κεφάλια των παιδιών της σκυφτής ομάδος δεν ετοποθετήθησαν ανάμεσα στα σκέλη με αποτέλεσμα η σειρά να έχει μεγάλο μήκος, πράγμα που στην πράξη δεν συνέβαινε. Απλώς έπρεπε να δειχθεί ολοκληρωμένη η εικόνα του παιγνιδιού. β) Όσο περισσότερα παιδιά συμμετείχαν, τόσο ποιο πολύ ο πρώτος εφορμήσας δεν μπορούσε να πλησιάσει προς την «Μάννα». γ) Εάν το προ-τελευταίο παιδί προσγειώνετο στο τελευταίο της σκυφτής ομάδος, (όπως στο σκίτσο), τότε ο τελευταίος των εφορμούντων, ελλείψει… διαδρόμου προσγειώσεως, μπορούσε να προσγειωθεί στην πλάτη του συμπαίκτη ο οποίος ανήκε στην ίδια ομάδα με αυτόν.

(4) Επειδή πάντα υπήρχε η καχυποψία περί κρυφίας συνεννοήσεως τα υπόλοιπα παιδιά, οι εφορμούντες δηλαδή, διετύπωναν ενστάσεις όταν έβλεπαν ότι υπήρχε «φιλία» μεταξύ της «Μάνας» και ορισμένων παιδιών της σκυφτής ομάδας η οποία φιλία παρετηρείτο και σε άλλα παιγνίδια ή έκαναν συχνά παρέα.

Προηγουμενο αρθρο
Τα κορίτσια του Aston University!
Επομενο αρθρο
Η Σαουδική Αραβία θα αποκεφαλίσει και θα σταυρώσει νεαρό

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.