HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΜοναστηράκι Βόνιτσας και οικοδομικός αυτοστραγγαλισμός μέσω της πολυϊδιοκτησίας

Μοναστηράκι Βόνιτσας και οικοδομικός αυτοστραγγαλισμός μέσω της πολυϊδιοκτησίας

Του Κωνσταντίνου Παπακασόλα*

Ελάχιστα είναι τα μέρη στην Ελλάδα που μπορούσαν να έχουν την τύχη του Μοναστηρακίου Βόνιτσας και δεν το κατορθώνουν αποκλειστικά και μόνο λόγω δικών τους λαθών. Πολύς κόσμος επιρρίπτει την ευθύνη -και ορθά εν μέρει – στο δήμο  Βόνιτσας για την υπανάπτυξη των χωριών του αλλά δυστυχώς αποσιωπούνται και οι υπόλοιπες εξίσου σημαντικές αιτίες της παρακμής.

Ενώ το μοναστηράκι δεν έχει μεγάλες διαφορές από τα υπόλοιπα χωριά όσον αφορά τα βασικά του χαρακτηριστικά ξεχωρίζει από το γεγονός όμως ότι μαζί με τη φυσική του ομορφιά είναι «μέσα στην πιάτσα» δηλαδή πολύ κοντά στα αστικά κέντρα της δυτικής Ελλάδος, τα παράλια και τους νέους δρόμους.

Επομένως παρότι σημαντικά του έργα έχουν καθυστερήσει για να αναδειχθεί θα δούμε ότι υπάρχει μία ακόμη αιτία  που δεν προοδεύει και έχει μείνει σε μία μίζερη εικόνα «μαγκουφιάς και αλλαλιάς».

  • Πρώτη αιτία της παρακμής είναι η μη επέκταση του σχεδίου πόλεως του μοναστηρακίου όπως και των περισσότερων χωριών εδώ και πολλές δεκαετίες. Μαζί με την μη επέκταση αυτή, δεν επεκτάθηκαν επίσης ποτέ έξω από τα υπάρχοντα όρια του οικισμού ούτε το δίκτυο ύδρευσης, ούτε οι κολόνες της ΔΕΗ με συνέπεια ακόμα και αν κάποιος θέλει να κτίσει εκτός σχεδίου να αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα με συνέπεια να προτιμάει να πάει σε ένα «καθαρό μέρος» όπως τα οικόπεδα της Βόνιτσας και να κτίσει.
  • Δεύτερη αιτία της παρακμής είναι ότι παρά την έλλειψη εκτεταμένου σχεδίου πόλεως αυτή, ελάχιστοι τόλμησαν και έκτισαν εκτός. 

Αυτό έχει σαν συνέπεια την τελευταία περίοδο οικοδομικής δραστηριότητας, που ήταν περίπου στις αρχές της δεκαετίας του 90 με πολλές δεκάδες οικοδομές, το μοναστηράκι να πυκνώσει υπερβολικά με συνέπεια έλλειψη ανοιχτών χώρων ηλιοφάνειας και θέας και πλείστες προστριβές μεταξύ γειτονικών ακινήτων. Σε παλιές φωτογραφίες θα δούμε ότι η εικόνα του Μοναστηρακίου ήταν πολύ πιο ευρύχωρη και φωτεινή και οι γειτονιές πιο προσιτές. Ώστε σήμερα  αν κάποιος αναζητήσει να εκμεταλλευτεί ένα από τα οικόπεδα εντός του χωριού θα δει ότι είναι απελπιστικά μικρά στερούνται η ηλιοφάνειας και θέας.

  • Τρίτη και πιο σημαντική αιτία της παρακμής είναι η πολυϊδιοκτησία σε όποιον λόγο και αν οφείλεται.

Η πολυϊδιοκτησία αποδείχτηκε πληγή βέβαια για όλη την Ελλάδα και το βλέπουμε κυρίως στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας το οποίο έχει ερημώσει και αλλάξει κατοίκους 100%. Αν κάνεις γύριζε το χρόνο πίσω και πήγαινε πχ στο 1999 στην πλατεία Αμερικής και Πατησίων θα έβλεπε ότι κατοικούνταν όλες οι πολυκατοικίες από έλληνες ενώ σε μόλις 20 χρόνια τα ίδια κτίρια κατοικούνται από αλλοδαπούς ή ρημάζουν ακατοίκητα.

Το εξωφρενικό στην περίπτωση του Μοναστηρακίου είναι ότι συνήθως οι ιδιοκτήτες κληρονόμοι δεν έχουν να μοιράσουν συχνά μόνο ένα σπίτι αλλά περισσότερα ακίνητα χωράφια και η οικόπεδα και άρα θα μπορούσαν να είναι ικανοποιημένοι.

Κάλλιστα μπορούσαν λοιπόν με συνεννόηση, κλήρο ή ακόμη και δικαστικά να πάρει ο καθένας ένα από το κληρονομητέα  ακίνητα και να τελειώνει υπόθεση.

Δυστυχώς προτιμούν να κρατάνε ένα μικροσκοπικό κλάσμα στο μυαλό τους τουλάχιστον από την κάθε ιδιοκτησία με την ελπίδα ότι στο τέλος οι υπόλοιποι θα υποχωρήσουν και θα παραδώσουν τα δικά τους μερίδια.

Αυτού του είδος η συμπεριφορά βεβαίως είναι απαράδεκτη γιατί έτσι το μοναστηράκι έχει γεμίσει εκατοντάδες κλειστά σπίτια τα οποία δεν είναι κλειστά μόνο λίγους μήνες το χρόνο αλλά μόνιμα επί δεκαετίες.

Τα ζητούμενα εδώ που κάνουν την κατάσταση προβληματική είναι δύο:

Αφενός μεν ότι ο χρόνος που διακρατούν σε αχρηστία της περιουσίες αυτές οι κληρονόμοι είναι υπερβολικά μεγάλος με συνέπεια να κρατάνε το χωριό σε ομηρία καθώς  δεν δίνεται χώρος να έρθουν νέοι κάτοικοι (αφού ούτε τα νοικιάζουν ούτε τα πωλούν ούτε και τα επισκευάζουν).

Αφετέρου ότι πάθος αυτό που επιδεικνύουν δεν οφείλεται σε νοσταλγία ή αγάπη αλλά μάλλον σε μικροσκοπιμότητες καθώς ούτε επισκέπτονται οι περισσότεροι ποτέ το χωριό ούτε και το μνημονεύουν ούτε και έχουν σχέσεις με συγγενείς και γείτονες. Είναι κατανοητό να κρατήσει κάποιος μία ιδιοκτησία άθικτη αλλά για ένα μικρό διάστημα και με την προϋπόθεση ότι τη φροντίζει και την επισκέπτεται γεγονός που δείχνει ότι ενδιαφέρεται για αυτή και όχι βέβαια να την αφήσει να ρημάζει.

Επιπλέον το να είναι διστακτικός ως προς την αξιοποίηση – αλλαγή ιδιοκτησίας της περιουσίας του ένας άνθρωπος που την έζησε δηλαδή μεγάλος σε ηλικία, έκανε εκεί οικογένεια και φρόντισε τη γη του είναι απολύτως κατανοητό. Το να παριστάνουν πολλοί ότι από συναισθηματικό δέσιμο δεν πωλούν ή δεν νοικιάζουν ενώ δεν έχουν ζήσει ποτέ στο χωριό και δεν έχουν πετάξει ούτε μία δραχμή να βάψουν ένα κάγκελο είναι απαράδεκτο.

Κάπως έτσι λοιπόν είναι προφανές ότι ακόμη και όταν μία ζώσα κοινωνία ένα κεφαλοχώρι -που έχει ακόμα χίλιους κατοίκους και πολλά ποιοτικά χαρακτηριστικά- προφανώς δεν μπορεί να γίνει ακόμα καλύτερο όταν ανάμεσα από κάθε σπίτι που κατοικείται σήμερα υπάρχουν δύο και τρία εγκαταλελειμμένα γεμάτα σκουπίδια και βορά αδέσποτων ζώων.

Είναι προφανές ότι αυτοί που τα άφησαν σε αυτή την κατάσταση έχουν την πιο μεγάλη ευθύνη ίσως για την παρακμιακή εικόνα του Μοναστηρακίου.

Είναι προφανές επίσης ότι δεν εξετάζουμε τις περιπτώσεις που δεν έχουν τα οικονομικά μέσα επιληφθούν της καταστάσεως αλλά οπωσδήποτε μετά από 10-20 χρόνια εγκατάλειψης ακόμα και αυτό το επιχείρημα είναι σαθρό γιατί κάποιος κάλλιστα μπορεί να πουλήσει και να βελτιώσει την οικονομική του κατάσταση. Η δε απλή καθαριότητα των ακινήτων ακόμα κι αν αυτά έχουν μεγάλους φόρτους σκουπιδιών και μπάζων είναι υπόθεση 100 ευρώ ακόμα κι αν χρειάζεται να επιστρατευτεί μια μικρή μπουλντόζα.

Εδώ λοιπόν θα έρθουμε πάλι στους δήμους οι οποίοι βάση της ισχύουσας νομοθεσίας είχαν τη δυνατότητα στα σπίτια που είναι εμφανώς εγκαταλελειμμένα να ενημερώνουν καταρχάς τους ιδιοκτήτες να τα καθαρίσουν και στη συνέχεια να παρεμβαίνουν οι ίδιοι εάν αυτοί δεν ανταποκρίνονται.

Για λόγους ψηφοθηρικούς ή όχι μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει.

Πρόσφατα δημοσιοποιήθηκε νέα νομοθετική πρωτοβουλία που δίνει τη δυνατότητα στους δήμους όχι μόνο να πράξουν τα ανωτέρω αλλά και να αποκτούν την εκμετάλλευση των εγκαταλελειμμένων ακινήτων αυτών για ακόμη και για 50 χρόνια υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η νομοθετική πρωτοβουλία αυτή είναι άγνωστο σε τι στάδιο βρίσκεται σε αυτή τη στιγμή και τι πρακτικές δυνατότητες έχει για άμεση εφαρμογή. Θεωρητικά θα έδινε οριστική λύση στο πρόβλημα της πολυϊδιοκτησίας που στην Αθήνα είναι πιο έντονο καθώς εμπλέκονται δεκάδες ιδιοκτήτες αλλά στην περίπτωση της επαρχίας και των χωριών συνήθως οι τρεις τέσσερις άνθρωποι που εμπλέκονται θα μπορούσαν να αναγκαστούν από τον φόβο απώλειας των δικαιωμάτων τους  επί του ακινήτου να το διανείμουν επιτέλους και να το αξιοποιήσουν.

Η ανωτέρω νομοθετική ρύθμιση προέβλεπε ότι τα κτίρια που έχουν πάνω από 10 χρόνια να συνδεθούν με δεκο δηλαδή πχ ΔΕΗ και υπηρεσία ύδρευσης και δίνουν την εικόνα εγκαταλελειμμένου θα μπορούσαν χωρίς άλλες διατυπώσεις να περάσουν με δικαστική απόφαση στη διαχείριση των δήμων.

Φυσικά να τονίσουμε εδώ πέρα ότι οι περισσότεροι δήμοι είναι εντελώς ανεπαρκείς για κάτι τέτοιο -όπως άλλωστε αποδείχτηκαν και στο θέμα των αδέσποτων που απέτυχαν παταγωδώς γεμίζοντας τα χωριά με περιττώματα, γαβγίσματα και επιθέσεις.

Παρόλα αυτά θα πρέπει ο δήμος έστω και με αυτό τον τρόπο να πιέσει τους ιδιοκτήτες να μοιράσουν επιτέλους τα ακίνητα τους ώστε να αποκτήσουν συγκεκριμένη εξουσία ο καθένας επί αυτόν και έτσι κι ένα κίνητρο για τα να τα αναβαθμίσουν άμεσα είτε αυτό σημαίνει πώληση είτε ενοικίαση.

Προσέτι ειδικά στο μοναστηράκι θα έπρεπε να τολμήσουν να χτίσουν επιτέλους και εκτός σχεδίου ακόμη και αν αυτό σημαίνει λιγότερα πλεονεκτήματα και τετραγωνικά κάλυψης καθώς το χωριό είναι τελείως άδειο από οικοδομές στα ωραιότερα και δεσπόζοντα σημεία του όπως το τραυλοχώρι, Μονοβάλτα και κορπη. Χωρίς την αξιοποίηση των περιφρονημένων χωραφιών και οικοπέδων που βρίσκονται σε αυτές τις περιοχές δεν μπορεί να υπάρξει αυτή τη στιγμή ανοικοδόμηση στο μοναστηράκι λόγο της περιορισμένης προσφοράς χώρου εντός του οικισμού.

Το λογικό συμπέρασμα είναι ότι η εικόνα εγκλωβισμού που υπάρχει στο μοναστηράκι σήμερα χρειάζεται καταρχάς συγκεκριμένη σειρά για να αρθεί. Πρέπει πρώτα να πουλήσουν όσοι έχουν ετοιμόρροπα και γκρεμισμένα σπίτια στην ιδιοκτησία τους γιατί είναι προφανές ότι από μόνοι τους δεν μπορούν να τα αξιοποιήσουν ώστε να εξαφανιστεί αυτή η εικόνα εγκατάλειψης καταρχάς και να είναι το χωριό πιο ελκυστικό. Ακολούθως πρέπει να πουλήσουν ή να νοικιάσουν όσοι έχουν σπίτια στο καλή κατάσταση αλλά κλειστά πάνω από 20 χρόνια.

Όσα κτίρια τέλος είναι σε καλή κατάσταση υπό κανονικές συνθήκες ενοικιάζονταν ως εμπορικά καταστήματα και συναφείς χρήσεις οι οποίες όμως αυτή τη στιγμή είναι ασύμφορες λόγω έλλειψης πληθυσμού. Και η έλλειψη πληθυσμού οφείλεται στα εγκαταλελειμμένα και σε κακή κατάσταση σπίτια και τα μεγάλα οικόπεδα που δεν πωλούνται.

Τα τελευταία χρόνια και όχι μόνο υπάρχει ζήτηση ακινήτων στο μοναστηράκι αλλά μηδενική προσφορά. Από το εκπαιδευτικό αλλά και ιατρικό προσωπικό της περιοχής δηλαδή μέχρι ομογενείς του εξωτερικού. Όσο όμως περνάει ο καιρός διαπιστώσαμε ότι η μεγάλη μείωση πληθυσμού ειδικά τα τελευταία χρόνια δημιουργεί μία εικόνα ερημοποίησης που σε λίγο θα αποτρέπει και αυτούς από το να ζητάνε κατοικίες στο χωριό.

Το πρόβλημα των ακατοίκητων σπιτιών στο μοναστηράκι δημιουργείται από 2 κατηγορίες κληρονόμων. Αφενός τους Μοναστηρακιώτες της Αθήνας και αφετέρου τους Μοναστηρακιώτες της Βόνιτσας. Και οι δύο κατηγορίες με ελάχιστες εξαιρέσεις έχουν αποκοπεί εντελώς από τον τόπο καταγωγής τους και όσοι έρχονται για ελάχιστα το πολύ δύο εβδομάδες του χρόνου δεν συμβάλλουν σε οτιδήποτε χρήσιμο για την κοινότητα της καταγωγής τους.

Η τελευταία γενιά που έχει αυτή τη στάση διαφοροποιείται από την προηγούμενη γενιά αποδήμων καθώς η τελευταίοι ερχόντουσαν για πολύ μεγάλα διαστήματα στον τοίχο καταγωγής τους έφερναν τα παιδιά τους και τα άφηναν δύο και τρεις μήνες το καλοκαίρι και ως συνταξιούχοι έμεναν μόνιμα στο χωριό.

Η παράδοση της προηγούμενης γενιάς έχει πάψει οριστικά εδώ και 20 χρόνια με συνέπεια υπάρχουν επισκέπτες φαντάσματα με ταξίδια αστραπή χωρίς σχέσεις ενώ όσοι πλέον είναι συνταξιούχοι παραμένουν στην Αθήνα επισκέπτονται το μοναστηράκι μόνο για επτά μέρες το καλοκαίρι.

Η πιο παράδοξη κατηγορία είναι μοναστηρακιώτες της Βόνιτσας οι οποίοι αφήνουν βασανιστικά της περιουσίες τους τις περιουσίες τους να σιγοκαταρρέουν και ορισμένοι έχουν να τις επισκεφτούν 20 χρόνια ενώ βρίσκονται 5 λεπτά από αυτές.

  • Τέταρτη αιτία:  Κάκιστη και πρόχειρη διανομή κληρονομιών.

Στις περισσότερες περιπτώσεις οι κληρονομιές οικοπέδων και σπιτιών γίνονται ακόμα άτυπα χωρίς συμβολαιογραφική δηλαδή πράξη και διχοτομούνται ή τριχοτομούνται. Έτσι ένα σπίτι η ένα οικόπεδο ή και τα δύο ταυτόχρονα χωρίζονται στη μέση ή σε τρία μέρη και συνήθως κάθετα και όχι οριζόντια.

Με αυτό τον τρόπο  τα εναπομείναντα τμήματα μετά το διαχωρισμό είναι μη πρακτικά και ασύμφορα. Συνήθως το ένα από τα δύο ή 3 μερίδια δεν έχει καθόλου ηλιοφάνεια καθώς περιορίζεται από το νότο ακολούθως δεν έχει πρόσβαση σε αποχέτευση και τέλος και σημαντικότερο δεν έχει πρόσβαση σε είσοδο και παρκινγκ.  Έτσι οι συνιδιοκτήτες είναι σε μία μόνιμη διαμάχη καθώς ο ένας πρέπει να περνάει από την ιδιοκτησία του άλλου για να μπαίνει στη δικιά του και η κακή αυτή διανομή δεν επιτρέπει και τη διέλευση οχημάτων. Στις περισσότερες περιπτώσεις η κακή αυτή διαρρύθμιση και διανομή θα αποφεύγονταν εάν υπήρχαν οριζόντιες ιδιοκτησίες και όχι κάθετες με κατάτμηση.

Αλλά το εντυπωσιακό είναι ότι σχεδόν κανείς δεν φροντίζει να ανοίξει δική του ξεχωριστή είσοδο και να δημιουργήσει δικό του χώρο στάθμευσης με συνέπεια να επιβαρύνουν τους διαθέσιμους χώρους γειτονικών ιδιοκτησιών που έχουν λύσει αυτά τα θέματα με επιτυχία. Με άλλα λόγια αποφεύγουν να τσακωθούν με τους δικούς τους συγγενείς και καπηλεύονται την ανοχή τον γειτόνων.

Να τονίσουμε εδώ ότι αυτού του είδους οι αποτυχημένες διανομές είναι φρούτο των τελευταίων δύο τριών δεκαετιών και κάτι εντελώς ασυνήθιστο σε παλιότερες εποχές επειδή ακριβώς ήταν αδιανόητο σε παλιότερες εποχές να δίνονται λύσεις που εμπόδιζαν την επιβίωση της κοινωνίας.

Οι άνθρωποι σήμερα έχουν την απαίτηση να τα έχουν όλα όπως θέλουν ξεχνώντας τις παλιές παραδόσεις του σεβασμού, της καλής γειτονίας και ότι οπωσδήποτε πριν 40 χρόνια οι άνθρωποι δεν είχαν αυτοκίνητα αλλά γαϊδούρια και μουλάρια. Και φυσικά ξεχνώντας ότι οι ιδιοκτησίες στα χωριά είχαν μόνιμη κατοίκηση και όχι αυτή την περίεργη σχέση αποδημίας που έχουν οι σύγχρονη αστοί που θέλουν εξοχικά μόνο για μία εβδομάδα το χρόνο χωρίς να μπαίνουν στον κόπο να κάνουν τις απαραίτητες δαπάνες για αυτά.

  • Πέμπτη αιτία: Έλλειψη εμπειροτεχνίας διάνοιξης οριζόντιων οδών – απαραίτητων στους οικισμούς με κλίσεις του εδάφους. 

Στα χωριά που είναι ημιορεινά για να υπάρχει πρόσβαση στις κατοικίες που βρίσκονται στις πλαγιές είναι απαραίτητοι οι οριζόντιοι δρόμοι που θα διασχίζουν το ανάγλυφο της πλαγιάς με ομαλή κατηφορική κλήση κατερχόμενοι προς το κέντρο και την έξοδο του χωριού.

Το μοναστηράκι όπως και τα περισσότερα χωριά που εγκαταλείφθηκαν από τη δεκαετία του 90 και μετά έχει ελάχιστους οριζόντιους δρόμους στις πλαγιές του και πάρα πολλούς κάθετους που είναι απότομοι (εξυπηρετούσαν μουλάρια και γαϊδούρια). Ένα αυτοκίνητο δεν μπορεί να κατέλθει από δρόμους με τόσο απότομη κλήση.

Βασικός λόγος λοιπόν που πολλά ακίνητα είναι παρατημένα και αδιάθετα είναι ότι ιδιοκτήτες τους δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση με αυτοκίνητο σε αυτά λόγω της στενότητας των δρόμων και της κατηφορικής τους κλίσης 

Αυτές οι παρατηρήσεις θα είχαν γίνει αισθητές και θα είχαν διορθωθεί εάν δεν είχαμε το κύμα της αστυφιλίας του 90. Εκτοτε το ελληνικό κράτος έδωσε έμφαση στην αστική δόμηση και έχει ξεχάσει εντελώς πώς να συντηρεί τα μεγάλα τουλάχιστον χωριά του.

Πολύ σημαντικό πάνω σε αυτό το σημείο είναι το κάλεσμα από τη δημοτική αρχή των ιδιοκτητών να εισφέρουν ώστε να μεγαλώσουν υπάρχοντες δρόμοι και ενδεχομένως να δημιουργηθούν νέοι για να διευκολυνθεί η πρόσβαση στις ιδιοκτησίες. Κάτι τέτοιο έγινε επιτυχημένα στην κοινότητα Tρύφου. 

Οπωσδήποτε πρέπει κάτι να γίνει για αυτά τα ζητήματα γιατί είδαμε τα τελευταία χρόνια όχι μόνο να γίνονται ληστείες στο μοναστηράκι που παλιότερα θα ήταν να Αδιανόητες αλλά και με χαρακτηριστική άνεση από την πλευρά των δραστών και άλλες παρακμιακές καταστάσεις.

*ο Κωνσταντίνος Παπακασόλας είναι δικηγόρος  Αθήνας και κατάγεται από το Μοναστηράκι Βόνιτσας.

Προηγουμενο αρθρο
Προσωρινή διακοπή ηλεκτρικού ρεύματος την Παρασκευή 5/1/2024
Επομενο αρθρο
Κοροναϊός: 57 θάνατοι, 70 διασωληνωμένοι – «Εκτοξεύθηκαν» τα κρούσματα της νέας παραλλαγής

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.