HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣΒασίλειος Ε. Φραγκούλης: Λίγες αναμνήσεις από τη γνωριμία του Γουλιέλμου Δαίρπφελδ

Βασίλειος Ε. Φραγκούλης: Λίγες αναμνήσεις από τη γνωριμία του Γουλιέλμου Δαίρπφελδ

112Ο Βασίλειος Φραγκούλης (1904 -1974) γεννήθηκε στο Νυδρί της Λευκάδας. Σε ηλικία 17 ετών αποφοίτησε αριστούχος από το εκεί γυμνάσιο και αμέσως μετά πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις της Σχολής Μηχανολόγων – Ηλεκτρολόγων του Πολυτεχνείου.

Η ναυπηγική όμως ήταν το κάλεσμά του και έτσι διέκοψε σύντομα τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο και το 1922 πήγε στη Γερμανία για να γίνει ναυπηγός. Αφού έμαθε τη γλώσσα και έκανε την απαιτούμενη πρακτική άσκηση σε ναυπηγείο του Danzig, έγινε δεκτός το 1923 στο Πολυτεχνείο της ίδιας πόλης. Τέλειωσε τις σπουδές του το συντομότερο δυνατόν, το 1927, και γύρισε στην Ελλάδα, όπου και υπηρέτησε τη στρατιωτική θητεία στο σύνταγμα Ευζώνων. Το 1928 έδωσε εξετάσεις και έγινε μόνιμος ναυπηγός αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Η σταδιοδρομία του Φραγκούλη στο Πολεμικό Ναυτικό ως τεχνικού ήταν υποδειγματική. Οταν παραιτήθηκε το 1956 είχε τον βαθμό του πλοιάρχου και ήταν διευθυντής Ναυπηγικών Κατασκευών.

Το 1949, όταν ο Φραγκούλης υπέβαλε υποψηφιότητα για τη νέα Έδρα Ναυπηγικής του Πολυτεχνείου, την οποία και κατέλαβε πανηγυρικά. Γιατί δάσκαλος ήταν το έτερο κάλεσμα του Φραγκούλη, που από το 1929 ήταν καθηγητής στη Σχολή Δοκίμων, ενώ παράλληλα δίδασκε και στις σχολές αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού. Και επειδή ένας καλός δάσκαλος πρέπει να έχει και καλά βιβλία, ο Φραγκούλης μόχθησε επί χρόνια και το 1949 εξέδωσε το μνημειώδες πολύτομο σύγγραμμά του «Τεχνική του πλοίου -τετράτομο έργο 3.500 σελίδων-, βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών (και δεκάδες άρθρα και εργασίες σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά).

Πέθανε ξαφνικά το 1974, τη χρονιά δηλαδή που αποφοιτούσαν οι πρώτοι ναυπηγοί μηχανολόγοι του Πολυτεχνείου.

Βασίλειος Ε. Φραγκούλης: Λίγες αναμνήσεις από τη γνωριμία του Γουλιέλμου Δαίρπφελδ

Κατά την τελευταία επίσκεψι του Στόλου στη Λευκάδα – Ιούνιος 1953, ανέλαβα να εξηγήσω στους συναδέλφους του Βασιλικού Ναυτικού το θέμα, εάν η Λευκάς είναι ή όχι η Ομηρική Ιθάκη. Εδήλωσα τότε στην ομήγυρι, και το τονίζω και σήμερα κάπως ευρύτερα, πως πρόθεσίς μου δεν ήταν και δεν είναι να καταπατήσω ξένα προς τον δικό μου επιστημονικό και επαγγελματικό κύκλο οικόπεδα, και να προχειρισθώ σε ερασιτέχνη αρχαιολόγο. Με το θέμα, που είναι άλλωστε περισσότερο γεωγραφικό και τοπογραφικό παρά καθαρώς αρχαιολογικό, απέκτησα αρκετή γνωριμία λόγω της καταγωγής μου από το Νυδρί και λόγω της γερμανομαθείας μου. Και τα δύο μου έδωσαν την ευκαιρία να γνωρίσω τον άνθρωπο – αισθανόταν ιδιαίτερη, τα τελευταία χρόνια, χαρά, όταν τον επισκεπτόμουν στο ησυχαστήριό του και μπορούσε να μιλήση με κάποιον γερμανικά – και να διαβάζω το έργο του.

111Οι παρακάτω λίγες αναμνήσεις πιθανόν να έχουν ένα ελάχιστον ενδιαιφέρον, δεν έχουν όμως καμμίαν αξίωσι να αποτελέσουν, όχι πινελιά, αλλ’ ούτε την ελαχίστη γραμμή για την σκιαγραφία μιας προσωπικότητος της ολκής του σοφού αρχαιολόγου.

Σαν Νυδριώτης έχω κατά σύμπτωσιν ως πρώτη ανάμνησι της ζωής μου την επίσκεψι του Κάιζερ εις την περιοχή του χώρου των ανασκαφών. Μου έκανε εντύπωσιν το μέγα πλήθος που είχε συγκεντρωθή στην παραλία του μικρού τότε συνοικισμού του Νυδριού και θυμάμαι, ότι μαζύ με τους άλλους πιτσιρίκους κρατούσα και έσεια μια μικρή τρίχρωμη γερμανική σημαία.

Έφηβος ύστερα δεκαεφτά χρονών και απόφοιτος της πρώτης τάξεως του Ελληνικού Πολυτεχνείου εζήτησε μια μέρα ο μικρός Νυδριώτης, εφοδιασμένος με μια συστατική επιστολή του Δαίρπφελδ, να παρουσιασθή στον Πρύτανι του Γερμανικού Πολυτεχνείου, όπου επρόκειτο να συνεχίση τις σπουδές του και εύκολο είναι να φαντασθή κανείς τη συγκίνησί του, όταν ο ίδιος ο Πρύτανις με τη λευκή γενειάδα και την βελάδα που φορούσαν τότε οι Προφέσσορες, ήρθε και του άνοιξε την πόρτα λέγοντας: «Εισέλθετε, νεαρέ ‘Ελλην, απόγονε του Οδυσσέως»!

Και κατελήφθη από υπερηφάνεια και άφατη νοσταλγία ύστερ’ από τρία χρόνια, όταν ένα πρωί όλα τα γερμανικά περιοδικά, με επικεφαλής την «Εικονογραφημένη του Βερολίνου», αφιέρωσαν σελίδες ολόκληρες για να γιορτάσουν την 70ετηρίδα του Δαίρπφελδ και εδημοσίευσαν πλήθος φωτογραφιών από την ωραία συλλογή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου των Αθηνών. Και οι φωτογραφίες και οι λεζάντες έδειχναν το Νυδρί, την Αγία Κυριακή, τη Μαδουρή κι άφηναν να διακριθή καλά το πατρικό σπίτι.

Σ’ όλο το διάστημα των σπουδών μου διατηρούσα αραιή αλλά τακτική αλληλογραφία μαζύ του. Στην αρχή μου έγραφε ελληνικά. Έγραφε μια κομψή, απλή, αλλά και πολύ καλλιγραφημένη καθαρεύουσα. κατείχε τη νέα Ελληνική τελείως, τόσο που κάποτε γράφοντας στο Δεσπότη Λευκάδος με ρώτησε αν έπρεπε να τον γράψη Σεβασμιώτατο ή Πανιερώτατο και ποια διαφορά υπάρχει ανάμεσα στις δύο προσρήσεις. Απήντησα πως δεν ήξερα -και ούτε φυσικά αργότερα έμαθα. Μετά δυο τρεις μήνες από την παραμονή του στη Γερμανία μου έγραφε γερμανικά και ζήτησε να του απαντήσω κι εγώ, για να δη τας προόδους μου. Έβαλα τα δυνατά μου και στην απάντησί του μου εξεδήλωσε την ευχαρίστησί του.

Τον ρώτησα κάποτε ποια υπήρξε η πρώτη αφορμή για την διατύπωσι της θεωρίας του. Μ’ επληροφόρησε πως σκάβοντας στο Θειάκι κάθησε ένα δειλινό κουρασμένος κι απογοητευμένος από τη μάταιη έρευνα επάνω σ’ ένα λιθάρι για να κυττάξη τη δύσι του ηλίου κατά τη Λευκάδα και τότε έτσι άξαφνα του ήρθε η σκέψη: «Μήπως αυτό το νησί είν’ εκείνο που ζητάμε;». Στο σύγγραμμά του ομολογεί, ότι η άποψις περί της Λευκάδος ως Ιθάκης είχε διατυπωθή ένα σχεδόν αιώνα πριν, αλλ’ ο ίδιος την αγνοούσε και την ανεκάλυψε, όταν ρίχτηκε συστηματικά πια στη μελέτη του όλου θέματος.

Συχνά μου μιλούσε και παραπονιόταν για την αδιαφορία ή και την κακία που έδειχναν για τη θεωρία του οι φιλολογικοί κύκλοι. Σαν χαρακτηριστικώτερο μου ανέφερε, ότι ο περίφημος Βιλαμόβιτς, καθηγητής στο Βερολίνο και από τους διασημότερους στον κόσμο για την κλασσική φιλολογία, θέλοντας να τον αποτρέψη να ανασκάψη στη Λευκάδα, του είπε:

«Και αν ακόμα σ’ αυτό το νησί αποκαλύψεις τον λαμπρότερο μυκηναϊκό πλούτο και πάλιν δεν θα πεισθώ». Και ο Δαίρπφελδ του απάντησε: «Τότε δεν θα πεισθώ κι εγώ», γιατί έψαχνε στη Λευκάδα για ευρήματα όχι μυκηναϊκής, αλλά αχαϊκής εποχής. Κι απ’ αυτά είναι κατασπαρμένος ο κάμπος του Νυδριού.

Οι σφοδρότεροί του πολέμιοι υπήρξαν πάντως οι Θειακοί. Συνεταξείδευε κάποτε, ερχόμενος στη Λευκάδα, με το θειακό Πεταλά, που του άρχισε ενώπιον των επιβατών μια σφοδρά πολεμική, όχι τόσο ευπρεπή, λέγοντάς του μεταξύ των άλλων ότι ήρθε να κλέψη τη δόξα του νησιού των κτλ. Ατάραχος ο Δαίρπφελδ του απάντησε: «Εγώ υποστηρίζω ότι η Λευκάς είναι η Ιθάκη και ότι σι Δωριείς σας έδιωξαν από τον τόπο σας και μετοικήσατε στην τότε Σάμη, δηλ. στην σημερινή Ιθάκη. Σεις είσθε οι πραγματικοί πρόγονοι του Οδυσσέως. Αν θέλετε να επιστρέψετε στο νησί σας και να διώξετε τους Λευκαδίτες, να καταφύγετε στον Άρειο Πάγο, κι όχι σε μένα».

Δεν παραλείπει στο σύγγραμμά του να αναφέρη. να αναλύη και να αντικρούη ύλες τις θεωρίες και όλες τις απόψεις, ακόμα και τις απλοϊκώτερες που διετυπώθησαν εναντίον της ιδικής του και των εργασιών του. Ιδιαιτέρως όμως μνημονεύει και όσες συμφωνούν και όσους τον εβοήθησαν στο έργο του.

Είναι πολλά τα περιστατικά και τα μικροανέκδοτα που συνδέονται με την εκτέλεσιν των ανασκαφών και τη ζωή του ιδίου και της οικογενείας του, στην αρχή στο Νυδρί, και κατόπιν στο λυόμενο σπήτι της Αγίας Κυριακής. Ο φύλαξ αρχαιοτήτων και παιδικός μου φίλος κ. Νίκος Στεριώτης είχε την μεγαλύτερη επαφή μαζύ του μέχρι του τέλους της ζωής του σοφού και ξέρει τα περισσότερα.

DSCN2010

Κι’ όταν πέθανε ο Δαίρπφελδ την άνοιξι του 1940 και συγκεντρώθηκαν στην Αγία Κυριακή πλήθος επισήμων και στεφάνων και εξεφωνήθησαν λόγοι – ο του μακαρίτη θείου μου Αριστομένη Αλβανίτη έγινε αφορμή επεισοδίου με τον τότε γραμματέα της Γενικής Διοικήσεως Ηπείρου που εκπροσωπούσε την Κυβέρνησι – ο ίσως απλοϊκώτερος αλλά συγκινητικώτερος ήταν ο του κ. Στεριώτη που κατά τα όσα θυμούνται οι παρευρεθέντες είπε «Πάνσοφε Σοφέ. Σε πενθεί η μεγάλη σου πατρίδα, η Γερμανία. Σε πενθεί η μικρά Ελλάς. Σε πενθεί η Λευκάς, Σε πενθεί το Νυδρί, αλλά περισσότερον όλων σε πενθεί η οικογένεια Στεριώτη».

Επιθυμία του ήταν να μεταφερθή η τέφρα του και να ταφή στη Λευκάδα, εάν ετύχαινε να αποθάνη στη Γερμανία, ή να ταφή το σώμα του εάν απέθνηκε στη Λευκάδα. Η Μοίρα του τον ευνόησε. Συνέβη το δεύτερο. Μόνος του είχε διαλέξει το μέρος του τάφου. Είναι το δυτικώτερο άκρο της μικρής χερσονήσου της Αγίας Κυριακής. Είναι ακριβώς απέναντι των βασιλικών τάφων τους οποίους απεκάλυψε από την Ομηρικήν γην! Εκεί αναπαύεται!

Η Λευκάς και το Νυδρί του οφείλουν πολλά. Νομίζω πως κατά κάποιον τρόπον πρέπει να το δείξουν. Ο υπογραφόμενος, που είχε από όλους τους Λευκαδίτες την μεγαλύτερη πνευματική επαφή μαζύ του, θα κάμη ό,τι μπορεί γι’ αυτό.*
line1

*«Λίγες αναμνήσεις από τη γνωριμία του Γουλιέλμου Δαίρπφελδ» Πνευματικό Κέντρο Δήμου Λευκάδας, Αθήνα 2006. Εισαγωγή –σημειώσεις- επιμέλεια Δρ. Παρασκευή Κοψιδά – Βρεττού

Προηγουμενο αρθρο
Ο Ραχάτ και η μικρή ιστορία του
Επομενο αρθρο
Έκτακτη Γενική Συνέλευση του Συλλόγου Εκπ/κων Π.Ε. Λευκάδας

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.