HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΟ μεγανησιώτης Θανάσης Καββαδάς μας ξεναγεί στα μυστικά της γεύσης του «καλύτερου χοτ ντογκ του κόσμου»

Ο μεγανησιώτης Θανάσης Καββαδάς μας ξεναγεί στα μυστικά της γεύσης του «καλύτερου χοτ ντογκ του κόσμου»

Το «λουκούμι» της Συγγρού που γλίτωσε από ρουκέτα

Για να νοείται street food απαιτούνται δύο βασικές προϋποθέσεις: δρόμος και φαγητό. Σε έναν από τους κεντρικότερους οδικούς άξονες της πόλης, στη λεωφόρο Συγγρού –συγκεκριμένα στον αριθμό 340–, στο σημείο όπου συναντιέται με την έξοδο για την Αμφιθέας, βρίσκεται από το 1992 η καντίνα του κ. Θανάση. Με καταγωγή από το Μεγανήσι, από φορτηγατζής και ψαράς στη Λευκάδα βρέθηκε στην πρωτεύουσα με τα αχνιστά ψωμάκια του και τη μαγική συνταγή σάλτσας.

Μεθυσμένοι, ξενύχτηδες ταξιτζήδες και οικογένειες

Προτού φτάσουμε στα μυστικά της γεύσης, η οποία παραμένει η ίδια όλα αυτά τα χρόνια, ρωτήσαμε για περίεργα περιστατικά που του έχουν συμβεί και μας είπε γελώντας: «Θυμάμαι την επιβράβευση που είχα από το εξωτερικό, καθώς ένα βράδυ σταμάτησε ένα βανάκι με οκτώ Γερμανούς και έναν Ελληνα. Ετρωγαν συνέχεια και ρώτησαν τι γράφει η ταμπέλα. Οταν ο φίλος τους τους είπε ότι γράφει “το καλύτερο της Αθήνας” απάντησαν πως έπρεπε να λέει “το καλύτερο του κόσμου”. Κάθε βράδυ συμβαίνει και κάτι, ευτυχώς ευχάριστο. Ολα αυτά τα χρόνια δεν μου έτυχε κάτι άσχημο. Πριν από την κρίση ήταν λίγο πιο άγρια τα πράγματα, ο κόσμος είχε λεφτά, ίσως δεν υπολόγιζε τόσο πολύ τα πράγματα και υπήρχαν και τα κέντρα διασκέδασης σε όλη τη Συγγρού. Οι περισσότεροι –κάθε ηλικίας και φύλου, νηφάλιοι και μεθυσμένοι– περνούσαν μετά από εδώ».

Πόσο έχει αλλάξει ο κόσμος της νύχτας αυτά τα 27 χρόνια; «Είναι ο ίδιος κόσμος και μάλιστα οι περισσότεροι, παρόλο που έχουν μεγαλώσει, εξακολουθούν και έρχονται. Τα τελευταία χρόνια έρχονται και γονείς με τα παιδάκια τους τις απογευματινές ώρες και χαίρομαι πάντα όταν βλέπω νέους ανθρώπους και ζευγαράκια. Εκτός από τους ξενύχτηδες της διασκέδασης, έχω πολλούς πελάτες που ταξιδεύουν, ειδικά τις Κυριακές. Επειδή υπήρξα οδηγός φορτηγού ξέρω ότι στις 3 και τις 4 το πρωί μόνο καντίνες θα βρει κάποιος ανοιχτές για να χορτάσει και να συνεχίσει. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που θέλουμε να μας στηρίζει το κράτος. Η καντίνα είναι για όλο τον κόσμο, όχι μόνο για τους μεθυσμένους, καθώς ξενύχτης είναι και ο ταξιτζής και ο φορτηγατζής και όλοι οι εργαζόμενοι με περίεργο ωράριο δουλειάς».

Το μυστικό της σάλτσας που θα παραμείνει μυστικό

Η κουβέντα μας σταμάτησε για λίγο, καθώς ο Θανάσης Καββαδάς έπρεπε να εξυπηρετήσει έναν κύριο που ζήτησε «δύο απ’ όλα» και συνεχίσαμε ρωτώντας για το μυστικό του χοτ ντογκ. «Ολα τα υλικά θα πρέπει να είναι φρέσκα, καθαρά και καλής ποιότητας. Πριν από πολλά χρόνια μου είχε πει ένας νεαρός ο οποίος έτρωγε σ’ εμένα κάθε βράδυ: “Η στατιστική των τροφίμων λέει πως αν κάποιος φάει ένα χοτ ντογκ και το ευχαριστηθεί, θα σου φέρει άλλους τέσσερις. Αν συμβεί το αντίθετο, θα σου διώξει είκοσι”. Στη συνέχεια μου αποκάλυψε ότι είχε σπουδάσει τεχνολογία τροφίμων στην Αγγλία και πως είχε εκτιμήσει το γεγονός ότι κάθε βράδυ έβλεπε τα ίδια υλικά χωρίς να προσθέτω ή να αφαιρώ κάτι. Θέλω επίσης να πω ότι ο γιος μου που είναι χημικός μηχανικός φροντίζει να με ενημερώνει συνέχεια για τα θέματα ποιότητας στην αγορά και ψάχνουμε τα πάντα σχετικά με τις πρώτες ύλες και τους προμηθευτές μας».

Κάπως έτσι φτάσαμε στα μεταλλικά δοχεία, μέσα από τα οποία δημιουργεί ο κ. Θανάσης. «Το λάχανο και το καρότο τα κόβω όπως η μάνα σε κάθε σπίτι. Το λουκάνικο είναι μόνο βραστό και τα ψωμάκια τα έχω στον ατμό για να είναι μαλακά. Υπάρχει η μαγιονέζα, η κέτσαπ και η μουστάρδα, αλλά κυρίως υπάρχει το μυστικό μου, που είναι η σάλτσα με το κρεμμύδι. Ακόμη και από την Πεντέλη έχουν έρθει για να δοκιμάσουν τη σάλτσα στο χοτ ντογκ. Το τελικό αποτέλεσμα πρέπει να λιώνει μέσα στο στόμα και όλα τα υλικά να έχουν γίνει ένα, χωρίς να τα ξεχωρίζεις. Αυτό κάνω χωρίς καμία αλλαγή τα 27 αυτά χρόνια».

Η ώρα περνά και οι πεινασμένοι της λεωφόρου Συγγρού συνεχίζουν να σταματούν έξω από την καντίνα. Κλείνοντας την κουβέντα μας ζητήσαμε από τον κ. Θανάση να δώσει τις δικές του οδηγίες για ξενύχτηδες. «Πρέπει ο κόσμος να διασκεδάζει ήρεμα και πολιτισμένα. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και μετά, όταν έρχονται για φαγητό. Είναι και αυτό μέρος της διασκέδασης ή αν θέλεις το τελείωμα της διασκέδασης. Ευτυχώς τόσα χρόνια έχω μόνο ευχάριστες αναμνήσεις. Αφού αντέξαμε και την επίθεση με ρουκέτα, όταν ήταν εδώ τα παλιά γραφεία της Νέας Δημοκρατίας, το χοτ ντογκ θα ζήσει για πολλά χρόνια ακόμη».

Πηγή

Προηγουμενο αρθρο
Ανοιχτή επιστολή Σπύρου Βεργίνη
Επομενο αρθρο
Αυτόματος εξωτερικός απινιδωτής δωρεά στο Δημοτικό Σχολείο Νυδριού

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.