HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΗ εκμετάλλευση του δρυοδάσους των Σκάρων από τους κατακτητές

Η εκμετάλλευση του δρυοδάσους των Σκάρων από τους κατακτητές

Της Αναστασίας Β. Γαζη*

Ένα δάσος θυμάται

Μέρος Β΄

Η ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΔΡΥΟΔΑΣΟΥΣ ΤΩΝ ΣΚΑΡΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΤΟΥ ΑΠΟ ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ

8Ἡ περίοδος τῆς Φραγκοκρατίας (1300-1473) μπορεῖ να χαρακτηριστεῖ σκοτεινή γιά τή δασική ἱστορία τοῦ νησιοῦ, καθώς δέν ἔχουν βρεθεῖ ἤ φωτιστεῖ πηγές πού νά ἀναφέρονται τουλάχιστον στά δάση. Μόνο σύμφωνα μέ τόν Ροντογιάννη,(40) ὅταν ὁ Βάλτερος Βρυένιος κληροδοτοῦσε τό 1355 τό νησί στό Γρατιανό Τζώρτζη ἔκανε λόγο γιά τά δάση τοῦ νησιοῦ τῆς Λευκάδος.
Στό παραχωρητήριο –ὅπως τό παραθέτει μεταφρασμένο ὁ Μαχαιρᾶς(41) – ὁ Βρυένιος παραχώρησε στό Γρατιανό Τζώρτζη:

[…] τούς ἀμπελῶνες, τίς γαῖες, καλλιεργήσιμες καί μή, πε-διάδες καί ὄρη, λειμῶνες καί δάση τοῦ νησιοῦ μετά βοσκῶν, μύλων ὑδάτων, χειμάρρων καί ἄλλων δικαιωμάτων δικαιο-δοσιῶν καί ἰδιοκτησιῶν τοῦ ὡς ἄνω φρουρίου […]

Τό παραπάνω διάταγμα δέν ἀναφέρεται σέ συγκεκριμένα δάση, ἀλλά κάνει μιά γενική ἀναφορά σ’ αὐτά, στοιχεῖο πού μπορεῖ νά ἐκτιμηθεῖ μόνο ὡς πρός τήν πληροφορία ὕπαρξης δασῶν στό νησί.

Ἡ ναυπηγική δραστηριότητα τῆς ἐποχῆς ἡ ὁποία προϋποθέτει τή χρήση ξυλείας ἀπό τά δάση, μπορεῖ νά ἀποτιμηθεῖ μέσα ἀπό ἀποσπάσματα τοῦ Χρονικοῦ τῶν Τόκκων. Τό Χρονικό τῶν Τόκκων ἀποτελεῖ ἔμμετρο χρονικό στή μεσαιωνική ἑλληνική γλώσσα, πού ἐξιστορεῖ τή δράση τῆς οἰκογένειας τῶν Τόκκων καλύπτοντας τή χρονική περίοδο 1375-1425. Ὁ συγγραφέας τοῦ Χρονικοῦ εἶναι ἄγνωστος, ἐνῶ ἡ δημοσίευσή του ἔγινε τό 1975 ἀπό τόν G. Shirò.(42)

Ὅπως ἐξιστορεῖται, ὅταν ὁ Κάρολος Α΄ (Δούκας τῆς Λευ¬κάδος) μετέτρεψε τό νησί σέ βάση ἐξόρμησης γιά νά ἀντιμετωπίσει τούς Ἀλβανούς καί τούς Τούρκους (1395-1415), χρησιμοποίησε «γαλιότες (τύπος καραβιοῦ) πολλές», ἐνῶ εἶχε μέγα κάτεργο καί ἄλλα πλευτικά:

Ὁ Δοῦκας ἐδυνάμωνε, πάντοτε ἀνεβαίνει εἰς αὐθεντίαν,
δύναμιν τῆς γῆς καί τῆς θαλάσσης. Γαλιότες ἔκαμε πολλές,
κάτεργον εἶχε μέγα ὁμοίως καί ἄλλα πλευτικά,
ἄλογα νά βαστάζουν καί πάντοτε ἐκούρσευε
καί πάντοτε ἐκέρδα.(43)

Ἀναφερόμενο τό Χρονικό στόν «πλατυσμό» τοῦ δούκα ἐξιστορεῖ:

Καί φανερά ἐξέβηκεν ὁ λόγος ἐπλατύνθη
τό πῶς ὁ δούκας ἀγαπᾶ μαζώνει ρογατόρους
ἀπό τά Ἰωάννινα ὁμοίως ἐκ τήν Βλαχίαν.
Ἄρχοντες ἀρχοντόπουλα ἐκ τοῦ δουκός τήν ρόγα
πολλά γάρ ἐσυνάχτηκαν εἰς τόν καιρό ἐκεῖνο.
Ἀγάπαν τούς καταπολλά ὁ δούκας ὁ ἀφέντης
ἐχαίρετον κατά παντός μέ τόν λαόν τόν εἶχεν
κάτεργα ἐδιόρθωσεν καί πλευτικά ὁμοίως
νά στέκουν πάντα ἕτοιμα εἰς τήν Ἁγίαν Μαύραν.(44)

Ἡ εἰκόνα τοῦ νησιοῦ τῆς Λευκάδος στίς ἀρχές τοῦ 15ου αἰώνα μπορεῖ νά σχηματισθεῖ χάρη στίς περιγραφές τοῦ Christophe Buondelmonti στό χειρόγραφο Liber Insularum Archipelagi (=Βιβλίο τῶν Νήσων τοῦ Ἀρχιπελάγους). Τό 1420 ὁ Φλωρεντῖνος ἱερωμένος Buondelmonti(45) ἀπέστειλε στόν καρδινάλιο Giordano Orsini τό ἐν λόγω χειρόγραφο μέ τήν περιγραφή ὅλων τῶν ἑλληνικῶν νησιῶν τοῦ Μοριᾶ καί τῆς Κωνσταντινούπολης καί μέ ζωγραφισμένους ἔγχρωμους χάρτες. Τό Liber Insularum Archipelagi ἀποτελεῖ τήν παλαιότερη ἴσως ἀπόπειρα χαρτογράφησης τῶν ἑλληνικῶν νησιῶν. Μεταξύ ἄλλων νήσων περιγράφεται καί τό νησί τῆς Λευκάδος ὡς τόπος μέ πολλά ὕδατα ἀπό πηγές καί πυκνά σκιερά δέντρα. Στό κέντρο τοῦ νησιοῦ ἐντοπίζει μιά μεγάλη πεδιάδα γεμάτη μέ παντός εἴδους ἀγέλες ζώων.

Στό Isolario τοῦ Benedetto Bordone,(46) τό ὁποῖο περιλαμβάνει ὅσες γνώσεις ἀποκόμισε ἀπό τά ταξίδια του στά νησιά, καθώς καί χάρτες τῶν νησιῶν σέ ξυλογραφίες, ἀναφέρει χαρακτηριστικά γιά τή Σκόπελο τῶν ἀρχαίων καί Ἁγία Μαύρα τῶν νεότερων:

Εἶναι ὅλη σκεπασμένη μέ σκιερά δάση πού διαρρέονται ἀπό γάργαρα νερά. Στή μέση ἔχει ἕνα ὀροπέδιο τριγυρισμένο ἀπό ἀμπέλια καί τό λιμάνι της εἶναι στήν ἀνατολική ἀκτή ἄν καί ὑπάρχει ἄλλο ἕνα πολύ ἀσφαλέστερο στή βόρεια ἀκτή πλαισιωμένο μέ δασωμένες πλαγιές καί πηγές μέ ἄφθονα νερά πού φθάνουν ὡς τή θάλασσα.

Προφανῶς ὁ Bordone σκιαγραφεῖ τό νησί ἐρειδόμενος στίς πληροφορίες τοῦ Buondelmonti.

Τά στοιχεῖα αὐτά δέν μᾶς ἐπιτρέπουν νά σχηματίσουμε μία εἰκόνα τοῦ δρυοδάσους πού μελετᾶται, τουλάχιστον μέχρι τά τέλη τοῦ 16ου αἰώνα. Μᾶς ἐπιτρέπουν ὅμως νά τό ἐντάξουμε στά μεγάλα, πυκνά καί σκιερά δάση πού, ὡς φαίνεται, διέθετε ἡ Λευκάδα.

Στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰώνα –περίοδο Τουρκοκρατίας γιά τή Λευκάδα, πού διαρκεῖ από τό 1479 ἕως τό 1684– καί συγκεκριμένα τό 1623, ἔχουμε τήν ἀναφορά τοῦ Στάθη Μαρίνου,(47) κατοίκου τοῦ νησιοῦ, ἡ ὁποία γράφηκε στή Νεάπολη καί εἶχε ὡς ἀποδέκτη τό δούκα τοῦ Νέβερ Κάρολο Γονζάγα, Γάλλο εὐγενῆ πού ἐπεδίωκε νά ἐξεγείρει τούς ὑπόδουλους τῆς Βαλκανικῆς ἐνάντια στούς Τούρκους. Ἡ ἀναφορά δόθηκε ἀπό τόν Μαρίνο σέ ἕνα συγγενή του(48) καί πράκτορα τοῦ Τάγματος τῆς Χριστιανικῆς Στρατιᾶς καί τελικά ἐστάλη ἀπό ἕνα μέλος τοῦ Τάγματος.

Στήν ἀναφορά αὐτή δίνονται πληροφορίες σχετικά μέ τή γεωγραφική θέση τῆς Λευκάδος, τό ἀνθρώπινο δυναμικό της, τίς πλουτοπαραγωγικές της πηγές καί τή στρατιωτική ἰσχύ τοῦ κάστρου της. Παράλληλα προτείνεται ἕνα σχέδιο κατάκτησης τοῦ νησιοῦ προκειμένου αὐτό νά χρησιμο-ποιηθεῖ ὡς βάση ἐξόρμησης στήν ἐκστρατεία τοῦ δούκα ἐναντίον τῶν Τούρκων.(49) Ὁ Στάθης Μαρίνος κάνει λόγο καί γιά τά δάση τοῦ νησιοῦ τά ὁποῖα, ὅπως χαρακτηριστικά ἀναφέρει, ἔχουν ἀρκετή ξυλεία γιά τήν κατασκευή πλοίων, γαλερῶν καί φορτηγίδων (galioni). Λόγος ὅμως γίνεται καί γιά τήν κτηνοτροφία τοῦ νησιοῦ ἡ ὁποία ἦταν ἀρκετά ἀξιόλογη. Ἡ πληροφορία αὐτή μάλιστα διασταυρώνεται ἀπό τήν ἀναφορά τοῦ Brown(50) σχετικά μέ τήν κτηνοτροφία τοῦ νησιοῦ• ὁ τελευταῖος γράφει ὅτι τά βόδια τῆς Θεσσαλίας εἶναι τά καλύτερα τῆς Ἑλλάδος, μετά ὅμως ἀπό ἐκεῖνα τῆς Ἁγίας Μαύρας.

Ἀπό τίς παραπάνω πηγές συνάγουμε ὅτι ἡ κτηνοτροφία στό νησί ἦταν ἰδιαίτερα διαδεδομένη τήν περίοδο ἐκείνη. Ἐπιπλέον ἡ ἐπισήμανση τοῦ Μαρίνου στό δούκα τοῦ Νέβερ γιά ὕπαρξη ξυλείας κατάλληλης γιά τήν κατασκευή πλοίων, προ-ωθεῖ τή σκέψη περί πιθανῆς ἐκμετάλλευσης τῶν δασικῶν πόρων τοῦ νησιοῦ, ἡ ἀξία τῶν ὁποίων εἶχε ἀναγνωρισθεῖ ἀπό τόν Μαρίνο.

Τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας τό δάσος τῶν Σκάρων ἀνῆκε προφανῶς στήν Ὀθωμανική Κυβέρνηση, καθώς στά μέσα τοῦ 17ου αἰώνα εἶναι αὐτή πού παραχωρεῖ δασική ἔκταση 1.300 στρεμμάτων περίπου στή Μονή Ἁγίου Γεωργίου Σκάρων.(51) Προφανῶς ἀναφέρεται σέ κάποιο τμῆμα τοῦ δάσους καί ὄχι στό σύνολό του, καθώς οἱ ἐκτιμήσεις τό ὁριοθε-τοῦν ἀναμφισβήτητα ἐντός ἐκτάσεως μεγαλύτερης τῶν 3.000 στρεμμάτων.

Τό ἔγγραφο τῆς παραχωρήσεως (χοτζέτι), τό ὁποῖο δημοσίευσε ὁ Μαχαιρᾶς,(52) ἀναφέρει κατά τό διερμηνέα Μπάρτολο Βρίτη:

Ὁ λόγος τῆς δηλώσεως αὐτῆς πού πραγματοποιήθηκε τό 1662 εἶναι ὅτι στήν περιφέρεια τοῦ χωριοῦ Ἀλέξανδρος καί στή θέση εἰς Σκάρους ἐγώ ὁ Ἀχμέτ Ἀγάς ἀπό 40 ἤ 50 ἐτῶν εἶμαι κύριος καί κάτοχος ἀκαλλιέργητου δάσους, τό ὁποῖο συνορεύει μέ τίς τοποθεσίες Βλαχοπηγάδι, Ἀσφαλαχτοί, Παλιοκατούνα, Πελάτη, Κορμάνι, Ἀρχαῖον πηγάδι, Μεγάλο λαγκάδι καί Παληοβουνό, ἐπειδή δικαιοῦμαι νά τό παραχω¬ρήσω, οἱ μοναχοί τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Σκάρων προκειμένου νά τό ἀποκτήσουν μοῦ προσέφεραν ὀχτώ ρεάλια.(53) Ἔτσι ἐγώ τούς τό παραχώρησα μέ τήν ὑποχρέωση νά καταβάλλουν ἐτησίως στό Δημόσιο Ταμεῖο τή συνήθη δεκάτη, ἔτσι ὥστε κανείς νά μήν βλάψει τήν κυριότητά τους.

Στό Ὁδοιπορικό στήν Ἑλλάδα (1668-1671) ὁ σημαντικότερος Τοῦρκος περιηγητής Ἐβλιά Τσελεμπί, ὁ ὁποῖος ξεκίνησε τό ταξίδι του ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη τό 1668 καί διασχίζοντας τήν Ἑλλάδα ἔφτασε περί τά τέλη τοῦ ἴδιου ἔτους ἤ ἀρχές τοῦ ἑπόμενου στή Λευκάδα, δέν κάνει καμία ἀναφορά στό δάσος τῶν Σκάρων. Ἕνα στοιχεῖο τῆς διήγησής του ὡστόσο πού μπορεῖ νά ἀξιολογηθεῖ εἶναι ὅταν, ἀνακαλώντας στή μνήμη του, χονδρικά, τή συνθήκη εἰρήνης μεταξύ Ἐνετῶν καί Τούρκων τό 1503, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ Ἁγία Μαύρα περιῆλθε στήν κυριαρχία τῶν δεύτερων, ἐνῶ ἡ Κεφαλλονιά καί ἡ Ζάκυνθος παρέμειναν στούς Ἐνετούς, ἐπισημαίνει ὅτι:

ἡ Ἁγία Μαῦρα δέν δίνει καμία οἰκονομική ὠφέλεια στούς Τούρκους σέ ἀντίθεση μέ τά ἄλλα δύο νησιά τά ὁποῖα εἶναι πλούσια καί ἀποδίδουν στούς Ἐνετούς.(54)

Τά ἔργα ὑδρομάστευσης τῶν Τούρκων χρήζουν ὅμως ἰδιαίτερης μνείας, καθώς τήν περίοδο ἐκείνη ἔγιναν σημαντικά ὑδρευτικά ἔργα, ὅπως γιά παράδειγμα τό ὑδραγωγεῖο τῆς πόλεως τῆς Λευκάδος καί ἡ Βρύση τοῦ Πασσᾶ ἡ ὁποία τοποθετεῖται στίς ἀνατολικές ὑπώρειες τῶν Σκάρων.

Ἀπό τά παραπάνω ἀποσπάσματα ἐκτιμᾶται ὅτι οἱ Τούρκοι δέν ἐκμεταλλεύτηκαν οἰκονομικά τούς φυσικούς πόρους τοῦ δρυοδάσους, τουλάχιστον ὅσον ἀφορᾶ τήν ξυλεία ἤ τά δασικά προϊόντα του. Ἀντιθέτως ἡ ὕπαρξη τῆς παραχωρήσεως μέρους τοῦ δάσους στή Μονή Ἁγίου Γεωργίου, φανερώνει τήν ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος τῶν κατακτητῶν γιά τό δάσος. Ἐξάλλου τήν ἴδια περίοδο ἡ Πρέβεζα εἶχε ἀναπτύξει ἀξιόλογη ναυπηγική δραστηριότητα γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς ὁποίας προμη-θευόταν ξυλεία ἀπό τά γειτονικά της δάση.(55)

SONY DSC

Τά ἔτη 1675 καί 1676 ὁ Γάλλος γιατρός, φιλόλογος καί ἀρχαιολόγος Spon καί ὁ Ἄγγλος περιηγητής Wheler ἔκαναν μαζί ἕνα ταξίδι στήν Ἑλλάδα καί στή Μ. Ἀσία. Στό βιβλίο πού ἐξέδωσε ὁ Wheler(56) ἀναφέρεται στήν κτηνοτροφία τῆς Λευκάδος λέγοντας πώς τό νησί ἦταν ἀρκετά εὔφορο σέ βο-σκή γιά τά ζῶα.

Τά στοιχεῖα κτηνοτροφίας ἐνδιαφέρουν, καθώς ἡ βόσκηση ἔχει ἄμεση σχέση μέ τήν ὕπαρξη ὑγιῶν δασικῶν καί λιβαδικῶν οἰκοσυστημάτων μιά καί τά ζῶα ἀνάλογα μέ τόν ἀριθμό τους καί τήν ἔκταση πού χρησιμοποιοῦν, μποροῦν νά καταστρέψουν σημαντικό μέρος τῆς ὑφιστάμενης βλάστησης. Ἀξίζει νά σημειώσουμε ὅμως περί κτηνοτροφίας καί βοσκοτόπων, πώς στό δάσος στό ὁποῖο ἀναφερόμαστε (δρυοδάσος) τή μεγαλύτερη ζημιά προξενοῦν οἱ αἶγες καί οἱ χοῖροι καθώς τά πρόβατα δέν προτιμοῦν αὐτοῦ τοῦ εἴδους τή βλάστηση ἀλλά ἀρκοῦνται στά ποώδη καί ἀγροστώδη(57) φυτά τοῦ ὑπορόφου.(58) Στό ἑξῆς ἡ ἀναφορά σέ ἀριθμό βοσκόντων αἰγῶν καί χοίρων ἐλεύθερης βοσκῆς μπορεῖ νά μᾶς δώσει συσχετίσεις μεταξύ βοσκήσεως καί πιθανῆς καταστροφῆς τοῦ δάσους ἀπό τό αἴτιο αὐτό.

Στήν ἴδια πηγή ἀναφέρεται ἐπίσης πώς στίς περιοχές τοῦ Μεσολογγίου, τοῦ Αἰτωλικοῦ καί τῆς Λευκάδος μεταχειρίζονται μονόξυλα(59) κατασκευασμένα ἀπό κοιλαθέντες κορμούς δέντρου, μήκους 15-20 ποδῶν, πλάτους δέ καί βάθους 2½ ποδῶν. Τό στοιχεῖο αὐτό δηλώνει τήν ὕπαρξη μιᾶς πρωτόγονης ναυπηγικῆς δραστηριότητας.(60) Ὅσον ἀφορᾶ τό εἶδος τοῦ δέντρου πού χρησιμοποιεῖται γιά τήν κατασκευή τους πρόκειται γιά δρῦς, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ βοτανολόγος Sibthorb ὁ ὁποῖος ἐπισκέφθηκε τό νησί τῆς Λευκάδος τό ἔτος 1795.(61)

Ἡ κτηνοτροφία ἦταν σέ ἀκμή κατά τήν τελευταία τουλά¬χιστον περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας ὅπως συνάγεται ἔμμεσα ἀπό τήν πληροφορία πού μᾶς παρέχει ὁ ἔκτακτος προβλεπτής τοῦ νησιοῦ P. Bembo σέ ἔκθεσή του τήν 1η Ἰουνίου 1688.(62) Σύμφωνα μέ αὐτήν, κατά τήν ἐνετική κατάκτηση τοῦ νησιοῦ καί μέσα στή σύγχυση πού τήν ἀκολούθησε, οἱ Κεφαλλονῖτες ἅρπαξαν ἀπό τό νησί 36.000 ζῶα, τά περισσότερα ἀπό τά ὁποῖα ἀποτελοῦσαν δημόσια περιουσία καί συνεπῶς εἶχαν ἐγκαταλειφθεῖ ἀπό τούς Τούρκους πού ἀποχώρησαν.

Πάντως σύμφωνα μέ τά στοιχεῖα πού παραθέτει ὁ Ῥοντο-γιάννης, στά τέλη τῆς Τουρκοκρατίας ἕνα μόνο ἀξιόλογο δά-σος ὑπάρχει στό νησί: αὐτό τῶν Σκάρων(63) ἔνδειξη πώς τό ἐν λόγω δάσος ἦταν, τουλάχιστον μέχρι τό 1684, ἕνας σημαντικός φυσικός πόρος γιά τό νησί τῆς Λευκάδος.

Ἡ περίοδος τῆς Ἐνετοκρατίας στό νησί (1684-1797) συ¬μπίπτει μέ μία ἐποχή κατά τήν ὁποία οἱ κατακτητές εἶχαν ἔντονη ἀνάγκη ξυλείας.

Τό ξύλο εἶχε ἐξέχοντα στρατηγικό ρόλο γιά τή Βενετία. Ἀπό τό 14ο αἰώνα ἡ Βενετία εἶχε δημιουργήσει μία ἐπαρκή βιομηχανία συλλογῆς κωνοφόρων εἰδῶν ἀπό τίς Ἄλπεις γιά τήν κατασκευή τῶν galleys, ἐνῶ παράλληλα διέθετε σημαντικό ἀπόθεμα ξύλου δρυός στίς πεδιάδες της. Ἀπό τό 15ο αἰώνα διατηροῦσε ὅλες τίς δρῦς στίς κυριαρχίες της γιά τά ναυπηγεῖα της. Εἶχε μάλιστα προγραμματίσει τήν ἀπογραφή τῶν δασῶν της, ὅπου εἶχε ἐντοπισθεῖ καί μετρηθεῖ κάθε δέντρο δρυός. Ἡ πολιτική αὐτή συχνά προκαλοῦσε συγκρούσεις μέ τόν ντόπιο πληθυσμό ὁ ὁποῖος ἐναντιωνόταν στόν ἔλεγχο τῶν δρυοδασῶν ἀπό τούς Ἐνετούς.(64)

Η ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΕΝΕΤΩΝ: ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ

Ἀπό τό 16ο αἰώνα, καί ἰδιαίτερα στή Βενετία, ἀναπτύχθηκε ἡ χαρτογραφική τέχνη. Τήν ὑπηρετοῦσαν εἰδικοί μηχανικοί-χαρτογράφοι, γνωστοί ὡς proti ἤ periti, πού χρησιμοποιοῦσαν τή χαρτογράφηση ὡς κλειδί γιά τόν περιβαλλοντικό σχεδιασμό. Ἤδη ἀπό τά τέλη τοῦ 15ου αἰώνα τό Συμβούλιο τῶν Δέκα προγραμμάτιζε τήν καταγραφή καί εὑρετηρίαση ἀρχικά τοῦ δασικοῦ πλούτου (βασικά τῶν βελανιδιῶν)(65) τῆς ἐπικράτειας καί βαθμιαία ὅλων τῶν γαιῶν, μύλων, ὑδατοφραγμάτων σέ ποταμούς, ὑδάτινων πόρων κατάλληλων γιά ὕδρευση κ.ἄ.(66) Ἀπό τά μέσα τοῦ 16ου αἰώνα εἶχε δημιουργηθεῖ, μέσω μιᾶς γραφειοκρατικῆς διαδικασίας, τό τμῆμα τῶν Provveditore sopra boschi, πού ἦταν ὑπεύθυνο γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ ἀρκετά περίπλοκου συστήματος ἐλέγχου τῶν κρατικῶν δα-σῶν. Συνάμα ἦταν ἐπιφορτισμένο μέ τό καθῆκον νά ρυθμίζει τίς πρακτικές ἐκμετάλλευσης τῶν δασῶν καί τῆς ἤδη συσσωρευμένης γνώσης τῆς πολύπλοκης δασικῆς γραφειοκρατίας τῆς Βενετίας.(67)

Οἱ χάρτες θά ἀποτελοῦσαν τό σημαντικότερο μέσο κατα-γραφῆς τῶν στοιχείων τῆς ὑπαίθρου καί γι’ αὐτό οἱ ἄνθρωποι πού μνημονεύονται στά ἀρχεῖα ὡς periti (πραγματογνώμονες) ἐμφανίζονται ὡς οἱ σημαντικότερες φυσιογνωμίες στήν ἱστο-ρία τοῦ τυπικοῦ γεωγραφικοῦ σχεδιασμοῦ.

Ἕνας πολύ σημαντικός χάρτης εἶναι αὐτός πού δημοσιεύθηκε ἀπό τήν Κατσιαρδῆ(68) μέ τίτλο Disegno corrografico di tutta l’isola di Lefcada. Φέρει τήν ὑπογραφή τοῦ δημόσιου μηχανικοῦ στήν ὑπηρεσία τῆς Βενετίας Sebastian Alberti, ὁ ὁποῖος σχεδίασε τό χάρτη κατ’ ἐντολή τοῦ Γενικοῦ Προβλεπτῆ Θαλάσσης Φραγκίσου Μοροζίνη καί ὑπό τήν ἐποπτεία τοῦ καταστιχωτῆ τῆς Λευκάδος Pier Antonio Bembo πού ἀνέλαβε (ἀπό τό 1686 ἕως τό 1688) νά συντάξει τό κατάστιχο τῶν κτημάτων καί τῶν ἰδιοκτητῶν ὁλόκληρης τῆς νήσου. Ὁ χάρτης αὐτός(69) ἐντάσσεται χωρογραφικά στούς χάρτες/σχέδια καί ὁλοκληρώθηκε τό Φεβρουάριο τοῦ 1688.
112

Σύμφωνα μέ τόν ὑπομνηματισμό,(70) μέ κόκκινες γραμμές σημειώνονται τά ὅρια τῶν χωριῶν, μέ πράσινο οἱ καλλιεργημένες ἐκτάσεις, μέ φωτοσκίαση τά βουνά καί οἱ ἀκαλλιέργητες περιοχές, μέ μαῦρο οἱ μεγάλες κοιλάδες καί οἱ χείμαρροι, μέ κίτρινο οἱ κύριες ὁδοί, ἐνώ μέ στικτή κόκκινη σήμανση ὑποδεικνύονται οἱ οἰκίες σέ κάτοψη καί με τό γαλάζιο ἡ θάλασσα. Ἐπίσης ἀποτυπώνονται μέ τά ὀνόματά τους οἱ ἀγροικίες, οἱ ἐπαύλεις καί τά μικρά χωριά, οἱ τοποθεσίες, οἱ κῆποι, οἱ πηγές, τά μοναστήρια καί οἱ ἐκκλησίες. Τό ὄρος τῶν Σκάρων ἀναγράφεται ὡς Caro καί δηλώνεται μέ φωτοσκίαση καφέ ἀποχρώσεως, πλησίον τοῦ χωριοῦ Ἀλέξανδρος (κόκκινη στικτή σήμανση). Στήν περιοχή κυριαρχεῖ ἡ φωτοσκίαση, γεγονός πού φανερώνει ὅτι δέν ὑπῆρχαν καλλιεργημένες ἐκτάσεις πλήν ὁρισμένων σημείων πλησίον τοῦ χωριοῦ.

koroneli

Ἐξάλλου, στό χάρτη(71) τοῦ φημισμένου κοσμογράφου τῆς Βενετικῆς Δημοκρατίας Βιτσέντσο Μαρία Κορονέλι πού συ¬ντάχθηκε τό 1696, ἀποτυπώνεται τό βουνό τῶν Σκάρων πάλι μέ τήν ὀνομασία Caro, ἐνῶ μνημονεύεται καί ἡ Μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (Mon di S. Giorgio), καθώς καί ἄλλα στοιχεῖα τῆς ὑπαίθρου μέ ἐντυπωσιακή λεπτομέρεια καί ἀκρίβεια.

Τό ὄρος τῶν Σκάρων, τά τοπωνύμιά του καί οἱ οἰκισμοί πού περιλαμβάνονται σ’ αὐτό, ἔχουν ἀποτυπωθεῖ τό 1729 στόν τοπογραφικό χάρτη (72) Copia Dissegno d’ una parte di Top(p)ograffia, Littorale, Porti, e’scogli adiacenti per Levante all’ Isola di Levcada τοῦ μηχανικοῦ Santo Semitecolo. Στό συγκεκριμένο χάρτη τό ὄρος τῶν Σκάρων διακρίνεται ξεκάθαρα μέ γραμμοσκίαση καί ἀπεικονιζόμενο μέ πανοραμική τεχνική.

clip_image002

Ἕνας ἐξίσου σημαντικός τοπογραφικός χάρτης τῆς περιό¬δου αὐτῆς εἶναι καί ἐκεῖνος τοῦ 1757 πού φυλάσσεται στή Μαρκιανή Βιβλιοθήκη τῆς Βενετίας, καί δημοσιεύθηκε ἀπό τόν ἱστορικό Μοσχονᾶ.(73)

laurenberg

Στό χάρτη(74) αὐτόν τοῦ Girolamo Delanges ἔχουν σημειωθεῖ πλῆθος τοπωνυμίων –ἀφοροῦν λιμάνια, βουνά, πεδιάδες, δάση κ.ἄ.– ὡς καί τοπογραφικά στοιχεῖα. Πάνω στή Λευκάδα ἔχουν σημειωθεῖ 128 ἀναγραφές, σύμφωνα μέ τά στοιχεῖα τοῦ χάρτη. Ἐκτός ὅμως ἀπό τά ση-μειωμένα πάνω στό χάρτη στοιχεῖα ὑπάρχουν καί ἀριθμοί πού παραπέμπουν σέ 85 σημειώσεις στό ὑφιστάμενο ὑπόμνημα τοῦ χάρτου πού παρέχουν οὐσιαστικές συμπληρωματικές πληροφορίες. Ὅσον ἀφορᾶ τά δάση τῆς Λευκάδος, αὐτά δηλώνονται ἐπί χάρτου μέ πυκνές συστάδες δέντρων. Μία διερευνητική ματιά μπορεῖ νά διακρίνει πώς στό μέσο τῆς ἀνατο-λικῆς πλευρᾶς τῆς Λευκάδος ἔχουν σκιαγραφηθεῖ τέτοιες συστάδες πού ἀπεικονίζουν τό πυκνό δάσος τῶν Σκάρων. Ἀναφορά ὅμως γίνεται στά ξυλεύσιμα δάση τῆς περιοχῆς μεταξύ τῶν ὁποίων εἶναι καί τό δάσος τοῦ Κλιμενοῦ στή Λευκάδα. Ἐγκλιμενός λεγόταν τό σημερινό λιμάνι τοῦ Νυ-δριοῦ• ὡς ἐκ τούτου συνάγεται πώς τό ξυλεύσιμο δάσος πού δεσπόζει πάνω ἀπό αὐτό τό λιμάνι εἶναι τῶν Σκάρων.

Οἱ χάρτες αὐτοί δημιουργοῦν μία εἰκόνα γιά τό ὄρος τῶν Σκάρων καί τό ὑφιστάμενο δάσος ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, καθώς τότε δέν ὑπῆρχαν ἄλλα μέσα ἀπεικόνισής του. Τό γεγονός τῆς ὕπαρξης τόσων ἐνετικῶν χαρτῶν γιά τό νησί τῆς Λευκάδος φανερώνει ἀναντίρρητα τό ἐνδιαφέρον τῶν Ἐνετῶν γιά τή συγκεκριμένη περιοχή τοῦ Ἰονίου.

ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΥΠΟ ΕΝΕΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο οἱ Ἐνετοί κατακτητές διαχειρίστηκαν τό δάσος τῶν Σκάρων, καθώς καί οἱ ὁποιεσδήποτε ἐπεμβάσεις τους σέ αὐτό καταδεικνύονται μέσα ἀπό διατάγματα καί προκηρύξεις τῆς Ἐνετικῆς Διοίκησης.

Σύμφωνα μέ στοιχεῖα πού παραθέτει ὁ Μαχαιρᾶς,(75) ἡ πόλη καί ἡ ἐξοχή τῆς Λευκάδος διέθεταν ἀπό τό 1686 ἐθελοντικό σῶμα πού καλεῖτο σῶμα τῶν Ἐπιλέκτων (Gernide). Ἦταν ὀρ-γανωμένο στρατιωτικῶς καί μεριμνοῦσε γιά τή διατήρηση τῆς ἐσωτερικῆς τάξης καί ἀσφάλειας τῆς νήσου. Ἕνας λοχαγός καί ἑξῆντα ἄνδρες ἀπό τό σῶμα τῶν Ἐπιλέκτων χρησιμοποιοῦντο πρός φύλαξη τοῦ δημοσίου δάσους τῶν Σκάρων.

Εἶναι ἡ πρώτη φορά πού ἀπαντᾶ στίς πηγές ἡ ἔννοια τῆς φύλαξης τοῦ δάσους ἀπό σῶμα στρατιωτῶν. Τό γεγονός αὐτό φανερώνει τήν ἰδιαίτερη σημασία πού ἀπέδιδαν οἱ Ἐνετοί στό δάσος, ὥστε προχώρησαν σέ σύσταση μηχανισμοῦ ἐλέγχου του, προκειμένου νά τό προστατεύσουν πρός χάριν οἰκονο-μικῆς ἐκμετάλλευσης καί ἐξυπηρέτησης τῶν ἀναγκῶν τους.

skaros1

Ἕως τό 1709 ἡ Μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου διατηροῦσε τήν κυριότητά της ἐπί τοῦ δάσους. Τοῦτο προκύπτει ἀπό τήν ἀκό-λουθη διαταγή πού ἐξέδωσε ὁ Θεόδωρος Τρεβιζάν, Ἀνώτερος Προνοητής Λευκάδος:

Ὁ Θεοφάνης Κολυβάς ἱερομόναχος, ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἁγίου Γεωργίου Σκάρων ἀναφέρει ὅτι οἱ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ Ἀλέξανδρος ἄρχισαν νά καίουν τά δέντρα ἀπό τό δάσος τῆς Μονῆς μέ σκοπό νά ἐκχερσώσουν τμῆμα του προ¬κειμένου νά σπείρουν ἐπ’ αὐτοῦ ἐπί μεγίστη ζημία τῆς Μονῆς καί ζητεῖ ὅπως ληφθοῦν τά κατάλληλα μέτρα. Ἔτσι διατάσσουμε τούς χωρικούς ὅπως καί ὁποιονδήποτε ἄλλον στό ἑξῆς νά μήν καῖνε τό δάσος τῶν Σκάρων πού ἀνήκει στή Μονή, οὔτε νά τό ἐκχερσώνουν, οὔτε νά σπείρουν ἐπ’ αὐτοῦ ἐπί ποινή σέ κάθε παραβάτη 10 δουκάτων ἡ ὁποία θά καταβάλλεται στό δημόσιο ταμεῖο τοῦ Φρουρίου τῆς Ἁγίας Μαύρας.(76)

Ἀπό τή διαταγή τοῦ Τρεβιζάν φαίνεται ἡ ἀνάγκη τῶν χωρικῶν νά ἐπεκτείνουν τίς καλλιέργειές τους εἰς βάρος τοῦ δασικοῦ οἰκοσυστήματος. Πρός τοῦτο προχωροῦσαν σέ καύση τῶν δέντρων μέ σκοπό τήν ἐκχέρσωση δασικοῦ τμήματος.
Ἀργότερα ὅμως τό δάσος περιέρχεται στό Δημόσιο. Συγκεκριμένα, στήν προκήρυξη τῆς 2ας Μαΐου 1726 τοῦ Ἀνωτέρου Προνοητοῦ Λευκάδος, Αὐγουστίνου δά Ρίβα, φαίνεται ὁ δημόσιος χαρακτήρας τοῦ δάσους τῶν Σκάρων:

Ἐπισκεφθέντες τό χωριό Ἀλέξανδρος ἀντιληφθήκαμε τήν ἐλευθερία μέ τήν ὁποία οἱ κάτοικοι τόσο αὐτοῦ τοῦ χωριοῦ ὅσο καί τῶν γειτονικῶν κόβουν ξύλα πρός καύση ἤ οἰκοδόμηση ἀπό τό δημόσιο δάσος τῶν Σκάρων τῆς περιφέρειας τοῦ ὡς ἄνω χωριοῦ ἐπί σημαντική ζημία τοῦ Δημοσίου. Ἐπειδή ἐπιβάλλεται ἡ διατήρηση τοῦ ἐν λόγω δάσους τά δέντρα τοῦ ὁποίου πρέπει νά χρησιμοποιοῦνται μόνο γιά τίς ἀνάγκες τοῦ Δημοσίου, διά τῆς προκηρύξεως αὐτῆς κάνουμε σέ ὅλους γνωστό ὅτι στό ἑξῆς οἱ κάτοικοι τοῦ χωριοῦ Ἀλέξανδρος καί τῶν γειτονικῶν χωριῶν οἱασδήποτε τάξεως καί ἄν εἶναι, δέν πρέπει νά τολμοῦν νά κόβουν ξύλα ἀπό τό δημόσιο δάσος τῶν Σκάρων εἴτε σέ μικρή εἴτε σέ μεγάλη ποσότητα χωρίς εἰδικῆς ἔγγραφης ἄδειας τῆς Ἀρχῆς ταύτης ἐπί ποινή ἐπιβληθησομένη περί τά 200 δουκάτα εἰς τό Δημόσιο Ταμεῖο, ὅπως ἐπίσης ἐξορίας, φυλακίσεως, κατέργου καί ἄλλων. Σέ αὐτές τίς ποινές θά ὑπόκειται καί αὐτός πού καίει ἔστω τό ἐλάχιστο τμῆμα τοῦ δάσους. Διατάσσουμε τούς προεστῶτας καί κοντοσταύλους τοῦ χωριοῦ Ἀλέξανδρος νά ἐπαγρυπνοῦν ὥστε νά μή βλάπτουν τό δάσος καί νά καταγγείλουν σ’ αὐτή τήν ἀρχή κάθε ξύλευση χωρίς ἄδεια ὅπως καί κάθε ζημιά ἀπό ἐμπρησμό γιά νά ἐπιληφθεῖ ἀμέσως ἡ δικαιοσύνη ἐπί ποινή 25 δουκάτων πού θά καταβληθοῦν στό δημόσιο ταμεῖο ὅπως καί ἄλλες ποινές πού θά ἐπιβληθοῦν σύμφωνα μέ τήν ἀρεσκείαν αὐτῆς τῆς ἀρχῆς.
Ἡ παροῦσα προκήρυξη δημοσιεύεται στό πιό πάνω χωριό γιά τήν αὐστηρή τήρησή της.
Στό χωριό Ἀλέξανδρος, 2 Μαΐου 1726
Αὐγουστίνος δά Ρίβα
Ἀνώτερος Προνοητής(77)

Ἡ προκήρυξη αὐτή παρέχει πληροφορίες σχετικά μέ τό πῶς ἡ τοπική κοινωνία ἐπωφελοῦνταν ἀπό τά ξύλα τοῦ δάσους• τά χρησιμοποιοῦσε: α) ὡς πρώτη ὕλη πρός οἰκοδόμηση, καί β) ὡς ὕλη πρός καύση. Ἐξάλλου, ἡ φράση «ἐπειδή ἐπιβάλλεται ἡ διατήρηση τοῦ ἐν λόγω δάσους» μαρτυρᾶ τήν ἔντονη ἐπιθυμία τῶν Ἐνετῶν γιά προστασία του. Οἱ ποινές γιά τούς παραβάτες μοιάζουν ἀρκετά σκληρές καί ὑποδηλώνουν ἐνδεχόμενες ἀντιδράσεις ἀπό τήν πλευρά τῆς τοπικῆς κοινωνίας ἡ ὁποία ἀδυνατοῦσε πλέον νά ἐκμεταλλευθεῖ ἐλεύθερα ἕναν κοντινό φυσικό πόρο τοῦ νησιοῦ. Σύμφωνα μέ στοιχεῖα πού δίνει ὁ Perlin,(78) ὅποτε ὁ λαός ἀντιδροῦσε στίς πολιτικές τοῦ κράτους, οἱ Ἐνετοί ἀξιωματοῦχοι ἀπαντοῦσαν μέ σκληρότερες τιμωρίες καί ἐπιβολές, ὅπως γιά παράδειγμα μέ δί¬μηνη φυλάκιση, ἐξορία ἤ ἀκόμη καί μέ τήν πιό ἐξοντωτική ὅλων τῶν ποινῶν, τόν ἀποκεφαλισμό.

Ἡ ἀναφορά ἀμέσως παρακάτω στήν ἀνάγκη χρήσης τῶν δέντρων τοῦ συγκεκριμένου δάσους μόνο γιά τίς ἀνάγκες τοῦ Δημοσίου, φανερώνει πώς ἀπό τό δάσος αὐτό εἶχε ἴδιο ὄφελος τό Δημόσιο.

Λαμβάνοντας ὑπόψη τίς πιθανές χρήσεις τῆς ξυλείας τῆς βαλανιδιᾶς καί μελετώντας τήν ἀξία τῆς προμή-θειας αὐτοῦ τοῦ εἴδους ξυλείας ἀπό τούς Ἐνετούς(79) –κατακεύαζαν τά πλοῖα τους ἀπό τέτοιου εἴδους ξυλεία, καί μάλιστα σχεδόν κατ’ ἀποκλειστικότητα (ὡς καί τίς δοκούς, τήν πρύμη, τό πλευρικό τμῆμα, τήν καρίνα καί τή γέφυρα)–, ὁδηγούμαστε στό συμπέρασμα πώς τό ὄφελος τοῦ δημοσίου εἶχε σχέση πιθανῶς μέ τή ναυπηγική. Ἡ κατασπατάληση τῶν πηγῶν ξυλείας βελανιδιᾶς στήν ἐπικράτειά της σέ συνδυασμό μέ τήν ἀνάγκη ἀντιμετώπισης ἀπό θαλάσσης τῶν ὀθωμανικῶν στρατιωτικῶν πιέσεων, ὤθησαν τή Βενετία, ἤδη ἀπό τό 14ο αἰώνα, στήν ἀναζήτηση καί προμήθεια ξύλων ἀπό τίς κυριαρχίες της.(80) Ἐπιπλέον ὡς ὄφελος τοῦ δημοσίου μποροῦν νά ἐκληφθοῦν καί τά δευτερεύοντα δασικά προϊόντα (πρινοκόκκι γιά βαφή, συγκομιδή βελανιδιῶν).

DSCN1350

Σύμφωνα μέ τά στοιχεῖα τοῦ φακέλου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Σκάρων πού βρίσκεται στά Γ.Α.Κ. Λευκάδος, τό ἔτος 1727 ἡ μονή εἶχε στήν κατοχή της 900 αἰγοπρόβατα καί 30 κτήνη, τά ὁποῖα ἐκτιμᾶται πώς θά κατευθύνονταν στό ἐν λόγω δάσος πρός εὕρεση τροφῆς.

Ἀπό τό διάταγμα τοῦ Μάρκου Ἀντωνίου Τρεβιζάν, Ἀνώτερου Προνοητοῦ Λευκάδος, πληροφορούμαστε ὅτι τό 1748 ἡ Ἐνετική Κυβέρνηση θεωροῦσε τό δάσος κτῆμα τοῦ δημοσίου, γι’ αὐτό καί εἶχε διορίσει ἑξῆντα δασοφύλακες πρός φύλαξη τοῦ σπουδαιοτάτου, ὅπως ἀναφέρεται, τούτου κεφαλαίου τοῦ δημοσίου. Ἀλλά ἀπό τίς ἀναφορές τοῦ δασάρχου Πέτρου Ἀντωνίου Βαρβαρήγου προκύπτει ὅτι οἱ δασοφύλακες δέν μεριμνοῦσαν ὅπως ἐπιβαλλόταν γιά τή μή βοσκή καί κοπή τῶν δέντρων. Ἔτσι στίς 30 Αὐγούστου 1748 ὁ Προ¬νοητής ἐπέστησε τήν προσοχή στούς ὡς ἄνω δασοφύλακες ἐπί ποινή 5 ρεαλίων πρός ἕκαστον ἄν παραλείψουν νά ἐκτελέσουν τίς διαταγές τοῦ δασάρχου Βαρβαρήγου.(81)

Τήν ὕπαρξη δασάρχου πληροφορούμεθα ἀπό τίς ἀναφορές τοῦ Grimani, ὁ ὁποῖος, ὅταν εἰδοποιήθηκε πώς ὁ δασάρχης καί οἱ ἑξῆντα φρουροί τοῦ δάσους τῶν Σκάρων δέν τηροῦσαν τά καθήκοντά τους, ἀναφέρει χαρακτηριστικά:

Ἔστειλα τούς proti d’armata νά κάνουν ἀναγνώριση τοῦ συγκεκριμένου δάσους καί μοῦ ἀνέφεραν ὅτι ἔχει παραμείνει φτωχό σέ ἐνήλικες βελανιδιές καί ὅτι τά νεαρά δενδρύλλια εἶναι κομμένα καί ἐπηρεασμένα.(82)

Ἐκτιμᾶται ὅτι ἡ διενέργεια λαθροϋλοτομιῶν, ὅπως καί ἡ παράνομη βοσκή, εἶχαν ἐπηρεάσει τόσο τά νεαρά δεντρύλλια ὅσο καί τήν ὑγιῆ ἀνάπτυξη τῶν μεγαλύτερων σέ ἡλικία βελανιδιῶν.

Οἱ πληροφορίες πού μνημονεύθηκαν παραπάνω περί ὕπαρξης δασάρχου, μαρτυροῦν τήν ἄρτια διοικητική ὀργά-νωση τῶν Βενετῶν, ἐνῶ τό διάταγμα τοῦ Μάρκου Ἀντώνιου Τρεβιζάν μᾶς πληροφορεῖ πώς τόσο οἱ κοπές τῶν δέντρων τοῦ δάσους ὅσο καί ἡ βοσκή συνεχίζονταν παρά τά μέτρα ἐλέγχου πού εἶχαν ἐπιβληθεῖ. Οἱ Ἐνετοί, ἔχοντας συγκεντρώσει ἤδη ἀπό τό 15ο αἰώνα πάρα πολλά στοιχεῖα γιά τήν ἐκμετάλλευση καί τή διαχείριση τῶν δασῶν βελανιδιᾶς, γνώριζαν τόν τρόπο ἐπέμβασης πού θά τούς ἑξασφάλιζε τήν πολυπόθητη πρώτη ὕλη.

Ἄλλο ἕνα μέτρο προστασίας τοῦ δάσους πού εὑρετη-ριάστηκε ἦταν ἡ ἀπαγόρευση τῆς βοσκῆς, τῆς ξύλευσης καί τῆς καλλιέργειας• μέ τήν προκήρυξη τῆς 11ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1756 ὁ τότε Ἀνώτερος Προνοητής Λευκάδος Μαρίνο Μίνιο διέταξε:

κανείς δέν πρέπει νά παραβιάσει τά ὅρια τοῦ δημοσίου δάσους τῶν Σκάρων, οὔτε γιά λόγους κυριότητας ἤ κατοχῆς ὁποιουδήποτε τμήματός του, εἴτε γιά λόγους ξύλευσης, ἐκχέρσωσης ἤ καλλιέργειας ἐπί ποινή στόν παραβάτη 50 Δουκάτων ὑπέρ τοῦ Δημοσίου νοσοκομείου

καί

ὅποιος ἀξιώνει κυριότητα ἤ κατοχή ὁποιουδήποτε τμήματος ὀφείλει ἐντός τριῶν ἡμερῶν ἀπό τή δημοσίευση τῆς προκήρυξης να καταθέσει στή Γραμματεία τούς σχετικούς τίτλους του γιά νά ἐξετασθοῦν.(83)

Μέ τή διάταξη αὐτή ἀποτυπώνεται ἡ ἀδήριτη ἀνάγκη τῶν Ἐνετῶν γιά προστασία καί ἔλεγχο τοῦ δάσους, ἐνῶ συγχρόνως λύνονται ἄμεσα ἰδιοκτησιακά ζητήματα ἔναντι τοῦ δημοσίου. Ἀναλογιζόμενοι τήν ἔλλειψη δασολογίου στήν Ἑλλάδα μέχρι καί σήμερα, αὐτό τό στοιχεῖο ἀντανακλᾶ τήν πρωτοπορία τῶν Βενετῶν σέ ἰδιοκτησιακά θέματα. Ἐξάλλου δέν εἶναι τυχαῖο τό γεγονός τῆς ὕπαρξης κτηματολογίου στό νησί ἐπί Ἐνετοκρατίας.

Κατά τή γενική ἀπογραφή ἄλλωστε τοῦ 1766-1770 (84) κα¬ταγράφησαν καί στοιχεῖα κτηνοτροφίας γιά τήν περίοδο τῆς Ἐνετοκρατίας. Ἔτσι τό συγκεκριμένο διάστημα ὑπῆρχαν στό νησί 2.279 βόσκοντα βοώδη, 19.816 πρόβατα καί 17.787 γίδια. Ἡ Λευκάδα δηλαδή εἶχε τότε τά περισσότερα βόσκοντα βοώδη στήν Ἑπτάνησο.(85)

Ἀναμφισβήτητα ἡ ἀπαγόρευση τῆς βοσκῆς στό δάσος τῶν Σκάρων, πού ἐπέβαλαν οἱ Ἐνετοί, τό ἀνακούφισε ἀπό τό μεγάλο ζωικό φορτίο πού θά ἔφερε σέ διαφορετική περίπτωση.

Ἔχουν ἐντοπιστεῖ ἀκόμα καταγραφές σχετικά μέ τά προϊόντα τοῦ δάσους τόσο ἀπό τή βελανιδιά ὅσο καί ἀπό ἕνα ἄλλο εἶδος δρυός, τό πουρνάρι.

Οἱ ἐξαγωγές βαφικῶν κόκκων καί βελανιδιῶν βεβαιώνονται χάρη σέ σχετικό πίνακα πού παρατίθεται ἀπό τόν Μα¬χαιρᾶ καί στόν ὁποῖο ἔχει καταγραφεῖ ἡ ἀξία τῶν εξαγωγῶν καί εἰσαγωγῶν.(86) Ἔτσι, κατά τό ἔτος 1760, ἡ ἀξία τῶν ἐξαγώγιμων προϊόντων ἦταν μεταξύ ἄλλων:

Βαφικοί κόκκοι λίτραι 1,500 γιά νετία πρός Λίρας 16 ΛίτραΤσεκίνια 500(87)
Βαλανίδια λίτραι 10,000 γιά νετία πρός 3 Τσεκίνια χιλιάςΤσεκίνια 30

Στοιχεῖα γιά τό ἐμπόριο βελανιδιοῦ τῆς Λευκάδος δημοσίευσε ὁ Χόρτης(88) βασισμένος σέ μιά ἔκθεση τοῦ Corner πρός τόν ἀρχιναύαρχο Μοροζίνι, ὅπου παρέχονται πληροφορίες γιά τή ναυτεμπορική δραστηριότητα τοῦ νησιοῦ.

Σύμφωνα μέ τά στοιχεῖα αὐτά ὁ Corner εἰσηγεῖται τή λήψη μέτρων γιά τήν τόνωση τῆς ναυτιλίας τοῦ νησιοῦ ἀφενός διατηρώντας τή φορολογία στό διαμετακομιστικό ἐμπόριο στά ἐπίπεδα πού ἦταν ἐπί Τουρκοκρατίας καί ἀφετέρου παρέχοντας στούς νησιῶτες τήν ἐλευθερία νά χρησιμοποιοῦν τά λιμάνια τῆς Κανθήλας καί τοῦ Δραγαμέστου χωρίς ἔκτακτες ἐπιβαρύνσεις. Στά δύο αὐτά λιμάνια μετέφεραν οἱ κάτοικοι τῆς ἐνδοχώρας σιτηρά καί βελανίδια σέ ποσότητα 20 φορτίων πλοίων ἐτησίως γιά ἐξα-γωγή. Ἡ μαρτυρία αὐτή περί ἐξαγωγῆς βελανιδιῶν διασταυρώνεται ἀπό νοταριακά ἔγγραφα ἀναφερόμενα σέ συγκεκριμένα ταξίδια πλοίων. Ἔτσι, στίς 10 Μαΐου 1710 συντάχθηκε νοταριακό ἔγγραφο περί ναυλώσεως πλοίου ἀπό τόν Ἀπόστολο Ψωμά γιά μεταφορά βελανιδιοῦ πρός τόν Στάμο Ψωμά στή Βενετία.(89)

Βελανίδια ἐξάγονταν πρός τήν Κέρκυρα σέ ποσότητα 20.000 λίτρες, ἀλλά καί πρός τήν Κεφαλλονιά καί τή Ζάκυνθο σέ ποσότητα 20.000 λίτρες.(90)

Ἡ ὕπαρξη βυρσοδεψείων στό νησί(91) τά ὁποῖα, ὅπως κατα¬γράφεται σέ ἄρθρα γιά τό φόρο ἐπί τῶν βυρσοδεψείων καί τῆς σφραγίδας τῶν δερμάτων,(92) κατέβαλλαν τό φόρο καταναλώσεως σέ κάθε κατεργασμένο δέρμα, μπορεῖ ἐνδεχομένως νά σχετιστεῖ μέ τή χρήση τοῦ βελανιδιοῦ ὡς δεψικοῦ ὑλικοῦ. Ὡστόσο δέν ἔχουν ἐντοπιστεῖ ἀρχεῖα πού νά τεκμηριώνουν τήν ὑπόθεση αὐτή.

Ἐμπόριο πρινοκοκκίου (grana) διεξαγόταν μεταξύ Λευκάδος καί Μπαρμπαριᾶς, καθώς καί μεταξύ Λευκάδος καί Βενετίας (2.000 στέρα), ὅπως προκύπτει ἀπό συνοδευτικό τῆς ἐκθέσεως Grimani.(93)

Στά τέλη τοῦ 18ου αἰώνα (συγκεκριμένα τό 1770) ὁ γεωγράφος καί μηχανικός τοῦ γαλλικοῦ ναυτικοῦ Nicolas Bellin κατέγραψε ἀξιόλογες πληροφορίες ἀπό τήν παραμονή του στή Λευκάδα. Μεταξύ ἄλλων ἀναφέρει πώς τήν ἐποχή ἐκείνη τό κύριο προϊόν τοῦ νησιοῦ εἶναι τό ἁλάτι καί ἀκολουθοῦν τό σιτάρι, τό λάδι, τό λινάρι καί τό πρινοκόκκι κόκκινης βαφῆς.(94)

Ἀπό στοιχεῖα γιά τήν περίοδο 1783-1784 πού συνέλεξε ὁ Πλουμίδης(95) ἐκ τῶν βιβλίων τοῦ Ὑγειονομείου τῆς Λευκάδος –ἡ βενετική ἀκριβολόγος γραφειοκρατία ἦταν πάντα ἀναλυτική στίς καταγραφές της–, διαπιστώνουμε τήν ὕπαρξη ἐμπορικῆς δραστηριότητας μέ δασικά προϊόντα.

Στόν παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται ἡ συχνότητα ἐμπο-ρικῶν συναλλαγῶν ἀνά εἶδος γιά τήν περίοδο 10-7-1783 ἕως 9-7-1784:

ΕδοςΣυχνότητα
Βελανίδια (velonia)5
Καυσόξυλα (legna da fuoco)10
Ξυλεία (legni d’opera)10

Ἀπό τά παρατεθέντα στοιχεῖα συνάγεται ἡ οἰκονομική ἀπολαβή πού εἶχαν οἱ Ἐνετοί ἀπό τά δασικά προϊόντα. Γιατί λαμβάνοντας τά κατάλληλα μέτρα προστασίας τοῦ δάσους, ὅπως ἐπισημάνθηκε ἀναλυτικά παραπάνω (ἀπαγόρευση βοσκῆς, καθώς καί καυσοξύλευσης, ὑλοτομίας καί ἐκχερσώσεως γιά τούς κατοίκους τοῦ νησιοῦ), κατάφεραν νά τό ἐκμεταλ-λευτοῦν οἰκονομικά οἱ ἴδιοι. Ἐπιπρόσθετα, τεκμηριώνεται ἡ ὀργάνωση τῶν Ἐνετῶν σέ θέματα διοίκησης καί συγκεκριμένα στό ζήτημα καταγραφῆς τῶν φυσικῶν πόρων τοῦ νησιοῦ καί ἀποτύπωσής τους σέ χάρτες.

Ἡ ἀπαγόρευση χρήσης τῶν δασικῶν προϊόντων πού ἐπέβαλαν οἱ Ἐνετοί στούς κατοίκους τοῦ νησιοῦ τῆς Λευκάδος, ἐπηρέασε καί τήν οἰκονομία τοῦ νησιοῦ. Ἡ μή ἐκμετάλλευση τοῦ δάσους ἀπό τούς κατοίκους τῶν κοντινῶν χωριῶν τούς στέρησε τό δικαίωμα τῆς παροχῆς καυσοξύλων ἤ οἰκο-δομικῆς ξυλείας. Ὡς ἐκ τούτου, κατά τόν Μαχαιρᾶ,(96) τό ἔτος 1760 πραγματοποιήθηκαν εἰσαγωγές ξυλείας ἐκ δρυός γιά λέμβους καί οἰκοδομές ἀπό τήν Τουρκία, ἐνῶ ξυλεία κάθε εἴδους εἰσαγόταν ἀπό τήν περιοχή τοῦ Ἀμβρακικοῦ καί τίς ἀκτές Ξηρομέρου.

Συνεχίζεται:

* Η Αναστασία Β. Γαζή, είναι Λευκαδίτισσα από το χωριό Βαυκερή, με ειδικές σπουδές στο περιβάλλον και την ιστορία του περιβάλλοντος.
Διαβάστε το Α΄μέρος [ΕΔΩ]

line1

40) Πάνος Γ. Ροντογιάννης, ὅ.π., σελ. 462.
41) Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, Τό ἐν Λευκάδι φρούριο τῆς Ἁγίας Μαύρας, Ἀθήνα 1956, σελ. 17.
42) Giuseppe Shirò, Cronaca dei Tocco di Cephalonia di anonimo, Accademia nazionale dei
Giuseppe Shirò, Cronaca dei Tocco di Cephalonia di anonimo, Accademia nazionale dei Lincei, Rome 1975.
43) Στό ἴδιο, στ. 476-480 (ἡ πλαγιογραφή τ. Σ.).
44)Στό ἴδιο, στ. 824-832 (ἡ πλαγιογραφή τ. Σ.).
45) Christophe Buondelmonti, Description des Iles de l’Archipel; version grecque par un anonyme; publiée d’après le manuscrit du sérail avec une traduction française et un commentaire par Émile Legrand, Ernest Leroux, Paris 1897.
46) Benedetto Bordone, Isolario, Venezia 1538.
47) Ὅπως αὐτή δημοσιεύεται στό: Παναγιώτης Χιώτης, Ἱστορικά Ἀπο-μνημονεύματα τῆς νήσου Ζακύνθου, ἐν τῆ Τυπογραφία τῆς Κυβερ-νήσεως, Κέρκυρα 1863, σελ. 158-160.
48) Πάνος Γ. Ροντογιάννης, ὅ.π., σελ. 483.
49) Σεβαστή Λάζαρη, «Ἡ ἀναφορά-ἔκθεση τοῦ Στάθη Μαρίνου τό 1623», Οἱ ἀφανεῖς τῆς Λευκαδίτικης Ἱστορίας: Πρακτικά τοῦ ΙΔ΄ Συ¬μποσίου, Ἑταιρεία Λευκαδικῶν Μελετῶν, Ἀθήνα 2010, σελ. 53-73.
50) Ed. Brown, Relation de plusieurs voyages, Paris 1674.
51) Documenti rinvenuti nell locale pubblico archivio prima di 1684, no 10 (Γ.Α.Κ. Λευκάδος).
52) Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, Ναοί καί Μοναί Λευκάδος, Βιβλιοθήκη Ἱστορικῶν Μελετῶν, Ἀθήνα 1957, σελ. 295-296.
53) Κατά τόν Μαχαιρᾶ, ὅ.π., πρόκειται γιά δωρεά. Πιθανῶς ὅμως τότε νά ἀπαγορεύονταν οἱ δωρεές ἀπό Ὀθωμανούς πρός ὀρθόδοξα ἱδρύματα καί γι’ αὐτό νά ἐτέθη τό ποσό τῶν 8 ρεαλίων, ἰσότιμο μέ 22 δραχμές, ὡς ἀντίτιμο τῆς ἀγοραπωλησίας τοῦ δάσους.
54) Ἰωάννης Γιαννόπουλος, Ὁ Ἐβλιά Τσελεμπή εἰς τήν Λευκάδα, Ἐπετη-ρίς Ἑταιρείας Λευκαδικῶν Μελετῶν Β΄, 1972, σελ. 383.
55) Αἰκατερίνη Μπεκιάρογλου-Ἑξαδάκτυλου, Ὀθωμανικά ναυπηγεῖα στόν παραδοσιακό ἑλληνικό χῶρο, ΕΤΒΑ Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ἵδρυμα, Ἀθήνα 1994, σελ. 37.
56)George Wheler, A journey into Greece, Spon J., London 1682, σελ. 36-37.
57)Ἀγροστώδη φυτά εἶναι τά εἴδη τῆς οἰκογένειας Graminae.
58) Βασίλειος Παπαναστάσης, «Λιβαδική ἀξία τῶν δασῶν τῆς βαλα-νιδιᾶς», Δάση βαλανιδιᾶς, παρελθόν, παρόν καί μέλλον, Πρακτικά Ἡμερίδας, ἐπιμ. Ἀ. Παντέρα, Ἀ. Παπαδόπουλος, Θ. Βελτσίστας, Μεσολόγγι 2002, σελ. 41-46• καί Ἐμμανουήλ Καρμίρης, Ὀρεινοί Βοσκότοποι, ΤΕΙ Καρδίτσας-Πανεπιστημιακές Παραδόσεις, Καρδί-τσα 1988, σελ. 55.
59) Ἡ χρήση τῶν μονόξυλων μνημονεύεται καί σέ μεταγενέστερα κεί¬μενα, βλ. Jean-Pierre Bellaire, Précis des opérations générales de la division française du Levant: chargée, pendant les années V, VI et VII, de la defense des îles et possessions ex-vénitiennes de la mer Ionienne, formant aujourd’hui la Republique des Sept-Isles. Obser-vations politiques, topographiques et militaires, sur les îles Ioniennes, sur Ali, pacha de Jannina, et sur la Basse-Albanie, Paris 1805, p. 222; Bory de saint-Vincent, Μ. Histoire de la Grèce: Description des iles Ioniennes, Corfou, Paxo, Leucade, Ithaque, Céphalonie, Zante, Cérigo et Naxos; depuis les temps fabuleux et heroïques jusqu’a ce jour, Dondey-Dupré père et fils, Paris 1823, p. 352.
60)Κώστας Ἀ. Δαμιανίδης, «Ἡ ναυπηγική τέχνη κατά τή διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας», Ἀρχαιολογία & Τέχνες, τχ. 97, σελ. 9.
61) John Sibthorp, “Extract from the Journal of the ancient Elis, Arcadia, Argolis, Laconia, Messenia and the Islands of the western shores of Greece”, in Robert Walpole, Memoirs relating to European and Asiatic Turkey, Longman, Hurst, Rees, Orme and Brown, London 1817, p. 97.
62) Ἄγγελος Χόρτης, Συμβολή στήν Οίκονομική Ἱστορία τῆς Λευκάδας (1684-1774) (διδακτορική διατριβή), ΕΚΠΑ-Φιλοσοφική Σχολή, Τμῆμα Ἱστορίας καί Ἀρχαιολογίας, Ἀθήνα 1982, σελ. 133.
63) Πάνος Γ. Ροντογιάννης, ὅ.π., τ. Α΄, σελ. 462.
64) Mauro Agnoletti, “Introduction: Factors and Process in the History of Forest Research”, in: IUFRO 2, Research series, Forest History: International Studies on Socioeconomic and Forest Ecosystem Change, Agnoletti M., Anderson S. (Eds.), CAB International, Wallingford, UK 2000, p. 3.
65) Κυρίως γιά τή ναυπηγήσιμη ξυλεία.
66) Ὄλγα Κατσιαρδῆ-Ηering, «Ἡ Λευκάδα στή Βενετική χαρτογραφία (1686-1729)», στό Χαρτογραφίες τῆς Ἀνατολικῆς Μεσογείου, ἐπιμ. Γιῶργος Τόλιας καί Δημήτρης Λούπης, Κέντρο Νεοελληνικῶν Ἐρευνῶν/ΕΙΕ, Τετράδια Ἐργασίας 25/26, Ἀθήνα 2004, σ. 93-133.
67) Karl Richard Appuhn, A Forest on the sea: Environmental Expertise in Renaissance Venice, Johns Hopkins University Press, Baltimore 2009.
68) Ὄλγα Κατσιαρδῆ-Ηering, ὅ.π., σελ. 101-103.
69) Βλ. Παράρτημα, Χάρτης 2.
70) Ὄλγα Κατσιαρδῆ-Ηering, ὅ.π., σελ. 105.
71)Βλ. Παράρτημα, Χάρτης 1.
72)Βλ. Παράρτημα, Χάρτης 3.
73) Νίκος Γ. Μοσχονᾶς, «Χειρόγραφος τοπογραφικός χάρτης Λευκάδας καί Ἀμβρακικοῦ τοῦ 18ου αἰώνα στή Μαρκιανή βιβλιοθήκη Βενετίας», Κερκυραϊκά Χρονικά 23, 1980, σελ. 274-279.
74) Βλ. Παράρτημα, Χάρτης 5.
75) Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, Ἡ Λευκάς ἐπί Ἐνετοκρατίας 1684-1797, Ἀθῆναι 1951 (ἀνατύπωση: Ἀθήνα, Πορεία 2008), σελ. 56.
76)Τό κείμενο –μετάφραση τοῦ ἰταλικοῦ πρωτότυπου– προέρχεται ἀπό τά Γ.Α.Κ. Λευκάδος καί ἔχει δημοσιευθεῖ στό: Κωνσταντῖνος Μαχαι¬ρᾶς, Ναοί καί Μοναί Λευκάδος, ὅ.π., σελ. 297.
77)Μετάφραση ἐκ τοῦ ἰταλικοῦ πού φυλάσσεται στά Γ.Α.Κ. τῆς Λευκά¬δος καί δημοσιεύθηκε στό: Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, ὅ.π., σελ. 297 (ἡ πλαγιογραφή τ. Σ.).
78)John Perlin, A Forest Journey: The Role of Wood in the Development of Civilization, W. W. Norton, New York 1989, σελ. 152.
79) Frederic Chapin Lane, Venetian Ships and Shipbuilders of the Renaissance, ὅ.π., p. 217.
80) Karl Αppuhn, “Inventing Nature: Forests, Forestry and State Power in Renaissance Venice”, The Journal of Modern History, 72, 4 Dec. 2000, 861-889.
81)Τό ἀκριβές κείμενο σέ μετάφραση ἀπό τά ἰταλικά φυλάσσεται στά Γ.Α.Κ. Λευκάδος καί ἔχει δημοσιευθεῖ στό: Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, ὅ.π., σελ. 298-299.
82) Francesco Grimani, Relazioni storicopolitiche delle isole del Mare Jonio suddite della Serenissima Repubblica di Venezia, scritte allo Eccellentissimo Senato l’anno 1760, Venezia 1856, p. 46.
83)Τό ἀκριβές κείμενο σέ μετάφραση ἀπό τά ἰταλικά φυλάσσεται στά Γ.Α.Κ. Λευκάδος καί ἔχει δημοσιευθεῖ στό: Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, ὅ.π., σελ. 300.
84) Ἀνδρέας Ἀνδρεάδης, Περί τῆς οἰκονομικῆς διοικήσεως τῆς Ἑπτανή-σου ἐπί Ἐνετοκρατίας, τ. Α΄, Ἀθήνα 1914, σελ. 193-195.
85) Πάνος Γ. Ροντογιάννης, ὅ.π., σελ. 590.
86) Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, Ἡ Λευκάς ἐπί Ἐνετοκρατίας 1684-1797, ὅ.π., σελ. 194-195.
87) Κατά τό Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, ὅ.π., σελ. 150: τό τσεκίνι ἦταν νόμισμα πού κυκλοφοροῦσε κατά τό 18ο αἰώνα στά Ἰόνια Νησιά. Ἡ ἀναλογία του πρός τά ἑλληνικά προπολεμικά νομίσματα ἦταν: 1 τσε¬κίνι (zecchino) = 11,20 δραχμές.
88) Ἄγγελος Χόρτης, ὅ.π., σελ. 239.
89) Στό ἴδιο, σελ. 243 καί 333.
90)Στό ἴδιο, σελ. 334.
91) Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, Ἡ Λευκάς ἐπί Ἐνετοκρατίας 1684-1797, ὅ.π., σελ. 193 καί 206.
92) Capitoli del dazio della concia delle pelli e bolla dei curami, ὅπως δημοσιεύθηκε ἀπό τόν Μαχαιρᾶ, ὅ.π.
93) Ἄγγελος Χόρτης, ὅ.π., σελ. 239 καί 333.
94) Ἰόλη Βιγγοπούλου, «Ἡ βενετοκρατούμενη Λευκάδα στούς περιη¬γητές», Ἡ Λευκάδα μέσα στό ταξίδι, Πρακτικά Β΄ Συμποσίου Πνευματικοῦ Κέντρου Δήμου Λευκάδας, ἐπιμ. Δημήτριος Χ. Σκλα¬βενίτης, Τριαντάφυλλος Ἐ. Σκλαβενίτης, Ἑταιρεία Λευκαδικῶν Μελετῶν, Ἀθήνα 1999, σελ. 101-121.
95) Γεώργιος Πλουμίδης, «Ναυτιλία καί ἐμπόριο στή Λευκάδα (1783, 1818)», ἀνάτυπο ἐκ τοῦ τ. ΙΓ΄ τῆς Δωδώνης (Ἐπιστημονική ἐπετηρίδα τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων), Ἰωάννινα 1984, σελ. 403.
96) Κωνσταντῖνος Μαχαιρᾶς, ὅ.π., σελ. 195.

Προηγουμενο αρθρο
Πολλοί είναι κατά του Σύριζα αλλά όχι και κατά του ξοφλημένου συστήματος
Επομενο αρθρο
Η παραλία Κάθισμα στα καλύτερά της

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.