HomeΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΔεήσεις μπροστά στη χάρη Της

Δεήσεις μπροστά στη χάρη Της

«Στήν ἄχραντον εἰκόνα Σου
τά χείλη ὁλόθερμα ἀκουμπᾶμε,
οἱ δύσκολες σάν ἔρχονται στιγμές.
Ἄνοιγε πάντα τό στρατί,
γιά νά περνᾶμε…»

Ανοιγε τό στρατί! «Γιατί τό κάλυψαν τά σύννεφα καί τό ἔχασαν τά βουρκωμένα μάτια μου. Θεράπευσε τήν ἀρρώστια, Δέσποινά μου. Ἀνάλαβε τήν ὀρφάνια. Οἰκονόμησε τή φτώχεια. Σταμάτησε τόν κατατρεγμό. Γλύκανε τήν μοναξιά. Σκέπασε τά λάθη. Ἀνασήκωσε τόν πεσμένο. Παρηγόρησε τόν θλιμμένο. Συντρόφευσε τόν ξενητεμένο. Διῶξε μακριά μας τόν ἐχθρό καί τόν κίνδυνο. Προστάτεψε τούς δικούς μας. Φρούρησε τή χαρά. Ὁδήγησε τά βήματά μας. Παναγία μου, τά ξέρεις ὅλα. Κατέφυγα σέ Σέ, τήν αἰώνια καταφυγή». «Νά, Σοῦ τά εἶπα ὅλα μας τά βάσανα, τίς λύπες…» Ὅπως τό παιδάκι λέει στή μάνα του τό παράπονό του. «Καί μόνο πού Σοῦ τά εἶπα, αἰσθάνομαι σιγουριά. Κυρά μου, πρόφτασε. Μεγάλη ἡ χάρη Σου. Ἀπέραντη ἡ στοργή Σου. Ποιός Σέ παρεκάλεσε καί δέν σήκωσες τόν πειρασμό; Ποιός Σοῦ ζήτησε βοήθεια καί τήν ἀρνήθηκες; Κι ἐγώ στήν κραταιά Σου προστασία ἐμπιστεύτηκα τά πάντα».

Ἔτσι δέεται ὁ πονεμένος στή Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Πού ξέρει ἀπό πόνο. Γιατί πόνεσε κι ’Εκείνη. Ἀφού εἶδε τόν Υἰό Της κρεμασμένο στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ. Ὁ Ἀρ. Βαλαωρίτης, στό πολύ ὡραῖο ποίημά του «Ἡ Φανερωμένη», μᾶς μιλάει παραστατικά γιά τή συμπόνοια τῆς «Κυρᾶς» στή δυστυχία τῶν θλιμμένων.

Δράματα πολλές φορές. Δικά μας, τῶν δικῶν μας. Ἄλλοτε φανερά κι ἄλλοτε κρυφά. Καί στούς σεισμούς, στίς ἀρρώστιες, στίς συμφορές, στίς ἀνομβρίες, στούς κατατρεγμούς, στίς ποικίλες ἀνάγκες, ποῦ ἀλλοῦ νά καταφύγουν «οἱ ἐν περιστάσει», παρά στήν πονετική Μητέρα τοῦ Θεοῦ; Ἄλλοτε πάλι πόθοι καί σχέδια, πού συχνά χτυπᾶνε πάνω στή σκληρή πραγματικότητα καί γίνονται κομμάτια. Ἀκόμη ἐκεῖνοι ἀντιμετωπίζουν ἄλυτα προβλήματα στή ζωή. ’Εκεῖνοι πού τούς απέλπισαν οἱ ἄνθρωποι… Ὅλοι αὐτοί ἔχουν μία καί μοναδική βοήθεια: Τόν Σωτήρα Χριστό καί τήν Παναγία Μητέρα Του. «Πρός τίνα καταφύγω ἄλλην, Ἁγνή; Ποῦ προσδράμω, λοιπόν, καί σωθήσομαι;»

Σέ ἐξαιρετικές περιστάσεις μάλιστα. Ὅταν γενικώτερα δεινά μαστίζουν τό νησί, οἱ Λευκαδίτες κατεβάζουν στήν πόλη τήν Ἁγία Εἰκόνα τῆς Φανερωμένης. Πάνδημη, συγκινητική ἡ ὑποδοχή Της. Γονατιστή ἡ πόλη ὅλη μπροστά στή Θεομήτορα. Καί δέεται. Καί περιμένει ὁ κόσμος ὅλος «νά κάνει ἡ Κυρά τό θαῦμα Της». 

«Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ, σῶσον ἡμᾶς».

Πόσα –πράγματι, πόσα!– θαυματουργικά γεγονότα δέν ἀναφέρονται διά μέσου τῶν αἰώνων! Ἡ «Ἀκολουθία τῆς Ἱ. Μονῆς Φανερωμένης» ἐξιστορεῖ τά θαύματα αὐτά. Τά διηγοῦνται οἱ Λευκαδίτες μέ συγκίνηση.  «Οὐδείς προστρέχων ἐπί Σοί κατησχυμμένος ἀπό Σοῦ ἐκπορεύεται, ἁγνή Παρθένε Θεοτόκε. Ἀλλ’ αἰτεῖται τήν χάριν καί λαμβάνει τό δώρημα…». Γι’ αὐτό καί δέν σταματοῦν νά Τήν ἐπισκέπτονται κάθε ἡμέρα. Ἄλλοι θερμά νά Τήν ἐπικαλεστοῦν καί ἄλλοι ὁλόψυχα νά Τήν εὐχαριστήσουν. Γιά τήν αἴσια ἔκβαση τῶν ὑποθέσεών τους.

Τό πιστεύουν αὐτό ἀπόλυτα οἱ Λευκαδίτες. Μά κι ἄν δέν περάσουν οἱ δοκιμασίες; Ἄν συνεχιστοῦν οἱ πίκρες στή ζωή; «Σάν νἄχαν ποτέ τελειωμό τά πάθια καί οἱ καημοί τοῦ κόσμου!» (Παπαδιαμάντης). Ἄ! Ἀρκεῖ ὅτι τά ξέρει ’Εκείνη. Ἀρκεῖ πού ἡ πονετική ματιά τῆς «Δακρυρροούσης» φάνηκε πώς μᾶς συμπόνεσε. Ἀλήθεια! Σάν δακρυσμένη δέν ἔδειχνε, ὅταν Τῆς ἐξιστορούσαμε τούς πόνους μας καί τούς κινδύνους πού μᾶς περιζώνουν;

Καταφυγή στή Φανερωμένη! Δέηση! Γεννιέται μιά ἐλπίδα. «Τήν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς Σέ ἀνατίθημι…». Εἶσαι, Δέσποινά μου, ἡ μία καί ἡ μόνη μου ἐλπίδα.

Τελειώνοντας τήν παράκληση πρός τήν Θεοτόκο, ξέρεις πιά, πώς Κάποιος στέκεται στό πλευρό σου. Ἀδιάφορο πότε καί τί ἀπάντηση θά δώσει στή δέησή σου. Σύ μπορεῖς ἀπό ’δῶ καί πέρα –κι ἀφοῦ ἀκούμπησες τήν καρδιά σου στά χέρια τῆς Παναγίας–, μπορεῖς ν’ ἀγωνίζεσαι με αἰσιοδοξία καί θάρρος. Γιά τόν ἑαυτό σου. Γιά τούς ἄλλους. Γιά τόν Ἄνθρωπο. Πού ξεπάγιασε στό ξεροβόρι τῆς μοναξιᾶς, τῆς απάτης… Πού γυρεύει νά θερμάνει τά στερνά του ὄνειρα… Πού ἀργοπεθαίνει συχνά δίπλα σου, ζητιανεύοντας ἐλπίδα καί χαρά.

«Ἐν τῇ Μονῇ Σου, Παρθένε, πόθῳ προστρέχοντες καί προσκυνοῦντες
τήν θαυμαστήν Σου εἰκόνα, μετ᾽εὐλαβείας ἀντλοῦμεν τάς χάριτας.
Καί δι᾽αυτῆς ἔκ τε σεισμοῦ, λιμοῦ, λοιμοῦ,
αὐχμοῦ καί νόσων, ταῖς πρεσβείαις Σου σωζόμεθα».

«Μ᾽ἀστείρευτη ἀγάπη 
στήν καρδιά,
γύριζε ἀνάλαφρα κι ἄκουσε τήν προσευχή μας.
Κι ὅταν ὁ πόνος μας δέν ειἶχε γιατρειά,
τότες -χαροκαμένη Μάνα-ἔκλαιγες μαζί μας».

Προηγουμενο αρθρο
Η βαρκούλα της Ξύλινης γέφυρας στη Χώρα της Λευκάδας
Επομενο αρθρο
Άνοιξε το «Chorafaki» της Διονυσίας στην Εξάνθεια

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.