HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣWilhelm Dörpfeld: Η δική μου θεωρία Λευκάδα – Ιθάκη

Wilhelm Dörpfeld: Η δική μου θεωρία Λευκάδα – Ιθάκη

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ «ΙΘΑΚΗ» ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ον ΑΙΩΝΑ
Απόδοση του έργου «ALT ITHAKA» του Wilhelm Dörpfeld από τον Βασ. Ε. Φραγκούλη

Κατά το 1897, συνοδευόμενος υπό του φίλου μου Adolf Wilhelm έπεσκέφθην διά πρώτην φοράν το Θιάκι, δι’ έπιτόπιον σπουδήν. Συνεφωνήσαμεν άμέσως ότι τα επί του Άετοΰ ερείπια, τα όποια ό Gell και ό Σλήμαν θεωρούν ως κατάλοιπα της πόλεως του ’Οδυσσέως, άνήκον εις μεταομηρικούς χρόνους. Συνεφωνήσαμεν επίσης μέ τόν Partch  καί τόν Leake καθ’ους ή όμηρική πόλις, έάν πράγματι ύπήρξεν, έπρεπε νά άναζητηθή είς τό βόρειον τμήμα τής νήσου, παρά τόν Σταυρόν. Έκεΐ εκειτο ασφαλώς ή μεταγενεστέρα ελληνική πόλις Ιθάκη, όπως τό όνομα Πόλις είς τόν δυτικόν όρμον άποδεικνύει, καί τής όποιας κατάλοιπά τινα διετηροΰντο άκόμη, καί έκεΐ έπρεπε νά γίνουν άνασκαφαί δι’ άναζήτησιν ευρημάτων τής μυκηναϊκής ή άχαϊκής εποχής.

Κατά τήν έπίσκεψίν μας είς τό νότιον μέρος τής νήσου, όπου έδεικνύοντο τά άντίστοιχα πρός τόν λιμένα τοΰ Φόρκυνος, τήν «Κόρακος πέτρην» καί τήν πηγήν Άρέθουσαν, μάς έγεννήθησαν πολλοί ένδοιασμοί ώς πρός τήν ορθότητα τής άνταποκρίσεως μέ τό έπος καί όταν άνεκοίνωσα τά άποτελέσματα είς συνεδρίασιν τοΰ Αρχαιολογικού Ινστιτούτου έν Άθήναις διετύπωσα τάς έπιφυλάξεις μου προσθέσας ότι είς τό βόρειον τμήμα πρέπει νά γίνουν αί άνασκαφαί «έάν κατ’ άρχήν ή όμηρική Ιθάκη δύναται νά ταυτισθή μέ τό σημερινόν Θιάκι».

Αί πρώται άμφιβολίαι διά τήν ταυτότητα ταύτην μοΰ έγεννήθησαν όταν άπό τοΰ ύψους τοΰ Σταυροΰ άντίκρυσα τήν βορείως κειμένην νήσον Λευκάδα καί διηρωτήθην διατί κανείς έπί δύο ήδη χιλιετηρίδας δέν άνεγνώρισεν είς τήν νήσον ταύτην τήν έπί ματαίω άναζητουμένην τετάρτην ομηρικήν νήσον. Είς ούδένα άνεκοίνωσα τίποτε καί άπεφάσισα νά παρακολουθήσω τό θέμα, άφοΰ προηγηθοΰν είς τό Θιάκι άνασκαφαί, διά νά διαπιστωθή έάν όντως είς τήν περιοχήν τοΰ Σταυρού ύπήρξε πόλις τής ΙΙας χιλιετηρίδος.

Τήν πρόθεσίν μου ταύτην πληροφορηθείς έκ δημοσιεύματος έφημερίδος ό πλούσιος Όλλανδός κ. A.E.H. Goekoop  ήλθεν είς Αθήνας καί προσεφέρθη νά συνεργάσθή άναλαμβάνων τήν σχετικήν δαπάνην. Μετ’ αύτοΰ καί τοΰ Dr.E.Preuner  μετέβημεν τόν Μάρτιον τοΰ 1900 είς Ιθάκην. Τά άποτελέσματα των άνασκαφών έκτίθενται είς έτερον Κεφάλαιον, αλλά είς ό,τι αφόρα εις τήν ομηρικήν πόλιν ήσαν αρνητικά. Εις το ύψωμα τοΰ Σταυρου και τά Πηλικατα, ώς και εις τον εγγύς όρμον Πόλις, δεν άνευρέθη τίποτε έκ μιας πόλεως ή τείχους τής ΙΙας χιλιετήρίδος.

Έν τώ μεταξύ συνέχισα τήν μελέτην τοΰ προβλήματος καί έξέπληξα τούς συνεργάτας μου μίαν ήμέραν με τήν πρότασιν να διακόψωμεν τάς άνασκαφάς εις τό Θιάκι καί νά άναζητήσωμεν τήν πόλιν τοΰ Όδυσσέως εις τήν Λευκάδα. Ή νήσος αύτη ήτο προφανώς ή τετάρτη ομηρική νήσος, καί εάν ούτως είχε τό πράγμα θά έπρεπε, κατά τά σαφή λεγόμενα τοΰ Όμήρου, νά είναι ή ομηρική Ιθάκη. Ή μεταφορά του ονόματος εις τό σημερινόν Θιάκι θά συνετελέσθη κατά πάσαν πιθανότητα κατά τήν μετανάστευσιν (Κάθοδον) των Δωριέων, όπως συνέβη καί διά πολλάς άλλας πόλεις καί χώρας. Οί συνεργάται μου δεν συνεφώνησαν άμέσως επ’ αύτοϋ, έδέχθησαν όμως νά διακόψωμεν τάς άνασκαφάς, νά έπισκεφθώμεν τήν Λευκάδα και νά έρευνήσωμεν δι’ άνασκαφών.

Ή έπίσκεψις έγένετο τον επόμενον μήνα, τέλος Απριλίου 1900, με μίαν ομάδα αρχαιολόγων, διαφόρων εθνικοτήτων, είς τό τέλος μιας διαδρο­μής άνά τήν Πελοπόννησον, μέ είδικώς ναυλωμένον πλοΐον. Έμείναμεν όλοι έκπληκτοι πόσον έξαιρετικώς άνταπεκρίνετο ή έπΐ τής Λευκάδος (έν άντιθέσει προς τό Θιάκι) πραγματικότης προς τά δεδομένα τοΰ έπους.

 Τό όρος Νήριτος ή Νήριτον ήτο δυνατόν νά άναγνωρισθή εις τήν μεγάλην κεντρικήν οροσειράν τής νήσου. Ό ομηρικός λιμήν τοΰ Φόρκυνος, υπέρ τον όποιον έπρεπε νά είναι τό χοιροστάσιον τοΰ Εύμαίου, ήτο δυνατόν νά είναι μόνον ό κλειστός λιμήν είς τά Σύβοτα, όπου όχι μόνον υπάρχουν σπήλαια, άλλά καί τό όνομα διετήρησε τήν μνήμην τοΰ χοιροβοσκού (συβώτης). Ό ομη­ρικός λιμήν τής πόλεως ήτο δυνατόν άσφαλώς νά άναγνωρισθή είς τον κόλ­πον τοΰ Βλυχοΰ καί είς τήν πεδιάδα τού Νηδρίου έπρεπε νά κεΐται ή πόλις τής Ιθάκης. Κατά τελείως έξαίρετον τέλος τρόπον προσηρμόζετο ή σημερινή νησίς Αρκούδι πρός τήν ομηρικήν Άστερίδα.

Έπεσκέφθημεν έπίσης τήν μεταξύ Λευκάδος καί Ακαρνανίας λιμνοθάλασσαν καί έπείσθημεν ότι εδώ δεν υπήρξε ποτέ φυσικός ισθμός, άλλ’ ή Λεύκάς υπήρξε πάντοτε νήσος.

Μέ τήν σύντομον, άλλά τόσον διδακτικήν αυτήν έπίσκεψιν εύρέθη δι’ εμέ καί τούς περισσοτέρους συνταξιδιώτας μου ή λύσις τοΰ προβλήματος τής Ιθάκης. Ορη, λιμένες καί λοιπά χαρακτηριστικά τοΰ έπους άνεγνωρίζοντο άνεξαιρέτως καί εύχερώς έπί τής Λευκάδος, καθ’ όν χρόνον ή άναγνώρισίς των είς τό Θιάκι έδημιούργει ενδοιασμούς είς ήμάς όσον καί είς προηγηθέντας έπισκέπτας. Δι’ εμέ ό γρίφος Ιθάκη είχε λυθή, άλλά έπρε­πε δι’ άνασκαφών είς τήν πεδιάδα Νηδρί νά έπαληθευθή ή θεωρία, δι’ άνευρέσεως κτισμάτων, τάφων, όπλων, νομισμάτων κλπ. τής ΙΙας χιλιετηρίδος.

Ή υπηρεσιακή μου άπασχόλησις δέν μοΰ έπέτρεψε δυστυχώς τήν άνάληψιν τών άνασκαφών κατά τήν διάρκειαν τοΰ 1900. Μόλις κατά τήν έπομένην ανοιξιν μετεβην εις Λευκαδα με τους εις το Θιάκι συνεργατας μου κ. Goekoop και Preuner. Τά των τότε έπί τής νήσου έργασιών μας, όπως και τα των έπομένων έτών, εις τάς όποιας ελαβον μέρος και άλλοι αρχαιολόγοι, προϊστορικοί, αξιωματικοί καί γεωλόγοι, άνεκοίνωσα δι’ εξ εντύπων επιστο­λών, τάς οποίας άπέστειλα εις τούς μελετητάς όλων των εθνών οί όποιοι ένδιεφέροντο διά τό πρόβλημα Ιθάκης. Έπέλεξα αυτόν τόν τρόπον δημοσιεύσεως καί όχι τήν άνακοίνωσιν εις τό επίσημον Δελτίον τοϋ Γερμα­νικού Ινστιτούτου Αθηνών, διότι ή Κεντρική Διεύθυνσις τού Ινστιτούτου δεν μου έπέτρεψε νά άναλάβω τάς έν Λευκάδι άνασκαφάς ώς επίσημον υπηρεσίαν. Ή όλη εργασία συνετελέσθη όθεν ίδιωτικώς κατά τό διάστημα τών υπηρεσιακών μου διακοπών καί φέρω μόνος τήν όλην εύθύνην.

Τά αποτελέσματα τών άνασκαφών τής πρώτης διετίας ύπήρξαν έλαχίστως ενθαρρυντικά. Εύρέθησαν εις τό Νηδρί μερικά θραύσματα κεράμων, άλλ’ ούδέν έτερον. Δεν άπεθαρρύνθην άπό τήν άποτυχίαν αυτήν, διά τήν όποιαν οί άντίπαλοί μου δεν ήδύναντο νά άποκρύψουν τήν χαράν των, καί έσυνέχισα μέχρις ότου άνεϋρον τήν αχαϊκήν πόλιν τοϋ Όδυσσέως, μέ κατάλοιπα οι­κιών καί πολλούς τάφους. Αλλά ό Όλλανδός Μαικήνας καί συνεργάτης μου κ. . Goekoop έχασε μετά τάς πρώτας άποτυχίας τήν πίστιν του εις τήν θεωρίαν μου καί έπρότεινε τήν έπανάληψιν τών άνασκαφών εις τό Θιάκι. Τοϋ άπήντησα ότι δι’ εμέ τό πρόβλημα εϊχεν έπιστημονικώς λυθή καί θά έσυνέχιζα έπί τής Λευκάδος, έλπίζων ότι θά εϋρισκα χορηγούς μεταξύ τών συμπατριωτών μου. Εκείνος μετέβη πάλιν εις τήν Ιθάκην μετά τοϋ Όλλανδοϋ άρχαιολόγου W.Vollgraf τά άποτελέσματα δέ τών άνασκαφών του, κατ’ ουσίαν αρνητικά, έδημοσίευσεν εις τό Bulletin de Hellenique (1905-145).

Τά τής διεξαγωγής καί τών άποτελεσμάτων τών άνασκαφών μου εις Νηδρί έκτίθενται εις τό IV Μέρος τοϋ βιβλίου. Ένταϋθα, προκειμένου περί τής λύσεως τήν όποιαν έδωσα εις τό πρόβλημα τής Ιθάκης, δύναται ώς κύ­ριον άποτέλεσμα αύτών τών άνασκαφών νά άναφερθή ότι τοΰτο έπεβεβαίωσε τήν έπί επιστημονικής βάσεως θεμελιωθεΐσαν θεωρίαν μου περί Λευ­κάδος – Ιθάκης. Εις τήν νήσον εκείνην, ή οποία κατά σαφή περιγραφήν τοϋ Όμήρου, ήτο ή πατρίς τοϋ Όδυσσέως καί είς τήν πεδιάδα εκείνην, οπού κατά τά αυτά ήτο ή θέσις τής πόλεως καί τοϋ άνακτόρου, άπεκάλυψα όντως απειράριθμα κατάλοιπα μιας μεγάλης πόλεως τής ΙΙας χιλιετηρίδος. Τό σπουδαιότερον είναι ότι τά ευρήματα ταΰτα δεικνύουν όχι τόν πλούσιον μυκηναϊκόν – ανατολικόν πολιτισμόν, ό όποιος έπρεπε, κατά τόν Όμηρον, νά αναμένεται π.χ. είς τάς Μυκήνας, τήν Σπάρτην καί τόν Όρχομενόν καί όπως πράγματι δι’ άνάσκαφών άπεδείχθη, αλλά ένα άπλοΰν, άρχαιοπρεπή πολιτισμόν, μεσευρωπαϊκοϋ χαρακτήρος, ό όποιος, καί πάλιν κατά τόν “Ομηρον, έπρεπε νά ύπάρχη έπΐ τής Ιθάκης καί υπήρξε καί άρχικώς κατά τήν περίοδον των πρώτων βασιλέων καί είς τάς Μυκήνας (Kurt Muller, Έπετηρίς τοϋ Ινστιτούτου, 1915, 316). Ιδιαιτέρως πολύτιμοι είναι οί ύπ’ έμοϋ είς τό Νηδρί άποκαλυφθέντες κυκλικοί τάφοι, οί όποιοι με τό σχήμα των, τόν τρόπον ταφής καί τά άναθήματά των άποδεικνύουν τόν κατά τόν Ομηρον αναμενόμενον άχαϊκόν τρόπον ταφής. Κατ’ αυτόν τόν τρόπον άπεδείχθη δι’ εμέ ή θεωρία καί έλύθη τό πρόβλημα Ιθάκης.

Έπισήμως άνεκοίνωσα τήν ίδικήν μου λύσιν κατά τήν συνεδρίασιν τοϋ Γερμανικοΰ Άρχαιολογικοΰ Ινστιτούτου έν Άθήναις τήν 28ην Μαρτίου 1900 καί έπίστευσα είς τήν αρχήν ότι υπήρξα ό πρώτος ό όποιος ήμφισβήτησα τήν ταυτότητα τής σημερινής νήσου Θιάκι καί άνεγνώρισα είς τήν Λευκάδα τήν όμηρικήν Ιθάκην. Έπ’ αύτοϋ έσφαλα, διότι άλλοι προ έμοϋ εΐχον αμφιβάλει διά τήν έν λόγω ταυτότητα καί άνεζήτησαν τήν όμηρικήν Ιθάκην είς τήν Λευκάδα ή έτέραν νήσον. Τοΰτο έπληροφορήθην κατά μίαν λεπτομερεστέραν σπουδήν τής παλαιοτέρας βιβλιογραφίας καί συλλογήν πληροφοριών.

‘Ως πρώτος ό όποιος έχαρακτήρισε τήν Λευκάδα ώς τήν Όμηρικήν Ιθάκην πρέπει νά άναφερθή ό έν Λευκάδι κατά τόν παρελθόντα αίώνα γυμνασιάρχης Βρυώνης. Έξ όσων διεπίστωσα διετύπωσε τήν θεωρίαν του μόνον προφορικώς. Πολλοί τών Λευκαδίων μοϋ άνεκοίνωσαν περί τής θεωρίας του καί τοϋ ζήλου με τόν όποιον τήν ύπεστήριξε.

Κατόπιν ό Κεφαλλήν Θ. Κουρούκλης έτάχθη είς τό περιοδικόν «Ή Φύσις» κατά τό 1893 έναντίον τής ταυτότητος τής νήσου Θιάκι καί έπεχείρησε νά άποδείξη ότι ή Κεφαλληνία, ώς ή δυτικωτέρα τών νήσων, είναι ή ομηρική Ιθάκη. Τό Θιάκι, ώς καί εγώ ύποστηρίζω, είναι ή όμηρική Σάμη, καί ή Λεύκάς, τήν όποιαν δέχεται ώς τήν τετάρτην νήσον, είναι τό όμηριρικόν Δουλίχιον. Έπί τής θεωρίας ταύτης, έρχομένης εις άντίθεσιν με τον Partsch, όπως καί έπί μεταγενεστέρων θεωριών διά τήν Κεφαλληνίαν ή τμή­μα αύτής ώς ομηρικήν Ιθάκην καί τήν Λευκάδα ώς Δουλίχιον, γίνεται λό­γος εις τό Δεύτερον Μέρος.

Κατά τό 1894 ό Καθηγητής H. Draheim κατά τά σχόλια τής μεταφράσεως τοϋ έργου «Homer» του R.C.Jebb  εις τήν γερμανικήν, ύπέδειξεν ότι αί δυσχέρειαι τοϋ προβλήματος τής γεωγραφίας τής Ιθάκης θά ήροντο μέ τήν παραδοχήν ότι ή Λεύκάς είναι ή Ιθάκη τοΰ Όμήρου.Από τήν ίδικήν μου εν τούτοις θεωρίαν διαφέρει κατά τό ότι θεωρεί τό Θιάκι ώς Δουλίχιον καί τήν Κεφαλληνίαν ώς Σάμην. Ταυτίζει επίσης τό Αρκούδι μέ τήν Άστερίδα καί παραδέχεται, όπως καί ό Κουρούκλης, τήν αλλαγήν των ονομάτων. Παρ’ όλα ταΰτα εις τάς ύποδείξεις τοΰ Draheim  δεν έδόθη καμμία προσοχή έκ μέρους των μελετητών, ίσως διότι διετυπώθησαν ώς υποθέσεις καί δέν έθεμελιώθησαν λεπτομερώς. Πάντως δι’ έμέ ήσαν άγνωστοι καί δέν άπετέλεσαν αφορμήν διατυπώσεως τής θεωρίας μου, ή όποια έξειλίχθη οΰτω ανε­ξαρτήτως, παρ’ όσα παρά διαφόρων άντίθετα υποστηρίζονται.

Έκ τών δημοσιευμάτων τοΰ Τύπου ή θεωρία μου έγένετο ταχύτατα γνω­στή καί συνεζητήθη εις συλλόγους, περιοδικά καί έφημερίδας. Πολλά τών άρθρων καί έκδόσεων τούτων τών έτών 1900 έως 1903 άναφέρονται εις τήν έπισυναπτομένην βιβλιογραφίαν, έπί μερικών δέ έξ αύτών θά έπανέλθω βραδύτερον. Έγώ ό ίδιος έδημοσίευσα τήν πρώτην έκτενή έκθεσιν τής θεωρίας Λεύκάς – Ιθάκη υπό τόν τίτλον « Das Homerische Ithaka» (Όμηρική Ιθάκη), εις Melanges Rerrot, εις τό πανηγυρικόν τεύχος πρός τιμήν τής 70ής έπετείου γενεθλίων τοΰ ίστορικοΰ τής τέχνης George Rerrot (Paris , 1902). Εις τό άρθρον τοΰτο αί αποδείξεις είναι αί αυταί ώς καί σήμερον, μόνον δέ μικραί μεταβολαί εις δευτερεύοντα σημεία έγένοντο μεταγενεστέρως. Τό άρθρον, γερμανιστί, άνετυπώθη ύπ’ έμοΰ έν Άθήναις υπό τόν τίτλον «Leukas. Zwei Aufsatze das Homerische Ithaka -Λευκας Δύο διατριβαί περί τής ομηρικής Ιθάκης»(6). Τόν Ιούλιον τοΰ 1902 άνεκοίνωσα τά περί ομη­ρικής Ιθάκης εις συνεδρίασιν τής Αρχαιολογικής Εταιρείας έν Βερολίνω…

Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών (επετηρίς), Τομος Β’, 1972

Προηγουμενο αρθρο
Το γεφύρι «Μάρκους» στους Πηγαδισάνους
Επομενο αρθρο
«Όλοι για τη Λευκάδα»: Κατασκευή περιφερειακής οδού πόλης Λευκάδας - Σταματήστε να μοιράζετε ‘καθρεφτάκια’!

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.