HomeΕΠΙ ΠΑΝΤΟΣ ΕΠΙΣΤΗΤΟΥΟ Σικελιανός και η Ακαδημία Αθηνών – (Ή πως ο Σικελιανός δεν έγινε ακαδημαϊκός)

Ο Σικελιανός και η Ακαδημία Αθηνών – (Ή πως ο Σικελιανός δεν έγινε ακαδημαϊκός)

ΣΙΚΕΛΙΑΝΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

III. Ο ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ ΚΑΙ Η ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
(Ή πως ο Σικελιανός δεν έγινε ακαδημαϊκός)

 Του Δημήτρη Σπ. Τσερέ 

[Όποιος θέλει να διαβάσει ολοκληρωμένο το κείμενο με τις σημειώσεις-παραπομπές ΕΔΩ]

[Τα στοιχεία αντλούνται από το βιβλίο του αρχαιολόγου ακαδημαϊκού Βασιλείου Χ. Πετράκου : Η ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ, ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ, ΑΘΗΝΑ 2019, σ. 287-301].

Έχουν γραφεί πολλά για την άρνηση της Ακαδημίας Αθηνών να δεχθεί στους κόλπους της τον Άγγελο Σικελιανό, γεγονός που άφησε θλιβερό στίγμα στην ιστορία αυτού του («ποιητική» αδεία ονομαζόμενου) ανωτάτου πνευματικού ιδρύματος. Εκείνο που δεν είναι σε όλους γνωστό είναι η «χρονογραφική» παρουσίαση των γεγονότων, που διαδραματίστηκαν εντός των «τειχών» της Ακαδημίας και που οδήγησαν στο θλιβερό αυτό αποτέλεσμα. Αυτό θα επιχειρήσουμε σ’ αυτό το κείμενο, αντλώντας τα στοιχεία από το πρόσφατο (2019) βιβλίο του ακαδημαϊκού Βασιλείου Πετράκου (1932-), ο οποίος είχε πρόσβαση στα αρχεία της Ακαδημίας, αποφεύγοντας κατά το δυνατόν τις κρίσεις και εστιάζοντας μόνο στην λεπτομερή εξιστόρηση των γεγονότων.

Την 30 Νοεμβρίου 1944, (δηλαδή, τρεις μέρες πριν τα «Δεκεμβριανά»), ημέρα Πέμπτη, από την Τάξη των Γραμμάτων και των Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών προκηρύχθηκαν δύο έδρες Λογοτεχνίας και μία Μουσικής. Η προκήρυξη αυτή κατέληξε σε απόφαση που αποτελεί ανεξίτηλο στίγμα της Ακαδημίας. Αντί της εκλογής του Καζαντζάκη και του Σικελιανού, που υποστηρίζονταν από φωτισμένους ακαδημαϊκούς, κατέληξε στην άποδοκιμασία τών δύο αύτών και στην έκλογή ενός άσημου ποιητή που, πλην ελαχίστων του χώρου της Φιλολογίας, κανείς δεν θυμάται πια ούτε το όνομά του.

Ας παρακαλουθήσουμε τα γεγονότα: 

Από τους ποιητές, που αποτελούσαν την Τάξη των Γραμμάτων και των Τεχνών της Ακαδημίας, την 30.11.1944 ζούσε μόνο ό Δροσίνης, 86 ετών τότε, και από τους πεζογράφους ο Γρηγόριος Ξενόπουλος και ο Σπύρος Μελάς. Η πρόταση-προκήρηξη της Τάξης εγκρίθηκε αυθημερόν και ομοφώνως από την Ολομέλεια της Ακαδημίας. Να επισημανθεί –για να γίνει αντιληπτό το κλίμα εντός της Ακαδημίας- ότι στην ίδια Ολομέλεια είχε προηγουμένως απορριφθεί πρόταση της Πρώτης Τάξης για προκήρυξη έδρας Στρατιωτικών ‘Επιστημών (!) με τρεις ψήφους υπέρ, είκοσι τρεις ψήφους κατά και ένα λευκό ψηφοδέλτιο! Δεν είναι δυνατόν να υποτεθεί ποιον στρατιωτικό της εποχής θέλησαν κάποιοι ακαδημαϊκοί να τιμήσουν. Ο Παπάγος βρισκόταν στη Γερμανία σέ στρατόπεδο και θα άργούσε να γυρίσει. Πιθανώς κάποιος στρατηγός τού Αλβανικού θα κατελάμβανε την έδρα. 

Οι υποψήφιοι ήταν πολλοί. Ένας εξ αυτών ήταν και ο Σωτήρης Σκίπης, τον οποίο πρότεινε ό Γρηγόριος Ξενόπουλος, με την εξής  επιστολή (17.2.45): 

Κύριε Πρόεδρε, λαμβάνω την τιμήν να προτείνω ωςς υποψήφιο διά την μίαν προς πλήρωσιν λογοτεχνικών εδρών, τον ποιητήν Σωτήριον Σκίπην, τον και άλλοτε υπ’  εμού προταθέντα (διά την ετέραν έδραν δεν έχω κανένα). Δεν εξέρχομαι, διότι η πυρπόλησις της οικίας μου κατά τα Δεκεμβριανά με αφήκε γυμνόν και μέχρι τούδε δεν ηδυνήθην ν’ αποκτήσω κατάλληλον ιματισμόν. Παρακαλώ όθεν να μου συγχωρεθούν αι απουσίαι μου.


Αναφέρομε ειδικά την πρόταση του Ξενόπουλου, διότι αποδίδει καθαρά το πνεύμα των ημερών. Οι λόγοι, για τους οποίους ο Ξενόπουλος δεν προτείνει ούτε τον Καζαντζάκη ούτε τον Σικελιανό παρά μόνο τον Σκίπη (!), ήταν ασφαλώς πολιτικοί: Ο φανατικά μεταξικός Ξενόπουλος προφανώς συγκατέλεγε τον Σικελιανό και τον Καζαντζάκη -κατά την προσφιλή ορολογία της εποχής- στους «εχθρούς του Έθνους».

Υποψήφιοι ήσαν ακόμη ο Άγγελος Σικελιανός και ο Νίκος Καζαντζάκης. Την Επιτροπή Κρίσεως αποτελούσαν ο Κωνσταντίνος Άμαντος, ο Γρηγόριος  και ο Νικόλαος Βέης. Η ανάγνωση της έκθεσης της Επιτροπής στην Τάξη των Γραμμάτων και των Τεχνών έγινε την 29η Μαϊου 1945, ημέρα Τρίτη. Μετά από μυστήριες έως ακαταλαβίστικες συζητήσεις για την πρώτη έδρα έλαβε ο  Καζαντζάκης πέντε ψήφους, ο Σικελιανός δύο και ο Νικόλαος Πετιμεζάς μία. Έτσι αποφασίστηκε να προταθούν για την έδρα αυτή πρώτος ο Καζαντζάκης και δεύτερος ο Σικελιανός.  Για τη δεύτερη έδρα η σειρά προτίμησης ήταν: πρώτος ο Σκίπης, δεύτερος ο Νικόλαος Πετιμεζάς Λαύρας και τρίτος ο Νικόλαος Λάσκαρις.

Η Ολομέλεια, στην οποία υποβλήθηκε η απόφαση της Τάξεως, έκρινε, δύο ήμέρες αργότερα, την 31η Μαϊου 1945, ότι οι υποψήψιοι και για τις δύο έδρες της Λογοτεχνίας έπρεπε να μπουν σε ένα ενιαίο πίνακα και ζήτησε από την Τάξη να ενεργήσει αναλόγως. 

Πράγματι, το ζήτημα εξετάστηκε από την Τάξη των Γραμμάτων και των Τεχνών στις 2 Ιουνίου, ημέρα Σάββατο.  Στο πρώτο μέρος της συνεδρίας της Τάξης έλαβε μέρος ο Πρόεδρος της Ακαδημίας Γεώργιος Μπαλής, ο οποίος εξέθεσε την άποψη της Ολομελείας, σύμφωνα με την οποία έπρεπε, αντί των δύο ξεχωριστών να καταρτισθεί ένας ενιαίος πίνακας υποψηφίων και για τις δύο έδρες Λογοτεχνίας.

Η Τάξη δέχτηκε την άπόφαση της Ολομελείας και με αλλεπάλληλες μυστικές ψηφοφορίες κατάρτισε νέο πίνακα, ενιαίο, των υποψηφίων και για τις δύο έδρες, στον οποίο, (ω του θαύματος!) ο Σωτήρης Σκίπης με εντυπωσιακό ντεμαράζ καταλαμβάνει την πρώτη θέση αφήνοντας δεύτερο τον Καζαντζάκη και τρίτο τον Σικελιανό!

Το σήριαλ συνεχίστηκε με αμείωτο ενδιαφέρον. Κατά τη συνεδρία της Ολομέλειας, την 7η Ιουνίου 1945, δεκαέξι ακαδημαϊκοί, στους οποίους δεν συμπεριλαμβάνονταν ο Άμαντος και ο Μπαλάνος, ζήτησαν να περιληφθοϋν στους υποψηφίους ο Νικόλαος Πετιμεζάς Λαύρας και ο Νικόλαος Λάσκαρις, πρόταση που εγκρίθηκε. Μετά την ανάγνωση της εκθέσεως της Επιτροπής και της ειδικής του Ξενόπουλου υπέρ του Σκίπη, που δεν ενσωματώθηκαν στο πρακτικό της Ολομελείας, έλαβε τον λόγο ο Κωνσταντίνος Άμαντος, ο οποίος σε μία μνημειώδη αγόρευση, προασπαθώντας να σώσει την τιμή της Ακαδημίας, συνηγόρησε θερμά υπέρ του Καζαντζάκη και του Σικελιανού (Καζαντζάκης και Σικελιανός νομίζω ότι είναι σήμερον απαραίτητοι εΙς ήν Άκαδημίαν Άθηνών). Για τον Σικελιανό μάλιστα έκανε μια προδρομική αξιολόγηση για τις παρομοιώσεις του, η οποία πέρασαν χρόνια να γίνει αντιληπτή και αντικείμενο μελέτης από τους μεταγενέστερους: 

Κανείς ίσως άλλος ποιητής της νεωτέρας Ελλάδος δεν απέδωκε ζωηρωτέρας εικόνας της ελληνικής φύσεως και ζωηρωτέρας παρομοιώσεις.

Στη συνέχεια μίλησε ο Νίκος Βέης (1882-1958), φωτισμένος βυζαντινολόγος και νεοελληνιστής, ο οποίος συντάχτηκε πλήρως με τον Άμαντο: 

Οι δύο αυτοί υποψήφιοι έχουν εκλεχθή υπό της πνευματικής κοινής γνώμης, υπερέχουν δε κατά πολύ του Σκίπη

Άκολούθησε ό Γεώργιος. Π. Οικονόμος (1882-12.6.1951), ο οποίος είπε ότι μερικά χωρία βιβλίων του Καζαντζάκη κατά τη γνώμη του «προσβάλλουσι το θρησκευτικόν αίσθημα του λαού». Στα Πρακτικά τής συνεδρίας της Ολομελείας παρατίθεται μονον η γνώμη του Δ. Μπαλάνου, ο οποίος πότεινε να μη γίνει δεκτή η άποψη του Οικονόμου αλλά η (διατυπωμένη μετριοπαθώς) συμβιβαστική πρότασή του δεν έγινε δεκτή, δείγμα του επικρατούντος ζοφερού κλίματος και εντός και εκτός της Ακαδημίας.

Στην επόμενη συνεδρία της Ολομελείας, την 15η Ιουνίου 1945, παρόντων τριάντα μελών της Ακαδημίας έγινε η ψηφοφορία για την πλήρωση της πρώτης έδρας Λογοτεχνίας. Έλαβε ό Σκίπης (1881-1952)  είκοσι δύο ψήφους, ό Καζαντζάκης έπτά και ο Πετιμεζάς Λαύρας μία!

Ακολούθησε η διαδικασία για τη δεύτερη έδρα Λογοτεχνίας, η οποία απέβη άγονη. Κατά την τελική, τρίτη, ψηφοφορία για τη δεύτερη έδρα ο Καζαντζάκης έλαβε 15 ψήφους, ο Πετιμεζάς 9, ό Λάσκαρις τέσσερεις και ο Σικελιανός μία ψήφο! Γιά την εκλογή του Καζαντζάκη έλειψε μία ψήφος, από δε τον Σικελιανό έλειψαν οι 13 ψήφοι που πήραν ο Πετιμεζάς και ο Λάσκαρις. 

Έτσι πήρε τέλος αυτή η θλιβερή παράσταση, που άφησε στο σώμα της Ακαδημίας πληγές ανεπούλωτες ως σήμερα: Η επιλογή του Σκίπη αντί του Σικελιανού ανήκει στον χώρο του ακατανόητου, που την εξηγεί μόνο η πολιτική μισαλλοδοξία και το κλίμα των ημερών που της επέτρεπε να ανθίζει και να γιγαντώνεται. Αντί άλλης δικής μας κρίσης παραθέτουμε αυτολεξεί την κρίση του Βασίλη Πετράκου, του συγγραφέα του βιβλίου, από το οποίο αντλήσαμε τις προαναφερθείσες πληροφορίες, δηλαδή κρίση προερχόμενη από τα ενδότερα της Ακαδημίας:

Το αποτέλεσμα εκφράζει το πολιτικό κλίμα των ημερών. Πάνω απ’ όλα βρισκόταν η ιδεολογική σκοπιμότης. Η άξία και των δύο, Καζαντζάκη και Σικελιανού, ήταν από δεκαετίες αναγνωρισμένη και η μετριότητα έως ασημότητα των λοιπών υποψηφίων και στις δύο έδρες καταφανής. Σήμερα δεν τους θυμάται κανείς. Ο Καζαντζάκης όμως κατατάσσεται, παγκοσμίως, στους κλασικούς συγγραφείς και ο Σικελιανός βρίσκεται μαζί με τον Σολωμό και τον Παλαμά. Η αποτυχία της Ακαδημίας οφείλεται στα παθολογικά συμπτώματα ιδεολογικής απολίθωσης μερικών μελών της, που δέσποζαν στα πράγματά της με το κύρος τους ή με την οξύτητα και το απόλυτο των απόψεών τους σε θέματα γλωσσικά καί «εθνικά», κάτι που δεν έχει έξαλειφθεί. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι οι έδρες προκηρύχθηκαν τον Δεκέμβριο του 1944 και λίγους μήνες μετά έγινε η διαδικασία έκλογής.

Αλλά η θλιβερή παράσταση συνεχίστηκε και μετά τον θάνατο του ενός εκ των «απορριφθέντων», του Σικελιανού. Η πολιτική παράταξη, που πολέμησε τον Σικελιανό δεν τον ανέχτηκε ούτε πεθαμένο. Στην εφημερίδα Βραδυνή γράφτηκε, μετά τον  θάνατό του, το αδιανόητο (και στο ανεπανάληπτο εμφυλιοπολεμικό «γλωσσικό ιδίωμα» της εποχής) για μας σήμερα:

O εκλιπών έμπλακείς κατά τα τελευταία της ζωής του εις τα δίκτυα του κομμουνισμού έβλαψε τον τόπο του με την συμμετοχήν του εις τας διαφόρους εαμικάς και άλλας συνοδοιπορικάς οργανώσεις…. 

Ο Εθνικός Κήρυξ  υπήρξε μεν λακωνικότερος αλλά πιο δηλητηριώδης : 

Ο ποιητής τοϋ ΕΑΜ και πάσης άλλης συμμοριτοβρωμερότητος απέθανε και εκηδεύθη χθές.

Πρέπει να επισημανθεί ότι τα κείμενα των εφημερίδων τα γράφουν άνθρωποι «πνευματικοί» -και αυτό, παρά την πάροδο τόσων χρόνων, εντυπωσιάζει. Κατά τον Πετράκο και πάλι:

Αυτοί της Βραδυνής  και  του Εθνικού Κήρυκος ίσως ήταν πρόσωπα που είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς, ακόμη χειρότερα, ήσαν πρώην μέλη των Ταγμάτων Ασφαλείας. […]. Για να μην έχουμε όμως αυταπάτες, και σήμερα υπάρχει τό κακό πνεύμα. Όχι «χρυσές μετριότητες», όπως τους χαρακτηρίζει ο Μηλιάδης προηγουμένως, αλλά μηδενικά συνεχίζουν την παράδοση των δικτατοριών, της Κατοχής και των συνεργατών

Υ.Γ. Ίσως η καλύτερη «εκδίκηση» (ειδικά εναντίον του Σπύρου Μελά, πρωτεργάτη και ενορχηστρωτή των εναντίον Καζαντζάκη και Σικελιανού επιθέσεων) των δύο «απορριθέντων» από την Ακαδημία, βρίσκεται στο σαρκαστικό σχόλιο του Καζαντζάκη, όπως το διηγείται ηγυναίκα του Ελένη Σαμίου:

Ο άνθρωπος που μου έκαμε το μεγαλύτερο καλό στη ζωή μου, μου είπε κάποτε γελώντας, είναι ό Σπύρος Μελάς. Αν έλειπε, θα είχα ίσως γίνει ακαδημαϊκός, θα βολευόμουνα στην Ελλάδα, δεν θα ξενιτευόμουνα· Ποιος ξέρει αν θα έγραφα ακόμα, και τι θα έγραφα. Πώς λοιπόν να μην του το χρωστώ χάρη;

Προηγουμενο αρθρο
Θ. Καββαδάς: Οι ιδιοκτήτες ταξί της Λευκάδας θα μπορούν να αντικαταστήσουν τα επαγγελματικά τους αυτοκίνητα με οχήματα 9 θέσεων
Επομενο αρθρο
Ετήσιος χορός Πολιτιστικού Συλλόγου Βόνιτσας «Η Θεοτόκος»

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.