HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΕπτάνησα: ιστορική διαδρομή, Ένωση με την Ελλάδα, συνέπειες

Επτάνησα: ιστορική διαδρομή, Ένωση με την Ελλάδα, συνέπειες

Της Πηνελόπης Κοψιδά

Σαν σήμερα, 21η Μαίου 1864, 12 το μεσημέρι oι βρετανικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές αναχωρούν από τα νησιά του Ιονίου. Ο τελευταίος Βρετανός Αρμοστής, Σερ Ερρίκος Νάιγκ Στόρξ επιβιβάζεται στη ναυαρχίδα του βρετανικού στόλου της Μεσογείου «Δούξ του Μάλβουρυ» και αναχωρεί. Οι βρετανικές φρουρές στα φρούρια αντικαθίστανται από ελληνικά στρατιωτικά τμήματα, υποστέλλονται οι βρετανικές σημαίες και γίνεται έπαρση της Ελληνικής. Η αγγλική παρουσία, με τον τίτλο της Προστασίας στα Επτάνησα, που στην πράξη δεν ήταν παρά καθεστώς αποικίας, παίρνει τέλος. Η ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα γίνεται πραγματικότητα.

Σε απόσταση αναπνοής από την γειτονική Ιταλία, τα Επτάνησα, αποτελούν γέφυρα που ενώνει την Ελλάδα με τη Δύση αλλά και τη Δυτική Ευρώπη με την Ανατολή. Αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού κόσμου από την αρχαιότητα, τα συναντούμε στα ομηρικά έπη, καθώς υπήρξαν πατρίδα του μυθικού βασιλιά της Ιθάκης Οδυσσέα. Κοινοί ιστορικοί δεσμοί ένωσαν τα Ιόνια νησιά στα πρώτα βυζαντινά χρόνια, όταν αποτέλεσαν τμήμα της αυτοκρατορίας. Από τον 11ο αιώνα τα Επτάνησα δοκιμάστηκαν από τις επιδρομές πειρατών και διαφόρων ηγεμόνων της Δύσης. Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών αποσπάστηκαν από το Βυζάντιο και γνώρισαν διάφορους Φράγκους ηγεμόνες, μέχρι που κατακτήθηκαν στα τέλη του 15ου αιώνα, εκτός από τη Λευκάδα, από Βενετούς.

Η Λευκάδα, το 1479 καταλαμβάνεται από τους Οθωμανούς που η κυριαρχία τους κράτησε για περίπου 200 χρόνια. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, γίνεται το μοναδικό νησί απ’ τα Επτάνησα που γνωρίζει την τουρκική κατοχή. Το 1684 το νησί περνά και αυτό στα χέρια των Βενετών και πλέον η μοίρα του θα είναι η ίδια με τη μοίρα των άλλων νησιών του Ιονίου. Οι Βενετοί ανέδειξαν στα Ιόνια νησιά μια τοπική αριστοκρατία, στην οποία ανατέθηκαν οι τοπικές υποθέσεις. Με την πάροδο του χρόνου καθιερώθηκε ένα μητρώο ευγενείας, η «Χρυσή Βίβλος» («Libro d’ oro»), που απέκλειε έμπορους και τον καθένα που οι πρόγονοι του είχαν ασκήσει χειρωνακτικό επάγγελμα. Έτσι η δημιουργία διακρίσεων οδήγησε σε οξύτατες κοινωνικές αντιθέσεις. Με εξαίρεση την Κεφαλονιά, όπου ποτέ δεν μπόρεσε να επιβληθεί ολοκληρωτικά, η φεουδαρχία θριάμβευε στην περιοχή σ’ όλη τη διάρκεια της βενετσιάνικης κατάκτησης. Οι εξεγέρσεις του λαού και των αγροτών ήταν φαινόμενο περισσότερο από συνηθισμένο. Στα 1797, τα νησιά πέρασαν στη γαλλική κατοχή, που έφερε μαζί της όλα τα δημοκρατικά ρεύματα της γαλλικής επανάστασης, τις ανατροπές και τις μεταρρυθμίσεις.

Η προσωρινή ρωσοτουρκική κατάκτηση (1799 – 1800) επανέφερε την αριστοκρατία στα πράγματα, πιο «διαβασμένη». Τα Ιόνια νησιά απέκτησαν για λίγο τον τίτλο της δημοκρατίας κάτω από την επικυριαρχία του σουλτάνου. Οι εξεγέρσεις απέδωσαν ένα «βυζαντινό σύνταγμα» (ονομάστηκε έτσι, επειδή συντάχθηκε στην Κωνσταντινούπολη) που παραχωρούσε κάποιες ανεπαίσθητες ελευθερίες, ενώ δημιουργήθηκε η «έντιμη αντιπροσωπεία», ένα είδος συμβιβασμού ανάμεσα στους ευγενείς και στους πλούσιους των νησιών.

Η δεύτερη γαλλική κατοχή (1807) δεν είχε καμιά σχέση με την πρώτη, καθώς αυτή τη φορά εκπροσωπούσε τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Η δημιουργία οικονομικής κρίσης που είχε σαν αποτέλεσμα την διαρκώς ογκούμενη λαϊκή αντίδραση, αλλά και τα προβλήματα του Ναπολέοντα διευκόλυναν την προοδευτική αφαίρεση των νησιών από την επιρροή των Γάλλων. Με τη συνθήκη του 1815, πέρασαν στην προστασία της Αγγλίας.

Ο λόρδος μεγάλος αρμοστής Θ. Μαίτλαντ εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα και μέσα σε κλίμα βίας και τρομοκρατίας για το λαό, συνεργάστηκε στενά με την αριστοκρατία. Κοινός τους στόχος η καταπολέμηση της εθνικής συνείδησης των νησιωτών, που είχε φουντώσει μετά την πρώτη γαλλική κατάκτηση. Η ελληνική επανάσταση και η δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους αποτέλεσαν το έναυσμα μακρών αγώνων που απέκτησαν και την πολιτική τους έκφραση μέσα από τις τάξεις του ριζοσπαστικού κόμματος.

Οι Ριζοσπάστες υπήρξαν μια ομάδα διανοούμενων και επιστημόνων με ευρωπαϊκή παιδεία και ανοιχτό μυαλό στις νέες ιδέες , προερχόμενοι κυρίως από την μεσοαστική αλλά και κάποιες φορές , από την αγροτική τάξη. Η πλατφόρμα ιδεολογιών στην οποία κινήθηκαν οι Ριζοσπάστες, είναι επηρεασμένη από τις Γαλλικές επαναστάσεις του 1789 και 1848, από τις επαναστατικές κινήσεις των Καρμπονάρων στην Ιταλική χερσόνησο, από την λεγόμενη Ιουλιανή εξέγερση του 1830 στην Γαλλία, αλλά και από το ελληνικό διαφωτιστικό κίνημα, όπως αυτό διαμορφώθηκε κατά την περίοδο της εθνικής εξέγερσης.

Σκοπός των ριζοσπαστών ήταν όχι μόνο η ένωση με την Ελλάδα, αλλά έθεταν ως στόχο την οικοδόμηση μιας δίκαιης και ελεύθερης κοινωνίας. Πρέσβευαν ένα αίτημα προς την συγκρότηση δημοκρατικής πολιτείας, στη βάση των αρχών της λαϊκής κυριαρχίας και εθνικής ανεξαρτησία. Το κόμμα των Ριζοσπαστών ιδρύθηκε το 1848, μπήκε για πρώτη φορά στην Ιόνιο Βουλή το 1850 και διαλύθηκε αμέσως μετά την ένωση των Ιόνιων νήσων με την Ελλάδα το 1864.

Οι εκπρόσωποί του εργάστηκαν σκληρά για την εκδίωξη της αγγλικής Προστασίας και γι΄ αυτό το λόγο υπέστησαν φοβερούς διωγμούς που εξαπολύθηκαν με τη συνεργασία Άγγλων και ντόπιων αριστοκρατών. Ήρθαν όμως και σε αντιπαραθέσεις μεταξύ τους , που αφορούσαν στον τρόπο που θα πραγματοποιηθεί η ένωση με την Ελλάδα, τις προϋποθέσεις και τους όρους που έθεταν οι δυτικές ευρωπαϊκές δυνάμεις και τη μορφή της πολιτικής διοίκησης που θα εφαρμόζονταν στα νησιά.

Τελικά οι πολυετείς αιματηροί αγώνες του λαού της Επτανήσου, αλλά και το σύνολο των συγκυριών της εποχής, απέδωσαν καρπούς. Η προστάτιδα δύναμη Μ. Βρετανία έκρινε πως η κατοχή των νησιών δεν αποτελούσε πλέον ζωτικό συμφέρον για την ίδια. Έτσι, υπογράφεται στις 14 Νοέμβρη του 1863 στο Λονδίνο η συνθήκη της Ένωσης της Επτανήσου με την Ελλάδα, χωρίς την παρουσία έλληνα εκπροσώπου. Τα νησιά δίδονται ως προίκα στο εκλεκτό της Μ. Βρετανίας Δανό πρίγκιπα Γεώργιο τον Α΄, ο οποίος ορκίζεται δυο μέρες αργότερα, στις 16 Νοέμβρη του 1863, Βασιλιάς της Ελλάδας.

Οι όροι που προβλέπει η Συνθήκη είναι σκληροί για τους Έλληνες. Το ελληνικό κράτος υποχρεωνόταν να αυξήσει την ετήσια βασιλική χορηγία κατά 10.000 στερλίνες – ποσό που θα προερχόταν από τα δημόσια έσοδα των Επτανήσων. Επίσης δε θα τροποποιούνταν μετά την Ένωση τα ειδικά προνόμια, που είχαν παραχωρηθεί από την προκάτοχη κυβέρνηση στο εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα ξένων χωρών. Υποχρεωνόταν η ελληνική κυβέρνηση να αναλάβει το κόστος των συντάξεων («διά βίου») και αποζημιώσεων όλων των Άγγλων υπηκόων, που εργάζονταν στις υπηρεσίες της Ιόνιας Πολιτείας και έχαναν την εργασία τους λόγω λήξης της Αγγλικής Προστασίας.

Επιβαλλόταν στα νησιά του Ιονίου καθεστώς πλήρους ουδετερότητας, ώστε να προστατευθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία από εχθρικές κινήσεις εναντίον της. Η Συνθήκη μάλιστα προέβλεπε επιπλέον την κατεδάφιση των φρουρίων όλων των νησιών. Όταν κλήθηκε στο Λονδίνο ο Χ. Τρικούπης, για να επικυρώσει με την υπογραφή της ελληνικής κυβέρνησης τη Συνθήκη αυτή, διαφώνησε εντονότατα με τον όρο της ουδετερότητας και της κατεδάφισης των φρουρίων.

Τελικά με ξεχωριστό Πρωτόκολλο καταργήθηκε η ρήτρα της ουδετερότητας, ενώ η κατεδάφιση περιορίστηκε μόνο στα οχυρωματικά έργα της Κέρκυρας και των Παξών. Επίσης μετά τις διαπραγματεύσεις τέθηκε χρονικό όριο 15 ετών, στα ειδικά προνόμια που απολάμβανε το ξένο εμπόριο και η ξένη ναυσιπλοϊα στα Επτάνησα και κατοχυρώθηκαν οι αρχές της ελευθερίας στη θρησκευτική λατρεία. Τελικά η Συνθήκη υπεγράφη από τον έλληνα εκπρόσωπο το Μάρτη του 1864.

Προηγούμενα, στις 23 Σεπτέμβρη το 1863, η ΙΓ Ίόνιος Βουλή – που ήταν και η τελευταία της Επτανήσου – σε μια πανηγυρική συνεδρίαση εκδίδει το παρακάτω ψήφισμα που αποστέλλεται στη Βασίλισσα της Αγγλίας Βικτορία:
«Αι Νήσοι Κέρκυρα, Κεφαλληνία, Ζάκυνθος, Λευκάς, Ιθάκη, Κύθηρα, Παξοί, και τα εξαρτήματα αυτών ενούνται μετά του Βασιλείου της Ελλάδος, όπως εσαεί αποτελούν αναπόσπαστον αυτού μέρος εν μια και αδιαιρέτω πολιτεία υπό το συνταγματικόν Σκήπτρον της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Α΄ και των διαδόχων Αυτού».

Το κείμενο συνέταξε ο λευκαδίτης βουλευτής Α. Βαλαωρίτης. Κάποιοι από τους παλαίμαχους ριζοσπάστες αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στις εργασίες της Βουλής, όπως και την ημέρα της Ένωσης δεν συμμετείχαν στους πανηγυρισμούς του λαού. Θεωρούσαν ότι η Ένωση έγινε ερήμην του λαού της Επτανησίου Πολιτείας και των Ελλήνων γενικότερα, αφού κλήθηκαν εκ των υστέρων να υπογράψουν ένα έτοιμο κείμενο, και οι όροι τους οποίους προέβλεπε ήταν επαχθείς για το ελληνικό λαό και εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων.

Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης υπήρξε υπέρμαχος της Ένωσης με την Ελλάδα. Σε προκήρυξή του προς τους Λευκαδίτες, λίγο πριν την Ένωση θα γράψει: «Μεγαλύτερη καταφρόνεσι δια το πλάσμα του Θεού δεν είναι παρά να υπόκειται εις ξένους και εις αλλοφίλους. [….] τους Άγγλους τους θέλω φίλους και όχι αφεντάδες». Ριζοσπάστης, αλλά και πραγματιστής στην Ιόνια Βουλή, έγινε συντηρητικός όταν στάλθηκε εκπρόσωπος του νησιού στη Βουλή των Ελλήνων.

Ήταν θερμός υποστηρικτής του νεαρού βασιλιά Γεώργιου, με τον οποίο διατηρούσε πολύ καλή δημόσια, αλλά και ιδιωτική σχέση, γιατί πίστευε ότι μόνο αυτός μπορεί να εγγυηθεί την ενότητα, τη σταθερότητα και την πρόοδο της εξαθλιωμένης χώρας. Στη Ελληνική Βουλή, με λόγους πύρινους, ποιητικούς περισσότερο, παρά πολιτικούς, προσπαθούσε να προβάλλει το εθνικό συμφέρον και να το αντιτάξει στις προσωπικές μικροπολιτικές φιλοδοξίες.

Διακρίθηκε με τη δήλωση που έκανε ότι οι συντοπίτες του θα συνεργάζονταν, χωρίς προτίμηση για το ένα ή το άλλο κόμμα, με τον καταλληλότερο ή ικανότερο πρωθυπουργό αλλά και τον πιο ανιδιοτελή. Θερμός πατριώτης ο ίδιος και υποστηρικτής της Μεγάλης Ιδέας, επιθυμούσε διακαώς να δει την μικρή πατρίδα του να διευρύνει τα σύνορά της, με την απελευθέρωση και των άλλων εδαφών που βρίσκονταν ακόμα υπό οθωμανική κυριαρχία.

Σε ομιλία του θα πει: «Συμπυκωθέντες ήδη εντός στενοτάτου κύκλου, αγανακτούμεν, πάσχομεν ως εκ δυσπνοίας, η ατμόσφαιρα της ελευθέρας Ελλάδος, δεν αρκεί πλέον να διαθρέψει τους πνεύμονάς μας». Θεωρούσε την ένωση των Επτανήσων την αρχή αυτής της διεύρυνσης και προσπαθούσε και μέσα από την ποίησή του να κρατήσει ζωντανό το επαναστατικό φρόνημα του λαού, καθώς πολλοί Έλληνες στέναζαν ακόμα κάτω από του οθωμανικό ζυγό.

Εκλέχθηκε δύο φορές (1865, 1868) βουλευτής Λευκάδας με το κόμμα του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, αλλά απέρριψε τρεις κυβερνητικές προτάσεις για ανάληψη υπουργικών χαρτοφυλακίων. Από τη θέση του βουλευτή αγωνίστηκε σκληρά για την προάσπιση των συμφερόντων της Λευκάδας, που επλήγησαν μετά την Ένωση. Ωστόσο, σύντομα απογοητεύτηκε από την πολιτική κατάσταση, την πρόταξη των ιδιωτικών συμφερόντων και φιλοδοξιών και το 1868 αποσύρεται από την πολιτική και εγκαθίσταται μόνιμα στη Μαδουρή, όπου και θα τελειώσει το βίο του.

Η Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα ενθουσίασε τον απανταχού ελληνικό κόσμο της εποχής. Χωρίς αμφιβολία ήταν μια εξέλιξη που επιθυμούσαν για πολλά χρόνια οι Επτανήσιοι, οι οποίοι, παρά την πολυετή σκληρή δουλεία, ποτέ δεν έπαψαν να αισθάνονται περίσσια την ελληνική τους καταγωγή. Διατήρησαν υψηλό το εθνικό τους φρόνημα και δεν αλλοίωσαν τις ελληνικές τους αρχές. Έχοντας πίστη στην απελευθέρωση του γένους, έδωσαν τη μάχη τους στο δρόμο της ιστορίας, ώστε να έρθει η μέρα που το ελληνικό κράτος θα αποκτούσε τα χαμένα εδάφη του.

Τα πρώτα χρόνια μετά την Ένωση η κατάσταση δεν ήταν εύκολη για τους επτανήσιους. Τμήμα πια ενός εξαθλιωμένου οικονομικά κράτους, το οποίο προσπαθούσε να αντλήσει από τα Ιόνια νησιά οικονομικά οφέλη, αντιμετώπισαν τις ανάλογες συνέπειες. Με νόμο καταργείται η Ιόνιος Ακαδημία καθώς και οι άλλες σχολές της Επτανήσου.

Συγκεκριμένα η Λευκάδα ήρθε σε δεινή θέση λόγω μεγάλης οικονομικής δυσπραγίας, απογύμνωσης από δημόσια ιδρύματα, αναρχίας, έξαρση των ληστρικών επιδρομών, αποκοπής από την γειτονική Αιτωλοακαρνανία. Ο Α. Βαλαωρίτης δεν έπαψε ποτέ να υποστηρίζει την Ένωση, ως τον μόνο δρόμο προς τη λύτρωση του Ελληνισμού. Ωστόσο βλέποντας την εγκατάλειψη των νησιών, με πύρινους λόγους στη Βουλή των Ελλήνων, διεκδικεί καλύτερη μοίρα γι’ αυτά. Σε ομιλία του στο Ελληνικό Κοινοβούλιο το Μάρτη του 1867 για την επανίδρυση του Πρωτοδικείου Λευκάδας, θα πει: «Τις ηδύνατο να φαντασθή ποτέ, Κύριοι, ότι εκπληρουμένης της Ενώσεως, η Λευκάς ήθελε καταδικασθή εν μιας εις παντελή απογύμνωσιν, εις ριζικήν εξόντωσιν, εις άδικον θάνατον;» Και στην ίδια αγόρευση, αφού περιγράφει παραστατικά την εξαθλίωση του λευκαδίτικου λαού, προτρέπει: «Σπείρατε τον πολιτισμόν και θέλετε θερίσει τάξιν και δημόσιαν ασφάλεια [….] Τοιουτοτρόπως θέλετε καταδικάσει την ληστείαν, θέλετε αναπτύξει την γεωργίαν δια της εξασφαλίσεως της δημοσίας τάξεως και θέλετε εμφυσήσει νέον πνεύμα ζωής εις χώραν αξίαν πάσης της στοργής και της αγάπης».

Σήμερα γιορτάζουμε τα 153 χρόνια από την Ένωση της Επτανήσου με την ελεύθερη Ελλάδα. Ολόκληρη η ιστορία της Ένωσης, οι αιματηροί αγώνες, οι αντιπαλότητες, οι διαπραγματεύσεις με τους ξένους προστάτες και οι ύπουλοι χειρισμοί των ευρωπαϊκών δυνάμεων, οι άμεσες αλλά και μακροχρόνιες συνέπειες της Ένωσης για τα νησιά και την ελεύθερη Ελλάδα, γίνονται αντικείμενο θεώρησης και μελέτης μέσα από το πρίσμα της χρονικής απόστασης που μας χωρίζει από αυτή.

Σήμερα δεν νοείται η ύπαρξη των νησιών ανεξάρτητα από την υπόλοιπη Ελλάδα. Η πρόσδεση στο άρμα της, σε βάθος χρόνου πρόσφερε στα νησιά ασφάλεια και έβαλε τέλος στην μοίρα εκείνη που τα ήθελε αποικίες της δυτικής Ευρώπης. Τη μοίρα που ήθελε ένας ολόκληρος λαός να παραδίδεται από τον ένα δυνάστη στον άλλο, πιόνι στη μεγάλη σκακιέρα των διεθνών συμφερόντων. Η ενσωμάτωση της Επτανήσου αποτέλεσε την πρώτη ικανοποίηση της Μεγάλης Ιδέας.

Οι Επτανήσιοι, πολλοί από αυτούς με σπουδές στα Πανεπιστήμια της Ευρώπης, μεταλαμπάδευσαν στη χώρα τις αρχές και τα ιδεώδη του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και πρόσφεραν στην Κοινοβουλευτική ζωή της Ελλάδας την εμπειρία τους από αγώνες πολιτικούς, εθνικούς, κοινωνικούς. Δεν είναι τυχαίο ότι τα πρώτα βήματα του Κοινωνισμού (σοσιαλισμού) στην Ελλάδα συνδέονται με ονόματα Επτανησίων, όπως: του Π. Πανά, του Ρόκου Χοϊδά, του Δρακούλη, του Μαρίνου Αντύπα.

Ο ιδιαίτερος επτανησιακός πολιτισμός άσκησε καθοριστική επίδραση στην πνευματική εξέλιξη της χώρας. Μεγάλες προσωπικότητες, άνθρωποι των γραμμάτων και του πνεύματος, έβαλαν την σφραγίδα τους στην λογοτεχνία, τη μουσική , αλλά και σε κάθε μορφή τέχνης και πολιτισμού. Ανάμεσά τους ο Κάλβος, ο Βαλαωρίτης, ο Λασκαράτος, ο Μαβίλης, ο Ξενόπουλος, ο Πολυλάς , ο Μαρκοράς, ο Σικελιανός και τόσοι άλλοι. Εκεί ωρίμασε το αίτημα για αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας ως μέσου σκέψης και έκφρασης των Νεοελλήνων.

Στον Α. Βαλαωρίτη ανατέθηκε πρώτη φορά επίσημα από το Εθνικό Πανεπιστήμιο να τιμήσει τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄, με ποίημα γραμμένο  στη γλώσσα του λαού, τη δημοτική. Τέλος, λαμπρή και επιβλητική μορφή της Επτανήσου ο κορυφαίος ποιητής Διονύσιος Σολωμός, που το ποίημά του «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» σφράγισε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα τον Ελλήνων και την Εθνική Παλιγγενεσία. Οι δύο πρώτες στροφές του Ύμνου, μελοποιημένες από τον επίσης Επτανήσιο κορυφαίο συνθέτη Νικόλαο Μάντζαρο, με Βασιλικό Διάταγμα της 4ης Αυγούστου 1865, καθιερώθηκαν ως ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας.

Πηγές
Άπαντα Βαλαωρίτη – Τόμος 3 – Ιστορικές Εκδόσεις Λογοτεχνίας – Γ. Μέρμηγκας – Αθήνα.
Πέτρος Πετράτος – Η Ένωση την Επτανήσων με την Ελλάδα.
Κάρολος Μπρούσαλης – Η πορεία των Επτανήσων προς την ένωση με την Ελλάδα –History Report.gr
Μπατίστας Ευάγγελος – Πανεπιστήμιο Πειραιώς – Ιστορία της Επτανήσου, από την Ενετοκρατία έως την ένωση – corfu history
Φίλιππος Π. Βουκελάτος – Η Ιόνιος Πολιτεία, το Ριζοσπαστικό Κίνημα και η Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα – corfu history
aromalefkadas
Βικιπαίδεια

Προηγουμενο αρθρο
30η Συνάντηση Χορωδιών στη Λευκάδα [videos]
Επομενο αρθρο
Κορυφώθηκαν σήμερα στη Λευκάδα οι εκδηλώσεις για την Ένωση των Επτανήσων

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.