HomeΕΠΙ ΠΑΝΤΟΣ ΕΠΙΣΤΗΤΟΥΤο παρ’ ολίγον μακροβούτι

Το παρ’ ολίγον μακροβούτι

Γράφει ο Νίκος Βαγενάς

Τούτη τη φορά θα απευθυνθώ, κυρίως, προς τους ωρίμους συμπολίτες μου καθ’ ότι τα πρόσωπα που περιγράφονται στο παρόν σημείωμα, είναι αρκετά από μόνα τους όχι μόνον να φέρουν νοσταλγικές θύμισες, διανθισμένες με χιούμορ, αλλά και η απλή και μόνον αναφορά του ονόματός των, είναι ικανή να φέρει το μειδίαμα στα χείλη, όσων τα εγνώρισαν. Ωστόσο, στις παρυφές όσων ακολουθούν στο κείμενο, θα γραφούν δυο λόγια παραπάνω ώστε και οι νεώτεροι να αντιληφθούν, έστω και ακροθιγώς την εποχή που δεν εγνώρισαν ….. την δική μας, όπου το πείραγμα επείχε θέση αναπνοής για τον Μπουρανέλλο, αλλά και την εύθυμη πλευρά της σοβαρότητας.

Πάει καιρός από τότε που εργαζόμουν στη γειτονική Νικόπολη πηγαινο-ερχόμενος μάλιστα σε πενθήμερη βάση. Κι αυτό το βιολί για χρόνια! Σ’ έναν από ‘κειούς τους διάπλους, ένα πρωινό, έτυχε να βρεθώ πλάι-πλάι στον υπαίθριο διάδρομο του φέρυ- μποτ, με τον συμπολίτη, Σπύρο Πολίτη, κατά κόσμον «Σπύρο Μουσολίνη». Μερικά βήματα πιο πέρα η, πασίγνωστη, Ευγενία τ’ Μαυροκέφαλ’! Για όσους των συμπολιτών έχουν ασθενή μνήμη, (ου γαρ έρχεται μόνον το κατηραμένον γήρας), θα τους διευκολύνω υπενθυμίζοντάς τους, ότι ο Σπύρος ο Μουσολίνης είχε το στεγνοκαθαριστήριο ρούχων, επί της οδού Δημάρχου Βερροιώτη, στην κοντράδα «τ’ς Άγια Παρασκευής» και μάλιστα σε απόσταση … χνώτου, από το σημερινό ατελιέ του Θανάση Σίδερη. Η Ευγενία, επίσης, έμενε στον ίδιο δρόμο, στην ίδια κοντράδα, σ’ ένα χαμηλό διώροφο με μπροστινό κήπο, ακριβώς στη γωνία του δρόμου, λίγο πριν φθάσουμε στον φούρνο (σήμερα κλεισμένος) της Λιόνταινας και στου «Κοκκίνη».

img_0041

Μάλιστα το ακίνητο χωρίζεται από ένα στενοκάντουνο όπου στο… φάτσα ισόγειο του διπλανού κτιρίου, εστεγάζετο το ευγενές ξυλουργικόν εργαστήριον του Ζώη Κόγκα, κατά κόσμον Μητσαράγκα! Επίσης για όσους δυσκολεύονται να φέρουν στη μνήμη τους (αν και δεν το πιστεύω) την Ευγενία, αρκούν μόνο δυο λόγια: Μικρόσωμη και στεγνή σαν «κοφίσι» (1), ντυμένη με φορέματα λουλουδάτα, υπέρ το δέον θρήσκα και βεβαίως άγαμος! Όσο για την ηλικία τι να πω; Δεν έμαθα ποτέ! Εδώ ας μου επιτραπεί μια παρένθεση: Ενθυμούμαι τις «στριγγλιές» που είχε βγάλει η Ευγενία, αποτεινόμενη στον Χρήστο Γαντζία, κατά κόσμον Κουτσ’νή, ο οποίος είχε το κατάστημα χρωμάτων, ακριβώς απέναντι από τον κήπο.

Απέναντι από το εργαστήρι του Μητσαράγκα, εξεχύνοντο οι καντάδες μέσα από ένα ραδιοφωνάκι που ο κτήτωρ το είχε βάλει να παίζει πάνω σ ’ένα… φέρετρο! Ο ίδιος έλειπε, περιφερόμενος επί ποδηλάτου, προς άγραν πελατών! Τώρα, πως μπόρεσε η Ευγενία να ακούσει τη βλαστήμια του Χρήστου, ενώ η καντάδα αχολογούσε στο καντούνι, είναι μυστήριο! Από τις υστερικές τσιριξιές της, δυο λέξεις κατόρθωσα να συλλάβω:
Μη βλαστημάααααας!!! Κολασμένεεεεεε!

Όπως με διαβεβαίωσε ο Χρήστος αυτό το τροπάρι, εγένετο τέσσερις- πέντε φορές την ημέρα και κατέληξε: Δε βαστιέται άλλο…: Θα τ’ς διαβάσω…. Σολωμονική!!!

Όσο για τον Σπύρο τι να ‘πει κανείς: Φιλοπαίγμων, ευφυολόγος και ετοιμόλογος. Α! και μέλος της Ν. Χορωδίας καθ’ ότι χορωδός και μόνιμος βοηθός του Πάνου Μεσσήνη, κατά κόσμον Μούρτα, στην ψαλλιδο-τέχνηση και κολλησο-τέχνηση των διάκοσμων του σωματείου.

Στο θέμα μας: Ύστερα από τις τυπικές «καλημέρες» και τα τοιαύτα, με τον Σπύρο, το μάτι μου στάθηκε στην Ευγενία, η οποία όρθια κι αυτή και πιασμένη από τον σιδεροσωλήνα- χειρολαβή του φέρυ-μποτ, είχε μείνει ακίνητη και είχε βυθίσει το βλέμμα της, κάθετα στη θάλασσα. Κάθε τόσο εσήκωνε τα κεφάλι της και κοιτούσε την παραλία της Πρέβεζας και ξανά το βλέμμα στη θάλασσα. Δεν άντεξα άλλο και για να φαιδρύνω λίγο την ατμόσφαιρα, εστράφηκα προς τον Σπύρο και του είπα χαμηλοφώνως:

Μωρέ Σπύρο, ήθελα να ‘ξερα τι σκ…ά σκέφτεται η Ευγενία!

Βγάζει το κεφάλι του μπροστά ο Σπύρος και το έστρεψε προς την Ευγενία, όπου διεπίστωσε κι αυτός τις ίδιες κινήσεις.

Α! δεν είναι δύσκολο να καταλάβ’ς! Άμα τ’νε βλέπ΄ς να κοιτάει μια τ’ θάλασσα και μια τ’μπαραλία, υπολογίζει πόση ώρα θα κάμ’ να φτάσ’ απέναντι, άμα θα καμ’ μακροβούτ’!!!

Όσοι από ‘μας εγνώρισαν την Ευγενία (συν το κατακόκκινο κραγιόν και τα μαύρα γυαλιά ηλίου) αντιλαμβάνονται με την πρώτη, που λέμε, τι θα επακολουθούσε εάν άκουγε τον Σπύρο. Σε όσες θεατρικές επιθεωρήσεις αν αναφερθεί κανείς, σε όσους Επιδαύριους Χορούς αν γίνει προσκλητήριο, ένα είναι βέβαιο ότι: Θα ωχριούσαν σε μια εν πλω…..ευγενή παράσταση.

(1)Αποξηραμένο ψάρι των βορείων θαλασσών. Επωλείτο σε ξηρή κατάσταση, δίχως κεφάλι, αλλά όμως όχι σε μορφή φύλλου όπως ο μπακαλιάρος. Πρόκειτο για ένα ευτελέστατο ψάρι, τόσο άνοστο και πικρόστιφο ώστε δεν ικανοποιούσε ούτε τον παμφάγο Άγγελο Παταλέα. Απλώς ήταν η αναγκαστική επιλογή των κατίβων και των ποβερέτων, δηλαδή των παρακατιανών. Ήταν δε τόσο αποξηραμένο και σκληρό ώστε για να το φας την Πέμπτη, έπρεπε να το’ χεις αγοράσει απ’ τη Δευτέρα!!! Πρώτ’ απ’ όλα η «ν’κοκυρά» το χτυπούσε με τον κόπανο, μέχρις ότου μαλακώσει κάπως και κατόπιν ο «ν’κοκύρ’ς», το έκοβε κομμάτια με την σέγα ή με το οδοντωτό μαχαίρι. Τέλος τα κομμάτια έμπαιναν στο «μόσκιο» για δυο-τρεις ημέρες για να μαλακώσουν πλήρως. Εμαγειρεύετο βραστό με πατάτες ,όπως η τοπική συνταγή του μπακαλιάρου, αλλά από γεύση… άλλο τίποτα!!! Αρκούσε να ανακουφισθεί το…. Πορτ μπαγκάζ, του καταναλώσαντος το έδεσμα και να «πήξουν» οι θάλασσες, από την μπόχα!!!

Προηγουμενο αρθρο
Όμορφε κόσμε
Επομενο αρθρο
Γραμματέας ΝΕ ΠΑΣΟΚ Λευκάδας: Γιατί δεν απαντούν στα ερωτήματα;

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.