HomeΕΠΙ ΠΑΝΤΟΣ ΕΠΙΣΤΗΤΟΥ«Πάνθεον»: Είμαστε κι Εμείς Εκεί!

«Πάνθεον»: Είμαστε κι Εμείς Εκεί!

Πρέπει να ήταν το 1984 ή το 1985 όταν διασκέδασα αποκριές στο Πάνθεον για πρώτη φορά. Αυτό συνεχίστηκε για πολλά χρόνια μετά, μέχρι που έκλεισε. Δεν μεγάλωσα στην πόλη της Λευκάδας, ως εκ τούτου δεν έχω παλαιότερες μνήμες για το χώρο, αλλά και για το είδος της διασκέδασης που αντιπροσώπευε.

Κι εκείνη την εποχή πάντως παρότι το Πάνθεον διένυε την τελευταία δεκαετία της ζωής του, η ορχήστρα, τα είδη της μουσικής που ακούγονταν, οι χοροί που χορεύονταν, δεν είχαν καμιά σχέση μ’ αυτό που ορίζουμε οι περισσότεροι σήμερα διασκέδαση.

Η ορχήστρα αποτελούνταν από: τρομπέτες, τρομπόνια, σαξόφωνο, ντράμς, ακορντεόν, αρμόνιο, κιθάρες. Πολύ αργότερα προστέθηκε το μπουζούκι που έπαιζε κάποια λαϊκά κομμάτια στο κλείσιμο συνήθως της βραδιάς.

Το πρόγραμμα ξεκινούσε νωρίς κοντά στις 10:00, κι αν ήθελες να βρεις τραπέζι έπρεπε κάποιος να είναι εκεί από τις 09:00! Τόσο η μουσική όσο και ο χορός ακολουθούσαν συνήθως κάποιο τελετουργικό, κάποια… σειρά, η ίδια σχεδόν κάθε χρόνο.

Ξεκινούσαν πάντα με ταγκό, συνέχιζε με βάλς, φοξ τροτ, μπόσα νόβα, Τουίστ, μάμπο, Τσά- τσά, σάμπα, ρούμπα, χάλι- γκάλι… Η κορύφωση ερχόταν με το ρόκ εντ ρόλ για να ακολουθήσουν αργότερα ελληνικά -μεταγλωττισμένα τα περισσότερα- τραγούδια της δεκαετίας του ’60, σε ρυθμούς σέικ, γιάνκα και μπλούζ. Το πρόγραμμα έκλεινε συνήθως με ελληνικά τραγούδια συρτά και καλαματιανά.

Αξέχαστες εικόνες ήταν το άνοιγμα το χορού με τους Βούλη και Γεωργία, σε ένα μοναδικό ταγκό ή βαλς. Ένα υπέροχο χορευτικό ζευγάρι που όμοιο του δεν έχω συναντήσει.

Η πίστα δεν άδειαζε ποτέ, θα έλεγα μάλιστα πως ήταν πάντα…μικρή! Χορεύαμε ασταμάτητα μέχρι το πρωί, δίπλα – δίπλα όλες οι ηλικίες, από είκοσι μέχρι εβδομήντα χρονών. Ο καλός μας ο Φώντας έδινε τον τόνο με ένα κατά λάθος- εξεπίτηδες σπρώξιμο για να τον μιμηθούμε οι υπόλοιποι!

Απ’ όσο θυμάμαι, το Πάνθεον ήταν η μοναδική αίθουσα στην πόλη που δημιουργούσε τόσο κέφι, ήταν οικονομικά προσιτή στον καθένα, ήταν ο χώρος διασκέδασης κάθε κοινωνικής τάξης.

Με το πέρασμα του χρόνου όλοι εμείς οι πιστοί οπαδοί αυτού του είδους της διασκέδασης, παρακολουθήσαμε το Πάνθεον να φθίνει χρόνο με το χρόνο. Η αρχή έγινε με την απαγόρευση χρήσης του εξώστη λόγω στατικών προβλημάτων.

Η «φθορά» βέβαια δεν ηρθε από τη στατικότατα του κτιρίου. Βλέπαμε χρόνο με τη χρόνο οι θαμώνες να είμαστε οι ίδιοι και οι ίδιοι. Όσοι νεότεροι ηλικιακά έρχονταν, έδειχναν ξένοι στο χώρο. Δεν μας «ακολουθούσαν». Οι ώρες που έπαιζε το μπουζούκι αυξήθηκαν. Στα συρτα και τα καλαματιανά, προστέθηκε το τσάμικο και το τσιφτετέλι…

Όταν έκλεισε το Πάνθεον αντιμετωπίστηκε σαν μια φυσιολογική εξέλιξη. Όλα είχαν αλλάξει στη χώρα μας, εμείς οι ίδιοι είχαμε αλλάξει. Ο τρόπος ζωής και διασκέδασης είχε αλλάξει. Κανένας πια δεν έβγαινε έξω για διασκέδαση από τις 10:00. Ελάχιστοι χόρευαν βαλς.

Δεν ξέρω αν το Πάνθεον ήταν παράδοση, αν ήταν πολιτισμός, αν ήταν τέλος, ένας ντόπιος τρόπος διασκέδασης. Γυρίζοντας όμως πίσω στο χρόνο, τουλάχιστον όσο εγώ μπορώ να θυμηθώ, θα έλεγα ότι η φθορά αυτού του τρόπου διασκέδασης, έχει να κάνει με τη γενικότερη φθορά αυτής της χώρας και του πολιτισμού της.

Η πολιτική ελίτ της τότε εποχής έδωσε το στίγμα της. Ο «ηγεμόνας» της εποχής, αρέσκεται να χορεύει στα μπουζούκια το: «αυτός ο άνθρωπος αυτός» της Ριτας Σακελαρίου! Ο απλός κόσμος παίρνει «γραμμή», όλη η Ελλάδα χορεύει ζεϊμπέκικο και τσιφτετέλι.

Η μικρή κοινωνία του Πάνθεον ήταν μια απειροελάχιστη μονάδα στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Μια κοινωνία που μετασχηματίζεται στην αισθητική της βλαχοντίσκο και του τσιφτετελιού. Ο πολιτισμός της γίνεται «επιδοτούμενος», αλλά σταματάει πια να παράγεται. Αυτή η χώρα σε εποχές που δεν είχε καν Υπουργείο πολιτισμού, κέρδιζε βραβεία Νόμπελ, διέπρεπε στη μουσική, στη λογοτεχνία στην ποίηση, στο θέατρο…

Μορφωτική και πολιτισμική υποβάθμιση συντελείτο αργά και σταθερά μέχρι που φτάσαμε στη σημερινή μορφωτική πτώχευση. Χτίστηκε σιγά – σιγά η «ιδεολογία» του νυχτερινού κέντρου, της καφετέριας, του τζιπ.

Εμείς οι τελευταίοι του Πάνθεον, όσοι δεν θελήσαμε ή δεν καταφέραμε να επιβιώσουμε και να συμμορφωθούμε στην επικυριαρχία της σκυλάδικης τσιφτετελοειδούς μπόχας, παραμερίσαμε, όχι μόνο ως προς τον τρόπο διασκέδασης…

Βιολέττα Σάντα

Προηγουμενο αρθρο
Η Λευκάδα στη διαδήλωση στήριξης στο Λονδίνο
Επομενο αρθρο
Στη γειτονιά των αγγέλων ο νεαρός Παύλος

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.