HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΗ Λευκάδα μούσα των ποιητών – Μέρος Α΄

Η Λευκάδα μούσα των ποιητών – Μέρος Α΄

Της Πηνελόπης Κοψιδά

Η Γαλάτεια Καζαντζάκη στο «Αφιέρωμα στο Σικελιανό» γράφει:
………..
Χίλια πουλιά πετούν, γιορτάζει η φύσις,
Που ξαναφέρνεις πίσω – ω να μας ζήσεις –
Την πρωτινή ομορφιά της στην Ελλάδα.
Ωσάν και σένα, άμποτε να ΄ταν κι άλλοι,
Για να γενή η Ελλάδα πιο μεγάλη,
Να ΄ταν κάθε νησί και μια Λευκάδα!

Κι αν η Λευκάδα, με την θαυμαστή φυσική ομορφιά της, αλλά και τους ξεχωριστούς ανθρώπους της, στάθηκε κατά καιρούς πηγή έμπνευσης για τους ανθρώπους του πνεύματος στην χώρα μας, ας δούμε πώς οι Λευκαδίτες ποιητές, που τη λάτρεψαν ως πατρίδα, εκφράστηκαν γι΄ αυτήν μέσα από τα ποιήματά τους και την τραγούδησαν με τη δική τους γλώσσα.
Με μια σειρά από δημοσιεύσεις θα προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε ή να θυμηθούμε τα ποιήματα Λευκαδίων ποιητών, που την πένα τους κίνησε η αγάπη ή και η νοσταλγία για το νησί τους.

ΛΕΥΚΑΔΑ ΜΟΥ

Λευκάδα μου, όλοι οι βράχοι σου είναι αμπέλια
πολύκαρπα, όλοι οι κάμποι σου είναι εληές,
κι ευωδιαστά σκορπίζεις χαμογέλια
στα λούλουδα, τραγούδια απ΄τις φωλιές.
Πάντα οι καρποί σου αδροί στάζουνε μέλια,
κι ο ήλιος, σα θείος ζωγράφος, πινελιές
πολύχρωμες σου απλώνει ολούθε, τέλεια
μαγέματα οι λευκές σου ακρογιαλιές.
Μάνα, με σιδερένια μπράτσα οι γιοί σου
σφιχτοδεμένοι οργώνουνε τη γη σου,
βρέχοντας μ΄άγιον ίδρωτα, και Συ
μας ξεδιψάς στα κρούσταλλα νερά σου,
με λάδι μας βλογάς, κι απ΄τα πλευρά σου
το αίμα σου τρέχει: κόκκινο κρασί.

Αναστάσιος Σκιαδαρέσης

ΛΕΥΚΑΔΑ

Φορές φορές που με πλανά ο νους μου και στα πίσω
με πάει να σταματήσω,
γλυκοπιθύμητο νησί, μια μια κάθε σου χάρη
αγνό μαργαριτάρι
Περνώ ως αρμάθα στ΄αργυρό της θύμησης το νήμα,
απ΄ το βουνό ως το κύμα:
Τους βελουδένιους κάμπους σου, τη Χώρα, τα΄ακρογιάλι
με μπόρα ή μαϊστράλι,
το κάστρο το Βενέτικο, τις βάρκες, τα καϊκια
την αμμουδιά ως τα φύκια.
Κι ανιστορώ τις χρυσαυγές, των δειλινών τα θάμπη,
που απαλοσβεί ότι λάμπει,
σαν, μες της ώρας βουτηχτό τα μάγια τα μεγάλα
σκυθρώπιαζες μια στάλα,
πνιγμένα αντιβουϊζοντας με τη στερνή καμπάνα,
καημούς και γέλια πλάνα.
Την ώρα τούτη – ω θύμησις – όλα κρυφολαλούσαν
κι αχούς με πλημμυρούσαν.
Την ώρα τούτη ξέχωρα, Λευκάδα, ο νους μου βάνει
που ανέγραφο στεφάνι
στην αγκαλιά σου μ΄έσφιγγε ψυχήν απ΄την ψυχή σου
σβώλο θαμπό της γης σου.

Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου

ΛΕΥΚΑΔΑ

Πεισματικά τα βροχονέρια δέρνανε
τον τόπο μας κάθε χειμώνα.
Κι όπως του Ιόνιου πέλαγου τα κύματα
χτυπιούντανε σ΄άγριον αγώνα,
στο Λευκαδίτικο λιμάνι τρύπωναν
πλεούμενα κυνηγημένα
απ΄τον κουρσάρο το βοριά, ανεμίζοντας
πανιά στα ξάρτια ξεσκισμένα.
Μαστιγωμένοι απ΄τη βροχή διαβαίνανε
κάτω από το σπίτι μας ψαράδες,
σαν ξωτικά βαρειά κι αμίλητα
στις μαύρες τους τις νιτσεράδες.
Και γύρω μας της γειτονιάς παιδόπουλα
στα σπίτια τρυπωμένα τώρα,
χαζεύαμε από τα κλειστά παράθυρα
με δέος και με χαρά την άγρια μπόρα.
Χουχούλιζα το τζάμι κι όλο έγραφε
το δάχτυλό μου ζωγραφιές λουσάτες.
Δράκους, ντελφίνια, πέλαα, φτεροκάραβα,
γοργόνες, σύγνεφα αστραπές σπαθάτες.
Μα η κυρά η Χρυσαυγή μας, φώναζε
τα τζάμια πως λερώνει η παλαβιά μου.
Έρχονταν σαν τη θύελλα και σκούπιζε
με την ποδιά της τη φαρδειά, τα σχέδιά μου…

Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου

1) Αναστάσιος Σκιαδαρέσης: Ποιητής, μεταφραστής και πολιτευτής. Γεννήθηκε το 1877 στην πόλη της Λευκάδας και πέθανε το 1941 στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Νεάπολης στην Ιταλία. Ασχολήθηκε έντονα με την πολιτική και εκλέχθηκε τέσσερις φορές βουλευτής Λευκάδας. Ουσιαστική του απασχόληση υπήρξε η διακονία των γραμμάτων και ιδιαίτερα της ποίησης. Τύπωσε τις συλλογές «Τραγούδια» (1904) και «Πάει πια» (1934). Λιγότερο γνωστά παραμένουν τα σατιρικά ποιήματά του, που τα δημοσίευσε σε διάφορα έντυπα της εποχής του για να καυτηριάσει τους πολιτικούς του αντιπάλους. Σημαντικότατες όμως είναι και οι μεταφράσεις του από την αρχαία Ελληνική και Λατινική φιλολογία, τους Ευρωπαίους λυρικούς (Χάινε, Λαμαρτίνος, Ταγκόρ, Βερλαίν) και από την παγκόσμια λογοτεχνία γενικότερα. Σ΄ ένα γράμμα του ο Παλαμάς χαρακτηρίζει τον Σκιαδαρέση άριστο μεταφραστή. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του παραμένει μέχρι τώρα ανέκδοτο.

2) Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου: Ποιήτρια και πεζογράφος. Γεννήθηκε στην Πρέβεζα, πατρίδα της μητέρας της, και μεγάλωσε στη Λευκάδα, πατρίδα του πατέρα της, που ήταν γιατρός και λόγιος. Στην Αθήνα σπούδασε για τρία χρόνια ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών. Οριστικά όμως την κέρδισε η λογοτεχνία, με την οποία ασχολήθηκε από μικρή στη Λευκάδα, όπου επηρεασμένη από το κλίμα της εποχής, αλλά και τον πατέρα της, λάτρη του Λαμαρτίνου, έγραφε ρομαντικούς στίχους. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές και διηγήματα και βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το διήγημα « Για λίγη αγάπη» το 1930 (τιμή που για πρώτη φορά αποδόθηκε σε Ελληνίδα. Πέθανε το 1977. Η Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών έστησε την προτομή της, δίπλα από εκείνες του Βαλαωρίτη και του Σικελιανού το καλοκαίρι του 1983.

Γιάννης Βουκελάτος – Ανθολογία Λευκαδίων Ποιητών 1787- 1983
Έκδοση του Περιοδικού «Λευκαδίτικη Εστία» – Αθήνα 1983

Προηγουμενο αρθρο
Συμμετοχή της Λευκάδας στην Ελληνική Ημέρα Τάι Τσι Τσουάν & Τσι Κουνγκ 2017
Επομενο αρθρο
Διακοπή νερού στην πόλη της Λευκάδας σήμερα Δευτέρα 15-05-2017

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.