HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣΤο Τρίγωνο και το Χέρι – Ποδάρι

Το Τρίγωνο και το Χέρι – Ποδάρι

[Γυαλένιες και Γυαλενάκια Μέρος Β΄]

Γράφει ο Νίκος Βαγενάς

Το Τρίγωνο

Και η παραλλαγή αυτή του παιγνιδιού, απαιτούσε έδαφος καθαρό και λείο. Έτσι, λοιπόν, αρχικά εχαράζετο ένα τρίγωνο, κατά το μάλλον ή ήττον ισόπλευρο, με μήκος πλευράς περί τα 25-30 εκατοστά. Ομοίως κι εδώ επήρχετο η εκ των προτέρων συμφωνία περί του αριθμού των καταβαλλομένων βώλων, οι οποίοι στη συνέχεια ετοποθετούντο, δίχως τάξη, στον εσωτερικό χώρο του τριγώνου. Ακολουθούσε η ιδία χάραξη της γραμμής αφετηρίας κι αυτό μόνον για την σειρά προτεραιότητος (όπως στο προηγούμενο παιγνίδι) και την πρώτη ριξιά προς το τρίγωνο. Από ’κει και πέρα το παιγνίδι εξελίσσετο γύρω-γύρω από το τρίγωνο.

16

Η ριξιά κάθε παίκτη είχε στόχο τις διασκορπισμένες γυαλένιες στο εσωτερικό του τριγώνου. Έτσι, εάν κατά την ψηλοκρεμαστή ή συρτή ριξιά, μία γυαλένια ή άλλες που προέκυπταν από την σύγκρουση με την γαργάρα έβγαινε εκτός τριγώνου, τότε ο παίκτης είχε δικαίωμα να δοκιμάσει ξανά. Εάν κανείς παίκτης δεν κατόρθωνε το επιζητούμενο, τότε το παιγνίδι συνεχίζετο γύρω από το τρίγωνο με τον πρώτο παίκτη. Από ’δω και πέρα οι ριξιές διέφεραν ως προς τον τρόπο. 302Έτσι στο σημείο που σταμάτησε η γαργάρα, στη θέση της έμπαινε μια μικρότερη γυαλένια, μεγέθους, όσο το νύχι του αντίχειρα. Αυτή η αλλαγή ήτο αναγκαία επειδή η γυαλένια έπρεπε να «φωλιάσει» στον λυγισμένο δείκτη (ο δεύτερος δάκτυλος) και να υποστηρίζεται σφικτά από την ακραία φάλαγγα του αντίχειρα. Η εν λόγω «ριξιά» κατ’ αυτήν την ιδιότυπη διαδικασία, απεκαλείτο ως… «φυστίκι».

Αφού ήρχετο η σειρά του παίκτη, τότε αυτός εγονάτιζε και στη θέση που είχε σταματήσει η γαργάρα, ακουμπούσε την ράχη της διπλωμένης πλέον, παλάμης, επάνω στο χώμα. Εξυπακούεται ότι η «φυλακισμένη» γυαλένια ήτο στραμμένη προς το τρίγωνο. Με την απότομη εκτίναξη προς τα έξω της φάλαγγας του αντίχειρα, η γυαλένια εξαπολύετο αστραπιαία προς το τρίγωνο, με στόχο τις γυαλένιες που ευρίσκοντο στο εσωτερικό του. Διασχίζοντας το εσωτερικό του τριγώνου, η γυαλένια, όποια άλλη κτυπούσε και την έβγαζε εκτός, ο κάτοχός της την έπαιρνε και συνέχιζε με νέα ριξιά. Εάν είχε ευστοχία σε κάθε ριξιά συνέχιζε αδιατάρακτα τις ριξιές του έως ότου αστοχήσει. Κατά την ριξιά «φυστίκι» η γυαλένια μπορούσε να προξενήσει καραμπόλα βγάζοντας κι άλλες γυαλένιες εκτός τριγώνου, οι οποίες εθεωρούντο κερδισμένες για τον παίκτη.

300

Πέραν από τις ριξιές τύπου «φυστίκι» υπήρχε και ο τύπος γνωστός ως «μάτι». Ο εν λόγω τύπος ριξιάς, προέκτυπτε εάν στο «φυστίκι» του παίκτη η γυαλένια του σταματούσε μέσα στο τρίγωνο ή επάνω σε μια γραμμή του τριγώνου. Εάν εθεωρείτο εκτός ή εντός του τριγώνου η γυαλένια που σταμάτησε μόλις λίγο έξω από την γραμμή (πλευρά) του τριγώνου, η επιβεβαίωση εγένετο όπως στο παιγνίδι Μπάζι, με την τοποθέτηση μιας ισομεγέθους γυαλένιας επί της γραμμής, όπου και αναλόγως εάν ακουμπούσε ή όχι, την επίδικη γυαλένια, προέκυπτε και το ανάλογο συμπέρασμα, αποδεκτό απ’ όλους. Έτσι, λοιπόν, εάν η γυαλένια εθεωρείτο ως εντός του τριγώνου, τότε ο παίχτης εσηκώνετο όρθιος έχοντας το τρίγωνο ανάμεσα στα ανοικτά πόδια του, κοιτάζοντας ταυτόχρονα προς τα κάτω, προκειμένου να έχει το τρίγωνο στο κέντρο του οπτικού του πεδίου. Μετά έπαιρνε την γυαλένια και την έφερνε στο πιο «καλό» του μάτι, κλείνοντας το άλλο για καλύτερη σκόπευση.

Διάλεγε μία γυαλένια από ’κείνες που ήσαν διασκορπισμένες στο κέντρο του τριγώνου με την ελπίδα, σε περίπτωση αστοχίας, να συμπαρασύρει κάποια άλλη, πέρα από το τρίγωνο εκτός και επεδίωκε την απόκτηση κάποιας γυαλένιας που είχε καλύτερους χρωματισμούς ή τέλος πάντων, ήτο σπανίας εμφανίσεως. Με την ευστοχία της υψόθεν ριξιάς, ήτο δυνατόν η κτυπημένη γυαλένια του τριγώνου να ’βγει εκτός και η γυαλένια του παίκτη να παραμείνει μέσα στο τρίγωνο. Τότε η βολή «μάτι», επαναλαμβάνετο, από τον ίδιο παίκτη και αυτό συνεχίζετο έως ότου η γυαλένια του βγει εκτός τριγώνου. Βεβαίως, εάν δεν πετύχαινε στόχο και η δική του παρέμενε στο εσωτερικού του τριγώνου, τότε δεν είχε δικαίωμα επαναλήψεως ριξιάς «μάτι», ει μη μόνον όταν θα ήρχετο η σειρά του.

Το μέρος του παιγνιδιού τελείωνε είτε με τον εξοστρακισμό της τελευταίας γυαλένιας είτε προσθέτοντας άλλες (εάν για τις δυο-τρεις που είχαν απομείνει μέσα στο τρίγωνο δεν άξιζε ο κόπος) με σκοπό την επανάληψη του παιγνιδιού. Εκτός των παραπάνω, ήτο δυνατόν κατόπιν συμφωνίας, στις κορυφές του τριγώνου να τοποθετηθούν γυαλενάκια (α στο Σκίτσο Δ).

301

Χέρι – Ποδάρι

Το παιγνίδι αυτό εθεωρείτο ατέρμονο και διεξάγετο εν κινήσει και δη επί βάδην. Επαίζετο μόνον από δυο παίκτες και εχρησιποποιούντο μόνον οι γαργάρες και μάλιστα από τον τύπο των πλέον μεγαλυτέρων. Η αρχή εγένετο με το ρίξιμο της πρώτης γαργάρας. Οι κανόνες του παιγνιδιού ήσαν: α) ο αντίπαλος παίκτης να την πετύχει είτε με την ψηλοκρεμαστή βολή τύπου «σμπούκιο» είτε με την συρτή επί εδάφους, β) η γαργάρα του αντιπάλου να πλησιάσει την ακινητοποιημένη γαργάρα του πρώτου παίκτη σε απόσταση τέτοια, ώστε το μήκος που θα προέκυπτε μεταξύ των δυο, να είναι ίσο ή μικρότερο «τ’ς απ’θαμής» ή του πέλματος εκείνου που έριξε την τελευταία βολή. Έτσι εάν η απόσταση μεταξύ των δυο γαργαρών ήτο αμφισβητίσιμη, τότε ως μέτρο, ανοίγετο «τέντα» η παλάμη, δηλαδή η (α)πιθαμή, ή εβάζετο στο ενδιάμεσό των, η πλαμούτσα, δηλαδή το ξυπόλητο πέλμα. Και έβλεπε κανείς κάτι ασουλούπωτα ποδάρια από την ξυπολυσιά που ήτανε ένα κι ένα για… σεντόνια!

Φαινομενικά, η βολή «χέρι-ποδάρι» ήτο εύκολη, αλλ’ όμως, κατ’ ουσίαν, πρόκειτο για επικίνδυνο πλησίασμα, επειδή εάν η μετρουμένη απόσταση ευρίσκετο μόλις λίγο μεγαλύτερη, τότε ο πρώτος παίκτης δεν έμπαινε ούτε καν στον κόπο να κάνει την δική του βολή, αφού όταν άπλωνε το χέρι και έπιανε τη γαργάρα του αντιπάλου, είχε το δικαίωμα να μην ρίξει.

Το κέρδος κάθε επιτυχίας, ήτο η καταβολή αντιστοίχων γυαλενών των οποίων ο αριθμός είχε κε των προτέρων καθοριστεί. Το παιγνίδι ήτο δυνατόν να εκτυλίσσεται συνέχεια περπατώντας προς τα μπροστά ή σ’ ένα μπρος-πίσω σε καθωρισμένο χώρο.

Από τα τρία, παραπάνω, παιγνίδια τα δυο πρώτα επαίζοντο μεν με γυάλινους βώλους αλλ’ όμως και με πήλινους, ομοίως χρωματιστούς. Κατά ομοιοκαταληξία με τις γυαλένιες και οι πήλινες ακόμα, απεκαλούντο ως: π(η)λένιες. Βεβαίως οι πήλινοι βώλοι δεν είχαν την αντοχή στις διάφορες συγκρούσεις μεταξύ των και έσπαζαν, χωρίς να σημαίνει ότι φθορές (απολεπίσματα και σπανίως θραύσεις) δεν είχαν και οι γυαλένιες.

Διαβάστε το πρώτο μέρος [εδώ]

Προηγουμενο αρθρο
Πρόγραμμα κινηματογραφικής Λέσχης Ορφέα
Επομενο αρθρο
Η Ένωση Ξενοδόχων Λευκάδας συμμετέχει σε έκθεση στη Ρουμανία

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.