HomeΕΠΙ ΠΑΝΤΟΣ ΕΠΙΣΤΗΤΟΥΟ Σικελιανός και το Αθάνι

Ο Σικελιανός και το Αθάνι

Λεόντιος Κατσιγιάννης

Ο Άγγελος και η Εύα, είχαν μόλις γνωριστεί στην Αθήνα και το 1907 ζούσαν στη Λευκάδα. Στο τέλος της Άνοιξης του 1907, ξεκίνησαν ένα ταξίδι μοναδικής φυσικής και πνευματικής εμπειρίας. Μια έφιππο εκδρομή, με προορισμό το ακροτελεύτιο σημείο του νησιού, το θρυλικό ακρωτήριο του Λευκάτα. H ίδια διαδρομή με άλογα, επαναλήφθηκε και μετά το γάμο τους που τελέστηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους στην Πολιτεία Maine της Αμερικής– όταν κατά την επιστροφή τους εγκαταστάθηκαν για λίγο στο νησί.

     
Στο Αυτογραφικό βιβλίο της Εύας ΠάλμερΣικελιανού Ιερός Πανικός, καταγράφεται η πρώτη επίσκεψη στον Λευκάτα: «Κάποια φορά κάναμε εκδρομή μιας εβδομάδας στο ακρωτήρι της Σαπφούς, έναν πολύ ψηλό κι απότομο γκρεμό στην άλλη άκρη του νησιού. Τον είχα δει από το ατμόπλοιο της γραμμής και μου είχε φανεί ολόλαμπρος και ολόλευκος στον ήλιο -από εκεί εξ άλλου πήρε και το όνομά του το νησί: Λευκάς. Όμως από ψηλά το ακρωτήριο φαίνονταν να έχει ζωηρό τριανταφυλλί χρώμα. Σκύψαμε ή μάλλον ο Άγγελος έσκυψε και εγώ σύρθηκα ως το χείλος του βράχου για να κοιτάξω κάτω. Ατενίζαμε τη θέα από ένα πραγματικά τεράστιο ύψος, πάνω από ένα τείχος που δεν μπορούσε κανείς να δει, γιατί έπεφτε απότομα και έκλινε προς τα μέσα. Κάτω, μόνο νερό, ένας ήσυχος μικρός κόλπος με ανοιχτοκόκκινα ψάρια που κολυμπούσαν αμέριμνα. Λέγεται ότι από εδώ η Σαπφώ βρήκε το θάνατο πηδώντας στη θάλασσα. Σίγουρα είχε διαλέξει το μέρος για να πεθάνει».

     Εδώ μέσα στο απέραντο κι ακατάλυτο φως που λούζει το τοπίο, ανάμεσα από τον ουρανό και το πέλαγος, δίπλα από τα ερείπια του αρχαίου ναού που στάθηκε ένας ακόμη προαιώνιος τόπος ακτινοβολίας του ελληνικού πνεύματος, ο Σικελιανός, μυημένος ήδη βαθιά στο φυσικό περιβάλλον της πατρίδας του, θα εμπνευστεί για το πρώτο μεγάλο ποιητικό του έργο, τον Αλαφροΐσκιωτο, που θα συνθέσει λίγο αργότερα απομονωμένος στη Λιβυκή έρημο. Η στάση του ποιητή, με θαυμασμό απέναντι στη φύση και η λυρική επικοινωνία μαζί της, είναι το κύριο γνώρισμα του έργου. Η φύση, αντιπροσωπεύει  σ’ αυτό πρωτογενείς αξίες της ζωής και συνδέεται άμεσα με τον τρόπο ζωής και δράσης του λαού. Αναδεικνύεται δε, η άμεση σχέση ανθρώπου και φύσης, όπως τοποθετείται στο περίγραμμα του νησιού, αλληλένδετη εδώ με τον Λευκαδίτη και το χαρακτήρα του. Αν και η φυσική περιγραφή στο ποίημα, αντανακλά σε κάθε σπιθαμή της λευκαδίτικης γης, είναι φανερό πως το τοπίο του Λευκάτα αποτέλεσε σημείο ακατάλυτης έμπνευσης του ποιητή.

     Πολύ αργότερα, όταν το όραμα των δελφικών εορτών είχε κατασιγάσει μέσα του, και η οικονομική κατάπτωση είχε αρχίσει να συντελείται, ο Σικελιανός σχεδίαζε να βρει ένα τόπο ν’ αποσυρθεί, για να στοχαστεί και να γράψει. Η διαδρομή εκείνη του 1907 και το Αθανίτικο τοπίο που ήταν αποτυπωμένο στο μυαλό του, τον παρακίνησε το καλοκαίρι του 1933, τη χρονιά που έφυγε η Εύα για την Αμερική, να γράψει στον φίλο του Σπύρο Σουμίλα, με καταγωγή από τον Άγιο Πέτρο και να του ζητήσει να μεσολαβήσει για την ενοικίαση κατοικίας στο Αθάνι κατά τους χειμωνιάτικους μήνες, για ξεκούραση και εργασία[1]. Του γράφει:

Καλαμάκι Παλαιού  Φαλήρου

24-7-933

Αγαπημένε μου Σπύρο

Εδώ κι ένα μήνα ήρθε και μ’ ηύρε από μέρους Σου[ο ….]για να τον βοηθήσω να βρει μια θέση υπαλλήλου, όπως μου ’λεγε σε κανένα καφενείο ή ρεστοράν. Τον επρόσεξα φυσικά  μ’ λη την αγάπη που μου ξυπνά η λευκαδίτικη κουβέντα του και πιο πολύ το πώς μου στέλνονταν [ο…]από Σε. […………………………].

Με την ευκαιρία λοιπόν του ερχομού του Σου γράφω σήμερα όχι μόνο για να Σου πω τα παραπάνω, αλλά και για κάτι που από καιρό λογαριάζω κι αναβάλλω ολοένα να σου γράψω. Μα ήρθε πια η στιγμή. Πρόκειται για κάτι που θα σου δώσει  είμαι βέβαιος μεγάλη χαρά μα και σχετικά μεγάλο κόπο. Έχω αγαπημένε μου Σπύρο ανάγκη από μια πραγματική και μεγάλη απομόνωση για να φέρω σε τέλος ορισμένη εργασία που ο καιρός δεν μου επιτρέπει πια ν’ αναβάλω την συμπλήρωσή της, γιατί όσο κι αν νοιώθω μέσα μου άκρατη την παλιά λεβεντιά, τα χρόνια μου βάζουν κάποια όρια που έχω υποχρέωση να τα σεβαστώ. Κ’ η δουλειά που ανέλαβα  κι αυτή που μου μέλλει να κάμω  είναι βαρειά.

Εδιάλεξα λοιπόν με τη σκέψη μου, να καταφύγω  με τη βοήθειά Σου, σε μια γωνιά της Λευκάδος, όσο το δυνατόν άγνωστη στο Λευκαδίτικο περιβάλλον της πόλης κι ως τέτοια γωνιά στοχάστηκα ένα σπιτάκι στο Αθάνι, ψηλά που να βλέπει θάλασσα, που νάνε καθαρό, κι όπου να μπορέσω μόνο να κουβαλήσω λίγα βιβλία και χαρτιά μου κ’ έναν άνθρωπο για την υπηρεσία μου.

Μπορείς να φροντίσεις χωρίς να γίνει πολλή κουβέντα, να βρεθεί ένα τέτοιο σπιτάκι για μένα στο χωριό αυτό. Δεν ξέρω αν τα σπίτια στο Αθάνι έχουνε τζάκι μα αν υπάρχει ένα τέτοιο με την προϋπόθεση πως θάναι και σε ύψωμα, παράμερο κατά το δυνατόν και να βλέπω τη θάλασσα,  θα μου ήταν απόλυτα προτιμητό. Αν πρόκειται να περάσω αυτού τον χειμώνα μόνος, η φωτιά κατόπιν από Σένα, που πιστεύω να σε βλέπω κάπου-κάπου, θα μου είναι η καλύτερη συντροφιά.

Θα ήθελα Σπύρο μου να φρόντιζες σύντομα πάνω σ’ αυτό που Σου ζητώ, γιατί ο καιρός για αλλαγή σπιτιού διαμονής μου  κ.λ.π. πλησιάζει και πρέπει να ξέρω έγκαιρα αν αυτό που ζητώ μπορεί να γίνει, για ν’ αποφασίσω που θα πάω το φθινόπωρο και τον χειμώνα. Εννοείς πως στο σπίτι που θα μείνω αν βρεθεί, δεν πρέπει να κάθεται κανένας άλλος από μένα. Άπαξ έχω την απάντησή Σου, θα  Σου γράψω λεπτομερέστερα για ό,τι άλλο, και Συ επομένως φρόντισε να με κατατοπίσεις αν βρεθεί το σπίτι, πως είναι, τη διαίρεσή του,(όσο μικρό κι αν είναι, ακόμη κι αν είναι και ξεταβάνωτο -το προτιμώ χωριάτικο εντελώς μόνο νάνε καθαρό) για να ξέρω τι θα μου χρειαστεί στον ερχομό μου.

Περιμένω λοιπόν  σύντομα αναλυτικό γράμμα Σου και προσβλέπω με τρακ και σοβαρότατη συγκίνηση την προοπτική αυτή του μυστικού γυρισμού μου στη γη της Λευκάδας, στο χωριό που μούδωσε το πρώτο γάλα (η βυζάχτρα μου ήταν Αθανίτισσα) για να φέρω σε τέλειωμα ένα μέρος απ’ ότι μου όρισε η πνευματική Μοίρα ή οι πιο απόκρυφες εντολές της Λευκαδίτικης γης.

Σε φιλώ με τους δικούς σου                                               

                                                                                          Άγγελος Σικελιανός

H κυριότερη όμως σχέση του με το Αθάνι και ίσως ένας από τους λόγους που ζήτησε να βρει καταφύγιο ησυχίας και πνευματικής δουλειάς εδώ, ήταν θαρρώ πως από τ’ Αθάνι κατάγονταν η τροφός(=παραμάνα) του ποιητή, όπως αναφέρει ο ίδιος στην εν λόγω επιστολή. Επομένως, ο δεσμός του με το Αθάνι εξαιτίας της τροφού του, μπορούμε να πούμε πως ήταν ιερός. Ασφαλώς και θα έγιναν, από την πλευρά του φίλου του, κάποιες προσπάθειες για ανεύρεση κατάλληλου σπιτιού που φαίνεται όμως ότι δεν τελεσφόρησαν. Όσο για το πρόσωπο της τροφού, αυτό ταυτιζόταν με την Μαρία (Κανέλλω) ΡομποτήΜπάβα συζ. Θεοτόκη που απεβίωσε το 1926, (την ίδια χρονιά που πέθανε και η μάνα του Σικελιανού) και που, μέσα από τα παραμύθια, τα τραγούδια και τις διηγήσεις της, μύησε τον Άγγελο στον κόσμο των θρύλων, του δημοτικού τραγουδιού και της λευκαδίτικης παράδοσης. Αυτή η γυναίκα, αποτελώντας τη ζωντανή παράδοση του τόπου της, φαίνεται ότι επηρέασε αποφασιστικά τα παιδικά χρόνια του ποιητή, αλλά και την μετέπειτα εξέλιξή του. Ας αφήσουμε όμως τον ίδιο να την παινέψει. Γράφει ο Άγγελος το 1941 για αυτήν: «Το πρόσωπό της που το βλέπω ως την ώρα αυτή που γράφω, χαραγμένο καθαρά μες στην ψυχή μου, αυλακωμένο με βαθύτατες ρυτίδες, δε θα μπορούσα να το παρομοιάσω  αυτή την ώρα  παρά μοναχά  με της Κουμαίας Σιβύλλας του Μιχαήλ Αγγέλου [….]Αλλ’ η παιδιάτικη, η βαθύτερη παιδιάτικη ψυχή μας, είμαι βέβαιος πως αντίκρυζε στο πρόσωπο εκείνο, άμεσα τότε, μιαν ενσάρκωση ολοζώντανη της ίδιας της Παράδοσης που προείπα, είτε τις ώρες που μας έσπρωχνεν ένα-ένα, με δυο λόγια, στη μελέτη του βιβλίου που παρατούσαμε αδιάβαστο, είτε όταν, καθισμένη προς το βράδυ, ωσάν Πυθία, αναμεσό μας, αρχινούσε να διηγάται –όπως πια δεν έχω ακούσει από κανένα να διηγάται –τα βαθιά κι ατέλειωτά της παραμύθια, αραδιαστά [….]». Έτσι, σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσης του ποιητή στα πρώτα του χρόνια, διαδραμάτισε η κυράΜαρία, η Αθανίτισσα τροφός του, που αποτέλεσε γι αυτόν ένα θερμοκήπιο συναισθημάτων, γνώσεων και αγάπης. Από που πήρε όλη τη λαϊκή σοφία, η κυρά-Μαρία, με τι ικανότητες την καλλιέργησε μέσα της και πως είχε τα χαρίσματα να τη μεταδίδει και να σμιλεύει χαρακτήρες, μια απλή χωριάτισσα που δεν έμαθε ποτέ της γράμματα; Τέτοιοι χαρακτήρες σαν κι αυτή, δείχνουν καμιά φορά, τη δύναμη και το μεγαλείο της λαϊκής ψυχής.-

Λ.Κατσιγιάννης

Από το βιβλίο ΑΘΑΝΙ-ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

Προηγουμενο αρθρο
Τα Δικά σου Χριστούγεννα και τα Δικά μου
Επομενο αρθρο
Ορκωμοσία νέου Δημοτικού Συμβουλίου Λευκάδας

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.