HomeΕΛΙΞΗΡΙΑ ΜΝΗΜΗΣΈνας λευκαδίτης αγωνιστής φορέας του πνεύματος του 1821

Ένας λευκαδίτης αγωνιστής φορέας του πνεύματος του 1821

Εις μνημόσυνον αώνιον…

Γράφει ο Άγγελος Γ. Χόρτης

Η συμμετοχή των Λευκαδίων στην Εθνεγερσία του 1821 υπήρξε, λαμβανομένου υπόψη του πληθυσμού του νησιού, μεγάλη(1). Λευκάδιους, όπως και άλλους Επτανήσιους αγωνιστές συναντάμε όχι μόνον στα κύρια θέατρα, των στρατιωτικών επιχειρήσεων, δηλαδή στην Πελοπόννησο και τη Στερεά, αλλά και στις μακρινές παραδουνάβιες ηγεμονίες (Βλαχία και Μολδαβία) ενταγμένους στον στρατό του Αλέξανδρου Υψηλάντη, ακόμα και στη λιγότερο γνωστή, σχεδόν μυθιστορηματική, επιχείρηση του Ηπειρώτη Χατζημιχάλη Νταλιάνη και των Ευβοέων Βάσου Μαυροβουνιώτη και Ν. Κριεζώτη στον Λίβανο, για να υποκινήσουν, επανάσταση του εμίρη Μπασίρ κατά του Σουλτάνου, που δεν είχε συνέχεια(2). 

Η μεγάλη ανταπόκριση των Λευκαδίων και των άλλων Επτανησίων στο προσκλητήριο της Φιλικής Εταιρείας έχει την εξήγησή της, την οποία θα προσπαθήσω να περιγράψω συνοπτικά. Πρώτα- πρώτα η συνεχής και αδιάλειπτη επαφή των Επτανησίων με τη Δύση, που οφειλόταν στην εμποροναυτική τους δραστηριότητα, αλλά και στις σπουδές γόνων ευκατάστατων οικογενειών στα Πανεπιστήμια της Ιταλίας (τα νησιά βρίσκονταν υπό την κυριαρχία της Βενετίας, επί αιώνες η Κέρκυρα, η Κεφαλλονιά, η Ζάκυνθος, η Ιθάκη, τα Κύθηρα, οι Παξοί και από το 1684 η Λευκάδα) συνετέλεσε ασφαλώς στη διάχυση των ιδεών του Διαφωτισμού για τα φυσικά δίκαια του ανθρώπου σ αυτά.

Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη Λευκάδα, οι εμποροναυτικές δραστηριότητες των κατοίκων της στην Ιταλία ήταν εξαιρετικά πυκνές σε ολόκληρη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας (1479-1684) και μέχρι τις πρώτες  δεκαετίες του 18ου αιώνα(3), ενώ στα νοταριακά έγγραφα εμφανίζονται Λευκάδιοι με τον τίτλο του δόκτορα, τον οποίο είχαν αποκτήσει, προφανώς, σπουδάζοντας στη γειτονική χώρα.  Είναι χαρακτηριστικό ότι τα πρώτα μέλη της Φιλικής Εταιρείας στο νησί, ο Ιωάννης Ζαμπέλιος και ο Άγγελος Σούνδιας  ήταν μεταξύ αυτών οι οποίοι είχαν σπουδάσει στην Ιταλία. Εξάλλου, στον Τουρκοβενετικό πόλεμο του 1684-1699, κατά τον οποίο η Λευκάδα πέρασε από την Οθωμανική στη Βενετική κυριαρχία, πολλοί Έλληνες που είχαν αγωνισθεί στο πλευρό των Ενετών εγκαταστάθηκαν στη Λευκάδα  αμείφθηκαν από αυτούς, με την παραχώρηση πρώην τουρκικών κτημάτων, και εγκαταστάθηκαν στο νησί(4). Θεωρώ, λοιπόν, πολύ φυσικό οι άνθρωποι αυτοί να ενίσχυσαν  το πνεύμα του αγώνα εναντίον των Οθωμανών στους κατοίκους.

Το πνεύμα αυτό ήταν ήδη διαμορφωμένο, λόγω της οθωμανικής κατοχής του νησιού, και τροφοδοτούνταν από την ηρωική δράση των Κλεφταρματολών. Η κλεφταρματολική παράδοση, ζωντανή και παρούσα στα νησιά, λόγω της γειτνίασής τους με την Πίνδο και τη Στερεά, κοιτίδες του Κλεφταρματολισμού, θέρμαιναν τις ψυχές των κατοίκων τους με το όραμα της ελευθερίας και της εθνικής αποκατάστασης, που οι κλεφταρματολοί συντηρούσαν. Πολλοί μάλιστα από τους άνδρες αυτούς, τους σκληρούς σαν πέτρα, τους υπερήφανους, ανυπότακτους και υψηλόφρονες σαν τις απάτητες κορφές που ήταν τα καταφύγιά τους, με τους αγώνες και τα κατορθώματά τους είχαν ήδη περάσει στη σφαίρα του θρύλου. Την επική δράση πολλών από αυτούς καταγράφει ο μεγάλος μας ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στον υπομνηματισμό  των έργων του, διερμηνεύοντας ασφαλώς τον θαυμασμό του λαού για τα κατορθώματα και τις θυσίες τους, που αντανακλώνται, άλλωστε, με τρόπο αριστουργηματικό, στα δημοτικά μας ποιήματα, τα οποία αποτελούν έκφραση της συλλογικής ψυχής και της συλλογικής μνήμης του Έθνους. 

Τον πόθο των Επτανησίων γενικά και των Λευκαδίων ειδικότερα  εξήψαν και τα καταιγιστικά γεγονότα των τελευταίων ετών του  18ου,, καθώς και της πρώτης εικοσαετίας του 19ου αιώνα. Η κατάληψη των νησιών από τους Γάλλους (1797) και οι ιδέες της γαλλικής επανάστασης, αποτυπωμένη στις διακηρύξεις των νέων επικυρίαρχων, παρόξυναν τον ζήλο των κατοίκων για ελευθερία και εθνική αποκατάσταση, ανεξαρτήτως των  προβλημάτων που ανέκυψαν στη συνέχεια με τη γαλλική διοίκηση.Τα γεγονότα που ακολούθησαν δημιούργησαν,  τόσο στα άλλα νησιά όσο και στη Λευκάδα, ένα κλίμα αναταραχής, έντασης και αναμονής μεγάλων  εξελίξεων. Σημειώνω την απόπειρα του Αλή πασά το 1807 να καταλάβει το νησί και την ομόθυμη κινητοποίηση όλων των αξιόμαχων κατοίκων του να αποκρούσουν την εισβολή, καθώς και  τη σύναξη των Κλεφτών, το ίδιο έτος, στην τοποθεσία Μαγεμένου, και τον όρκο τους να αγωνισθούν για την απελευθέρωση της σκλαβωμένης πατρίδας(5). Ένα άλλο κομβικό γεγονός, η εξέγερση των χωρικών της Λευκάδας το 1819 εναντίον της τυραννικής πολιτικής των Άγγλων, επικυρίαρχων του νησιού(6), απελευθέρωσε και κινητοποίησε δυνάμεις που θα δράσουν κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Σημειώνω ότι τόσο η συστράτευση των κατοίκων με τις δυνάμεις της Επτανήσου Πολιτείας για την απόκρουση του Αλή, όσο και η εξέγερση κατά των Άγγλων αποδεικνύουν ότι οι κάτοικοι του νησιού διέθεταν ήδη τον   απαιτούμενο ατομικό  οπλισμό για πολεμική δράση.. Τέλος, από το 1817-1818 είχε  ξεκινήσει η δράση της Φιλικής Επαιρειάς στο νησί, με τη μύηση μελών για τον επικείμενο Αγώνα.

Μέσα σε ένα τέτοιο πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα γεννήθηκε και ανδρώθηκε ο Απόστολος Σταύρακας από την Καρυά. Ο Ροντογιάννης λογαριάζει ότι ο χρόνος της γέννησής του πρέπει να ήταν η τελευταία εξαετία του 18ου αιώνα(7) και η εκτίμησή του, σε συσχετισμό με τη δράση του, φαίνεται απόλυτα λογική.  Έτσι, ο Απόστολος «έζησε», μέσα από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, τα δύο πολύ σημαντικά γεγονότα του 1807, που έχουν ήδη αναφερθεί (επιχείρηση του Αλή κατά της Λευκάδας και σύναξη των Κλεφτών στου Μαγεμένου). Έζησε ακόμα την τυραννική διακυβέρνηση των Άγγλων και τα μέτρα κατατρομοκράτησης των κατοίκων, ώστε να καταπνίξουν τον πόθο τους για εθνική αποκατάσταση, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Καποδίστριας, απευθυνόμενος στους Άγγλους  υπουργούς(8). Στο υπόμνημά του αυτό ο Κερκυραίος πολιτικός, αφού διεκτραγωδεί τις καταδιώξεις των Κλεφτών από την αγγλική Διοίκηση, προβλέπει ότι οι διώξεις αυτές και η καταπιεστική πολιτική θα προκαλούσαν τη αναπόφευκτη  αντίδραση των Ελλήνων.

 Έτσι, όταν ξέσπασε η εξέγερση των αγροτών του νησιού, ο Απόστολος, στην πρώιμη ανδρική ηλικία ήδη, διεδραμάτισε σημαντικό ρόλο σε αυτήν, ως ένας εκ των ηγετών και πρωταγωνιστών της. Επρόκειτο, κατά κάποιον τρόπο, για τη «μαθητεία» της συμμετοχής του στον μεγάλο Αγώνα  του Έθνους. Μετά την κατάπνιξη της εξέγερσης, καταδιωκόμενος και επικηρυγμένος από τους Αγγλους πέρασε στην Ακαρνανία και, όπως φαίνεται, εντάχθηκε σε κάποιο κλέφτικο σώμα, για να βρεθεί τελικά στη Μολδοβλαχία, όπου εντάχθηκε στις επαναστατικές δυνάμεις του Αλ. Υψηλάντη(8).

Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι στην επανάσταση των ηγεμονιών συμμετείχαν Έλληνες από κάθε μέρος της Ελλάδας, όπως π.χ. Κρητικοί, Ηπειρώτες, Επτανήσιοι, Πελοποννήσιοι κ. ά., με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Ιωάννη Κολοκοτρώνη (Ντασκούλια), συγγενή του Γέρου του Μοριά, επικεφαλής σώματος 275 ανδρών. Και είναι επίσης γνωστή η επική πορεία του Ντασκούλια, ο οποίος διέσχισε πολεμώντας ολόκληρη τη Βαλκανική, για να φτάσει με 100 άνδρες στην Πελοπόννησο, λίγο πριν από την κατάληψη της Τριπολιτσάς, και να συμμετασχει στις εκεί επιχειρήσεις(9). Σημειώνουμε ακόμα την συγκινητική προσέλευση Ελλήνων σπουδαστών από την Ευρώπη,  οι περισσότεροι από τους οποίους έπεσαν στο Δραγατσάνι και, ακόμα, Ελλήνων που εδραστηριοποιούντο επιχειρηματικά στις ηγεμονίες και τη Ν. Ρωσία. 

Στον επαναστατικό αυτόν στρατό ενσωματώθηκε  ο Απόστολος Σταύρακας και πολέμησε ως επικεφαλής 100 ή 150 Κρητικών και Ηπειρωτών, όπως μαρτυρούν οι πηγές, στη μάχη του Σκουλενίου και τις συγκρούσεις που προηγήθηκαν από αυτήν. Δεν γνωρίζουμε το χρονικό της ανάληψης αυτής της ηγετικής θέσης από τον Λευκάδιο αγωνιστή, αλλά αυτό καθαυτό το γεγονός μπορεί να μας οδηγήσει σε βάσιμες εκτιμήσεις για την προσωπικότητά του, που επιβεβαιώνονται, όπως θα διαπιστώσουμε, από τη δράση του. Είναι δηλαδή γνωστό ότι στο στράτευμα των ατάκτων αναγνωρίζονταν ως ηγέτες άνδρες οι οποίοι αποδείκνυαν στην πράξη τη φυσική τους οξύνοια, την ευψυχία,την καρτερία, την τόλμη, την περιφρόνηση των κινδύνων και του θανάτου, καθώς και τις ξεχωριστές πολεμικές τους ικανότητες. Μια τέτοια προσωπικότητα πρέπει να ήταν ο Απόστολος, για να αναγνωρισθεί ως ηγέτης τους  από  σκληρούς και έμπειρους ανθρώπους των αρμάτων. Δεν μας είναι γνωστή ολόκληρη η δράση του στις ηγεμονίες, αλλά πρέπει να θεωρήσουμε βέβαιο ότι είχε λάβει μέρος  σε διάφορες μάχες από την αρχή του Αγώνα. 

Σε κάθε περίπτωση,  στα μέσα του Ιουνίου του 1821, όταν, μετά τη μάχη του Δραγατσανίου, η επανάσταση στη Βλαχία είχε καταπνιγεί,  ο Απόστολος Σταύρακας με το τμήμα του ήταν ενταγμένος στο ελληνικό στράτευμα του Προύθου στη Μολδαβία, υπό την ηγεσία του Γεωργίου Καντακουζηνού. Στις 16 του μηνός ο Απόστολος κινούμενος προς το χωριό Σκουλένι, βορείως του Ιασίου, στη Δ. Όχθη του Προύθου, ο οποίος αποτελούσε το  φυσικό σύνορο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με τη Ρωσία, συγκρούστηκε στο χωριό Στίγκα με πολυάριθμο απόσπασμα Τούρκων, που τον ακολουθούσε(10). Οι Τούρκοι που δέχτηκαν τη θυελλώδη εφόρμηση του ελληνικού αποσπάσματος αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν με απώλειες πάνω από 30 νεκρούς, ενώ το ελληνικό απόσπασμα δεν είχε καμία απώλεια. Ωστόσο,  η κατάσταση στο Σκουλένι ήταν εξαιρετικά δυσχερής. Ο Καντακουζηνός, που είχε περάσει στο ρωσικό έδαφος στην Α. όχθη του Προύθου, αν και προσκλήθηκε από τους αξιωματικούς του να επιστρέψει και να διευθύνει την επικείμενη  μάχη, αρνήθηκε να το κάνει, προφασιζόμενος το πλήθος των αντιπάλων, και μάλιστα τους παρότρυνε να να τον ακολουθήσουν, για να σωθούν. Εκείνοι, οργισμένοι, αρνήθηκαν και αποκαλώντας τον λιποτάκτη, άνανδρο και προδότη εξέλεξαν αρχηγό τον Ευρυτάνα Αθανάσιο Καρπενησιώτη, που είχε διακριθεί στην αρχή της επανάστασης στη μάχη του Γαλατσίου. Ύστερα, αφού μετέλαβαν των αχράντων μυστηρίων ορκίστηκαν να παραμείνουν στις θέσεις τους και να πολεμήσουν μεχρις εσχάτων(11). Εκτός από τον Καρπενησιώτη και τον Απόστολο Σταύρακα, αναφέρω μεταξύ των άλλων τον Γορτύνιο Ιωάννη Κοντογόνη, υπαρχηγό του στρατεύματος, τον Ηπειρώτη Κόντο, τον Γεώργιο Σοφιανό από την Κέα, τον Ζακύνθιο Σ. Δαγγλιόστρο, τον Γεώργιο Παπά από την Αδριανούπολη, τον Γορτύνιο Ηλία Μίγκλερη, καθώς και τους Κεφαλλονίτες πλοιοκτήτες Ανδρέα Σφαέλλο και Λουκά Βαλσαμάκη, που εδραστηριοποιούντο επιχειρηματικά στην περιοχή. 

Στις 17 Ιουνίου 4000 τούρκοι ιππείς και 2000 πεζοί υπό τον Κεχαγιά βεγή ξεκίνησαν από το Ιάσιο και κινήθηκαν εναντίον των 485 Ελλήνων  στο Σκουλένι. Η περιγραφή της μάχης από τον Ιακωβάκη  Ρίζο- Νερουλό έχει μια επική πνοή και θυμίζει  τις ομηρικές περιγραφές των μαχών στο αναπεπταμένο πεδίο της Τροίας, κάτω από τα μάτια των Τρώων, καθώς και η σύγκρουση στο Σκουλένι διεξαγόταν κάτω από τα βλέμματα  Ρώσων στρατιωτών, ομογενών και  ντόπιων, που βρίσκονταν στο ρωσικό έδαφος της Βεσσαραβίας στην άλλη όχθη του Προύθου((12). Πέντε φορές εξόρμησε το πλήθος των Τούρκων εναντίον του οχυρώματος των Ελλήνων και ισάριθμες αποκρούστηκε έχοντας μεγάλες απώλειες, ενώ το πλήθος που παρακολουθούσε με δέος και θαυμασμό τον άνισο αγώνα επεκαλείτο την θεία βοήθεια για τη σωτηρία των λίγων μεγάθυμων εκείνων  ανδρών, οι οποίοι αντιμετώπιζαν με περιφρόνηση τον θάνατο.

Είναι εξόχως χαρακτηριστική η περιγραφή των απίστευτων άθλων τεσσάρων από τους λεοντόκαρδους εκείνους άνδρες, του Αθ. Καρπενησιώτη, του Ιωάννη Κοντογόνη, του Απόστολου Σταύρακα και του Ηπειρώτη Κόντου.  Δύο φορές οι καρτερόψυχοι αυτοί άνδρες εξόρμησαν έφιπποι εναντίον αναρίθμητων Τούρκων ιππέων και εισχώρησαν στις γραμμές τους. Και όπως τα δελφίνια, καταδιώκοντας κοπάδια σκόμβρων (σκουμπριών) διασχίζουν την πυκνότητά τους, περνώντας ανάμεσά τους, και  άλλοτε τα βλέπουμε να πηδούν πάνω από το νερό και άλλοτε να καταδύονται και να εξαφανίζονται από τα μάτια μας, έτσι και οι τέσσαρες εκείνοι εφορμώντας ανάμεσα στα στίφη των Τούρκων εξαφανίζονταν από τα μάτια των θεατών και ύστερα εμφανίζονταν, υψώνοντας τα ματωμένα σπαθιά τους. Διαβάζοντας τη συγκλονιστική αυτή περιγραφή του Ρίζου ( ίσως αυτόπτη μάρτυρα των γεγονότων, καθώς την εποχή της επανάστασης βρισκόταν στις ηγεμονίες) νομίζει κανείς ότι βλέπει τους Αχαιούς ήρωες να μάχονται στις πλατιές πεδιάδες της Τροίας και να διασώζει τα ανδραγαθήματά τους ο Όμηρος.  Νομίζει πως βλέπει τον Διομήδη που σαν ξέχειλο ποταμι χυνόταν μες στον κάμπο σκορπώντας γεφύρια κι αναχώματα έτσι που οι Τρώες δεν μπορούσαν να  αντισταθούν στην ορμή του(13)  ή τον Αχιλλέα  που όπως η φωτιά μανιάζει στα βαθιά φαράγγια ξερού βουνού και καίει το πυκνό δάσος, ετσι κι εκείνος, όμοιος με θεό, χυμούσε πατώντας τα κουφάρια κι έπλεε η μαύρη γη στο αίμα(14). Νομίζει ακόμα πως βλέπει τους ακρίτες του Βυζαντίου να μάχονται στις ανατολικές εσχατιές της αυτοκρατορίας, στις κλεισούρες του Ταύρου, με αναρίθμητα στίφη Τούρκων και Σαρακηνών και να γίνονται θρύλος, όπως το μικρό Βλαχόπουλο που, καβάλα στο άλογό του, «στο έμπα  χίλιους έκοψε, στό έβγα δυο χιλιάδες και στο καλό το γύρισμα κανένα δεν αφήνει» (15). Και στον απόηχο του ακριτικού άσματος  τον  Κλέφτη Λιάκο, καβάλα στο άλογό του, να επιτίθεται μόνος σε πλήθος Τούρκων και να απελευθερώνει, με τρόπο θαυμαστό, την αιχμάλωτη γυναίκα του(16).

  Ποια άραγε ήταν η δύναμη που ενέπνεε  τους βυζαντινούς ακρίτες και τους ήρωες  του απελευθερωτικού μας αγώνα  και ποιο αόρατο νήμα τους συνδέει  με τους ήρωες της ομηρικής Ιλιάδας, δηλαδή με το πρότυπο  του ομηρικού ανθρώπου, και τους εμψυχώνει στα απίστευτα κατορθώματά τους  αλλά και στη θυσία της ζωής τους; Το υψηλότερο αγαθό για τον ομηρικό άνθρωπο δεν ήταν η απόλαυση μιας ήσυχης ζωής, αλλά η αναγνώρισή του από την κοινωνία, η τιμή την οποία απολάμβανε από τη δημόσια γνώμη(17). Στην επιδίωξη αυτού του αγαθού, αυτής της υπέρτατης αξίας, η ζωή βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα.

Ο Αχιλλέας, αν και γνώριζε το πεπρωμένο του, προτίμησε να πεθάνει ένδοξα, παρά να ζήσει αφανής, αποφεύγοντας τον πόλεμο. Ο Έκτορας, βγαίνοντας από τα τείχη της Τροίας, για να αντιμετωπίσει τον Αχιλλέα, δηλαδή βαδίζοντας προς τον άφευκτο θάνατό του, απαντά στις απελπισμένες εκκλήσεις των γονέων του, του Πριάμου και της Εκάβης, να μείνει και να σωθεί, με τους λόγους «αιδούμαι Τρώας και Τρωάδας ελκεσιπέπλους», δηλαδή ντρέπομαι τους Τρώες και τις Τρωαδίτισσες με τα μακριά πέπλα(18). Την ίδια ακριβώς απάντηση είχαν δώσει ο Απόστολος Σταύρακας και ο Αθανάσιος Καρπενησιώτης, όταν, λίγο πριν από τη μάχη του Σκουλενίου, είχαν περάσει στο ρωσικό έδαφος για να αποχαιρετήσουν  κάποιους ομογενείς φίλους τους  που παρακολουθούσαν τα τεκταινόμενα. Όταν εκείνοι τους εξόρκιζαν να μείνουν εκεί και να σωθούν, απάντησαν: πώς θα αντικρίσουμε τους ομογενείς μας στην Ελλάδα, όταν μάθουν ότι φύγαμε μπροστά στους Τούρκους;

Αυτή ακριβώς η στάση ζωής, εμπνεόμενη, εκτός από τον έρωτα για τη δόξα, και από την αγάπη για την πατρίδα και την ελευθερία πέρασε στην κοσμοαντίληψη των Ελλήνων και μας έδωσε αξεπέραστα παραδείγματα ενός αγωνιστικού ιδεώδους ανδρείας και αυτοθυσίας. Από τα χιλιάδες παραδείγματα που θα μπορούσε να επικαλεσθεί κανείς, αναφέρω ένα εξόχως χαρακτηριστικό. Πρόκειται για  το επίγραμμα που  έγραψε  για τον εαυτό του  και χαράχτηκε στον τάφο του, στη Γέλα της Σικελίας, ο μεγάλος τραγικός ποιητής μας Αισχύλος. Σ αυτό, ο άνθρωπος που έφτασε στις κορυφές του Ολύμπου της  ποιητικής δημιουργίας, δεν περηφανευόταν για τις τραγωδίες του, κορυφαία ποιητικά δημιουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αλλά για τη συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα. Το επίγραμμα ήταν το ακόλουθο: τον Αισχύλο, τον γιο του Ευφορίωνα, τον Αθηναίο, τον σκεπάζει αυτό το μνήμα  της σιτοφόρου Γέλας. Όμως, την ξακουσμένη του παλληκαριά το άλσος του Μαραθώνα μπορεί να την διηγηθεί και οι Μήδοι με τα μακριά μαλλιά που τη γνώρισαν καλά(19).

Ο Απόστολος Σταύρακας, ο Αθανάσιος Καρπενησιώτης και οι άλλοι ήρωες του Σκουλενίου, εμπνεόμενοι από αυτό το ιδεώδες, που στη διαδοχή των αιώνων έμεινε ζωντανό και άφησε τα φωτεινά του αποτυπώματα  στην ιστορία μας, αναπαύονται στις ομιχλώδεις σκυθικές πεδιάδες του Βορρά. Η θυσία τους ήταν ένα εκτυφλωτικό φως, όπως εκείνο που με τις εύκολα κατανοητές συνδηλώσεις του, περιγράφει ο Ελύτης στο Άσμα ηρωικό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας: «Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει ανεβαίνει μοναχός κι ολόλαμπρος… Τόσο πιωμένος από φως που φαίνεται η καρδιά του φαίνεται μες τα σύννεφα ο Όλυμπος ο αληθινός…». Δεν το γνωρίζω, αλλά πιστεύω ότι οι ανδραγαθίες τους και ο θάνατός τους πρέπει να έχουν διατηρηθεί, περνώντας από γενιά σε γενιά, στην παράδοση των ντόπιων, για να επιβεβαιωθεί ο Θουκυδίδειος λόγος ότι τάφος των επιφανών ανδρών είναι όλη η γη και δεν διασώζεται η μνήμη τους μόνο στην πατρίδα τους, με επιτύμβιες στήλες και επιγραφές, αλλά και στην ξένη γη διατηρείται άγραφη η μνήμη τους, χαραγμένη  μάλλον στο πνεύμα των ανθρώπων  παρά σε υλικά μνημεία(20). 

Η οδός Σταύρακα Πανάδα στην πόλη της Λευκάδας

Παραπομπές

  1. Π.Γ. Ροντογιάννης, Ιστορία της νήσου Λευκάδος, Ε.Λ.Μ.. Αθήνα 2006, τ. Β, σ.316-317
  2. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, Αθήναι, τ. ΙΑ, σ.418
  3. Άγγελος Γ. Χόρτης ,Συμβολή στην οικονομική ιστορία της Λευκάδας, έκδοση εκτός εμπορίου, Αθήνα 2012, σ.146-153
  4. Χόρτης, σ. 13-14 και Ροντογιάννης Α, σ. 553
  5.  Ροντογιάννης, Β, σ.156-175 και 180-183
  6. Ροντογιάννης, Β σ. 268-287 
  7. Ροντογιάννης, Β, σ.338
  8. Ροντογιάννης, Β, σ. 242-244
  9. Διον. Κόκκινου, Η ελληνική επανάσταση, Μέλισσα, Αθήναι 1956, τ. Α, σ.247
  10. Ροντογιάννης, Β, σ.339
  11. Ι. του Ε.Ε, ΙΑ, σ.59-60 και Ροντογιάννης, Β σ. 339
  12. Το κείμενο του Ιακωβάκη Ρίζου στον Ροντογιάννη, Β, σ.340-342
  13. Ιλιάδος Ε, στ. 87-94
  14. ΙλιάδοςΥ, στ.490-494
  15. Του μικρού Βλαχόπουλου
  16. Της Λιάκαινας
  17. E.R.Dodds, Οι Έλληνες και το παράλογο, Μ. Καρδαμίτσα, Αθήναι 1978, σ.34
  18. Ιλιάδος Χ, στ. 105
  19. Αισχύλον Ευφορίωνος Αθηναίον τόδε κεύθει μνημα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας αλκήν δ ευδόκιμον Μαραθώνιον άλσος αν είποι και βαθυχαιτήεις Μήδος επιστάμενος
  20. Θουκυδίδου Ιστορίαι, Β, 43
Προηγουμενο αρθρο
Νοσηλευτές αρνητές εμβολίων και άλλες ιστορίες τρόμου
Επομενο αρθρο
Α.Σ. ΕΛΠΙΔΕΣ VOLLEY: Διαδικτυακή συνάντηση με τον κ. Αυγενάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.