Πώς πεθαίνει ένας ποιητής
Πώς πεθαίνει ένας ποιητής
Της Τακούλας και της Φόνης για το δώρο της αγάπης τους
Έρχεται, φτάνει απ’τα βουνά
Ο Ακάλεστος έξι η ώρα πρωινή
Μάρτης είναι 25 του μηνός
Και χρόνος αιώνες πια το πριν
Ο ποιητής χέρι λευκό άγαλμα
Καλεί συντρόφους τα βιβλία του
-Και είναι μόλις το προοίμιον ζωής-
Σε προσκλητήριο αποχαιρετισμού
Οκνές σελίδες δεν τον αποχωρίζονται
Μάνα αδερφή Σοφία- παγερή πάντα Σοφία
Προσεύχεται κοχλάζουν οι καρποί στο
Βάισσενφελς κι η άνοιξη πισωπατεί
Στο Οφτερντίνγκεν κι οι λόφοι αντηχούν
Τον ήσυχο του ιππέα καλπασμό
Λευκά ψιθυρίζουν δάχτυλα στο πιάνο
το Νυχτερινό του Σοπέν σιωπητήριο
Σιωπά η μέρα τη φωνή
το φως της άναυδο
κι αναδεύει τον ύστατο λυγμό στο
Στήθος το εαρινό τηςΣτις δώδεκα η ώρα ακριβώς…
Ο υμέναιος είναι λευκός
Το χιόνι είναι λευκό
Η αρρώστια είναι λευκή
Και η ελπίδα λευκήν εσθήτα φέρειΠοιος είπε για τον ποιητή
πως μαύρος είναι ο θάνατος;
«Ανάμεσα σε σας τους στοχαστές
Ολόκληρος έγινα κι ο ίδιος
Ένας στοχασμός…»
Βιβή Κοψιδά-Βρεττού
(Από τη συλλογή Χειραψίες μιας ασήμαντης μέρας, Βακχικόν, 2018)
Δεν υπάρχουν σχόλια