HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΟι Λευκαδικές Σπουδές 1970-2020 – Γενική Σκιαγραφία

Οι Λευκαδικές Σπουδές 1970-2020 – Γενική Σκιαγραφία

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ Ε. ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗΣ
Ιστορικός, Ομότιμος Διευθυντής Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών

Η Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών γιορτάζει τα 50 χρόνια της ζωής και της δράσης της, αφιερώνοντας το ΚΕ΄ Συμπόσιο του 2020 στον απολογισμό των λευκαδικών σπουδών, στο πλαίσιο των οποίων πραγματοποιήθηκε και το δικό της έργο. Παρόλα τα δεινά της πανδημίας, είμαστε εδώ και σπεύδω να πω ότι έχουμε ευχάριστες εκτιμήσεις και συμπεράσματα να μοιραστούμε μαζί σας, για την πρόοδο των λευκαδικών σπουδών και τις πραγματώσεις της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών στην 50χρονη πορεία της.

Η γενική σκιαγραφία των λευκαδικών σπουδών 1970-2020 επιβάλλει τον συνδυασμό της περιγραφής και της απαρίθμησης των μελετών με τη συνεξέταση της ιστορίας των λευκαδικών σπουδών και ερευνών και των συγγραφικών επιδόσεων. Και ακόμη επιβάλλει την αποτίμηση των κατορθωμένων σε συνδυασμό με την εξέταση των προοπτικών τους. Τα υποκείμενα των σπουδών, οι μελετητές και οι μελετήτριες και οι «τόποι», δηλαδή οι φορείς των σπουδών και τα επιστημονικά περιβάλλοντα, καθώς και η κοινωνική ανταπόκριση, είναι φυσικό, να μας απασχολήσουν.

Όλα αυτά θα προσπαθήσω να τα εκθέσω σύντομα και αφαιρετικά και με προσπάθεια να αναφερθούν λιγότερο τα ονόματα των υποκειμένων και περισσότερο οι κατευθύνσεις και οι σταθμοί των λευκαδικών σπουδών της 50ετίας, αλλά και των προηγούμενων χρονικών περιόδων, που θεμελίωσαν και οικοδόμησαν τις σπουδές, καθώς τα επιτεύγματα της 50ετίας, που ιστορούμε, αποτελούν συνέχειά τους.

Οι επετειακοί απολογισμοί, μακάρι και οι αναστοχασμοί, στο τέλος μιας χρονικής περιόδου της πορείας ενός θεσμού, που υπηρετεί τις λευκαδικές σπουδές, είναι καλό να στηρίζονται σε σταθερά και μετρήσιμα στοιχεία, που προσφέρουν οι αναδρομικές καταγραφές των κατορθωμένων. Έκρινα ότι χρειαζόταν με τέτοια καταγραφή.

Στα πρώτα βήματα του σχεδιασμού της προσπάθειας κατέληξα ότι ο περιορισμός στη χρονική περίοδο 1970-2020, θα οδηγούσε σε μια μικρής χρονικής εμβέλειας καταγραφή, που θα της στερούσε τη δυνατότητα να φωτίσει τη διαχρονική πορεία των λευκαδικών σπουδών, από την αφετηρία τους, στην αρχή του 19ου αιώνα, ώς τις μέρες μας, ενώ η έρευνα προάγεται αποτελεσματικότερα με την εξέταση των μελετών για φαινόμενα, γεγονότα και πρόσωπα στη μεγάλη διάρκεια, η οποία στην περίπτωσή μας είναι δύο αιώνες, 207 χρόνια για την ακρίβεια: Από το 1814 όταν ο ιατροφιλόσοφος και κυβερνητικός αξιωματούχος Δημήτριος Πετριτσόπουλος (1765-1833) τυπώνει στη Φλωρεντία, στα ιταλικά, το ιστορικό του δοκίμιο για την αρχαία Λευκάδα, εγκαινιάζοντας τις λευκαδικές σπουδές για να απαντήσει στους ξένους πρώτα, ποιά είναι η Λευκάδα, μετά τις συνειδητοποιήσεις που έφερε η Γαλλική Επανάσταση και η απόβαση των Γάλλων στο Ιόνιο το 1797 και η αρχή των εθνοτήτων που σφραγίζει το ευρωπαϊκό πολιτικό στερέωμα.

H Επιλογή Βιβλιογραφίας για τη Λευκάδα στη νεότερη και τη σύγχρονη εποχή, η οποία αριθμεί στην πρώτη της μορφή, 1900 αναγραφές δημοσιευμάτων, ταξινομημένες σε 26 θεματικές ενότητες, δεν προήλθε από μια προγραμματισμένη εξαντλητική έρευνα, αλλά αξιοποίησε τα συγκεντρωμένα στη βιβλιοθήκη μου έντυπα – πρωτότυπα και αντίγραφα – και τις σημειώσεις μου. Ως προς το εύρος της επιλογής πρέπει να σημειώσω ότι καταγράφονται όσα βιβλία, μελέτες, άρθρα και μαρτυρίες δημοσιεύτηκαν από Λευκαδίτες και ξένους για τη Λευκάδα.

Κατά τη συγκρότηση της Επιλογής Βιβλιογραφίας δεν απέκλεισα τις δημοσιογραφικές, ερασιτεχνικές και πολλές φορές από μνήμης προσεγγίσεις γεγονότων και προσώπων, δημοσιευμένων συνήθως στον τοπικό τύπο, παρά τις ανακρίβειες και τις αοριστίες που διαπίστωνα, έχοντας συνείδηση για το πόσο συμβάλλουν στις προσπάθειες κατά της λήθης, αναπληρώνοντας, έστω και λίγο τις απώλειες ή τις καταστροφές ιστορικών πηγών: Υπάρχουν γεγονότα και πρόσωπα για τα οποία μόνο αυτές τις προσεγγίσεις έχουμε.

Ελπίζω η Επιλογή Βιβλιογραφίας για τη Λευκάδα να συμπληρωθεί και να εκδοθεί ώς το τέλος του 2020, με ευρετήρια και πίνακες στατιστικής προσέγγισης των ποσοτικών δεδομένων της, συνολικά και για κάθε θεματική ενότητα, κατά πεντηκονταετία για να μπορούν να γίνουν και συγκριτικές προσεγγίσεις των λευκαδικών σπουδών.

Σπεύδω όμως σήμερα να ανακοινώσω τα γενικά εξαγόμενα για να έχουμε τη μεγάλη εικόνα της εξέλιξης των λευκαδικών σπουδών: Από τα αναγραφόμενα 1.900 βιβλία, μελέτες, άρθρα, σημειώματα και μαρτυρίες για όλη τη χρονική διάρκεια των 207 χρόνων (1814-2020), τα 450, δηλαδή το 24% του συνόλου, δημοσιεύτηκαν στα πρώτα 157 χρόνια, από το 1814 ώς το 1970. Στην 50ετία 1971-2020 οι δημοσιεύσεις είναι 1.450 δηλαδή το 76% του συνόλου.

Αυτά είναι τα ποσοτικά στοιχεία, που μας δίνουν τη μεγάλη εικόνα: Οι λευκαδικές σπουδές αναπτύχθηκαν εντυπωσιακά κατά την τελευταία 50ετία 1971-2020, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουμε ελλείψεις και σιωπές στην εικόνα της λευκαδίτικης πορείας στο χρόνο, που απαιτούν σημαντικά ερευνητικά προγράμματα για να καλυφθούν και να μην περιμένουν μόνο ηρωικές πρωτοβουλίες και δημιουργικούς εθελοντισμούς, με τη μέθοδο της φιλοτίμησης των γειτόνων και των συνοριτών, δηλαδή των ερευνητών και των ερευνητριών που μελετούν αντίστοιχα θέματα τοπικής, περιφερειακής ή ελληνικής ιστορίας, φιλολογίας, αρχαιολογίας και κάθε άλλου επιστημονικού κλάδου, για να συνδράμουν στη μελέτη μιας λευκαδικής θεματικής ενότητας, στο πλαίσιο ενός συμποσίου και της δημοσίευσης των πρακτικών του ή ενός συλλογικού βιβλίου. Δηλαδή, να μη συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε μόνο τις μεθόδους που ευεργέτησαν τις σπουδές μας τα τελευταία 40 χρόνια –και η εορτάζουσα Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών φαίνεται να τα πήγε πολύ καλά σε αυτές τις τακτικές–, οι οποίες όμως έχουν τα όριά τους, ιδιαίτερα όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε μεγάλα προβλήματα, όπως της ψηφιακής διαχείρισης του τεκμηριωτικού αποθέματος, με παράδειγμα την περίπτωση της Χαραμογλείου Ειδικής Λευκαδιακής Δημοτικής Βιβλιοθήκης, την οποία οραματιστήκαμε, πριν από 26 χρόνια, ως Κέντρο Τεκμηρίωσης των Λευκαδικών Μελετών, αλλά ποτέ δεν απόκτησε ούτε ένα απλό δελτιοκατάλογο.

Λίγα επιτυχημένα και αποτελεσματικά παραδείγματα έχουμε στον τόπο μας: Το 2010 με χρηματοδότηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Λευκάδας λύθηκε το αιώνιο πρόβλημα της ταξινόμησης και ψηφιακής καταλογογράφησης του Ιστορικού Αρχείου Λευκάδας, της συγκέντρωσης, της μετάφρασης και της έκδοσης των οθωμανικών πηγών για την ιστορία της Λευκάδας και της έκδοσης των μαγνητοφωνημένων τη δεκαετία του 1960 Δημοτικών Τραγουδιών της Λευκάδας.

Από τον Αύγουστο του 2019 τονώνει τις ελπίδες μας η χρηματοδότηση της έρευνας και της έκδοσης βιβλίου για τη συμμετοχή της Λευκάδας και των Λευκαδίων στην Επανάσταση του 1821: είναι το δώρο και το παράδειγμα του Βραβείου Πέτρου και Νίτας Αργύρη στη μικρή και τη μεγάλη πατρίδα, που θα γιορτάσουν το ερχόμενο έτος τα 200 χρόνια της εθνικής παλιγγενεσίας.

Ας ξετυλίξουμε τώρα λίγες αναφορές στις λευκαδίτικες σπουδές από τον 1814 ώς την εποχή μας. Η απαρχή τους συμπίπτει με τη διαμόρφωση της ιόνιας ιστορικής ταυτότητας και των επί μέρους νησιωτικών ιστορικών τοπικοτήτων, με διαφορετικές χρονικότητες, εξ αιτίας των διαφορετικών πραγματικότητων, που διαμορφώθηκαν σε κάθε νησί κατά τη Βενετοκρατία. Η απόβαση των Γάλλων Δημοκρατικών στα Ιόνια Νησιά στα μέσα του 1797 άλλαξε τους βηματισμούς της Ιστορίας, καταλύοντας την τάξη των πραγμάτων που είχε επιβάλει και διατηρούσε, ακόμα και κατά την παρακμή της, η Βενετία και οι άρχουσες τάξεις σε κάθε νησί.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της ιόνιας ταυτότητας, που διαμορφώθηκε στον πυκνό χρόνο της μεταβατικής περιόδου (1797-1815) είναι η έκφραση έντονων εθνοτικών στοιχείων με καταλύτη στο φανέρωμά τους τα συνθήματα της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας και της αναγέννησης της αρχαίας δημοκρατικής κληρονομιάς, που έσπειραν ο προφορικός, ο γραπτός και ο τυπωμένος λόγος των επαναστατικών προκηρύξεων και οι συμβολισμοί και οι παραστάσεις στο δημόσιο χώρο. Γαλλικής έμπνευσης όλα αυτά αλλά βρήκαν χώμα να ριζώσουν και η Ιόνια Ελευθερία, παρόλες τις διαψεύσεις, τις συρρικνώσεις και τα πισωγυρίσματα, ποτέ δεν αναιρέθηκε.

Τα συνειδητοποιούμενα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της ιόνιας ταυτότητας, ως οιονεί εθνικής ταυτότητας, τα οποία απαντούν στα ερωτήματα για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον κάθε νησιού, αλλά και όλων μαζί, προβάλλονται και επιβεβαιώνονται στον ιταλικό πολιτισμικό γαλαξία, διεκδικώντας την αναγνώρισή τους από τις δομές της παιδείας και του πολιτισμού, στο συνεχές του οποίου εξακολουθούν να είναι ενταγμένοι οι Ιόνιοι. Έτσι, εξηγείται γιατί παρόλες τις θεσμοθετήσεις για την καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας ως κυρίαρχης, η ιταλική θα παραμείνει πρώτη γλώσσα της διοίκησης αλλά και της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής σχεδόν μέχρι την Ένωση.

Η δημόσια εκπαίδευση δεν υπάρχει και αναπληρώνεται, για τους έχοντες, από την ιδιωτική και την οικοδιδασκαλία. Μόλις το 1806 ιδρύεται Προκαταρκτικό Σχολείο για τα αγόρια μόνο στην πόλη της Λευκάδας. Τα κορίτσια θα μείνουν για πολλές δεκαετίες σε όλη τη Λευκάδα αναλφάβητα. Τα παιδιά των πλούσιων οικογενειών στέλνονταν για πανεπιστημιακές σπουδές κυρίως στην Ιταλία και γύριζαν δοτόροι ιατρικής ή νομικής συνήθως. Από αυτούς τους σπουδαγμένους θα προέλθουν οι δάσκαλοι, οι ανώτεροι κληρικοί, οι δημόσιοι λειτουργοί και αξιωματούχοι και οι λόγιοι που θα υπηρετήσουν τις λευκαδικές σπουδές, καταρτίζοντας βιβλιοθήκες χειρογράφων και εντύπων, αρχαιολογικά μουσεία οι πλούσιοι, με ευρήματα των αρχαιολογικών επιφανειακών αναζητήσεων και των αυτοσχέδιων ανασκαφών αλλά και των αγορών αρχαιολογικών ευρημάτων.

Οι λευκαδικές σπουδές ώς τα μέσα του 19ου αιώνα, 1814-1850, έχουν να επιδείξουν λίγες πραγματώσεις, που μόλις φτάνουν τις 17 δημοσιεύσεις με τις περισσότερες να είναι γραμμένες σε ιταλική γλώσσα. Είναι όμως πολύ σημαντικές γιατί εκφράζουν και προβάλλουν τη συνειδητοποίηση της ξεχωριστής νησιωτικής ταυτότητας στο ιταλικό πολιτισμικό συνεχές, με αναφορές στο λευκαδίτικο παρελθόν κυρίως, αλλά και στο παρόν. Τα ιστορικά και αρχαιολογικά έργα του ιατροφιλόσοφου Δημητρίου Πετριτσόπουλου (1763-1833) που εκδίδονται στην Ιταλία το 1814 αλλά και αργότερα, τα λαογραφικά και αρχαιολογικά έργα του γιατρού και λογίου Ανδρέα Παπαδόπουλου – Βρετού, που εκδίδονται στην Ιταλία από το 1821 και ύστερα, λειτουργούν αποτελεσματικά εξαιτίας και της λάμψης και της πολυπραγμοσύνης των συγγραφέων τους, στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Λείπει βέβαια η ελληνική γλώσσα και η ευρύτερη επαφή με τη λευκαδίτικη κοινωνία. Αυτό τον ρόλο αναλαμβάνουν από το 1817 η ποιητική και θεατρική δημιουργία με τα ποιήματα και κυρίως τις τραγωδίες με ήρωες προσωπικότητες της αρχαίας, της μεσαιωνικής και της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Είναι τα έργα του δικαστικού Ιωάννη Ζαμπέλιου (1787-1856).

Η ελληνική γλώσσα θα κυριαρχήσει στις λευκαδικές σπουδές από το 1850 και ύστερα, όταν η επτανησιακή κοινωνία θα αποδεχτεί οριστικά ότι η λύση του πολιτικού προβλήματος είναι ο προσανατολισμός προς το εθνικό κέντρο που δημιούργησε η Ελληνική Επανάσταση του 1821, στην οποία οι Επτανήσιοι και μάλιστα οι Λευκαδίτες πήραν μέρος. Παρόλο που το όραμα της Ένωσης δεν έχει ακόμη κρυσταλλωθεί, η ετοιμασία των διαπιστευτηρίων γι’ αυτήν, περνούσε μέσα από την ελληνοφωνία και την ελληνογραφία, αλλά και την πιστοποίηση της ελληνικότητας, με την προβολή εθνικών στάσεων και ενεργειών και αποδοχή των κηρυγμάτων της εθνικής ιδεολογίας, που διαμορφώνεται, για τη συνέχεια του ελληνισμού, που πρώτος σάλπισε ο Λευκάδιος Σπυρίδων Ζαμπέλιος.

Τη λευκαδική συμμετοχή σε αυτή την προσπάθεια των Επτανησίων την εκφράζει με τα δημοσιεύματά του, την τεκμηριωτική συγκέντρωση επιγραφών, χειρογράφων, εντύπων και ζώντων μνημείων της λαϊκής δημιουργίας, αλλά και τη διδασκαλία του, ο ριζοσπάστης ιδεολόγος Ιωάνννης Ν. Σταματέλος (1822-1881) φιλόλογος, ιστορικός, αρχαιολόγος, λαογράφος και γλωσσολόγος, με τα 80 δημοσιεύματά του, τη σπουδαία βιβλιοθήκη χειρογράφων και εντύπων και το αρχείο του, που ευτυχώς σώθηκαν σε μεγάλο βαθμό και τα περισσότερα από τα περιεχόμενά τους αναφέρονται στη διαχρονική πορεία της Λευκάδας.

Στη Λευκάδα βέβαια κυριαρχεί ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879) με την πολιτική και κοινωνική του δράση, τον κύκλο των πνευματικών ανθρώπων που τον περιβάλλουν και την ποιητική του παραγωγή, πανελλήνιας εμβέλειας. Καθώς τα θέματα των ποιημάτων του αντλούνται από το εθνικό παρελθόν, το ποιητικό του έργο και τα συνοδευτικά κείμενα διαβάστηκαν και ως Ιστορία. Ειδικότερα η τελευταία και ημιτελής ποιητική του σύνθεση Φωτεινός, που έχει θέμα την αγροτική εξέγερση του 1357 κατά των Φράγκων δυναστών της Λευκάδας, διαβάστηκε ως ιστορία της Λευκάδας, από το 1891 που πρωτοδημοσιεύτηκε, καθώς το ποιητικό του μήνυμα άγγιζε ζωντανά αισθήματα και αγωνίες επιβίωσης του Λευκαδίτη, κυρίως του αγρότη.

Στη χρήση αυτή του έργου του Βαλαωρίτη συνέτειναν και οι ασήμαντες επιδόσεις των λευκαδικών σπουδών μετά το θάνατο του Βαλαωρίτη και του Σταματέλου, παρόλο που από τη δεκαετία του 1860 ιδρύονται τυπογραφεία στη Λευκάδα και εκδίδονται εφημερίδες.

Ο 19ος αιώνας θα τελειώσει και η Λευκάδα έχει μείνει πίσω από τα κατορθωμένα των επτανησιακών σπουδών.

Από την αρχή του 20ού αιώνα, οι αρχαιολογικές περιηγήσεις, οι ανασκαφές και κυρίως η διατύπωση και διάδοση της θεωρίας του Βίλχελμ Ντέρπφελδ για τη Λευκάδα ως ομηρική Ιθάκη, φέρνουν έναν ενθουσιασμό για τις έρευνες του παρελθόντος που αγγίζουν τον λευκαδίτικο πληθυσμό. Να σημειώσουμε ότι οι δύο μετέπειτα ιστορικοί της Λευκάδας, ο Σπυρίδων Βλαντής και ο Κωνσταντίνος Μαχαιράς είναι παρόντες στις ανασκαφές.

Ο Σπυρίδων Βλαντής (1855-1938) με νομικές σπουδές στην Πίζα, δικηγόρος, δημοσιογράφος, πολιτικός και προξενικός αντιπρόσωπος, τύπωσε στη Λευκάδα, στο τυπογραφείο Τσιρίμπαση, το 1902, το βιβλίο του Η Λευκάς υπό τους Φράγκους, τους Τούρκους και τους Ενετούς 1204-1797, στηριγμένο σε καλή ξένη και ελληνική βιβλιογραφία και χρήση οικογενειακών αρχείων, ενώ δεν φαίνεται να ερεύνησε συστηματικά στο Αρχειοφυλακείο Λευκάδος, που υπολειτουργούσε. Ο Βλαντής θα δημοσιεύσει πολλές μελέτες και άρθρα και στη μακρά ζωή του θα είναι παρών στην πολιτισμική ζωή της Λευκάδας ενώ το βιβλίο του θα μείνει για πολλές δεκαετίες η μοναδική ιστορία της Λευκάδας.

Το 1930 διορίζεται αρχειοφύλακας στο Αρχειοφυλακείο Λευκάδος ο Γεώργιος Παρίσης (1907-1964). Στα 32 χρόνια της θητείας του στη θλιβερή τρώγλη ο σημαντικός αυτός άνθρωπος θα οργανώσει την υπηρεσία και θα ταξινομήσει σοφά μέρος του αρχειακού υλικού του 18ου και του 19ου αιώνα, αυτό που θεωρούσαν οι προκάτοχοί του και αυτός ως σημαντικότερο, το οποίο θα είναι λιγότερο από το ⅓ ή το ¼ του συνολικού. Στη δεκαετία του 1930 ερεύνησαν στο Αρχειοφυλακείο, ο γέροντας Σπυρίδων Βλαντής, ο πενηνταπεντάχρονος νομικός, σπουδαγμένος στην Πίζα, αλλά και καινούργιος στην έρευνα της λευκαδίτικης ιστορίας, Κωνσταντίνος Γ. Μαχαιράς (1882-1967) και ο 25χρονος Νίκος Γ. Σβορώνος (1911-1989). Ο Σβορώνος θα δημοσιεύσει το 1939 και το 1940 μελέτες, στηριγμένες στο υλικό του Αρχειοφυλακείου, για τους Χιώτες που εγκαταστάθηκαν στη Λευκάδα κατά τη Βενετοκρατία και για τους κλέφτες και αρματολούς.

Ο Μαχαιράς, αρχίζοντας το 1940 θα δημοσιεύσει στην Κέρκυρα το βιβλίο Λευκάς και Λευκάδιοι επί Αγγλικής Προστασίας (1810-1864). Το 1951 θα δημοσιεύσει το σημαντικότερο έργο του Η Λευκάς επί Ενετοκρατίας (1684-1797) με αρχειακό υλικό από το Αρχειοφυλακείο και το Αρχείο της Βενετίας. Το 1954 με ένα δίτομο έργο θα καλύψει την Πολιτική και διπλωματική ιστορία της Λευκάδος, 1797-1810. Η μέριμνά του για την πολιτισμική ιστορία θα φανεί με το βιβλίο του Ναοί και Μοναί της Λευκάδος που εκδίδει το 1957. Με μικρότερα έργα προσπάθησε να καλύψει την Αρχαία Ιστορία της Λευκάδος και την ιστορία του Κάστρου της. Η τριλογία των πρώτων του βιβλίων κυρίως έφεραν τη λευκαδίτικη ιστοριογραφία κοντά στα αντίστοιχα επτανησιακά κατορθωμένα και τόνωσαν τους ρυθμούς για το μέστωμα των λευκαδικών σπουδών.

Το 1945 έρχεται από την Κατερίνη με μετάθεση ο καθηγητής Πάνος Γ. Ροντογιάννης (1911-1996) και θα υπηρετήσει στο Γυμνάσιο Λευκάδος ώς το 1956. Έρχεται με ζεστές τις εμπειρίες της Αντίστασης και το φόβο του Εμφύλιου.

Για 10-15 χρόνια ερευνούν παράλληλα στο Αρχειοφυλακείο ο Μαχαιράς, ο Ροντογιάννης, ο Κοντομίχης και ο Ασδραχάς. Όλων η εργασία υπάκουε σε επιμέρους σχεδιασμούς που υπήρχαν ή διαμορφώνονταν: ο Μαχαιράς ολοκλήρωνε τις ιστορικές του συγγραφές· ο Ροντογιάννης συσσώρευε στοιχεία για μια σφαιρική θέαση της Λευκάδας στη διαχρονική της πορεία· ο Πανταζής Κοντομίχης (1924-2005) συγκέντρωνε στοιχεία που φώτιζαν τη ζωή και τις συνήθειες του λαού, τον 18ο και τον 19ο αιώνα, εν όψει του σχεδίου του για ένα λαογραφικό corpus, που ολοκληρώθηκε με την έκδοση του 8τομου έργου του από το 1985 ώς το 2002. Οι έρευνές του αυτές στήριξαν και άλλα δημοσιεύματά του και κυρίως τα δύο βιβλία του για τον Τύπο της Λευκάδας (2003) και το Θέατρο στη Λευκάδα (1964 και 2003).

Ο Σπύρος Ι. Ασδραχάς (1933-2017) δημοσίευσε από το 1954 ώς το 1965 δεκάδα μελετών στηριγμένων στις έρευνές του στο Αρχειοφυλακείο με κύρια αναφορά στους κλεφταρματολούς και την πρωτόγονη επανάσταση και συγκέντρωσε στοιχεία για τις μελέτες του που αναφέρονται στη Λευκάδα. Αυτές και άλλες μελέτες συγκεντρώθηκαν το 2003 σε βιβλίο επιμελημένο από το ίδιο: Πατριδογραφήματα. Ο ίδιος αναβάθμισε τη Λευκάδα σε ερευνητικό προορισμό, καθώς θα οδηγήσει στη Λευκάδα δεκάδα ερευνητών της γενιάς του, που θα δημοσιεύσουν μελέτες κυρίως στο περιοδικό Νέον Αθήναιον (1955-1966) ή θα συντάξουν διδακτορικές διατριβές για νομικά κυρίως θέματα. Ως ερευνητής του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών θα οργανώσει δύο ερευνητικές αποστολές στη Λευκάδα από τις οποίες θα προκύψουν η Βιβλιογραφία των άγνωστων μονόφυλλων του Αρχειοφυλακείου της περιόδου 1800-1863 και η φωτογράφισή τους αλλά και τα δημοσιεύματα των συναδέλφων του και τα δικά του.

Ο Πάνος Ροντογιάννης άρχισε την ερευνητική του προσπάθεια το 1946. Στο γενικό ερευνητικό και συγγραφικό του έργο η Χριστιανική Τέχνη στη Λευκάδα είχε προτεραιότητα και θα ολοκληρωθεί το 1956. Το βιβλίο όμως θα περιμένει να εκδοθεί ώς το 1973-1974. Στη δεκαετία του 1960 θα προδημοσιεύσει κεφάλαιά της σε αθηναϊκά περιοδικά. Η έρευνα για τη συγκέντρωση στοιχείων για τα μεγάλα του έργα Ιστορία της Λευκάδος, Πρωτεύουσες της Λευκάδος, Η εκπαίδευση στη Λευκάδα συνεχίστηκε και μάλιστα εντατικότερα στα χρόνια 1962-1966 που υπηρετούσε ως πρώτος Διευθυντής στο Γυμνάσιο Θηλέων Λευκάδος και παράλληλα συνέχισε την επεξεργασία του υλικού και τη συγγραφή. Η ζήτηση συνεργασιών από τις εφημερίδες της Λευκάδας και η επιθυμία του για κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των ερευνών του τον οδηγούν στη δημοσίευση σημαντικών πρωτότυπων άρθρων, αρχίζοντας από το 1951 και στη συγγραφή και δημοσίευση της πρώτης ολοκληρωμένης σύντομης ιστορίας της Λευκάδος στο Λεύκωμα Λευκάς του Μουσικοφιλολογικού Ομίλου «Ορφεύς» το 1954. Ο ίδιος συγγράφει τον πρώτο και σημαντικότερο τουριστικό Οδηγό της Λευκάδας το 1966, έκδοση του Βιβλιοπωλείου του Νίκου Κατωπόδη-Πανοθώμου.

Αποτιμώντας τις λευκαδικές σπουδές της πρώτης μεταπολεμικής εικοσαετίας (1951-1970), με τα 170 δημοσιεύματα, δηλαδή το 9% του συνολικού αριθμού των δημοσιευμάτων όλης της περιόδου 1814-2020, διαπιστώνουμε αργούς ρυθμούς στην ανάπτυξή της. Γνωρίζοντας όμως τον ερευνητικό μόχθο και παρατηρώντας την ποιότητα των δημοσιεύσεων αυτών των ερευνητών σε εκείνη και στην επόμενη περίοδο, μπορούμε να ανιχνεύσουμε μια υπολογίσιμη δυναμική στο μεταπολεμικό δημιουργικό κλίμα ευφορίας που δημιουργείται, το οποίο εκφράζεται και με το σπουδαιότερο πολιτισμικό γεγονός της περιόδου, τη θεμελίωση του θεσμού των Γιορτών Λόγου και Τέχνης, από το 1955.

Τα οικονομικά αδιέξοδα της Λευκάδας και η δημογραφική καθίζηση με τη μετανάστευση στο εξωτερικό και τη μετοίκηση στα μεγάλα ελληνικά αστικά κέντρα, των νεότερων κυρίως ηλικιών του λευκαδίτικου πληθυσμού, σε συνδυασμό με την επιβολή της δικτατορίας του 1967, κινητοποίησαν τις συνειδήσεις των ανθρώπων των γραμμάτων και αποφάσισαν να συνεργαστούν ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους θέσεις, με γενναίο ενωτικό πνεύμα, για να σώσουν με την καταγραφή, τη μελέτη και τη δημοσίευση τα λευκαδικά πολιτισμικά στοιχεία. Το έργο αυτό ανέλαβε η Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών, που ιδρύθηκε στο τέλος του 1970. Σήμερα που γιορτάζουμε την 50ετία της ξέρουμε ότι την ώρα της ίδρυσής της έξι τουλάχιστον από τα ιδρυτικά της μέλη, είχαν έτοιμα ή σχεδόν έτοιμα ή σε προχωρημένη μορφή, περισσότερα από 20 βιβλία για τη Λευκάδα, τα οποία θα δημοσιεύσουν στα επόμενα 30 χρόνια, είτε μέσω των εκδόσεων της Εταιρείας, ή μέσω εκδοτών και αυτοεκδόσεων. Η ίδρυση επομένως της Εταιρείας δεν έγινε στο κενό, όπως φαίνεται και από τη γοργή υλοποίηση του έργου της κατά την πρώτη δεκαετία της δράσης της.

Όπως ήταν φυσικό και οι λευκαδικές σπουδές ευεργετήθηκαν από τη γενικότερη ανάπτυξη των ερευνών από τη δεκαετία του 1980 και ύστερα, την ίδρυση νέων Πανεπιστημίων (ανάμεσά τους και το Ιόνιο) και την αύξηση των επαγγελματιών της έρευνας και της διδασκαλίας. Παράλληλα αυξήθηκαν οι κρατικές ενισχύσεις σε ερευνητικούς και πολιτιστικούς θεσμούς και η στήριξη που προσέφερε η τοπική αυτοδιοίκηση όλων των βαθμίδων.

Μπορούμε λοιπόν να υποστηρίξουμε ότι, πέραν των προσδοκιών που δημιουργήθηκαν με την ίδρυση ενός νέου φορέα σπουδών, υπήρχαν ανθρώπινες δυνάμεις και ετοιμότητες για την εκπλήρωση του οράματος των ιδρυτών.

Στην αιχμή των σχεδιασμών, των ερευνητικών προϋποθέσεων και των ιστοριογραφικών πραγματώσεων είναι ο Πάνος Ροντογιάννης με το δίτομο έργο του Ιστορία της Νήσου Λευκάδος, που εκδόθηκε από την Εταιρεία το 1980 και 1982 σε δύο τόμους και περισσότερες από 1600 σελίδες.

Η Ιστορία της Νήσου Λευκάδος είναι ένα έργο συνθετικό, αλλά συγχρόνως και αναλυτικό, αφού ο συγγραφέας του ερευνά ιστορικές περιόδους, εντοπίζει άγνωστα γεγονότα, περιγράφει και εξηγεί ιστορικά φαινόμενα, για πρώτη φορά. Για τα γεγονότα και τα φαινόμενα, που είχαν μελετηθεί από τους προηγούμενους ιστορικούς, είναι συνοπτικότερος και για να μη διογκωθεί το έργο.

Ένα μεγάλο ιστορικό έργο με σταθερή αντίληψη για την ιστορία, ιστορία τοπική αλλά συνολική, ιστορία των ευρημάτων της έρευνας και αξιοποίησης των προηγούμενων αναλύσεων, προσπάθεια ισορροπημένης σύνθεσης. Στην Ιστορία της Νήσου Λευκάδος οι απογραφικές και ερμηνευτικές προσεγγίσεις της λευκαδίτικης διαχρονικής πορείας κωδικοποιούνται καλά. Είναι ένα έργο αφετηριακό, χάρις στο μεγάλο του πλάτος, για κάθε έρευνα και σφαιρική προσέγγιση, ενώ με τις αιχμηρές του προσεγγίσεις γίνεται φύλακας άγγελος από κάθε επίπεδη και απλουστευτική προσέγγιση. Το έργο στηρίχτηκε στο μεγάλο εργαστήρι συγκέντρωσης και ερμηνείας των πηγών κάθε μορφής, που οργάνωσε για τη συνολική κατανόηση της λευκαδίτικης ιστορίας και στο πλαίσιό του φωτίστηκε και η πορεία του αγροτικού κόσμου και των κατώτερων τάξεων της πόλης, των σιωπηλών κοινωνικών ομάδων της ιστορίας.

Μικρή ίσως σημασία έχει, αλλά μπορούμε να σημειώσουμε ότι με αυτό το έργο οι λευκαδικές σπουδές έφτασαν στο επίπεδο των επτανησιακών και το ξεπέρασαν.

Μια τελευταία συνολική αναφορά στην εορτάζουσα Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών, που ευτύχησε στα 50 χρόνια της λειτουργίας της να εκδίδει επιστημονικό περιοδικό, που αριθμεί 13 τόμους, σειρά σημαντικών μελετών και σειρά λευκωμάτων. Να οργανώσει από το 1982 ώς σήμερα 4 συνέδρια επτανησιακού πολιτισμού, το Ζ΄ Πανιόνιο Συνέδριο, 25 Συμπόσια στις Γιορτές Λόγου και Τέχνης από το 1996 ώς σήμερα, 26 ημερίδες επετειακές και αφιερωματικές και να εκδόσει όλων τα Πρακτικά σε 53 τόμους. Το σύνολο των εκδόσεων της Εταιρείας, από το 1972 ώς το 2020, είναι 86 βιβλία, άνισα σε έκταση, με μέσο όρο τις 245 σελίδες. Ο συνολικός αριθμός των σελίδων των 86 βιβλίων είναι 21.000

Για τις λευκαδικές σπουδές υπήρξαν παράλληλες προσπάθειες άλλων φορέων και προσώπων στην ιστορούμενη 50ετία. Πολλά θα αναφερθούν και από τις ανακοινώσεις που θα ακολουθήσουν. Τα εκδοτικά τους αποτελέσματα αναγράφονται στην Επιλογή Βιβλιογραφίας με λεπτομέρειες. Θυμίζω μόνο ότι από το 1999 ώς το 2002 η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λευκάδας, σε συνεργασία με ελληνικά Πανεπιστήμια, οργάνωσε 4 συνέδρια και εξέδωσε τα Πρακτικά τους. Το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Λευκάδας οργάνωσε από το 2006 ώς το 2010, 4 Συνέδρια και εξέδωσε τα Πρακτικά τους.

Όλα αυτά που απαριθμήθηκαν σημαίνουν ότι σε όλα τα Συνέδρια, όλων των φορέων, έγιναν περισσότερες από 500 ανακοινώσεις, οι οποίες τυπώθηκαν τεκμηριωμένες και εκτός του ότι αποτελούν πολυθεματική βιβλιοθήκη λευκαδικών σπουδών, ανακύκλωσαν και προώθησαν τα λευκαδικά κατορθωμένα, όπως αυτά είχαν κωδικοποιηθεί στα συνθετικά έργα των λευκαδικών σπουδών και σε αρκετές περιπτώσεις συνεισέφεραν θεωρητικές προσεγγίσεις και άλλες επεξεργασίες στις γνωστές υπάρχουσες τεκμηριώσεις, προσθέτοντας και νέα ευρήματα, διευρύνοντας τα θεματικά πεδία, ώστε να αλλάξει το ιστοριογραφικό παράδειγμα και να καλυφθούν ελλείψεις και αμήχανες σιωπές των λευκαδικών σπουδών.

Αυτά τα κατορθωμένα έχουν συνέχεια, όπως και η πίστη μας στην προοπτική των λευκαδικών σπουδών.

 

Προηγουμενο αρθρο
Για 23η χρονιά απονεμήθηκαν τα βραβεία Πέτρου και Νίτας Αργύρη στους αριστεύσαντες μαθητές της Λευκάδας
Επομενο αρθρο
Στην εφαρμογή novoville από κινητό τηλέφωνο θα αναφέρουμε τα προβλήματα της πόλης!

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.