HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΔημόσια έκθεση γιά τόν Ιστορικό Σπύρο I. Άσδραχά

Δημόσια έκθεση γιά τόν Ιστορικό Σπύρο I. Άσδραχά



…Έμεΐς πού δεχτήκαμε νά μιλήσουμε γιά τόν Σπύρο I. Άσδραχά
καί τό έργο του, όχι χωρίς δισταγμούς, πού όμως δέν επιτρέψαμε στους εαυτούς μας ούτε νά τούς εκφράσουμε, τό θεωρούμε τιμή μας καθώς νομίζουμε ότι είναι ό σπουδαιότερος έν ζωή ιστορικός τοΰ νέου ελληνισμού, πού μέ τήν παρουσία του εξήντα χρόνια τώρα ως ερευνητής καί συγγραφέας, δάσκαλος καί υπεύθυνος διεύθυνσης ερευ­νών καί μεταπτυχιακών καί διδακτορικών σπουδών, σφράγισε, όσο λίγοι, τις ιστο­ρικές σπουδές στόν τόπο μας, συνδέοντας τό όνομα καί τό έργο του μέ όλες σχεδόν τις ανανεωτικές προσπάθειες καί τά διαπιστωμένα αποτελέσματα τους κατά τά τελευταία 40 χρόνια.

Οί αναγκαστικά σύντομες αναφορές στη ζωή καί τό έργο του ελπίζω δτι θά βοηθήσουν νά γίνει περισσότερο κατανοητό τό περιεχόμενο αυτών των ισχυ­ρισμών.

Γεννήθηκε στό Αργοστόλι τό 1933. Γονείς του ό Γιάννης Σπ. Άσδραχάς από τήν Περατιά Ακαρνανίας, δικηγόρος στή Λευκάδα, καί ή Ρουμπίνα Κρητικού από τήν Κεφαλονιά. Άπό τούς δασκάλους του στή Δημοτική καί τή Μέση Εκπαίδευση στή Λευκάδα θυμάται πολλούς, μέ πρώτο τόν φιλόλογο Πάνο Γ. Ροντογιάννη (1911-1996), τόν σπουδαιότερο ιστορικό της Λευκάδας, στόν όποιο χρω­στά καί τήν τόσο πρώιμη γνωριμία του μέ τήν αρχειακή ύλη, καθώς, στά χρόνια τών γυμνασιακών καί κυρίως τών πανεπιστημιακών του σπουδών, εργάστηκε παράλληλα μέ τόν Π. Γ. Ροντογιάννη στό Άρχειοφυλακεΐο Λευκάδας καί τή Δη­μόσια Βιβλιοθήκη καί όπου αλλού φυλασσόταν χειρόγραφο υλικό.

Τά παράλληλα διαβάσματα, στά χρόνια πού φοιτούσε στό Γυμνάσιο, βιβλίων καί περιοδικών άπό τήν οικογενειακή βιβλιοθήκη, τις συλλογές δασκάλων, συγγενών, φίλων καί γνωστών, τό ξεφύλλισμα καί οί αγορές βιβλίων άπό τά λευκαδίτικα βιβλιοπωλεία τού Νίκου Πανοθώμου Κατωπόδη καί τών αδελφών Θανάση καί Πάνου Ν. Τσιρίμπαση, άλλά καί οι παραγγελίες καί τά δώρα τών γονέων, συγγενών καί φίλων άπό τά αθηναϊκά βιβλιοπωλεία τού έδωσαν τή δυνατότητα νά μάθει πολλά καί κυρίως μέ ένα δικής του επινόησης σύστημα αντικουλτούρας νά βρει τρόπους νά τοποθετεί τις κατακτώμενες καί αποδεκτές γι’ αυτόν γνώσεις σέ βέβαια καί λει­τουργικά σχήματα καί συντεταγμένες, μέ αποδοχές, συνδέσεις, αποτιμήσεις καί απορρίψεις όσων διάβαζε.

Φοίτησε καί πήρε πτυχίο Ιστορίας καί Αρχαιολογίας άπό τή Φιλοσοφική Σχο­λή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άρχισε τό 1954, στά 21 του χρόνια καί 60 ακριβώς χρόνια άπό σήμερα, νά δημοσιεύει μελέτες βασισμένες στήν επεξεργασία τού αρχειακού υλικού πού μελέτησε στή Λευκάδα. Ό τίτλος τής πρώτης μελέτης του είναι εμβληματικός: «Αρματολοί καί κλέφτες στή Λευκάδα». Μέ 10 μελέτες πού θά δημοσιεύσει ως τό 1965, στόν ϊδιο θεματικό κύκλο, θά αναδειχτεί ό πρώτος με­ λετητής τής πρωτόγονης επανάστασης, πριν άπό τή διατύπωση τής σχετικής θεω­ρίας, καί θά αλλάξει εντελώς τούς όρους κατανόησης ενός τόσο κεντρικού θέμα­τος τής νεοελληνικής ιστορίας, τούς κλέφτες καί τούς αρματολούς. Μετριούνται στά δάχτυλα όσοι κατάλαβαν κάτι άπό αυτά ως τή Μεταπολίτευση. Πάντως τό 1960 ό Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς (1904-1992), συνιδρυτήςτοΰ Βασιλικού (Εθνι­κού) Ιδρύματος Ερευνών καί εμπνευστής τού Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών, τόν προσλαμβάνει βοηθό έρευνας στήν πρώτη πεντάδα τών συνεργατών του, βρίσκοντας τρόπους νά παρακαμφθούν ή «φακελωμένη» αριστερή οργανωμένη μαθητική του δράση καί ή συνεργασία μέ τό περιοδικό τής Αριστεράς Έπιθεώρηση Τέχνης, πού δεν σταμάτησε ώς τό 1965, οπότε παραιτείται και φεύγει με υπο­ τροφία τού ΙΚΥ στό Παρίσι γιά μεταπτυχιακές σπουδές. Στά πέντε χρόνια της θη­τείας του στό “Ιδρυμα Ερευνών ή Λευκάδα γίνεται προορισμός ερευνητικών απο­στολών και ό Άσδραχάς θά οδηγήσει εδώ δεκάδα ερευνητών τής γενιάς του, πού θά δημοσιεύσουν μελέτες κυρίως στό περιοδικό Νέον Αθήναιον (1955-1965) ή θά συντάξουν διδακτορικές διατριβές γιά νομικά θέματα.

Τά πέντε χρόνια στό “Ιδρυμα Ερευνών φαίνεται ότι ήταν γόνιμα και γιά τή συμπλήρωση τής κατάρτισης του και γιά τήν ετοιμασία σημαντικών του δημοσι­ευμάτων με έρευνες στά επτανησιακά αρχεία, φυσικά και στά αθηναϊκά, καθώςκαι μέ ατέλειωτα διαβάσματα και αποδελτιώσεις έκδομένων πηγών κάθε λογής.

Πολλές από τις μελέτες του ανήκουν στό χώρο τής πολιτισμικής ιστορίας, παρόλο πού από πολύ νωρίς είχε αποφασίσει νά ασχοληθεί μέ τήν οικονομική ιστορία και συγκροτούσε τούς ερευνητικούς φακέλους γιά τή διατριβή του: «Τά πανηγύρια τής Τουρκοκρατίας» και εναλλακτικά «Ή Πάτμος ανάμεσα στήν Αδριατική και τήν Ανατολική Μεσόγειο τό δεύτερο μισό τού 18ουαιώνα σύμφωνα μέ τά εμπορικά κατάστιχα τού Ποθητού Ξένου», αυτή πού τελικάεκπόνησε και υποστήριξε στό Παρίσι τό 1972.

‘Άν ξεχώριζα κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στό έργο του θά ήταν ή πολι­τισμική παράμετρος πού διαπερνά όλες του σχεδόν τις προσεγγίσεις. Ή οικονο­μική ιστορία συνοδεύεται από τά ερωτήματα τής βίωσης και τής δεξίωσης τού οικονομικού και συνδέεται μέ τήν ιστορία τών νοοτροπιών, προκειμένου οι προ­σεγγίσεις του νά αποκτήσουν παραδειγματική εμβέλεια. Φυσικά υπάρχουν και τά σημαντικά του μελετήματα πού εντάσσονται ολόκληρα στήν πολιτισμική ιστο­ρία. Θυμίζω τις μελέτες του γιά τόν Κάλβο ή τήν Ιόνια Ακαδημία, έστω και άν ό ϊδιος δηλώνει ότι δέν έγινε συστηματικός ιστορικός τής παιδείας, τού πολιτισμού.

Στό Παρίσι οί σπουδές του ήταν προγραμματισμένες γιά «τρία χρόνια πού γίνανε [λόγω τής Δικτατορίας] μιά ζωή. Έκεΐ είδα και άκουσα ανθρώπους πού τούς είχα γνωρίσει άπό τό παράθυρο [στόν κόσμο] πού μάς άνοιξε ό Δημαράς». Ό Νίκος Γ. Σβορώνος (1911-1989) είναι ό πρώτος δάσκαλο. Πιό κοντά πρέπει νά ήταν στόν Ίταλογάλλο Ruggiero Romano (1923-2002). Οί σπουδές πρώτα καί από τό 1967 βοηθός έρευνας στήν École Pratique. Άπ ό τό 1974 μέ ανάθεση διδα­σκαλίας στήν ϊδια Σχολή καί στό Πανεπιστήμιο τής Σορβόννης Paris Άπό τό 1982 επισκέπτης καθηγητής στό Πανεπιστήμιο Paris I. Στά σεμινάρια, πού θά συ­νεχιστούν ώς τό 1995, καί στήν Αθήνα ώς τό 2007, οί μαθητές πολλοί. Άπό αυτούς 144 αξιώθηκαν μεταπτυχιακό δίπλωμα καί 53 διδακτορικό

Άπό τό 1977 μοιράζει τό χρόνο του στήν Αθήνα καί στό Παρίσι: διευθυντής Ερευνών στό πρόγραμμα Ιστορίας τής Εθνικής Τράπεζας (1977-1991), μέλος τού Δ.Σ. τού Ιδρύματος Έρευνας καί Παιδείας τής Εμπορικής Τράπεζας (1987-1991), μέλος τής Επιτροπής τού Ιστορικού Αρχείου Ελληνικής Νεολαίας τής Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς (1983-2011), συνιδρυτής μέ τόν Φίλιππο Ήλιου (1931¬2004) καί τόν Βασίλη Παναγιωτόπουλο τού περιοδικού Τά Ιστορικά τό 1983, αντιπρόεδρος τής Διοικούσας Επιτροπής τού Ιονίου Πανεπιστημίου άπό τήν ιδρυσή του (1985-1990) μέ οραματισμούς, σχέδια καί κάποιες πραγματώσεις γιά ένα νέο καί διαφορετικό Πανεπιστήμιο. Τό 1988 εκλέγεται διευθυντής Ερευνών στό Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών τού Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, άπό όπου θά άφυπηρετήσει τό 2001, θά ονομασθεί Όμότιμος Διευθυντής Ερευνών καί θά συνεχίσει τό εβδομαδιαίο σεμινάριο του, πού είχε αρχίσει τό 1994, ώς τό 2007.

Στό πλαίσιο τών προγραμμάτων, πλήθος είναι οί έρευνες πού ανατέθηκαν καί παρακολουθήθηκαν άπό τόν Σπύρο Άσδραχά, ώς τή δημοσίευση τών μελετών πού προέκυψαν άπό αυτές, σέ περιοδικά, πρακτικά συνεδρίων καί ώς βιβλία σειρών πού συνδιεύθυνε.

Γιά τά συνέδρια Ιστορίας τών δεκαετιών 1980,1990 καί 2000, ιδιαίτερα τής πρώτης, πού ήταν ή χρυσή δεκαετία γιά τις ιστορικές σπουδές, μπορούμε νά ση­ μειώσουμε ότι οργανώθηκαν 10 τουλάχιστον μεγάλα θεματικά διεθνή συνέδρια καί στά περισσότερα είχε ρόλο εμπνευστή, άπό τό Εθνικό “Ιδρυμα Ερευνών, τό Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, τήν Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού – περιοδικό Μνήμων. Στό ίδιο κλίμα καί μέ τή δική του έμπνευση ή Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών οργάνωσε τό 1993 στή Λευκάδα τό Δ’ Επτανησιακό Συνέδριο, Άπό τήν τοπική Ιστορία στή συνολική: τό παράδειγμα τής Λευκάδας, 15ος-19ος αι. καί τό 2002 τό Ζ’ Πανιόνιο Συνέδριο, τού οποίου ήταν πρόεδρος, πού θεωρήθη­κε παράδειγμα γιά τή μετάβαση άπό ένα αχανές καί χωρίς δομή καί στόχους πε­ ριφερειακό συνέδριο σέ ένα επιμερισμένο θεματικά συνέδριο ειδικών έπτανησιολόγων, μέ συγκεκριμένες στοχεύσεις καί αιτούμενα τών επτανησιακών σπου­δών, σέ επιλεγμένες κάθε φορά θεματικές ενότητες.

Άπ ό τό 1996 ώς τό 2010 ή ϊδια Εταιρεία, σέ συνεργασία μέ τό Πνευματικό Κέντρο τού Δήμου Λευκάδας, όργάνωσε, στό πλαίσιο των Γιορτών Λόγου καί Τέχνης, 15 συμπόσια τοπικής ιστορίας.Όλων εκδόθηκαν τά Πρακτικά.

Απαραίτητη, κι άς είναι λίγο κουραστική, εΐναι ή απαρίθμηση των 15 βιβλίων πού αξιώθηκε νά εκδώσει. Βιβλία αυτοτελή άλλά καί συναγωγές μελετών καί άρθρων μέ συμπληρώσεις καί επεκτάσεις από τίς εκατοντάδες μελέτες καί άρθρα πού δημοσίευσε σέ περιοδικά, πρακτικά συνεδρίων καί συλλογικούς τόμους.
Βιβλία αναφοράς γιά τίς νεοελληνικές σπουδές.
1. Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα, είσαγωγή-σχόλια (1957).
2. Βίβλωγραφία μονόφυλλων από τό Άρχειοφυλακείον Λευκάδος 1800-1863, μέ τόν Βασίλη Παναγιωτόπουλο (1966).
3. Μηχανισμοί της αγροτικής οικονομίας στην Τουρκοκρατία, 15ος-16ος αίω 1976
4. Ή οικονομική δομή των Βαλκανικών χωρών, 15ος-19ος αί., Εισαγωγή, επιλογή καί μετάφραση άρθρων (1979).
5. Ελληνική οικονομία καί κοινωνία, ιη’-ιθ’αί: υποθέσεις καί προσεγγίσεις (1982).
6. Ιστορική έρευνα καί ιστορική παιδεία (1982).
7. Γεώργιος Τυπάλδος-Ίακωβάτος, Ιστορία της Ιόνιας Ακαδημίας, Έκδοση, εισαγωγή, σχόλια (1982).
8. Ζητήματα ιστορίας (1983).
9. Οικονομία καί νοοτροπίες (1988).
11. Ιστορικά άπεικάσματα (1995).
12. Πατριδογραφήματα (2003).
13. Ελληνική Οικονομική Ιστορία, ιε-ιθ’αί (2003).
14. Βίωση καί καταγραφή τοϋ οικονομικού (2007).
15. Υπομνήσεις. Ιστορικά σημειώματα (2014).

Γιά τό τελευταίο φετινό βιβλίο θά πούμε λίγα λόγια αντί γιά τή λεπτομερή του παρουσίαση. Περιέχει 46 άρθρα τοϋ Σπύρου I. Άσδραχά πού δημοσιεύτηκαν σέ κυριακάτικα φύλλα της εφημερίδας Ή Καθημερινή, από τίς 28 Ιουνίου 2009 ως τίς 16 Σεπτεμβρίου 2012, μέ μία εντυπωσιακή σχετική εικόνα σέ κάθε δημοσίευση. Τό βιβλίο εκδόθηκε από τόν εκδοτικό οίκο Θεμέλιο σέ 239 σελίδες μέ ευρετήριο καί πίνακα πρώτων δημοσιεύσεων. Τό επιμελήθηκαν επιστημονικά ή Ευτυχία Λιάτα, ή Άνν α Ματθαίου, ή Πόπη Πολέμη καί ή Αγγελική Χριστοδούλου. Ή ‘Άννα Μαλικιώση είχε τήν τυπογραφική επιμέλεια. Τό ένα τρίτο τών κειμένων μπορούν νά θεωρηθούν αυτοτελή, χωρίς συνέχεια, παρόλο πού παρατηρούνται κάποιες συγγένειες μέ άλλα. Τά δύο τρίτα τών κειμένων αρθρώνονται άτυπα σέ οκτώ θεματικές συστάδες, πού απλώνονται από δύο μέχρι οκτώ κείμενα, σχεδόν πάντα δημοσιευμένα διαδοχικά. Ό συγγραφέας αρκετές φορές σημειώνει ή υπαι­νίσσεται έ’να σημαντικό γεγονός της επικαιρότητας πού στάθηκε αφορμή γιά τήν επιλογή τοΰ θέματος. Άλλά μέχρι εκεί· ή αυστηρή επαγγελματική του δεοντολογία δεν του επιτρέπει ούτε αναχρονισμούς ούτε εύκολους παραλληλισμούς καί υπο­νοούμενα.

Δέν έχουμε νά κάνουμε μέ συναγωγή κειμένων πού θυμίζει τόν τύπο των Άτακτων τοΰ Αδαμαντίου Κοραή, δηλαδή ταχτοποίηση καί αξιοποίηση μέ τή δη­ μοσίευση των υπολοίπων τού ερευνητικού αρχείου ενός λογίου, προκειμένου νά μήν μείνουν κατάλοιπα, αλλά περιπτώσεις επιλεγμένων από τόν συγγραφέα μαρ­τυριών, πού δέχτηκαν ιστοριογραφικές επεξεργασίες, χωρίς άμεσο σκοπό δημο­σίευσης καί έμειναν στό πίσω μέρος τοΰ μυαλού του καί τής φοβερής μνήμης του καί ανακλήθηκαν όσες φορές χρειάστηκε γιά νά δεχθούν νέες επεξεργασίες καί νά συνδυαστούν μέ νέες ανακαλύψεις μαρτυριών ή ιστοριογραφικών προσεγγί­σεων άλλων, άπό τά απέραντα διαβάσματα μιας ζωής. Όλ α αυτά, περισσότερο θησαυρίσματα μνήμης παρά σημειώσεων καί γραπτών επεξεργασιών, πού μπο­ρούσαν εύκολα νά ανακληθούν καί νά τεκμηριωθούν άπό τά πρόχειρα βιβλία τής βιβλιοθήκης καί άπό τό εργαστήριο τού λογίου.

Ό χώρος είναι συχνά ή ύπαιθρος καί οί άνθρωποι της, μέ τόν αγώνα τής επι­ βίωσης τών κατακτημένων, τών απόκληρων, τών καθημαγμένων τής γής, τών αν­θρώπων τής πρωτόγονης επανάστασης, τών αυθεντιών τής επίδειξης καί τοΰ με­γαλείου καί τών ενδιάμεσων αγροτικών καί αστικών υποκειμένων, πού έζησαν μέ επάρκεια κάλυψης τών αναγκών τους. Συχνά εμφανίζεται ή αγορά μέ τή λει­τουργία, τις ρυθμίσεις, τή διακίνηση τών αγαθών καί τό πανηγύρι. Ή βιοτεχνία τής πόλης καί τό σπίτι μέ τήν οικοτεχνία, τήν παρασκευή τοΰ φαγητού, τήν επίπλω­ση, τόν εγχώριο καί τόν εισαγόμενο εξοπλισμό. Οί άνθρωποι μέ τά ενδύματα καί τά κοσμήματα. Άλλ α κείμενα προσεγγίζουν ιδεολογίες, βιώσεις, νοοτροπίες καί αναμετρούν τις συμβολές κάποιων πού συνέβαλαν ξεχωριστά στή χάραξη τους.

Θά έλεγα γενικεύοντας ότι τό βιβλίο είναι μεστός καρπός τής κατανοητικής προσπάθειας τοΰ ιστορικού, πού υπηρέτησε καί ανέδειξε έξηγητικά σχήματα καί μηχανισμούς τής ιστορικής πορείας, στόν μεγάλο καί στόν μεσαίο ιστορικό χρόνο, καί τώρα δανείζεται κάτι άπό τού ανθρωπολόγου τήν αρματωσιά καί τούς ρυθ­μούς καί προσπαθεί νά αποκωδικοποιήσει όσα άπό τά σημαινόμενα τών μαρτυ­ριών έμεναν απροσπέλαστα στήν ως τώρα ερευνητική προσπάθεια.

Κι εμείς «πού τόν υμνούμε, μέ καρδιά αναμμένη»,νιώθουμε ευγνωμοσύνη γιατί υπήρξε καί υπάρχει ό Σπύρος I. Άσδραχάς. Γιατί καλλιέργησε τά ταλέντα πού ή φύση «δίνει μοναχά στά διαλεχτά παιδιά της», γιά νά φθάσει σέ υψηλά επίπεδα πνευματικής καλλιέργειας, προσδιορισμένης κοινωνικής συνείδησης καί σεβασμού τών άγραφων κανόνων τοΰ επαγγέλματος τοΰ ιστορικού. Γιατί κατόρ­θωσε νά συγκεντρώσει καί νά κατανοήσει τις ιστορικές πηγές καί νά θέσει τά ερωτήματα του Ιστορικοί) στίς μαρτυρίες, γιά νά πάρει τις απαντήσεις πού θά μπο­ρούσαν νά τοΰ δώσουν, γιά νά τις χρησιμοποιήσει στίς μελέτες πού σχεδίασε και πάντως στίς ισόβιες ερευνητικές του απορίες, γιά νά μπορεί νά προχωρά στίς επόμενες ή «ευθύς τού κόσμου τών συναδέλφων και τών μαθητών νά τις χαρί­σει», μέ τήν ελπίδα νά πάνε τά πράγματα πιό πέρα από τά δικά του όρια.

Ή Λευκάδα γιά τόν Σπύρο I. Άσδραχά δέν ήταν και δέν είναι ιστορικό του εργαστήριο, όπως ήταν γιά τόν Σβορώνο και λιγότερο γιά τόν Ροντογιάννη, παρόλο πού γνωρίζει τί σημαίνει ή βαθιά γνώση ενός τόπου, τών ανθρώπων του και της ιστορικής τους περιπέτειας, γι’ αυτό προσπάθησε νά τήν αποκτήσει. Γι’ αυτόν ό ιστορικός, γιά κάθε φαινόμενο ή γεγονός πού καταπιάνεται, ξεκινά από τις πηγές και εξετάζει τις μαρτυρίες καθώς επιμένει νά λέει «είμαι αντίθετος τού έωλου θεωρητικού λόγου»…«Επιμένω νά λέω ότι ό ιστορικός είναι κατ’ εξοχήν ένας εμπειριστής· δουλεύει μέ “ρεάλια” και οπωσδήποτε ό ιστορικός»…«απο­βλέπει μέσα από συγκεκριμένα παραδείγματα νά επιτυγχάνει τό μέγιστο δυνατό τών διασταυρώσεων διαφορετικών σκεπτικών, θά έλεγα ακόμα, διαφορετικών ευαισθησιών ενόψει μιάς κατανόησης τών πραγμάτων και μιας αύτοκατανόησης»

Τριαντάφυλλος Ε. Σκλαβενίτης

(Το κείμενο είναι η ομιλία του Τριαντάφυλλου Ε. Σκλαβενίτη στην εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε στα εγκαίνια της 2ης έκθεσης βιβλίου που έγιναν στις 7 Αυγούστου 2014 και ήταν αφιερωμένη στον Ιστορικό Σπύρο Ι. Ασδραχά. Δημοσιευμένο τώρα στο τεύχος 61 (Δεκέμβριος 2014) του περιοδικού Τα Ιστορικά, σ. 261-267)

Διαβάστε για τον Σπύρο Ασδραχά:
Τίμα τάν ἔλαχας Σπάρταν

Διαβάστε άρθρα του Σπύρου Ασδραχά:
Ο τόπος και οι άνθρωποι στη Λευκάδα
Συλλογικά και ατομικά άλγη στη Λευκάδα – Του Σπύρου I. Aσδραχά
Κοινωνική συνοχή, ταξικότητα και εθνισμός

Προηγουμενο αρθρο
ΕΦΕΤ: Ανακαλεί πατατάκια που έχουν μέσα κομματάκια ξύλου
Επομενο αρθρο
Η Νομαρχιακή Νέας Δημοκρατίας Λευκάδος για το ΤΕΙ

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.