HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΒία: caso pensato

Βία: caso pensato

του Έκτορα Γ. Χόρτη

Στη θεατρική «Βαβυλωνία» του Δημ. Βυζάντιου ο σπουδαίος λευκαδίτης ηθοποιός Ηλίας Λογοθέτης  σαν αστυνόμος-ανακριτής θέτει το ερώτημα στους παριστάμενους σχετικά με τον τραυματισμό του Κρητικού από τον Αρβανίτη στο Ναύπλιο αν το περιστατικό βίας ήταν caso accidente (τυχαίο) ή caso pensato (εκ προμελέτης).  

   Τα διαζευκτικά «ή» όμως τα δικά μου είναι πλείστα όσα και καθένα απ’ αυτά είναι «caso pensato». Συγγνώμη, αλλά δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω. Απ’ τη σωματική, την ψυχολογική ή τη λεκτική βία; Απ’ την ατομική ή απ’ τη συλλογική βία; Απ’ τη βία στα γήπεδα ή τη βία της όποιας συμμορίας; Απ’ το δίκαιο της πυγμής ή απ’ το προϊόν του φανατισμού (θρησκευτικού, πολιτικού, αθλητικού κ.λπ.) και της μισαλλοδοξίας; Απ’ τα βασανιστήρια ή τη βία κατά των κάθε είδους «Αγιάννηδων»; Απ’ τη βία του εμπορίου ανθρώπινων οργάνων ή απ’ τη βία των «ουσία» κλεφτών;  Απ’ τη βία κατά της «θεια – Μαύρας»(1), της οποίας «τα μάτια η πείνα εμαύρισε» ή απ’ τη βία κατά των τετράποδων φίλων μας; Απ’ την κατάχρηση εξουσίας ή απ’ τα αίματα που ρέουν καθημερινά σαν ποτάμι απ’ την ΤιΒι; Απ’ τη βία των δανειστών, ημεδαπών και αλλοδαπών, τοκογλύφων κ.ά., ή τη βία του «οφθαλμόν αντί οφθαλμού»; Απ’ τη βία  κατά των παιδιών, αγοριών και κοριτσιών (παιδεραστία κ.λπ.),  ή τη βία κατά των ενηλίκων [κυρίως γυναικών αλλά και ανδρών (ας φαίνεται σαν ανέκδοτο, ταμπού είναι)] και υπερηλίκων ή από τη βία των βασανιστηρίων; Από τη βία  πάσης αρχής και εξουσίας εν τω ευσεβεί ημών έθνει (του ασύδοτου και σαδιστή υπαλλήλου που ταλαιπωρεί αγρίως τη «θεια – Μαύρα», ενώ γίνεται δουλοπρεπής στον γκριζοκοστουμάκια μεγαλόσχημο με το αγέρωχο ύφος), ή στη βία των πάσης φύσεως «φακελακίων» και, γενικότερα, μέσων «λαδώματος» της μηχανής; Απ’ τη ματωμένη Κύπρο (Θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου για το πού πήγαν τα ψηφίσματα του ΟΗΕ) ή απ’ την ενδοοικογενειακή βία; κ.λπ., κ.λπ. 

   Έχω ένα σωρό τέτοια διλήμματα. Κι επιπλέον δεν ξέρω πώς να χειριστώ το ζήτημα της «Στρουθοκαμήλου», που δεν είναι μόνο αφρικανική, όπως μας έλεγε ο δάσκαλός μας στο δημοτικό, αλλά και ελληνική και παγκόσμια. Γι’ αυτό και θα καταφύγω στην προσφιλή μου τακτική, ερανιζόμενος αποσπάσματα από το θησαυροφυλάκιο της λογοτεχνίας μας και σχολιάζοντας όπου δει. Κι επειδή, σε κάθε περίπτωση, τα φαινόμενα της βίας, την οποία ο Ησίοδος αναφέρει ως θεότητα(2), παραπέμπουν σε τραγωδίες, θα πάρω «απίδρομο» απ’ τον μεγάλο τραγικό της Αρχαιότητας, τον Ευριπίδη:

Ευριπίδη «Τρωάδες»

   Η τραγωδία “Tρωάδες”, που παίχτηκε στα Mεγάλα Διονύσια το 415 π.X. και θεωρείται απ’ τους ειδικούς ότι παραπέμπει στην απάνθρωπη και κτηνώδη σφαγή των Mηλίων από τους Aθηναίους στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου(3), είναι στην ουσία ένας θρήνος, μια τραγωδία γεμάτη από αλυσιδωτές σκηνές άλγους.  Σ’ αυτές διεκτραγωδείται η άλωση της Tροίας, η μαύρη μοίρα της ένδοξης οικογένειας του Πριάμου, που προκαλεί τον «έλεο» και τον «φόβο», μιας ηττημένης δηλαδή δυναστείας, η οποία σύρεται στην ατίμωση, στην αιχμαλωσία και στη δουλεία, με την ταπείνωση των γυναικών της που βιάζονται, θανατώνονται, εξευτελίζονται, σύρονται σκλάβες και υφίστανται ένα σωρό ακόμη δεινά,  με κορυφαίο τον απάνθρωπο θάνατο ενός αθώου παιδιού, του Αστυάνακτα, γιου του Έκτορα και της Ανδρομάχης. Η  Ανδρομάχη γίνεται παλλακίδα του γιου τού Αχιλλέα Νεοπτόλεμου και το τραγικότερο όλων,  το βρέφος της, ο Αστυάνακτας, έχει καταδικασθεί σε θάνατο από τους νικητές, που, με βάση το δίκαιο της πυγμής, παραβιάζουν με πρωτοφανή κυνισμό και απανθρωπιά κάθε έννοια δικαίου, διαπράττοντας ανοσιουργήματα, που ξεδιάντροπα τα βαφτίσαμε στις μέρες μας  «παράπλευρες απώλειες», όπως σφαγές και εξανδραποδισμούς αμάχων, βιασμούς γυναικών, λεηλασίες και άλλα ειδεχθή. 

   Η Ανδρομάχη  είναι πολύ φορτισμένη συναισθηματικά και μέσα στον πόνο και την οδύνη της εκφράζει όλη τη μητρική της αγάπη προς τον Αστυάνακτα, επειδή ώσπου να μάθει το συνταρακτικό νέο, υπέθετε πως το μεγαλύτερο κακό γι’ αυτήν θα ήταν να της αποσπούσαν το παιδί της και να το έδιναν σε άλλο αφεντικό. Η είδηση πως αποφάσισαν να το σκοτώσουν έπεσε σαν κεραυνός. Η περιγραφή είναι ανατριχιαστική:

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ(4) 
[…]Ω μαύρε εσύ, συφοριασμένε γάμε,
που κάποτε μες στου Έκτορα το σπίτι
μ᾽ έφερες νύφη, κι έλεα θα γεννούσα
γιο βασιλιά της καρπερής Ασίας
κι όχι σφαχτό για Δαναούς. Χρυσό μου,
δακρύζεις; Νιώθεις, αχ, τη συμφορά σου;
Γιατί με σφίγγεις με τα χέρια σου έτσι
και στον κόρφο μου πέφτεις σαν πουλάκι
που το κρύβει της μάνας του η φτερούγα;
Δε θα βγει από τη γη, με το κοντάρι
το ξακουστό του, ο Έχτορας, κανένας
από το πατρικό συγγενολόι
ή των Φρυγών η δύναμη, παιδί μου,
να σε γλιτώσουν· άσπλαχνα θα πέσεις
ψηλάθε, κατακέφαλα —ω απαίσιο
πήδημα!— κι η πνοούλα σου θα σβήσει.
Ω εσύ, κορμί γλυκόπνοο και του κόρφου
της μάνας σου η χαρά, λοιπόν του κάκου
σου ᾽δινα εγώ το γάλα των βυζιών μου
στα σπάργανα, κι ανώφελα ήταν όλα
κι οι κόποι μου και οι έγνοιες μου για σένα.
Τώρα —κι άλλη φορά ποτέ πια— σφίξου
στης μάνας σου τον κόρφο, φίλησέ την,
με τα δυο σου χεράκια αγκάλιασέ την,
στο στόμα της το στόμα σου έλα βάλε.

Ω βάρβαρων βασάνων εφευρέτες,
Έλληνες, τί σας φταίει τ᾽ αθώο παιδάκι
και το σκοτώνετ᾽ έτσι;

   Ας πάμε όμως και στα πιο κοντινά μας. Ο νομπελίστας μας Γιώργος Σεφέρης μας μεταφέρει κάποιες απ’ τις πικρές εμπειρίες του, που  βρίσκουν την ποιητική τους έκφραση στο ποίημα με τον τίτλο Τελευταίος Σταθμός (Οκτώβριος του 1944). Έχοντας στο μυαλό του τα βάσανα του ελληνικού λαού στον αγώνα του εναντίον των κατακτητών, την πείνα, τα βασανιστήρια, τις πυρπολήσεις, τις εκτελέσεις και ένα σωρό άλλα δεινά, αποκαλύπτει  τις σκοτεινές πτυχές τους, χωρίς να κρύβει τα δικά του τοξικά συναισθήματα, και μάλιστα λίγο πριν αρχίσει να ξετυλίγεται ο εφιάλτης του εμφυλίου. 

Ο τελευταίος σταθμός(5)
[…]Πάλι τα ίδια και τα ίδια, θα μου πεις, φίλε.
Όμως τη σκέψη του πρόσφυγα τη σκέψη του αιχμάλωτου τη σκέψη
του ανθρώπου σαν κατάντησε κι αυτός πραμάτεια
δοκίμασε να την αλλάξεις, δεν μπορείς.
[…]Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε σαν το πεύκο, και τον βλέπεις
είτε στο σκοτεινό βαγόνι, χωρίς νερό, σπασμένα τζάμια, νύχτες και νύχτες
είτε στο πυρωμένο πλοίο που θα βουλιάξει καθώς το δείχνουν οι στατιστικές,
ετούτα ρίζωσαν μες στο μυαλό και δεν αλλάζουν
ετούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα
που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες στα παρθένα δάση
κι αυτά καρφώνουνται στο χώμα και ξαναφυτρώνουν·
ρίχνουν κλωνάρια και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας
λεύγες και λεύγες·
ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.
Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ’ ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει·
στάζει τη μέρα, στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος.

[…]

Στο απόσπασμα ο ποιητής  βλέπει τα πράγματα απ’ την πλευρά των τραγικών θυμάτων του πολέμου, των ανέστιων, των αιχμαλώτων, των προσφύγων. Σκοτεινές σκέψεις και εικόνες  που πολλαπλασιάζονται «δρασκελώντας λεύγες και λεύγες» κατακλύζουν την ψυχή και τη σκέψη του. Οι οδυνηρές εικόνες των σκοτωμένων φίλων και η φρίκη δηλητηριάζουν την ψυχή, ενσταλάζοντας μέρα και νύχτα τα εφιαλτικά βιώματα: «στάζει τη μέρα, στάζει στον ύπνο μνησιπήμων πόνος».

Αυτήν την τραγική όψη της πραγματικότητας αισθητοποιεί ο γάλλος ζωγράφος Ντελακρουά με τον περίφημο πίνακά του «Η καταστροφή της Χίου», ενώ ο ομότεχνός του Φραντσέσκο Άγιεζ ή Χάγιεζ στον πίνακά του Η Φυγή από την Χίο” (1839) έχει ως θέμα του τις γυναίκες της Χίου «σαν κατάντησαν κι αυτές πραμάτεια».

   Για την «πραμάτεια» αυτή, τον εξανδραποδισμό δηλαδή των χιλιάδων γυναικών της Χίου, ο ιερέας της αγγλικής πρεσβείας στην Πόλη R. Walsh κάνει μια συγκλονιστική περιγραφή (στο μαρτυρικό νησί από τους 120.000 κατοίκους, απέμειναν περίπου 2.000. Βαχίτ πασάς: «… Των ιερέων, επισήμων κ.λπ. κεφαλαί 1.109, τελειωθέντων εν στόματι μαχαίρας 25.000, σκλαβωθέντων παίδων και κορών 5.000»)(6). Οι Χιώτισσες ήταν τόσο πολλές που τις πουλούσαν στις πλατείες και στους δρόμους. Ο πιο συνηθισμένος τόπος του ανθρωποεμπορίου ήταν το Μπαλούκ – Μπαζάρ, η Ψαραγορά. Εκεί είδε ο Walsh, στις 15 Ιουνίου 1822, ένα σωρό κορίτσια δώδεκα ως δεκαπέντε χρόνων, να πουλιούνται «όπως τα ζώα στις αγγλικές αγορές». Πολλά ήταν μισόγυμνα:

 «Τρόμος και αγωνία ζωγραφίζονταν στα πρόσωπά τους. Ήταν το πιο σπαρακτικό θέαμα που είδα στη ζωή μου. Αδύνατο να το περιγράψω. Οι Τούρκοι τις μεταχειρίζονταν με την έσχατη καταφρόνηση. Τις εξέταζαν, τις πασπάτευαν, όπως οι χασάπηδες τα αρνιά, και τις αγόραζαν 100 γρόσια – τρεις λίρες το κεφάλι. Κάπου πεντακόσιες Χιώτισσες πουλήθηκαν στην Ψαραγορά». Την άλλη μέρα στήθηκε σκλαβοπάζαρο στο Πέραν, στη συνοικία των ευρωπαϊκών πρεσβειών, πλάι στις φράγκικες εκκλησίες. Ήταν Κυριακή και οι Ευρωπαίοι, πηγαίνοντας να προσευχηθούν στους ναούς τους, περνούσαν ανάμεσα από τις σκλαβωμένες Χιώτισσες.

Φραντσέσκο Άγιεζ, Η φυγή από τη Χίο, 1839

Τούτη τη φορά το εμπόριο των χριστιανών γινόταν μπροστά στις πόρτες των αντιπροσώπων των ευρωπαϊκών Δυνάμεων, που θεωρούσαν έγκλημα ικανό να επισύρει την ποινή του θανάτου την αγορά ενός νέγρου ειδωλολάτρη στις αφρικανικές ακτές. Και τώρα έβλεπαν ένα σκλαβοπάζαρο μπροστά στις ίδιες τις πρεσβείες τους, έβλεπαν να αγοράζονται σαν ζώα ανθρώπινα πλάσματα της ίδιας θρησκείας, προικισμένα με τις ίδιες ιδιότητες, τις ίδιες αρετές και να καταδικάζονται δια βίου στην πιο εξευτελιστική δουλεία»(7)….
  Αλλά και όταν απουσιάζει ο πόλεμος και οι μεγάλης κλίμακας συγκρούσεις,  η βία είναι  παρούσα σε ποικίλες μορφές. Ο Οδυσσέας Ελύτης επισημαίνει ποιητικά:  «Όπου δεν ακούγεται ένα αηδόνι ακούγεται κοκτέιλ μολότωφ»(8). 

   Ως προς τις ρίζες του προβλήματος, ο Σοφολογιότατος, επιστήθιος φίλος του γνωστού τοις πάσι μπάρμπα Τιπούκειτου, επισημαίνει   σε γενικές γραμμές, μεταξύ άλλων, και τα εξής(9): «τους πόθους και το πάθος»  για εύκολο πλουτισμό και για “μεγάλη ζωή”, που τροφοδοτείται από τα πρότυπα της καταναλωτικής κοινωνίας και στρέφεται κατά δικαίων και αδίκων, τη χαλάρωση του θεσμού της οικογένειας,  όπου ενίοτε ούτε το «όμαιμον» δεν υπολογίζεται, τα «αιμοδιψή» ΜΜΕ (μέσα ενημέρωσης αλλά και συχνά εξαγρίωσης) που, για λόγους ακροαματικότητας – θεαματικότητας, μας βομβαρδίζουν καθημερινά με την προβολή βίαιων μορφών συμπεριφοράς, τα ποικιλώνυμα συμφέροντα, όπως των Βένετων, των Πράσινων, των διαόλων και τριβόλων, των «φορέων», των «ωραίων», των κατεργαραίων,  κ.λπ. κ.λπ. Και υπογραμμίζει ότι σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατόν να υιοθετηθούν, ιδιαίτερα απ’ τα παιδιά και τους νέους, αρχές και αξίες, όταν αυτές αμφισβητούνται και λοιδωρούνται εμπράκτως από τους μεγαλύτερους και απ’ τις δυσλειτουργίες ή ενίοτε και τη «λιόκριση(10)» των κοινωνικών θεσμών και των πάσης φύσεως «αυτόνομων» οργανισμών, τυπικών και άτυπων. Για παράδειγμα, στα σχολεία  δεν είναι καθόλου σπάνια φαινόμενα οι σωματικές κακώσεις, η λεκτική βία, ο αποκλεισμός από παρέες, αλλά και άλλες μορφές βίας, όπως η  ψυχική, που μπορεί να ασκηθεί με βάση την εξωτερική εμφάνιση,  (μια αναπηρία, το χρώμα του δέρματος) κ.λπ., την εθνική καταγωγή, την επίδοση στα μαθήματα κ.ά.. Και, βέβαια, όταν η βία δεν τιμωρείται ή, ακόμη χειρότερα, όταν δικαιολογείται και επικροτείται, έστω και έμμεσα, το φαινόμενο λειτουργεί πολλαπλασιαστικά και ταυτόχρονα «διαιρετικά». 

   Διευκρινίζει, βέβαια, ο Σοφολογιότατος, ότι οι κοινωνικές ρίζες του φαινομένου δεν σημαίνουν ότι (πρέπει να) παραβλέπουμε την ατομική ευθύνη(110 που βαρύνει τον κάθε άνθρωπο κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Χρέος του είναι να αγωνίζεται για την καλυτέρευση της κοινωνίας, χωρίς να χρειάζεται να γίνει Άτλας(12). 

  Παίρνοντας τη σκυτάλη απ’ τον φίλο του ο πρωτόγερος του χωριού μου μπάρμπα – Τιπούκειτος, ο οποίος «πολλῶν ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω»(13), παρατηρεί ότι σε κάθε χώρο του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος διαχρονικά ασκείται βία και υπογραμμίζει ότι τα ίχνη της στην ιστορία είναι ποτισμένα με αίμα. Ενδεικτικά, μάλιστα, αναφέρει ότι μια θεμελιώδης αρχή του Χριστιανισμού, το «αγαπάτε αλλήλους», μετατράπηκε από την Ιερή Εξέταση στο αντίθετό του, στο «καύσατε αλλήλους».  Όσο για τα τελευταία γεγονότα που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, αναφέρει, σε συνάρτηση με όσα ο ίδιος έζησε, ότι όλοι βάλθηκαν να διαιωνίσουν όσα βρήκαν στον δρόμο τους: ο ετάζων(14) το υποψήφιο θήραμα, τάζοντάς του «λαγούς με πετραχήλια», ο κάθε xeftilas που βλέπει τα κορίτσια με την προστυχιά του «ά-χρηστου» ήθους τους σαν «κοπέλες»(15) ή, ακόμη χειρότερα σαν «λεωφόρους»(16), με την αρχαιοελληνική σημασία, και, γενικότερα, και όσες δυνάμεις, θρόνοι, κυριότητες, αρχές, εξουσίας και εξαπτέρυγά τους ασκούν ωμή βία και προσπαθούν να καταστρέψουν τα ρόδα και τις αναπνοές της άνοιξης, χρησιμοποιώντας σαν πυρηνικό όπλο την πανίσχυρη θέση τους, για να παίξουν το … «κλαρίνο» τους! 

   Απ’ τις προσωπικές του εμπειρίες με συγκλόνισαν δύο μαρτυρίες του απ’ τα παιδικά του χρόνια. Η πρώτη έχει να κάνει με τη βέργα του δασκάλου και με τις φοβερές απειλές, τον εξευτελισμό, την ταπείνωση και τη διαπόμπευση μαθητών, όπως συνέβη με συμμαθητή του που υποχρεώθηκε να περάσει μπροστά απ’ το καφενείο με πινακίδα στο στήθος που έγραφε «είμαι κλέφτης, φυλαχτείτε», επειδή είχε «κλέψει»(;) ένα … μήλο! Η δεύτερη έχει να κάνει με τον φόβο του χωροφύλακα. Ο μπάρμπας μου περιέγραψε με τα πιο μελανά χρώματα τα «φιλοδωρήματα» – χαστούκια (φούσκους, κατραπακιές, ντάνφαρους, τριομφίδια κ.λπ., όπως λέμε στη Λευκάδα), που μοίρασε «αφειδώς» στον ίδιο και στους συμμαθητές του στον αύλειο χώρο κάποιας εκκλησίας ένας χωροφύλαξ (όνομα και μη χωριό – «δεν θα’ναι ο πρώτος, ούτε δα κι ο τελευταίος»)(17), επειδή «έτσι του κάπνισε» (αν ζούσε ο φιλόσοφος Πλάτων θα ρωτούσε «ποιος θα μας φυλάξει από τους χωροφύλακες»(18)). Εξαίρεση αποτέλεσε ο συμμαθητής του ο Νίκος, επειδή ο θείος του έτυχε να είναι αξιωματικός. Κι ο αχώριστος φίλος του μπάρμπα μου, ο Σοφολογιότατος, παρατήρησε δηκτικά: Σ’ αυτούς έπρεπε να ρίξει ο Δίας προκαταβολικά µατωµένες ψιχάλες απ’ τον ουρανό, σαν εκείνες που έριξε, για να τιµήσει τον γιο του τον Σαρπηδόνα(19), ή καλύτερα ματωμένη μπόρα. 

   Και για όσα καταγγέλλονται σήμερα για άσκηση βίας από θέσεως ισχύος ο μπάρμπας μου πήρε, όπως κάνει πάντα, θέση, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά: Όσοι έχουνε τη φωλιά τους @εσμένη – δεν είμαι δα και δικαστής – ψιθυρίζουν κάτι αλαμπουρνέζικες δικαιολογίες, σαν εκείνες που λέγαμε παιδιά, για να αποδείξουμε πως ξέρουμε … ξένες γλώσσες (!).

   Όσο για μένα, απ’ τις ποικίλες μορφές βίας που μου έχουν εντυπωθεί, παραθέτω μία που μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση και τη σχολιάζω κάθε φορά που τυχαίνει να μάθω απ’ τα ΜΜΕ ένα περιστατικό κακοποίησης ζώων: είναι μια σκηνή οικεία σε όλη την Ελλάδα του χθες που έλαβε χώρα στα Χορτάτα (τέλος της δεκαετίας του ’50), στην ταράτσα του καφενείου του μπάρμπα Στάθη Χόρτη (Τσακαλή). Εκεί είχαμε μαζευτεί όλο το χωριό και παρακολουθήσαμε την παράσταση ενός τσιγγάνου, που  με το ντέφι του υποχρέωνε τη μαϊμού που πρωταγωνιστούσε να υπακούει στις προσταγές του αφέντη της:

  • Πάρε μια τούμπα στον αέρα, μάϊμω!

Κι ένα επιφώνημα θαυμασμού έβγαλε αυθόρμητα το πλήθος στην εντυπωσιακή, αέρινη σκορδοφίτσα (τούμπα) της μαϊμούς. Και για το κλείσιμο της παράστασης ο γύφτος επιφύλαξε στο φιλοθεάμον κοινό κάτι επίσης εντυπωσιακό:

  • Χαιρέτισε ευγενικά τους κυρίους.

Κι εκείνη με βαθιά υπόκλιση έκλεισε την παράσταση. 

   Αλλά και ο  λευκάδιος μύστης Άγγελος Σικελιανός με όχημα την εικόνα ενός αρκουδιάρη μας μεταφέρει σε έναν άλλο τόπο και χρόνο στο ποίημά του «Ιερά Οδός» και γίνεται μυστ-αγωγός μιας υψηλής ιδέας, της λύτρωσης του ανθρώπου απ’ τον πόνο: 

   Η Αρκούδα – Μάνα, που μόνο αυτήν έβλεπε μπροστά στα μάτια του ο ποιητής να βασανίζεται από τη βία του δυνάστη της και την αγάπη για το παιδί της, είχε ενώσει στο βασανισμένο της κορμί όλα τα σύμβολα αλλά και όλη την ανθρώπινη ιστορία, μια ιστορία αέναου πόνου που δεν έχει ξεπληρωθεί.  Έτσι η Αρκούδα – Μάνα γίνεται πανανθρώπινο σύμβολο του πόνου, η αιώνια μάνα που υποφέρει, η Μητέρα – Θεά της μητριαρχικής κοινωνίας, η Μάνα – Γη. Απ’ την άλλη πλευρά, ο γύφτος, θύτης και δυνάστης, συμβολίζει και τον εξωτερικό καταναγκασμό και τη βία της πατριαρχικής κοινωνίας. Η πίστη του ποιητή- οραματιστή και οδηγού είναι η αποκάλυψη ότι η στιγμή της λύτρωσης θα ’ρθει.

…K᾿ ἡ καρδιά μου, ὡς ἐβάδιζα, βογγοῦσε:
«Θά ῾ρτει τάχα ποτέ, θὲ νά ῾ρτει ἡ ὥρα
ποὺ ἡ ψυχὴ τῆς ἀρκούδας καὶ τοῦ Γύφτου,
κ᾿ ἡ ψυχή μου, ποὺ Μυημένη τήνε κράζω,
θὰ γιορτάσουν μαζί;»

Κι ὡς προχωροῦσα,
καὶ βράδιαζε, ξανάνιωσα ἀπ᾿ τὴν ἴδια
πληγή, ποὺ ἡ μοίρα μ᾿ ἄνοιξε, τὸ σκότος
νὰ μπαίνει ὁρμητικὰ μὲς στὴν καρδιά μου,
καθὼς ἀπὸ ραγισματιὰν αἰφνίδια μπαίνει
τὸ κύμα σὲ καράβι ποὺ ὁλοένα
βουλιάζει. 

[…] Κι ὅμως τέτοια ὡς νὰ διψοῦσε
πλημμύραν ἡ καρδιά μου, σᾶ βυθίστη
ὡς νὰ πνίγηκε ἀκέρια στὰ σκοτάδια,
σὰ βυθίστηκε ἀκέρια στὰ σκοτάδια,
ἕνα μούρμουρο ἁπλώθη ἀπάνωθέ μου,
ἕνα μούρμουρο,
κ᾿ ἔμοιαζ᾿ ἔλεε:

«Θὰ ῾ρτει.»

    Για να πλησιάσει όμως η ώρα να γιορτάσουν μαζί η ψυχή της αρκούδας και του Γύφτου, «για να γυρίσει ο ήλιος», θέλει δουλεία πολλή. Δεν θα έπεφτε έξω, λοιπόν, κανείς, αν επαναλάμβανε την τόσο γνωστή ρήση του Σαίξπηρ στον Άμλετ ότι «κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας(20)». Με την πιο πάνω ρήση ο Σαίξπηρ ήθελε να σατιρίσει τη διαφθορά που επικρατούσε στο βασίλειο της Δανιμαρκίας (Δανίας).  Όσο για το αν υπάρχει και σήμερα σε διάφορους χώρους της κοινωνίας μας κάτι ζωώδες, σάπιο και νοσηρό, δεν χρειάζεται να συλλαβίσει κανείς τ’ αλφαβητάρι των άστρων, όπως ο Σεφέρης. Είναι ηλίου τηλαυγέστερον. Έτσι, βέβαια, ο άνθρωπος  από sapiens – sapiens γίνεται sapios – sapios, αν δεν μπορεί να ξεπεράσει τη ζωώδη του καταγωγή(21), αν δεν μπορεί να ανοίξει τα παραπετάσματα του μυαλού και της καρδιάς του, για να φυσήξει καθαρός αέρας και να φωτίσει ο ήλιος ο ηλιάτορας το είναι του. Το γνωστό «ηθοποιός σημαίνει φως» δεν αρκεί, γιατί υπάρχουν  κι εκεί σκιές, όπως παντού, που αμαυρώνουν το τοπίο. Αλλά και ο μεγάλος διαφωτιστής Γιόχαν Γκαίτε, λέγεται ότι λίγο πριν αφήσει τα εγκόσμια, απευθυνόμενος σε έναν υπηρέτη να ανοίξει τις κουρτίνες τού είπε: “Mehr Licht!”, δηλαδή «περισσότερο φως».   

   Κι ο μπάρμπα – Τιπούκειτος, συνοψίζοντας όλα τα προηγούμενα, και σχολιάζοντας τις πρόσφατες ανατριχιαστικές αποκαλύψεις «για το ανοσιούργημα της κτηνώδους εκμετάλλευσης της αγνής παιδικής άγνοιας, που συντάραξαν τους πάντες,  επανέλαβε τη φράση «περισσότερο φως», με την παρατήρηση ότι η ανοχή και η σιωπή είναι «νερό στο μύλο της διαφθοράς», που οδηγούν στο να αντιστρέφεται η πραγματικότητα και  η μυθοπλασία να εκλαμβάνεται σαν γεγονός και το γεγονός σαν μυθοπλασία. Κι ο Σοφολογιότατος συμπληρώνει, επαναλαμβάνοντας το όραμα του ποιητή για έναν ιδανικό κόσμο, στον οποίο θα απουσιάζει οποιαδήποτε υστερόβουλη και ιδοτελής σκέψη και στη θέση τους θα βασιλεύει η αγνότητα: 

«τα πιο αθώα κορίτσια
τρέχουν γυμνά στα μάτια των αντρών
κι η σεμνότητα φωνάζει πίσω από το φράχτη:
Παιδιά! δεν είναι άλλη γη ωραιότερη!»
(22)

Και κλείνει με τον τρόπο του μεγάλου σύγχρονου ποιητή Τίτου Πατρίκιου:

Η ΒΙΑ
Προσπαθώ να πω τα πράγματα
με τ’ όνομά τους
και κάθε τόσο συναντώ
καινούργιες δυσκολίες.
Λόγου χάρη να πω τη βία, βία,
όχι ειρηνευτική επέμβαση
τη βία των πλουσίων και ισχυρών,
ούτε αναπόφευκτες ακρότητες
τη βία των φτωχών και καταπιεσμένων.
Με δυσκολεύουνε οι μεταλλάξεις
αυτού που λέμε αναγκαιότητα της Ιστορίας
οι αντιστροφές στις κινήσεις των πολιτικών
οι αναρίθμητες αναλύσεις των δημοσιολόγων
όμως κυρίως με περιπλέκουν
οι δικές μου ερμηνείες κι ενοχές.
Θα ’θελα πλέον να πω ανοιχτά
ότι έφτασα να απεχθάνομαι
την κάθε, όποιου και να ’ναι, βία.

1. Η θεια Μαύρα αποτελεί την επιτομή της αδύναμης και   πάμπτωχης γυναίκας.
2. Στὺξ δ᾽ ἔτεκ᾽ Ὠκεανοῦ θυγάτηρ Πάλλαντι μιγεῖσα
Ζῆλον καὶ Νίκην καλλίσφυρον ἐν μεγάροισιν·
καὶ Κράτος ἠδὲ Βίην ἀριδείκετα γείνατο τέκνα (Ησίοδος, Θεογονία, 383-5).
3. Το 416 π. Χ.  οι Αθηναίοι επιτεθήκανε  χωρίς ανάγκη κι αφορμή στη Μήλο, που ήτανε απ’ την ίδια φυλή με τ’ς Σπαρτιάτες, θέλοντας να ντηνε βάλουνε στη συμμαχία τ’ς. Στο μικρό εφτό νησί η Αθήνα έκανε σα βουρλισμένη, απειλώντας  το αδύναμο νησί πως, αν κάμει κόνξες, αγλοίμαό του.  Το δίκιο επήε περίπατο, γιατί εδιαφένευε το νιτερέσο. Ο κυνισμός και το θράσος τ’ς Αθήνας  στον παρακάτου διάλογο είναι άνω ποταμών: Μήλιοι: Και πώς θα να‘τανε καλό για μας να υποδουλωθούμε και σε σας να’στενε τ’ αφεντικά μας; Αθηναίοι:Γιατί εσείς θα έχ’τε γλυτώσει τα χερότερα κι εμείς θα κερδαίσουμε, αν δεν σας καταστρέψουμε
-Και δεν δέχεστε να ‘μαστε ουδέτεροι και φίλοι σας;
-Όχι, βέβαια. Σας εγελάσανε. Γιατί η φιλία σας θα να’ναι απόδειξη τ’ς αδυναμίας μας να σας γονατίσουμε, ενώ το μίσος σας για μας, αφού σας κάμουμε καλά, θα να’ναι απόδειξη τ’ς δύναμής μας.
– Εμείς όμως, που είμαστε ακόμα λεύτεροι, θα να’ναι ντροπή να μην προσπαθήσουμε να αποφύβγουμε τ’ν  υποδούλωση.
– Κοντά στο νου κι η γνώση. Γιατί δεν θα ντα βάλ’τε μαζί μας σαν ίσοι με ίσους, αφού είστενε τίποτα μπροστά στη δύναμή μας, για να δείξτε την παλικαριά σας και να αποφύβγ’τε την ντροπή, αλλά παίρν’τε απόφαση για να ντηνε γλυτώσ’τε, αν δεν μας αντισταθείτε. Πώς να ντο κάμουμε; Είμαστε πλιο ισχυροί και πρέπει να ντο δείχνουμε. Το να ντα δίνεις ούλα για το δίκιο κοστίζει πολύ ακριβά και βάνει σε μεγάλους μπελιάδες εκεινούς που ‘ναι απ’κάτου. Μη μας δυσκολεύ’τε, λοιπόν, και δεν θα χάσ’τε  ούτε εσείς.   
Τι πα’ να πούνε ούλα εφτά, παρά να αφήκουνε οι Μήλιοι τ’ς Αθηναίους να ντους βάλουνε (στο) χέρι με τη θέλησή τ΄ς; συνεχίζει ο μπάρμπα Τιπούκειτος.  Όσο για την  κατάληξη τ’ς υπόθεσης, οι Μήλιοι δεν υποχωρήσανε, κι οι Αθηναίοι δεν αφήκανε ρουθούνι απ’ όσους ενήλικους επιάσανε, ενώ τα γυναικόπαιδα τα πουλήσανε στα σκλαβοπάζαρα. Το κοντροστάρισμα, λοιπόν, γένεται ανάμεσα στ’ν αλαζονεία των ισχυρών απέναντι στ’ς μικρούς κι ανίσχυρους λαούς. Η δύναμη και το δίκιο δεν πάνε μαζί.
Πηγή: εφημ. ΤΑ ΧΟΡΤΑΤΑ, αρ. φύλλου 21, σελ. 2-3
4. Δεύτερο επεισόδιο, στ. 745-765, μτφρ. Θρ. Σταύρου
5.  Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β΄, 1944
6. Απομνημονεύματα πολιτικά του Βαχίτ πασά, μτφρ. Α. Δ. Χατζηδήμου, τύποις Γ. Μεγισταγούς Μακεδόνος, εν Ερμουπόλει Σύρου  1861, σ. 109
7. Πηγή: Η μηχανή του χρόνου
8. Οδυσσέας Ελύτης, Σύγχρονοι ποιητές 2, εκδ. ΑΚΜΩΝ, Αθήνα 1979,  3η έκδοση, σ. 212.
9. Σουζάννα – Μαρία Νικολάου (λέκτορας Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων), Η Βία, η Επιθετική Συμπεριφορά και η Τηλεοπτική επίδραση, στο Εκπαίδευση & Επιστήμη,74-87, 2004
10. Λιόκριση = ίκτερος,  «χρυσή» 
11. Ευθύνη<ευθύνω <ευθύς, σε αντιδιαστολή με το «ασυνείδητος», κοινώς γαϊδούρι 
12. ον Άτλαντα τον υποχρέωσε ο Δίας να σηκώνει στους ώμους του τον ουράνιο θόλο.
13. Γνώρισε πολιτείες πολλές κι έμαθε πολλών ανθρώπων τις βουλές (Ομήρου Οδύσσεια, α,3, μτφρ. Δ. Ν. Μαρωνίτη)
14. Ετάζω = εξετάζω, δοκιμάζω
15. οπέλα <ιταλ. Coppella = κορίτσι, δούλα, ερωμένη [ Λεξ. Δημητράκου, τ. 2ος, σ. 1699 (Ησύχιος: κόπελα  = αιδοία, στο Ανδριώτης, Ετυμολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, σ. 164)]16.  Λεωφόρος: αρχ.ελ. = 1) μεγάλος και πολυσύχναστος δρόμος, 2) η φέρουσα τον λεών, τουτέστιν τον λαόν, η πόρνη.
17. Μανόλης Αναγνωστάκης, Επιτύμβιον
18.  Πλάτωνος Πολιτεία, ΣΤ, 484 c-d: Εγώ λέγω πως πρέπει να διορίσομε φύλακές της εκείνους που θα ήταν ικανοί να φυλάξουν αμετάβλητους τους νόμους [484c] και τις ορισμένες διατάξεις της πολιτείας.
-Σωστά.
– Και είναι άραγε φανερό το ότι ο καλός φρουρός, για να φυλάξει κάτι, πρέπει να είναι οξύθωρος και όχι τυφλός;
-Πώς δεν είναι φανερό;
-Και νομίζεις τάχα πως δεν είναι τυφλοί όσοι δεν κατέχουν τη γνώση εκείνου που πραγματικά υπάρχει και δεν έχουν κανένα καθαρό παράδειγμά του στην ψυχή τους μέσα, ούτε μπορούν, σα ζωγράφοι, να έχουν μπρος στα μάτια τους το αληθινότατο πρότυπο που να στρέφουνται [484d] κι όλο να το κοιτάζουν όσο μπορεί με τη μεγαλύτερη προσοχή και ασφάλεια, έτσι που να βάζουν κι εδώ κάτω τους νόμους των για τα ωραία και τα δίκαια και τα αγαθά, αν χρειαστεί να νομοθετήσουν, και να φυλάγουν άγρυπνοι για να σώζουνται τα καλά νομοθετημένα;  (μτφρ. Ι. Γρυπάρη)
19. «οὐδ᾽ ἀπίθησε πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε· αἱ µατοέσσας δὲ ψιάδας κατέχευεν ἔραζε παῖδα φίλον τιµῶν …», Οµήρου Ιλιάδα, Π, 459-460[= Κι έστερξε ό,τι είπε, των θεών και ανθρώπων ο πατέρας κι αιµατωµένες έβρεξε ρανίδες απ’τον ουρανό, τιµώντας τον γλυκό του γιο …].
20. Ο Δανός βασιλιάς δολοφονείται από τον αδερφό του Κλαύδιο που πέραν του θρόνου που  υφαρπάζει παντρεύεται και την βασίλισσα Γερτρούδη. Ο Άμλετ, γιος του δολοφονημένου δανού βασιλιά από τον αδερφό του Κλαύδιο, που πήρε τον θρόνο και παντρεύτηκε τη βασίλισσα Γερτρούδη,  συναντιέται απρόσμενα με το φάντασμα του νεκρού βασιλιά. Με την συνάντηση αυτή αναλαμβάνει να θέσει σε εφαρμογή ένα σχέδιο εκδίκησης για να αποδώσει δικαιοσύνη. Το σχέδιο του Άμλετ – που βασίζεται στην προσποιητή του τρέλα -φέρνει την βασιλική οικογένεια της Δανίας προ των ευθυνών της.
21.  Αναξίμανδρος (προσωκρατικός φιλόσοφος): Ο άνθρωπος προέρχεται εξ αλλοειδών ζώων..
22. Οδυσσέα Ελύτη, Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας

Προηγουμενο αρθρο
Εφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος ερμηνευτής Αντώνης Καλογιάννης
Επομενο αρθρο
Συνάντηση του Θανάση Καββαδά στο Υπουργείο Ανάπτυξης για το δρόμο της Λαγκάδας...

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.