HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣΔιεθνές Φεστιβάλ Φολκλόρ Λευκάδας: Μια βόλτα στο παρελθόν, με τον Πάνο Φέξη

Διεθνές Φεστιβάλ Φολκλόρ Λευκάδας: Μια βόλτα στο παρελθόν, με τον Πάνο Φέξη

Γράφει ο Πάνος Φέξης

Κάθε καλοκαίρι  οι Λευκαδίτες  ζούσαν σε  ένα όνειρο, ένα όνειρο που ήταν γεμάτο από  φως, μουσική, χορό,  ζωντάνια, μεγάλα ξενύχτια και τραγούδια  στα στενά και στις γειτονιές  που μοσχοβολούσαν τα αγιοκλήματα τα γιασεμιά και τα νυχτολούλουδα.

Mια πόλη που για λίγες ημέρες δεν θα κοιμόταν, θα ξενυχτούσε, θα χόρευε θα ερωτευόταν, θα μεθούσε από την ομορφιά της ζωής και των  νιάτων  αγοριών και κοριτσιών  από όλες τις άκρες της  γης.

Οι Λευκαδίτες άσχετα αν ήξεραν η δεν ήξεραν ξένες γλώσσες είχαν καταφέρει να επικοινωνούν με τα ξένα χορευτικά γκρουπς, κάνοντας νοήματα ή  με τα μάτια της ψυχής και των συναισθημάτων, λίγοι ήταν αυτοί   που ήξεραν μια αράδα αγγλικά,  ιταλικά η φραντσέζικα. Την κατάσταση την έσωζαν οι φοιτητές και οι καλοί μαθητές  των γυμνασίων  που ήξεραν αγγλικά, ιταλικά και γαλλικά για αυτό και αυτοί  ήταν και  οι ξεναγοί των συγκροτημάτων.

Όλοι είχαν κάτι να προσφέρουν, άλλος πολύ άλλος  λίγο, δεν έπαιζε και πολύ μεγάλο ρόλο. Ο σκοπός ήταν να περάσουν καλά οι φιλοξενούμενοι επισκέπτες και οι Λευκαδίτες  και να μπορεί η φήμη  της διοργάνωσης  του φεστιβάλ να ταξιδεύει λαμπερή στις χώρες που φιλοξενούσαμε και όχι μόνο…  Ολοι ζούσαν για τις λίγες μέρες του φεστιβάλ που η πόλη άλλαζε μορφή αλλά  και διάθεση, όλοι ήταν υπερήφανοι για το νησάκι μας την Λευκάδα αυτό το μικρό νησί του χάρτη στο οποίο γινόταν με μεγάλη επιτυχία το μοναδικό φεστιβάλ στον ελλαδικό χώρο και είχε καταφέρει να φιλοξενεί κάθε Αύγουστο χορευτικά συγκροτήματα από όλο τον κόσμο… Παντού κυμάτιζαν οι σημαίες των κρατών που ήταν καλεσμένα στη μεγαλοπρεπή αυτή γιορτή των εθνών.

Οι κάτοικοι έβαζαν τα καλά τους , τα πάντα άλλαζαν για λίγες μέρες  στην μικρή μας πόλη μικροί και μεγάλοι συζητούσαν όλοι το ίδιο θέμα για το  ποιες χώρες θα έρχονταν  φέτος και η  μιζέρια έδινε την θέση της στην περηφάνια  από τα λίγα φώτα που άναβαν στις κολόνες της ΔΕΗ, που με το φως τους πλημμύριζαν την κεντρική αγορά και την κεντρική πλατεία.

 Οι εφημερίδες των Αθηνών έγραφαν πάντα κολακευτικά σχόλια και διαφήμιζαν  τις γιορτές της Λευκάδας σε όλη την Ελλάδα. Άλλωστε το φεστιβάλ της Λευκάδας και το φεστιβάλ Αθηνών  ήταν τα μοναδικά φεστιβάλ στον ελλαδικό χώρο.

 Αλλά και οι ντόπιες εφημερίδες δεν πήγαιναν πίσω, ειδικά η εφημερίδα «Λευκάς» του Τάκη Μαμαλούκα και αργότερα του γιου του Λάκη.

Ο Λάκης  ήταν λάτρης της λευκαδίτικης διασκέδασης και πάντα συμμετείχε σε ύλες τις εκδηλώσεις, αφιέρωνε  ολόκληρα άρθρα για τις βραδιές που διασκέδαζαν οι Λευκαδίτες  στα εστιατόρια και τις ταβέρνες της πόλης, ποιός ξεχνά τα βράδια στο κήπο  της  Χαράς στην ταβέρνα του Μπάμπη του Φραγκούλη  που ήταν στο στενό της Μητρόπολης, να έχουν στήσει πανηγύρι οι Βούλγαροι χορεύοντας,  και δίπλα στο ίδιο στενό στην ταβέρνα  «Ρομάντικα»  του Γιώργου και της Βούλας να παίζουν μουσική με τα πνευστά τους  και να χορεύουν ξέφρενα «άβα ναχιλα χάβα»  οι Ισραηλίτες.

Στο στενό της αγίας Παρασκευής, στην ταβέρνα  του μπάρμπα Νίκου του Ρεγάντου  βραδιές Ιταλίας.  Οι Ιταλοί έδιναν το μεσογειακό χρώμα τους με μαντολίνα και κιθάρες  με το καλά «μπρίτζελα» μια… κάπου κάπου  τους σεκοντάριζε παίζοντας με το στόμα του κορνέτα ο κυρ Κώστας ο ντε Βαλαμόντε. Πάντα γελαστοί και πρόθυμοι ο Γιώργος και ο Αντώνης  σέρβιραν τους θαμώνες. Στο  «Adriaticα»  στην Πεφανερωμένης, ο Αντρέας  με την μοναδική κουζίνα  και φιλοξενία  του. Εκεί κι  ο Νιόνιος  ο  Κόγκας κατά κόσμο δικέφαλος, έδινε και έπαιρνε, ήταν βλέπετε  λάτρης του ανατολικού μπλοκ, ειδικά στα συγκροτήματα από την Ρωσία έδινε και την ψυχή του προκειμένου να είναι μαζί  τους. Κάθε καλοκαίρι ήταν πάντα  φουλ ερωτευμένος, φάτε μάτια ψάρια  βέβαια,  με μια από τις χορεύτριες, πάντα πλατωνικά, που θα την  θυμόταν όλο το χειμώνα και  θα αναστέναζε   καθώς σφράγιζε τα χαρτιά στο δημόσιο ταμείο που εργαζόταν.

 Και βέβαια ο αξέχαστος Βούλης που ήταν πάντα όμορφα ντυμένος με κουστούμι και γραβάτα και φορούσε  όλα τα διακριτικά  μεταλλικά σηματάκια στο πέτο του από όλα τα φεστιβάλ και τις χώρες που είχε επισκεφτεί  στο παρελθόν,  έμοιαζε λες και ήταν Ρώσος  στρατηγός  τόσα πολλά ήταν τα μετάλλια  που φορούσε.  Ήταν η καρδιά του Φεστιβάλ ,το δεξί χέρι του Αντώνη Τζεβελέκη αλλά  και  ο αγαπητός όλων των δημάρχων.

Η δουλειά του  ήταν πολύ δύσκολη, αυτός είχε την ευθύνη της υποδοχής  και της φιλοξενίας όλων των συγκροτημάτων και σαν προϊστάμενος του τμήματος υγιεινής  είχε  και την απόλυτη  ευθύνη της καθαριότητας στα σχολεία που φιλοξενούσαν τα συγκροτήματα αλλά και στα μαγαζιά που έτρωγαν. Μπορεί οι Λευκαδίτες να έκαναν μπάνιο μέσα στον μαστέλο, να μην είχαν ντουζιέρες  και τουαλέτες πολυτελείας αλλά για τους καλεσμένους  είχε φροντίσει σε όλα τα σχολεία στους προαύλιους  χώρους  τους να φτιάξει πολλές  καμπίνες  από κόντρα πλακέ, για να κάνουν το μπάνιο τους οι φιλοξενούμενοι! Ντουζιέρες που σε εμάς τα παιδιά φαίνονταν  κάτι το εξωπραγματικό να πέφτει το νερό από ψηλά στο κεφάλι και στο  σώμα και να πλένονται με σαμπουάν μια και εμείς μέχρι τότε ξέραμε μόνο πράσινο σαπούνι και το «Κλιν» .

Φανταστείτε  ότι εμείς  στο σπίτι μας  εκείνη την εποχή όχι  μόνο δεν είχαμε τρεχούμενο νερό από την  βρύση αλλά  ούτε καν τουαλέτα… βέβαια ας ήταν καλά οι Αλυκές και τα Βαρδάνια… Φρόντιζε ακόμα και για εκδρομές σε όλο το νησί άλλες φορές με καΐκια και άλλες με το δικό τους πούλμαν  προκειμένου να τους δείξει τις ομορφιές και τις παραλίες του νησιού. Στα εστιατόρια και στις ταβέρνες υπεύθυνος ήταν ο Θοδωρής ο Μαλλιαρής, πωρωμένος  και αυτός με το Φεστιβάλ, έκανε τον έλεγχο για την καλή ποιότητα των φαγητών και την άψογη  εξυπηρέτηση των συγκροτημάτων. Κάθε μεσημέρι  περνούσε από τα εστιατόρια που είχαν αναλάβει την σίτιση, δοκίμαζε όλα τα μενού και  την ποσότητα των μερίδων, δεν έπρεπε να υπήρχαν παράπονα για μικρές και λίγες ποσότητες έπρεπε να είναι όλα πλουσιοπάροχα.

Ο Πάνος ο Κομεντινός, σύμβουλος του Φεστιβάλ είχε την ευθύνη για όλες τις μεταλλικές κατασκευές βλέπετε το επάγγελμα του ήταν σιδηρουργός, όλες οι γιρλάντες ήταν φτιαγμένες από τα χέρια του πάντα βέβαια σε σχέδια του Θανάση  Σίδερη!

Στα οικονομικά ο Γιώργος Κατωπόδης, Μπούδος το παρατσούκλι του, ξενοδόχος το επάγγελμα, ιδιόκτητης του «Hotel Πάτραι»  αυτός είχε αναλάβει  τα οικονομικά τις εισπράξεις και τις πληρωμές δεν ήταν εύκολος αντίπαλος, έξυπνος και άξιος άνθρωπος και αυτός δεξί χέρι  του Τζεβελέκη  αλλά και όλων των δημάρχων, έχαιρε τον σεβασμό όλων. Ο λόγος του ήταν συμβόλαιο αλλά και εντολή και κανείς δεν του έφερνε καμία αντίρρηση.                                                                                                                                                                                                                                                                  Οι φυλακές της Λευκάδας  στα Βαρδάνια, σημερινό Δικαστικό Μέγαρο με απόφαση της τότε κυβέρνησης είχαν κλείσει, ένας τεράστιος χώρος που είχε επιλεγεί να γίνει εργαστήριο για τις ανάγκες του Φεστιβάλ με ευθύνη του δήμου Λευκάδας.

Έτσι λοιπόν από την αρχή του καλοκαιριού είχαν αρχίσει οι εργασίες  για τον διάκοσμο τόσο της πόλης όσο και για την δημιουργία των σκηνικών του παταριού της πλατείας που την καλλιτεχνική επιμέλεια είχε ο Θανάσης ο Σιδέρης ο οποίος κάθε μέρα ζωγράφιζε  σε τεράστια  τελάρα ζωγραφικής κι όταν λέμε τεράστια, φανταστείτε ότι μόνο το ύψος  τους  ξεπερνούσε τα τρία μέτρα, ήταν φτιαγμένα ειδικά για να διακοσμήσουν το πατάρι της κεντρικής πλατείας και μάλιστα ήταν και η μεγάλη έκπληξη την βραδιά της έναρξης των γιορτών. Πολυπράγμων πολυμήχανος και εφευρετικός  ο Θανάσης και ένα μεγάλο επιτελείο από μαστόρους βοηθούς  και εθελοντές, γέμιζαν τους άλλοτε σιωπηλούς χώρους των φυλακών με φωνές γέλια πειράγματα σπόντες και ψιλό κουτσομπολιά αλλά όλοι στόχευαν στο καλύτερο  δυνατό αποτέλεσμα!

Στο πάτωμα απλωμένος ένας τεράστιος μουσαμάς στις διαστάσεις της πλάτης  του παταριού που αποτελούσε το σκηνικό με τα διακριτικά του φεστιβάλ  και πάνω στο μουσαμά, ξυπόλυτος ο Θανάσης  περπατούσε φορώντας μόνο κάλτσες για να μην λερώνει τον καμβά του και σχεδίαζε γεμίζοντας με χρώματα και δίνοντας στο σκηνικό του  ζωή.

 Ο Γιώργος ο Λευκαδίτης ή Γρουσούζης, μεγάλο πειραχτήρι αλλά και σπουδαίος μάστορας είχε αναλάβει όλα τα ηλεκτρολογικά του φεστιβάλ μαζί με τον   βοηθό του τον  Μάκη Μιχελή.

Οι δυό τους είχαν στήσει το δικό τους εργαστήρι,  ο Μάκης είχε βαρεθεί να  κόβει καλώδια, να βιδώνει ντουί και να περνά τα καλώδια με μονωτική ταινία  στις μεταλλικές γιρλάντες  που είχε φτιάξει στο σιδεράδικο του ο Πάνος Κομεντινινός και με  μεγάλη μαστοριά και λεπτομέρεια μια και ήταν και αυτός μέλος της επιτροπής του φεστιβάλ, έκανε  ανά είκοσι πόντους μια τρύπα και ένα ντουί και σε άλλο πάγκο αραδιασμένες ηλεκτρικές λάμπες.

 Εγώ πιτσιρικάς, βοηθούσα τον Θανάση στο βάψιμο τους, ήταν η πρώτη φορά στην ζωή μου που  έκανα κάτι τόσο πολύ χαρούμενος. Μου είχε δείξει μια τεχνική που και σήμερα ακόμα την χρησιμοποιώ. Τις έβαφα  κόκκινες, μπλε, κίτρινες  πολλές λάμπες πάρα πολλές λάμπες!  Βλέπετε εκείνη την  εποχή  δεν υπήρχαν χρωματιστές  λάμπες στην αγορά.  Με πλαστικό χρώμα λοιπόν βαμμένη η ηλεκτρική λάμπα που θα χάριζε το φως της γιορτής σε όλη την πόλη.

Σ’ ένα μεγάλο ξύλινο πάγκο έφτιαχναν τα στρογγυλά πάνελ που θα έμπαιναν στην μέση της γιρλάντας της αγοράς, τα οποία ήταν κατασκευασμένα από λεπτό κόντρα πλακέ βαμμένα λευκά και επάνω τους ζωγραφισμένο το σήμα του φεστιβάλ δηλαδή μια μπλε υδρόγειος και γύρω  της μικρά ανθρωπάκια αγόρια και κορίτσια με ενδυμασία λευκαδίτικη να χορεύουν. Αυτό το σήμα το  έβλεπες παντού στην πόλη, στις γιρλάντες στην αγορά  και στις κολόνες μαζί και  τις σημαίες των κρατών που θα λάμβαναν μέρος στις γιορτές. Την επιμέλεια όλων αυτών των αναρτήσεων είχε ο Νίκος ο Σκορδέας  μεγάλος συντελεστής της προσπάθειας  πάντα ανεβασμένος πάνω στο μεγάλο σιδερένιο αυτοσχέδιο πύργο του, τέσσερα μέτρα ύψος τουλάχιστον, που κινούνταν πάνω σε περιστρεφόμενες ρόδες κι από μπαλκόνι σε μπαλκόνι  της αγοράς  κρεμούσε και συνέδεε τις αυτοσχέδιες κατασκευές…. Σιγά σιγά η πόλη άλλαζε μορφή οι κάτοικοι βλέποντας τα χρώματα τις σημαίες των κρατών να κυματίζουν πλάι στην ελληνική, το φως να πλημυρίζει τους δρόμους, έμπαιναν στο κλίμα και όλοι περίμεναν την μεγάλη παρέλαση και την έναρξη των γιορτών στην πλατεία.

Στην πλατεία λοιπόν, επικρατούσε χάος,  ένα ποτάμι από εθελοντές, τεχνικούς, καλλιτέχνες μπογιατζήδες  ηλεκτρολόγους, μαραγκούς ραδιοτεχνίτες  και περίεργους!

Οι υπάλληλοι του δήμου  έσκαβαν λακκούβες γύρω από την πλατεία και τοποθετούσαν  ξύλινους χοντρούς πασσάλους για να την κλείσουν περιμετρικά  αφήνοντας μια είσοδο προς τον άγιο Σπυρίδωνα, μια είσοδο προς την Νομαρχία και μια πόρτα από την πλευρά του ζαχαροπλαστείου του Λάμπρου.

Έφτιαχναν ένα όμορφο ξύλινο φράχτη  και απέκλειαν την πλατεία  για μια εβδομάδα, καρέκλες και τραπέζια από όλα τα καφενεία εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία έφευγαν ακόμα και η πιάτσα των ταξί έκλεινε προκειμένου να γίνουν οι γιορτές.

Αν και αυτό δημιουργούσε πρόβλημα στα γύρω μαγαζιά, κανείς μαγαζάτορας δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ, αντιθέτως μάλιστα όλοι βοηθούσαν με εξαίρεση ίσως κάπου – κάπου τον Λάμπρο τον ζαχαροπλάστη που ξίνιζε λιγάκι που θα του περισσεύανε λίγοι λουκουμάδες αλλά κι αυτού του περνούσε γρήγορα το γινάτι ειδικά όταν έβλεπε τον γιό του να χορεύει τσολιάς  στο πατάρι της μικρής μας πλατείας…

Η πλατεία  ήταν γεμάτη από δοκάρια και κόντρα πλακέ. Ο αρχιμάστορας  ο Βαγγέλης ο Βλάνος μ΄ένα μεγάλο ψάθινο καπέλο, έχοντας πάντα κρεμασμένο στο λαιμό του το σκεπάρνι του ίδρωνε και ξεΐδρωνε κόβοντας και καρφώνοντας μαδέρια και πάνελ, μετρούσε ξαναμετρούσε  έκοβε και κάρφωνε ο Βαγγέλης μέσα στο λιοπύρι φτιάχνοντας το μεγάλο πατάρι μπροστά από του «Μονόκωλου»  σημερινό «casbah» το πατάρι που έπιανε  από το στενό του  εστιατόριου του Πέτρου Μάλφα μέχρι το στενό του Πούλου.  Εκεί οι υπάλληλοι της ΔΕΗ είχαν φέρει για πρώτη φορά μεγάλη και δυνατή γραμμή για τις ανάγκες του φεστιβάλ  το δε μήκος του παταριού  έφτανε λίγα μέτρα πριν  το  Πεντοφάναρο που ήταν και οι πρώτες θέσεις των επισήμων.

 Το πίσω μέρος του παταριού στο μαγαζί του Μονόκωλου,  τότε εγκαταλελειμμένο, χρησιμοποιούταν  για αποδυτήρια των χορευτών. Είχε πόρτες εμπρός και πίσω που οδηγούσαν στο στενό του Μάλφα. Εκεί φτιάχτηκε μια ράμπα για να μπορούν οι χορευτές να αλλάζουν θέσεις και να ανεβοκατεβαίνουν στο πατάρι  γρήγορα και πίσω από το σκηνικό προς το μέρος του Πούλου υπήρχε μια κρυφή σκάλα για την αποχώρηση των χορευτών στο τέλος του προγράμματος.

Είχαν  μείνει τρεις μέρες μέχρι την Κυριακή που ήταν και η έναρξη. 

Τεράστια ταμπλό  πανομοιότυπα με εκείνα των κινηματογράφων της εποχής που διαφήμιζαν τις ταινίες, στήνονταν στην πλατεία και σε άλλα στρατηγικά σημεία της πόλης και με  καμάρι οι Λευκαδίτες  κουβέντιαζαν για τα κράτη που θα έπαιρναν μέρος και θα γέμιζε η πόλη από  χαρούμενα νεαρά πρόσωπα όλων των αποχρώσεων και φυλών!

Συνεχίζεται

Προηγουμενο αρθρο
Διακοπή νερού αύριο, Πέμπτη 25/8, σε οικισμούς του νησιού
Επομενο αρθρο
Βίντεο από την χθεσινή χορευτική παρέλαση του 60ου Φεστιβάλ Φολκλόρ της Λευκάδας

3 Σχόλια

  1. ΦΑΙΔΡΑ
    1 Σεπτεμβρίου 2022 at 21:42 — Απάντηση

    Εράσμιο και ζωντανό το κείμενο σας αξιότιμε κε Φέξη. Ο αναγνώστης νοιώθει τη νοσταλγία. Κρατάει ήχους, εικόνες, με τα αποτυπώματα της σκέψης σα χνάρια ελαφροπατητά.
    Υποκλίνομαι λοιπόν στην παραστατική με σεβασμό αναφορά σας στους αείμνηστους πρωτεργάτες -πεισματικούς οραματιστές-του εγχειρήματος που πάνω από όλα έβαλαν το καλό του νησιού , που έδειξαν το δρόμο για την αναβάθμιση του τόσο σε πνευματικό επίπεδο, όσο και σε επιστημονικό και καλλιτεχνικό , σε εποχές δύσκολες ,με αγάπη ανιδιοτέλεια διάθεση για προσφορά, και πρό παντός με υψηλούς στόχους. ΗΘΕΛΑΝ ΤΟ ΦΟΛΚΟΡΙΚΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΛΕΥΚΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ, να είναι το « ΓΕΓΟΝΟΣ», -ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ- ΚΙ ΟΧΙ ΑΠΛΗ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ. Διέβλεπαν τη σημασία του εγχειρήματος για το μέλλον του νησιού και τις ευεργετικές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς.
    Τιμή σε όλους όσους με σεβασμό μνημονεύετε , επώνυμους και ανώνυμους , στα φώτα της πλατείας και πίσω από αυτά.
    Δε θα σταθώ στην ιστορία του φεστιβάλ( μεγάλο κεφάλαιο) –την οποία ειρρήσθω εν παρόδω -καταγράφει εξόχως ( μεταξύ άλλων ) η κα Χαρά Παπαδάτου στην εισήγηση της στην ημερίδα για τα 60 χρόνια Λόγου και Τέχνης στην Λευκάδα που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 26 Ιουλίου 2015. Ούτε στο σύγχρονο προφίλ του , στη στόχευση του κ.λ.π.
    Ας μου επιτραπούν όμως κάποιες γενικές παρατηρήσεις..
    Δεν γνωρίζω αν είναι διαθέσιμες μελέτες που να αφορούν στις επιπτώσεις του φεστιβάλ στην οικονομική ανάπτυξη του νησιού, στην απασχόληση, στον τουρισμό, και την προώθηση της Λευκάδας ως επώνυμου προορισμού , καθώς επίσης μελέτες για τη συμβολή του φεστιβάλ στην προώθηση της κοινωνικής συνοχής και του διαπολιτισμικού διαλόγου, που θα επέτρεπαν να συνάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα.
    Τα φεστιβάλ αποτελούν καταλύτες ανανέωσης και όχι απλώς στοιχεία του πολιτιστικού προφίλ μιας πόλης. Εντάσσονται δυναμικά στο οπλοστάσιό της για τη θεμελίωση της νέας της εικόνας και τη διαφοροποίησή της σε έναν όλο και πιο ανταγωνιστικό κόσμο. Εναρμονίζονται δε με τις στρατηγικές των πόλεων που τα φιλοξενούν ώστε να επιτυγχάνονται τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη σε τοπικό επίπεδο.

    Η πρωταρχική, όμως, ανάγκη των φεστιβάλ, για συλλογική δημιουργία και εορτασμό, παραμένει διαχρονική και άσβεστη. «Βίος ἀνεόρταστος μακρὴ ὁδὸς ἀπανδόκευτος» (ζωή χωρίς γιορτή είναι μακρύς δρόμος χωρίς πανδοχείο) έλεγε ο Δημόκριτος. Εντείνεται μάλιστα, καθώς οι άνθρωποι αναζητούν διεξόδους από τος άλγος της καθημερινότητας αλλά και τρόπους εκτόνωσης των αρνητικών συναισθημάτων και σκέψεων που αυτή προκαλεί.
    Αν αναλογιστούμε δε τη λειτουργία των φεστιβάλ ως καταλυτών της κοινωνικής συνοχής, αλλά και ως μοχλών οικονομικής ανάπτυξης, προκύπτει εύλογα ότι υπάρχει ζωτικός χώρος και χρόνος για τα φεστιβάλ στο σύγχρονο κόσμο. Θαρρώ δε πως στις δεδομένες συνθήκες, αδήριτη είναι και η ανάγκη για τον ευρηματικό σχεδιασμό τους, την αποτελεσματική τους διοργάνωση και την αξιοποίησή τους ως στρατηγικών εργαλείων στο πλαίσιο αστικών, περιφερειακών και εθνικών στρατηγικών αλλά και την επίτευξη κοινωνικών, οικονομικών και πολιτιστικών στόχων.

    Εν αναμονή της συνέχειας της λυρικής αφήγησης σας…..

  2. Δελαπόρτα Αλεξάνδρα
    25 Αυγούστου 2022 at 12:41 — Απάντηση

    Γλαφυρή περιγραφή… μπράβο… μας ταξιδέψατε στο, χρόνο…

  3. Θ. ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ
    25 Αυγούστου 2022 at 10:18 — Απάντηση

    Καταπληκτικό άρθρο Πανό!!! Όχι απλά μας ταξίδεψες… Όχι απλά ανεδειξες αυτή την άλλη Λευκάδα του ανεπιτήδευτο του ρομαντικού του αυθόρμητου αλλά κατεγραψες ουσιαστικά την ιστορία του ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΛΕΥΚΑΔΟΣ όχι ψειμιθιωμενη μα ιστορία ζωντανή και πραγματική!!! Συνέχισε… Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η αφήγηση σου…

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.