HomeΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ«Μεγάλη Βρεταννία»:  Διαμάντι 150 ετών στο στέμμα της Αθήνας

«Μεγάλη Βρεταννία»:  Διαμάντι 150 ετών στο στέμμα της Αθήνας

Πώς η ιστορία του εμβληματικού ξενοδοχείου συνυφαίνεται για ενάμιση αιώνα με την πορεία της χώρας

Νίκος Βατόπουλος

Σε ένα νοητό χάρτη της Αθήνας του 19ου αιώνα, το κτίριο της «Μεγάλης Βρεταννίας» ξεχωρίζει ως το πιο μεγάλο, το πιο εντυπωσιακό, το πιο κεντρικό αστικό μέγαρο απέναντι από τα Ανάκτορα και την τότε λεωφόρο Κηφισίας. Σε αυτή την προβολή στην οθόνη της φαντασίας, η «Μεγάλη Βρεταννία» μοιάζει με μια μικρογραφία ανακτόρου, ενός πραγματικού παλάτσο, κατά τα πρότυπα της Δύσης, σε μια πόλη με πολλές αντιφάσεις, διαφορετικές ταχύτητες και πρότυπα. Η Αθήνα ξετυλίγει τις διαδρομές της, από τη γωνία και την είσοδο του ξενοδοχείου, για να συνοψίσει μια θαυμαστή περιπέτεια στον χρόνο. Η μικρή πρωτεύουσα του 1874 είχε πολύ δρόμο να διανύσει ακόμη, αλλά η «Μεγάλη Βρεταννία» έχει πλέον γεννηθεί. Μια παράλληλη ιστορία τρέχει ήδη…

Τα 150 χρόνια του πιο ιστορικού ξενοδοχείου της χώρας (1874-2024) έχουν ισχυρό συμβολισμό. Για τη «Μεγάλη Βρεταννία» είναι μια αναγνώριση στη δοκιμασία του χρόνου, για την Αθήνα είναι ένα κοίτασμα πολύτιμο και μάρτυρας της Ιστορίας της. Ως ένα από τα λίγα ξενοδοχεία διεθνώς, πλέον, με τέτοια αντοχή στον χρόνο και με τόσο σταθερά υψηλή παροχή υπηρεσιών, η «Μεγάλη Βρεταννία» είναι ένας εθνικός θησαυρός, που έχει ενσωματώσει την ωρίμανση της ελληνικής κοινωνίας, την επαφή με εκατοντάδες προσωπικότητες από όλες τις σφαίρες της ζωής, καθώς και με μείζονα γεγονότα της Ιστορίας. Επιπλέον αποτελεί αρχιτεκτονικό σύμβολο της αστικής συγκρότησης της χώρας, πρότυπο κομψότητας και παράδειγμα ωριμότητας, προσαρμοστικότητας και ανανέωσης.

Διαμάντι 150 ετών στο στέμμα της Αθήνας-1
Το GB Corner υπήρξε προσωπικό δημιούργημα του Απόστολου Δοξιάδη και στοίχισε 850.000 δολάρια. Αποτέλεσε δημοφιλή και ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό προορισμό για γενιές Αθηναίων. [Αρχείο Μεγάλης Βρεταννίας]

Οι κύκλοι του χρόνου στη «Μεγάλη Βρεταννία» συμπλέουν με όσα συνέβαιναν στην Αθήνα. Αν μιλήσει κανείς για την ίδρυση και την ανάπτυξη του ξενοδοχείου, μπορεί να κάνει και μια σύνοψη της εξέλιξης της ίδιας της ελληνικής πρωτεύουσας μέσα από χρονιές-σταθμούς αλλά και μέσα από τη ροή της καθημερινότητας. Η ίδρυσή του, με έδρα το υφιστάμενο από τη δεκαετία του 1840 Μέγαρο Δημητρίου (εκ μεταφοράς από τη γωνία Σταδίου και Μουσών), αρχιτεκτόνημα με νεο-αναγεννησιακές αισθητικές καταβολές, έργο του κορυφαίου Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν, συμβαίνει σε μια εποχή έντονων ζυμώσεων.

Δεν είναι τυχαίο πως η Αθήνα γνωρίζει τον πρώτο κύκλο αστικού εκσυγχρονισμού κυρίως μετά το 1870, όταν πλέον έχει αρχίσει να οργανώνεται μια πιο επεξεργασμένη δομή οικονομίας και μια πιο σύνθετη κοινωνική διαστρωμάτωση. Παρότι η Ελλάδα παραμένει μια χώρα κατά βάση αγροτική και κτηνοτροφική, στην περιφέρεια της Ευρώπης, με μοναδικά σύνορα αυτά με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, διατηρεί μια κινητική και φιλοπερίεργη αστική τάξη, περιορισμένη στο εσωτερικό, αλλά ανεπτυγμένη σε αστικά κέντρα της Δύσης και της Ανατολής.

Η κληροδοτημένη εμπειρία της επαφής των ελληνικών παροικιών με τις εξελιγμένες κοινωνίες στο Λονδίνο, στη Βιέννη, τη Μασσαλία, την Τεργέστη, την Οδησσό, στο Παρίσι αποτέλεσε καύσιμο για τεχνογνωσία, υλική υποστήριξη και πνευματικό υπόδειγμα στα χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου Α΄ και στη διάρκεια των κυβερνήσεων του Χαριλάου Τρικούπη. Οι δύο άνδρες επωμίζονται στη λαϊκή φαντασία (αλλά και στην πράξη) την ανέλκυση της Ελλάδας και γεννούν τις προϋποθέσεις ωρίμανσης του αστικού τρόπου ζωής.

Το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία» είχε γεννηθεί για να καλύψει ένα μεγάλο κενό σωστής φιλοξενίας προσωπικοτήτων. Εξαρχής είχε απευθείας συνομιλία με τα Ανάκτορα. Ο Χαρίλαος Τρικούπης, αναμορφωτής της χώρας και εκπρόσωπος της φιλελεύθερης μεταρρύθμισης, ανέλαβε για πρώτη φορά πρωθυπουργός τον Απρίλιο του 1875, λίγους μήνες μετά την έναρξη λειτουργίας του ξενοδοχείου. Υπάρχει μια παράλληλη πορεία ιδιαίτερα συμβολική.

Κατά την εποχή που η «Μεγάλη Βρεταννία» αρχίζει το αθηναϊκό ταξίδι της, η μεγαλοαστική ζωή της Αθήνας ήταν περιορισμένη στη γύρω από τα Ανάκτορα περιοχή. Οικόπεδα μεγάλης προβολής και κύρους ήταν όλα όσα είχαν μέτωπο στην οδό Πανεπιστημίου και την οδό Αμαλίας, όπως και στη λεωφόρο Κηφισίας (μετέπειτα Βασιλίσσης Σοφίας). Αλλωστε και η ίδια η κίνηση της ίδρυσης της «Μεγάλης Βρεταννίας» στο Μέγαρο Δημητρίου ήταν μια κίνηση προς την κατεύθυνση των περί των Ανακτόρων προνομιούχων θέσεων, και μάλιστα στο σημείο με την πλέον χαρισματική συνομιλία με τους βασικούς άξονες της νέας πόλεως.

Διαμάντι 150 ετών στο στέμμα της Αθήνας-2
Το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία» αποτελεί έμβλημα της Αθήνας και διαχρονικό σήμα κατατεθέν, χάρη στο κλασικό στυλ του.

Η θέση του ξενοδοχείου στη συμβολή της Πανεπιστημίου με την πλατεία Συντάγματος συνετέλεσε στην καθιέρωση ενός είδους θεωρείου. Μέγαρον περίβλεπτον, ιδίως έως το 1920, πριν χτιστούν οι μεσοπολεμικές επεκτάσεις προς Βουκουρεστίου και Πανεπιστημίου, το κτίριο της «Μεγάλης Βρεταννίας» ήταν μέρος μιας σειράς μεγάρων μεγάλων οικογενειών, σημαντικών ομογενών και ανερχόμενων αστών. Δίπλα, επί της σημερινής Γεωργίου Α΄, ήταν τα μέγαρα Σκουλούδη και Βούρου. Στην άλλη γωνία, με την Οθωνος προς την Αμαλίας, ήταν τα μέγαρα Νεγρεπόντη, Μαυρομιχάλη και Δραγούμη. Στη νυν Βασιλίσσης Σοφίας, τα μέγαρα Παπούδωφ, Ψύχα και Συγγρού. Στην Πανεπιστημίου, τα μέγαρα Λιδωρίκη, Κούπα, και πιο κάτω, μετά το 1880, το μέγαρο Σλήμαν, το περίλαμπρο Ιλίου Μέλαθρον.

Με δεδομένη την αστική πυκνότητα λόγω περιορισμένης επέκτασης της πρωτεύουσας έως τουλάχιστον το 1910, η «Μεγάλη Βρεταννία» ήταν το διαμάντι του στέμματος. Επιπλέον είχε εισαγάγει ένα ξενοδοχειακό ήθος και μια κουλτούρα φιλοξενίας, σε μια εποχή που η Αθήνα έπασχε σε θέματα τουριστικής υποδομής.

Η ύπαρξη του ξενοδοχείου στην προθήκη των Δεκεμβριανών του 1944, όπως και στα μεγάλα γεγονότα του πολέμου, συμπλέει με μια φυσική ροή της Ιστορίας.

Σήμερα, που η «Μεγάλη Βρεταννία» έχει περάσει από πολλές σημαντικές επετείους και προκλήσεις, η συμπλήρωση των 150 ετών της μας υπενθυμίζει πως η ιστορία των πόλεων είναι η ιστορία περιπτώσεων θάρρους, επιτυχίας, αυταπάρνησης και σχεδιασμού. Το ξενοδοχείο έχει αναγεννηθεί πολλές φορές στη διάρκεια αυτών των ετών. Στον Μεσοπόλεμο ήταν εξαιρετικά τολμηρές οι κινήσεις δημιουργίας των νέων επεκτάσεων στην Πανεπιστημίου και τη Βουκουρεστίου, σε μια εποχή αστικού μετασχηματισμού της Αθήνας. Ας μην ξεχνάμε ότι την ίδια περίοδο χτίζεται σε δύο φάσεις το παρακείμενο μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού (ΜΤΣ) στη θέση των Βασιλικών Στάβλων. Αυτή η ανέγερση του υπερμοντέρνου στην εποχή του ΜΤΣ, με το κινηματοθέατρο «Παλλάς» και το «Ζόναρς», έδωσε στην Αθήνα ένα τεράστιο οικοδομικό τετράγωνο, δίπλα στις επεκτάσεις της «Μεγάλης Βρεταννίας», δημιουργώντας συνθήκες πρωτοφανούς για την Αθήνα αστικής εξέλιξης. Είχαν τεθεί οι βάσεις για μια μητροπολιτική ταυτότητα.

Η μεγάλη επένδυση του Μεσοπολέμου συμβαίνει σε περίοδο μετάβασης της χώρας σε άλλες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ενθάρρυνε αυτές τις επενδύσεις. Είχε δώσει αύξηση συντελεστών. Μετά το 1922-23 τίποτε δεν ήταν πλέον ίδιο. Επεκτάσεις στην πόλη προς όλες τις κατευθύνσεις έδειχναν το μέλλον. Μαζί με τους προσφυγικούς καταυλισμούς αναδύονταν και τα προάστια των αστών: το Ψυχικό, η Εκάλη, η Γλυφάδα αλλά και ο συνοικισμός της Κυπριάδου.

Η «Μεγάλη Βρεταννία» ήταν εξαρχής η ναυαρχίδα του ελληνικού τουρισμού. Προσέδιδε κύρος στην πρωτεύουσα. Στο κοινό θυμικό, αδιόρατα έστω, η παρουσία της «Μεγάλης Βρεταννίας» είναι ένας πυλώνας ασφάλειας και σταθερότητας. Η δε ύπαρξη του ξενοδοχείου στην προθήκη των Δεκεμβριανών του 1944, όπως και στα μεγάλα γεγονότα του πολέμου, συμπλέει με μια φυσική ροή της Ιστορίας. Η μαρκίζα Hotel Grande Bretagne συνηχεί βαθιά.

Δεν είναι πολλοί Αθηναίοι που έχουν αντιληφθεί ότι το κτίριο της «Μεγάλης Βρεταννίας» που γνωρίζουμε σήμερα είναι το νέο κτίριο του 1959. Προήλθε από την κατεδάφιση του ιστορικού Μεγάρου Δημητρίου του Χάνσεν, που συνέβη το 1957 (σε μια εποχή αθρόων κατεδαφίσεων στην ακτίνα της πλατείας Συντάγματος). Πολλοί λόγοι συνηγορούσαν υπέρ της ανοικοδόμησης. Πρώτον, η αύξηση της ζήτησης. Δεύτερον, η συμπλήρωση του κτιρίου προς τις μεσοπολεμικές επεκτάσεις και, τρίτον, τα θέματα του μέλλοντος του τουρισμού που άνοιγαν πλέον στα διεθνή δίκτυα με αυξανόμενες προσδοκίες.

Η νέα «Μεγάλη Βρετανία» εκείνης της μεταπολεμικής εποχής είχε αναγεννηθεί με το υπέρκομψο κλασικό στυλ της, που αποτελεί διαχρονικό σήμα κατατεθέν, σε μια Αθήνα που άλλαζε τότε εκ βάθρων. «Το βλέπεις και λες είναι ξενοδοχείο, δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο», συμπληρώνει στη συζήτησή μας ο κ. Αναστάσιος Χωμενίδης, πολιτικός μηχανικός και διευθύνων σύμβουλος της Εταιρείας Ελληνικών Ξενοδοχείων Λάμψα Α.Ε.

Η Αθήνα ανάμεσα στο 1955 και το 1965 μεταμορφωνόταν. Πλήθος νέων ξενοδοχείων (εκείνη την εποχή χτιζόταν το «Χίλτον» και είχε εγκαινιαστεί το «Κινγκς Πάλας» εν μέσω οικοδομικού πυρετού) μαζί με έναν άνεμο αισιοδοξίας καλλιεργούσαν το αναγκαίο ψυχολογικό κλίμα για την οικονομία του τουρισμού. Η Ελλάδα του 1960 ήταν μια ανατέλλουσα χώρα στο διεθνές στερέωμα. Ηταν το νέο μέλος. Και η υποδοχή ήταν θερμή. Κάποιοι άνθρωποι βέβαια εργάζονταν σκληρά για να επιτευχθεί αυτή η συνθήκη.

Η «Μεγάλη Βρεταννία», με την πάροδο των ετών, δενόταν ολοένα και πιο συχνά με την ταυτότητα της Αθήνας. «Ολες οι μεγάλες πρωτεύουσες έχουν τα μεγάλα ξενοδοχεία, συνδεδεμένα με τη φυσιογνωμία τους», λέει ο κ. Αναστάσιος Χωμενίδης. «Το “Savoy” στο Λονδίνο, το “Georges V” στο Παρίσι, η “Μεγάλη Βρεταννία” στην Αθήνα…». Στην Αθήνα, αν σκεφθεί κανείς την πολύ μικρότερη αστική διαδρομή της ελληνικής πρωτεύουσας, το επίτευγμα της «Μεγάλης Βρεταννίας» είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό. Η προσαρμοστικότητά της, δε, είναι κάτι που τη χαρακτηρίζει διαχρονικά από την εποχή του ιδρυτή της Ευσταθίου Λάμψα έως τη σύγχρονη εποχή της Lampsa Hellenic Hotels και της οικογενείας Λασκαρίδη.

Διαμάντι 150 ετών στο στέμμα της Αθήνας-3
Η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, με τον τότε σύζυγό της Μάικ Τοντ, επίσημη προσκεκλημένη σε δεξίωση του Ξενοφώντος Ζολώτα στην κεντρική αίθουσα του ξενοδοχείου, στις 3/2/1958. [Ηνωμένοι Φωτορεπόρτερ – Συλλογή Ν.Ε. Τόλη]

Το όνομα

Πώς δόθηκε το όνομα «Μεγάλη Βρεταννία»; Δεν υπάρχει κάποια στέρεη απάντηση, αλλά ας κρατήσουμε κάτι. Τον συνδυασμό της γαλλικής γλώσσας με την αγγλική επωνυμία. Τον 19ο αιώνα η γαλλική γλώσσα ήταν η lingua franca και όλοι οι μεγαλοαστοί της Ευρώπης μιλούσαν γαλλικά. Ηταν η γλώσσα της παιδείας και της τέχνης. Η γλώσσα της επιστήμης. Από την άλλη, στη βικτωριανή περίοδο η Βρετανική Αυτοκρατορία είναι η ισχυρότερη κρατική οντότητα του πλανήτη και πρωτοπόρος σε οικονομική ισχύ. Ο συνδυασμός των δύο μπορεί να είναι η απάντηση στην επωνυμία Hotel Grande Bretagne.

Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και την τεράστια επένδυση που έγινε για να ανακτηθεί ο χαμένος χρόνος για τις υποδομές του ξενοδοχείου, μια νέα περίοδος λάμψης συνδέθηκε με την ιστορία της «Μεγάλης Βρεταννίας». Το ξενοδοχείο αναβαθμίστηκε εσωτερικά έτσι ώστε να αντέχει στον χρόνο και να συνδυάζει μοναδικά το απαράμιλλο στυλ του με όσα φέρνει η τεχνολογία στις κατασκευές. Και επειδή μιλάμε για το κομψότερο κτίριο της Αθήνας, ας μην παραβλέπουμε τα αντικείμενα, τα κειμήλια, τα έπιπλα που γεμίζουν το ξενοδοχείο. Ορισμένα, λίγα μεν, αλλά μοναδικά σε σπανιότητα και ομορφιά, χρονολογούνται από την πρώτη περίοδο του 19ου αιώνα. Κάποια άλλα είναι εξαιρετικές αντίκες σπάνιας συλλεκτικής αξίας. Δύσκολα μπορεί κανείς να αντισταθεί στην αίγλη των εσωτερικών. Στο μπαρ «Αλεξάντερ», π.χ., με τις σπάνιες ετικέτες, η θαυμάσια ταπισερί μας υπενθυμίζει πως σε αυτό το ξενοδοχείο όλα έχουν μια μελετημένη θέση. Και όλα είναι ικανά να αρχίσουν να αφηγούνται μια ιστορία… 150 ετών.

Πηγή: https://www.kathimerini.gr/society

Προηγουμενο αρθρο
Κοπή Πρωτοχρονιάτικης πίτας Νομαρχιακής Επιτροπής ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. Λευκάδας
Επομενο αρθρο
Πέθανε ο θρυλικός Φραντς Μπεκενμπάουερ -Σε ηλικία 78 ετών

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.