HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΑλήτης ο ομηρικός Οδυσσέας – αλήτισσα η ωραία Ελένη

Αλήτης ο ομηρικός Οδυσσέας – αλήτισσα η ωραία Ελένη

Γράφει η Παρασκευή Σιδερά-Λύτρα

Για την εύηχη λέξη – ήδη ομηρικής ρίζας – αλητεία και τα συναφή της: αλήτης, αλητεύω (παράγωγα του αλάομαι = περιπλανώμαι, περιφέρομαι) θα μπορούσαν να γραφούν ολόκληρες πραγματείες – και έχουν γραφεί. Είναι γοητευτικό να παρακολουθήσει κανείς στα σωζόμενα γραπτὰ κείμενα τη χρήση αυτών των λέξεων ανά τους αιώνες της εξέλιξης της ελληνικής γλώσσας και την αλλαγή των σημασιών τους κατά τις συνθήκες και τις προθέσεις του χρήστη.

Σε ό,τι ακολουθεί, περιορίζομαι όμως μόνο σε αναφορά και παράθεση ελάχιστων χωρίων από τα παλαιότερα έργα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, από την Οδύσσεια και την αττική τραγωδία, όπου οι λέξεις „αλήτης“, „αλητεύω“, „αλητεία“, δεν έχουν τη σημασία, που εννοεί κανείς σήμερα, βρίζοντας πρόσωπα, καταστάσεις και εξουσίες, αγανακτώντας συνήθως δίκαια.

Ο πολύπλαγκτος και κοσμογυρισμένος Οδυσσέας „αλητεύει“, περιπλανάται· και ως „αλήτης“, περιπλανώμενος επαίτης, θα φτάσει στην Ιθάκη και θ᾽ ανεβεί στα δώματα τα υψηλά που του ανήκουν. Ως „αλήτης“ εκλαμβάνεται, φτάνοντας πρώτα στην καλύβα του χοιροβοσκού Εύμαιου· ως κάποιος που „ζητιανεύοντας φθάνει στον δήμο της Ιθάκης“ („αλητεύων Ιθάκης ες δήμον ίκηται“, ραψωδία ξ, στίχ. 126), όπως άλλοι „άνδρες περιφερόμενοι ζητιάνοι που έχουν ανάγκη των προς το ζην“ („ κομιδής κεχρημένοι άνδρες ἀλήται“, ξ, στίχ. 124). Αλλά κι ο ίδιος ο „θείος Οδυσσέας“, μιλώντας για τον εαυτόν του και τον Τηλέμαχο: λέει στον Εύμαιο: „κι αν έλθει αλητεύοντας ο γυιός του ένδοξου Οδυσσέα ή κι αυτός ο ίδιος…“ (ή παις εξ Οδυσήος αμύμονος ηέ και αυτός έλθοι αλητεύων…“, ραψωδία π, στίχ. 100–101). Και όταν στην εξέλιξη της δράσης ο αλήτης Οδυσσέας φτάνει μαζί με τον Εύμαιο και τον Τηλέμαχο στο παλάτι, όπου οι μνηστήρες τρων και πίνουν, και προκύπτει η πρώτη αντιπαράθεση με αυτούς, ο Αντίνοος „χολωμένος“ λοιδορεί τον ζητιάνο και πετάει ένα σκαμνί και χτυπά τον δεξιό ώμο τον „δύστηνον αλήτην“ (ραψωδία ρ, στίχ. 483). Ατρόμητος όμως αυτός μένει σαν βράχος ακίνητος. Η Πηνελόπη, όταν άκουσε για το επεισόδιο, ζητάει από τον Εύμαιο, να οδηγήσει τον ξένον ενώπιόν της, για να αντλήσει από αυτόν πληροφορίες για τον σύζυγό της.

Αναστατώνεται, όταν πληροφορείται από τον χοιροβοσκό, πως ο ξένος αλήτης δεν ανταποκρίνεται άμεσα στην επιθυμία της: „Δεν μου τον φέρνεις, Εύμαιε; τί σκέφτηκε ο ζητιάνος; φοβάται κάποιον από κάπου αλλού ή ντρέπεται εδώ μέσα στο παλάτι; είναι κακός όμως ζητιάνος ντροπαλός“ („ου συ γ᾽ άγεις, Εύμαιε; τί τούτ᾽ ενόησεν αλήτης; / ή τινά που δείσας εξαίσιον ήε και άλλως / αιδείται κατά δώμα; κακός δ᾽αιδοίος αλήτης“, ραψωδία ρ, στίχ. 576–578). Πριν από τη λύτρωση του οίκου του από τα πολύχρονα κακά, πριν από τον εξολοθρεμό των μνηστήρων, στον αλήτη Οδυσσέα με εντολή της Πηνελόπης προσφέρεται το τόξο, για να αποδείξει τις ικανότητές του στη χρήση του. Και όταν εκείνος, κάτω από τα έκθαμβα, γεμάτα απορία βλέμματα των μνηστήρων, το χειρίζεται ως έμπειρος γνώστης, ένας από αυτούς θεωρεί, ότι ο Οδυσσέας είναι „ένας ζητιάνος έμπειρος κακών“ („κακών έμπαιος αλήτης“, ραψωδία φ, στίχ. 400).

Σε „αλητεία“, σε περιπλάνηση πικρή στα ξένα, ζούσαν και μορφές τραγωδιών. Της ομηρικής Ελένης, – έτσι το θέλει ο Ευριπίδης στην τραγωδία του με τον τίτλο Ελένη – μόνο το είδωλό της έφτασε στην Τροία, την „αληθώς Ελένη“ την έκλεψε ο Ερμής και, για να την σώσει, την έφερε στην Αίγυπτο, όπου πλανάται πικραμένη, έχοντας έναν μόνο πόθο: Να επιστρέψει στη Σπάρτη „εγκαταλείποντας την πικρή αλητεία“ („εκλιποῦσα αλητείαν πικράν“, Ελένη, στ. 934). Ο Ίων, ο γυιός του Απόλλωνα και της Κρέουσας, ο οποίος στην ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη ζει σε αλητεία εξόριστος στους Δελφούς μακριά από την Αθήνα, προτρέπεται από τον Ξούθο „να εγκαταλείψει τα δάπεδα του Θεού και την αλητεία και να έλθει στην Αθήνα“ („εκλιπὼν θεού δάπεδ᾽αλητείαν τε σην / ες τας Αθήνας στείχε …“, Ίων, στίχ. 576–577). Αλλά και η δυστυχής Ιώ διάγει τον βίο της σε άθλιες περιπλανητικές αλητείες ως περιφερόμενη αγελάδα, πάσχουσα από τον οίστρο που της έστειλε η εκδικητική Ήρα, μη συγχωρώντας το παραστράτημα του άπιστου συζύγου της Δία, τους έρωτές του με την ιέρειά της την Ιώ. Ο Ζεύς βέβαια ζει και βασιλεύει σε θεούς και ανθρώπους, ενώ η Ιώ πλανιέται με „βάσανα σε άθλιες περιπλανήσεις που τις επέβαλε η Ήρα“ („ δυσπλάνοις Ἥρας ἀλατείαις πόνων“ , Αισχύλος, Προμηθεύς δεσμώτης, στιχ. 900).

Τη ζωή του αλήτη, του εξόριστου μακριά από την πατρική του γη, θα βιώσει και ο μητροκτόνος Ορέστης, κυνηγημένος από τις Εριννύες. Ο ίδιος στην τραγωδία του Αισχύλου Χοηφόροι (στίχος 1042) χαρακτηρίζει τον εαυτό του με τα λόγια: „εγώ δ᾽ αλήτης τήσδε γης απόξενος“. Προδιαγεγραμμένη ήταν η μοίρα του της εξορίας και της περιπλάνησης. Την προφητεύει και η Κασσάνδρα στην αισχυλική τραγωδία με τον τίτλο Αγαμέμνων: Θα έλθει ο μητροκτόνος τιμωρός εκδικητής για τον θάνατο του πατέρα ως „φυγάς δ᾽αλήτης τήσδε γης απόξενος“ (στίχ. 1282).

Συνειρμικά μάς μεταφέρει η τελευταία φράση στον λόγο του „αλήτη“ φιλοσόφου Εμπεδοκλή: „είμαι εξόριστος απ᾽ τους θεούς και περιπλανώμενος“ („ειμὶ φυγάς θεόθεν και αλήτης“, Εμπεδοκλής, Απόσπασμα 115).
„Αλήτες“, ως εκ τούτου, οι ομηρικοί μας ήρωες! Ζητιάνος, περιπλανώμενος „αλήτης“ ο Οδυσσέας, αλήτισσα, πλανώμενη εις „αλητείαν πικράν“ η όμορφη Ελένη, και ο Ορέστης, από τὴ δεύτερη γενιά πλέον, „αλήτης“, φευγάτος από τη γη του, „απόξενος“– μού πονούσε την καρδιά απὸ τα μαθητικά μου χρόνια η μοίρα του ως αλήτη! Η λέξη έχασε πλέον τη χροιά της ευγένειας της σημασίας της, ποὺ γεννά στην ψυχή του αναγνώστη ή ακροατή συμπόνοια για τον αλήτη.

Προηγουμενο αρθρο
Ήττα στα Χανιά για την Νίκη Λευκάδας,
Επομενο αρθρο
Επικίνδυνη λακκούβα στο δρόμο Βόνιτσας -Λευκάδας - [ΦΩΤΟ]

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.