HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΣταμάτης Βλάχος: Μια πολύ γνώριμη φιγούρα που κάθε μέρα βλέπουμε σκυφτή και μαυροφορεμένη…

Σταμάτης Βλάχος: Μια πολύ γνώριμη φιγούρα που κάθε μέρα βλέπουμε σκυφτή και μαυροφορεμένη…

Γράφει ο Παναγιώτης Σκληρός

Θα γράψω σήμερα για μια πολύ γνώριμη φιγούρα που κάθε μέρα βλέπουμε σκυφτή και μαυροφορεμένη να ανεβαίνει το πρωί και να κατεβαίνει το μεσημέρι την αγορά, πάντα με κάτι στα χέρια του, πάντα κάποια ψώνια, κάτι να πάει στο σπίτι…

Είναι ο μπάρμπα Σταμάτης Βλάχος. Δεν έχω καμιά ιδιαίτερη σχέση μαζί του αλλά με εντυπωσίασε η φιγούρα του και πίνουμε πλέον καμιά λεμονάδα μαζί κι έτσι έμαθα από την διήγηση του πολλά κι ενδιαφέροντα για τον ίδιο τα οποία παραθέτω εδώ.

Τον θυμήθηκα βέβαια, ένα σωστό γίγαντα στην είσοδο του λιτρουβιού του στη Εξάνθεια, να κλείνει όλη την πόρτα με την κορμοστασιά του, όταν τον «καιρό της αλλαγής» φέρναμε βόλτα όλα τα χωριά της Λευκάδας.
Ο Σταμάτης Βλάχος -Μπελελές λοιπόν, γεννήθηκε στην Εξάνθεια τον Μάρτη του 1930 και είναι το προτελευταίο παιδί της οικογένειας. Είχε αλλά 6 αδέρφια, 4 κορίτσια και 3 αγόρια. Αυτά είναι τα παιδιά τα οποία μεγάλωσαν, γιατί λόγω της συνθηκών της εποχής δεν ζούσαν όλα τα παιδιά, (είχε μια αδερφή που πέθανε στα 15 και την έλεγαν Ανατολή, μάλλον από φυματίωση), κι έτσι είναι πλέον ο μόνος εν ζωή από όλα τα αδέρφια.

Από μικρός δούλευε όπως όλα του τα αδέρφια, γιατί η οικογένεια του ήταν φτωχή. Πολλές φορές μου έχει πει ότι φόρεσε πρώτη φορά παπούτσια στα 15. Όταν τελείωσε με τον στρατό πήγε στην Αθήνα για να δουλέψει.

Εκεί δούλεψε με έναν εργολάβο που έφτιαχνε πολυκατοικίες στο κέντρο της Αθήνας. Αυτός είχε πει στους εργάτες, ότι στον καλύτερο εργάτη θα δώσει ένα διαμέρισμα και την δουλειά το θυρωρού. Ο Σταμάτης Βλάχος ήταν ο καλύτερος οπότε και ο εργοδότης τήρησε την υπόσχεσή του!

Η εργασία τελείωσε όταν ο μεγάλος του αδελφός είχε πάει Αυστραλία και ο άλλος εκείνη την περίοδο έπρεπε να πάει στο στρατό. Αναγκάστηκε -όπως λέει με παράπονο- «να γυρίσει στο χωριό για να προστατέψει τις αδερφές του». Επέστρεψε μετά από λίγα χρόνια, παντρεύτηκε την Γαρυφαλλιά Βλάχου (από την Εξάνθεια κ αυτή), έκαναν 4 παιδιά, 2 αγόρια και 2 κορίτσια.

Ακόμα κ όταν παντρεύτηκε ήθελε να φύγει, είχε πάντα στο νου του όχι την φυγή αλλά το να βρει δουλειά έξω απ τη Λευκάδα αλλά η γυναίκα του «δεν ήθελε να φύγει από το χωριό».

Έκανε διάφορες δουλειές, αγρότης και κυρίως οικοδόμος. Για πολύ καιρό έφευγε και πήγαινε σε διάφορα μέρη να δουλέψει σε εργολαβίες με αρκετούς γνωστούς εργολάβους δημοσίων έργων. Δεν σταμάτησε να δουλεύει ποτέ αλλά απ ότι μου εκμυστηρεύτηκε είχε κι αυτός ένα πάθος που τον παρέσυρε αλλά δεν θα το αποκαλύψω…

Όμως έκαμε περιουσία για την οποία υπερηφανεύεται και μάλιστα αναλύει πόσα δέντρα ελιές έχει και σε ποια σημεία, πόσα χωράφια με αμπέλια, πόσα μεροδούλια χρειαζόταν για σκάψιμο κι ότι έχει δικό του (του γιου του πλέον) ορυχείο πέτρας, άμμου κλπ. Ειναι αυτό που λέμε νοικοκύρης.

Το 1977 είχε ένα εργατικό ατύχημα στην Θήβα, όταν έπεσε από την στέγη του σπιτιού που έφτιαχναν, ευτυχώς χωρίς σοβαρούς τραυματισμούς. Ήταν πολύ γερός άντρας κι άντεξε.

Ένα γεγονός που του άλλαξε όμως τη ζωή, όχι μόνο σε αυτόν αλλά σε όλη την οικογένεια, είναι ο χαμός του παιδιού του. Το δεύτερο παιδί του ο Σπυραντώνης είχε ατύχημα με το φορτηγό που δούλευαν μαζί με τον αδερφό του. Έγινε τον Ιούνιο 1990. Άφησε δυο ορφανά και δεν ξεπέρασε ποτέ αυτό το γεγονός «γι’ αυτό το λόγο φοράω συνέχεια τα μαύρα», μου λέει.

Είναι ένας άνθρωπος πολύ περήφανος, με διάφορες ιδιοτροπίες που μένουν αναλλοίωτες στο χρόνο. Έχει μάθει να κατακτά αυτό που θέλει και να μην ανέχεται από κανέναν να παρεμβαίνει στη ζωή του. Δεν θέλει να παίρνει τίποτα από κανένα, χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι θέλει συνέχεια να κερνάει αλλά ποτέ να τον κερνάνε! Πολύ δύσκολα και με… διάφορα τερτίπια κατορθώνω να πληρώνω καμιά φορά κι εγώ τις λεμονάδες.
Του αρέσουν οι βόλτες και να λείπει ώρες από το σπίτι, δεν μπαίνει εύκολα σε κανόνες και θεωρεί ότι έχει πάντα δίκιο, είναι αρκετά παραπονιάρης και θέλει να τον προσέχουν όλοι στο σπίτι του. Αρχηγός βλέπετε…

Στις αφηγήσεις του μένεις άφωνος το τι θυμάται, με ποιους έχει συναντηθεί στη ζωή του, τι εντύπωση του έκανε ο τάδε πολίτικος, ο δείνα έμπορος. Ακόμα και το προξενιό του Μάρκου Τσαρλαμπά με την Αικατερίνη (Ρενέ) Ψωμοσάκη απ το Βουρνικά θυμάται, που του έκανε μια ψυχοκόρη που είχε, η Τασούλα απ την Εξάνθεια. Έχει μείνει σαν παροιμία αυτό που της είπε ο Μάρκος: «Τασούλα στρώσε τ άλογο να πάμε τα προξενιά».

Ο μπάρμπα Σταμάτης… ασταμάτητα κάνει τις καθημερινές του διαδρομές μέχρι τα καφενεία τ’ Αη Μηνά όπου συναντάει τους συγχωριανούς του και το μεσημέρι κατηφορίζει σιγά σιγά προς το σπίτι του, πάντα σκυφτός και μαυροφορεμένος κουβαλώντας μια ολάκερη ζωή με πίκρες και χαρές στους κυρτούς του ώμους…

Παναγιώτης Σκληρός,
Ιούλιος 2020

Προηγουμενο αρθρο
Οι πανηγυρισμοί για την κατάκτηση του EURO 2004 στη Λευκάδα στις 5/7/2004 -video
Επομενο αρθρο
Μηνιαία δραστηριότητα αστυνομικών υπηρεσιών Ιονίων Νησιών

2 Σχόλια

  1. Γιώργος Φέτσης
    9 Ιουλίου 2020 at 00:07 — Απάντηση

    Και από το 1990 πηγαίνει σε όλες τις κηδείες σε όλα τα χωριά τιμώντας όλους όσους παραστάθηκαν στο πένθος του.

  2. margarita
    7 Ιουλίου 2020 at 08:49 — Απάντηση

    afton ton kyrio pou sumera diabazontas se kyrie sklire ton blepo kahe hrono pou erhome stin lefkada kai perno liges moines arhontanhropos agerohos kai mou ehei kanei entiposi to parastimatou pote den hapisteba otoi koubalau tosa hronia stin plati tou panta nane kalla o kyrios vlahoskai polu oreo kai endiaferon to afoigimasou naste kalla stin omorfi leukada

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.