HomeΕΠΙ ΠΑΝΤΟΣ ΕΠΙΣΤΗΤΟΥΕκδόθηκε η μετάφραση της Ηλέκτρας του Ευριπίδη από τον Δημήτρη Σπ. Τσερέ

Εκδόθηκε η μετάφραση της Ηλέκτρας του Ευριπίδη από τον Δημήτρη Σπ. Τσερέ

Εκδόθηκε η μετάφραση της Ηλέκτρας του Ευριπίδη από τον Δημήτρη Σπ. Τσερέ (Εκδόσεις “Σμίλη”, Αθήνα 2023).

Αναδημοσιεύουμε τον πρόλογο του βιβλίου, στον οποίο ο μεταφραστής διατυπώνει ενδιαφέρουσες απόψεις για την μετάφραση των τραγικών κειμένων.

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Μετά τη μετάφραση της σοφόκλειας Ηλέκτρας, και χωρίς να έχω ξεκαθαρίσει πλήρως το γιατί, το χέρι μου οδηγήθηκε στη μετάφραση της ομώνυμης ευριπίδειας -και πιθανόν, αν μέσα μου συνεχίσει να έρπει η ίδια τάση, να οδηγηθεί  και στη μετάφραση των ομοθέματων Χοηφόρων του Αισχύλου. 

Και ως προς τον συνολικό επί του θέματος της μετάφρασης των τραγικών κειμένων  προβληματισμό μου δεν έχω να προσθέσω ή να αλλάξω κάτι από όσα είχα γράψει στα «Μικρά Προλεγόμενα» της μετάφρασης της Ηλέκτρας του Σοφοκλή και τα οποία εν συνόψει είναι τα εξής: 

Η θεατρική μετάφραση της αρχαίας τραγωδίας πρέπει να βρίσκεται όσο πλησιέστερα γίνεται στο αρχαίο κείμενο: Εφόσον το κείμενο είναι το μόνο σχεδόν που μας σώθηκε από την παράσταση, που έβλεπαν οι Αθηναίοι στο θέατρο του Διονύσου, μόνο αυτή η προσέγγιση μπορεί να διασώσει κάτι από το βηματισμό, τις ανάσες, ή, πιο παραστατικά, το «ανάγλυφο» του πρωτοτύπου. Συγχρόνως, να βρίσκεται όσο πλησιέστερα γίνεται στη διανοητική και ψυχική αντιληπτικότητα του «μέσου» νεοέλληνα. Πρέπει ο θεατής να καταλαβαίνει πλήρως αυτό που ακούει. Αν αυτό δεν επιτευχθεί, ο μεταφραστής έχει αποτύχει. 

Δεδομένου ότι ο λόγος της τραγωδίας δεν είναι η καθημερινή ομιλία της Αθήνας του 5ου αιώνα ούτε στο λεξιλόγιο ούτε στη σύνταξη αλλά διαφοροποιείται προγραμματικά από αυτήν, ο μεταφραστής δεσμεύεται απολύτως να μην υπερβεί το όριο, πέρα από το οποίο αρχίζουν οι ποικίλες ευκολίες του καθημερινού λόγου, προς τις οποίες ωθεί και η γνωστή τάση για επικαιροποίηση προσώπων και καταστάσεων. Η μετάφρασή του πρέπει να διαθέτει ρυθμό (όχι αυτόν που παράγει μια συμβατική ομοιοκαταληξία αλλά ρυθμό εσωτερικό, ο οποίος παράγεται  από την «ποιητική» τοποθέτηση των λέξεων μέσα στον στίχο) και το λεξιλόγιό του πρέπει να είναι συμβατό με το ύφος του μεταφραζόμενου κειμένου: και τα δύο αυτά μπορεί να συναιρεθούν στον όρο «ποιητικότητα». Και για την αποφυγή του αποδεδειγμένα ελλοχεύοντος κινδύνου ο τραγικός λόγος, στον βωμό του «λαϊκού κοινού», να  ξεπέσει στο επίπεδο δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς, οι διανοητικές και ψυχικές κεραίες του μεταφραστή πρέπει να είναι  σταθερά στραμμένες προς εκείνο το αδρεπήβολον του Λογγίνου (αποφεύγοντας ταυτόχρονο κάποιες ευξήγητες υπερβολές της ορμητικής εποχής του δημοτικισμού).

Η διαφαινόμενη αντίφαση ανάμεσα στο «υψηλόν» του τραγικού λόγου και την ανάγκη του θεατή για «κατανόηση», λύνεται με έντιμους αμοιβαίους συμβιβασμούς.

Θα ήθελα μόνο -με αφορμή το ότι ο μύθος της ευριπίδειας Ηλέκτρας αποτέλεσε τον θεματικό πυρήνα και της ομώνυμης Ηλέκτρας  του Σοφοκλή αλλά και των Χοηφόρων  του Αισχύλου- να επισημάνω ότι μπορεί το σημερινό κοινό να το ξενίζει αυτή η έλλειψη «πρωτοτυπίας» -ξενισμός που επιτείνεται από την ομωνυμία των έργων του Σοφοκλή και του Ευριπίδη-  από την άλλη όμως να υπενθυμίσω ότι η έννοια της πρωτοτυπίας κατά τους κλασικούς χρόνους είναι παντελώς ασύμβατη με τη δική μας· και ότι, αντίθετα μ’ αυτή την αντίδραση του κοινού, για τον μεταφραστή είναι χαρά να ανακαλύπτει κάτω από την απατηλή ομοιότητα της επιφάνειας πως η προσωπική σφραγίδα των μεγάλων ποιητών τους διαφοροποιεί ριζικά ένα «στόρι» τυπικά όμοιο ή, με άλλα λόγια, πως κάτω από αυτή την ομοιότητα πάλλουν διαφορετικοί κόσμοι. 

Ως προς τις διαφορές αυτές μεταξύ των τριών ομοθέματων τραγωδιών έχουν γραφεί τόσα από πολύ σημαντικούς μελετητές που εγώ δεν έχω να προσθέσω τίποτα νέο (εκτός κι αν επαναλάβω αυτά που κατά κόρον έχουν γραφεί) παρά μόνο να πω ότι  μεταφράζοντας τις δύο Ηλέκτρες  «βίωσα» κι εγώ στίχο με στίχο τις μεγάλες διαφορές, που επιφέρει ο διαφορετικός χειρισμός του θέματος από τους ιδιοφυείς δημιουργούς τους -διαφορές τις οποίες ως τότε απλώς τις «διάβαζα»- ή, με διαφορετικά λόγια, ότι, μέσω αυτής της διαδικασίας, ευτύχησα να κοιτάξω αντικριστά τους δύο μεγάλους τραγικούς ποιητές. Και το κέρδος μου μεγάλωνε, όταν ενίοτε έβαζα στο κάδρο και τις Χοηφόρους του Αισχύλου, με τις οποίες η ευριπίδεια Ηλέκτρα «συνομιλεί» περισσότερο απ’ ό,τι με την ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή. Και όλα αυτά χωρίς να ξεχνάμε αυτό που αναλυτικότερα εξέθεσα στα «Μικρά Προλεγόμενα» της μετάφρασής μου της σοφόκλειας Ηλέκτρας: την οδυνηρή απώλεια από μας της προφοράς των ελληνικών στην Αθήνα του 5ου αιώνα, που απειλεί να μεταλλάξει τον ζωντανό λόγο των δρώντων προσώπων σε γραπτό κείμενο, και την επιπρόσθετη απώλεια της μελωδίας των χορικών, που απειλεί να μεταλλάξει το προορισμένο για χορό τραγούδι σε ποίημα προς ανάγνωση. 

Τελειώνοντας, να πω ότι η μετάφρασή μου στηρίχτηκε στο κείμενο της έκδοσης του Gilbert Murray (Oxford 1913) -όπου ακολούθησα διαφορετική γραφή το αναφέρω στις Σημειώσεις· και να απονείμω την οφειλόμενη χάρη σ’ όλους τους προηγούμενους μεταφραστές της Ηλέκτρας -αλλού περισσότερα αλλού λιγότερα, απ’ όλους κάτι κέρδισα. 

Λευκάδα Νοέμβριος 2022

Προηγουμενο αρθρο
Πυρκαγιά σε ισόγειο τριώροφης οικοδομής στη Λευκάδα
Επομενο αρθρο
Το νέο Δημοτικό Συμβούλιο και τα νέα Τοπικά Συμβούλια του Δήμου Λευκάδας

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.