HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΣχετικά με την τύχη των εγκατασταθέντων στη Λευκάδα Σεφαραδιτών προσφύγων (περί τα τέλη 15ου με αρχές 16ου αιώνα Μ.Χ.)

Σχετικά με την τύχη των εγκατασταθέντων στη Λευκάδα Σεφαραδιτών προσφύγων (περί τα τέλη 15ου με αρχές 16ου αιώνα Μ.Χ.)

Του Αντώνη Γ. Περδικάρη

  1. Εισαγωγή

Τo έτος 2020, δημοσίευσα στο ηλεκτρονικό περιοδικό «Άρωμα Λευκάδας» ένα άρθρο μου σχετικά με την καταγωγή των κατοίκων της ορεινής Λευκάδας από Σεφαραδίτες πρόσφυγες προερχομένους από χώρες της Δυτικής Μεσογείου, οι οποίοι αφίχθηκαν στην περιοχή -κάτω από συνθήκες που περιέγραψα εκεί- περί τα τέλη του 15ου αιώνα, ή λίγο αργότερα. Δες εδώ.

Οι πρόσφυγες αυτοί, μέχρι τα τέλη του 16ου αιώνα -όπως προκύπτει από την εκεί παρατιθέμενη βιβλιογραφία-  διατήρησαν το χαρακτήρα μιας αξιόλογης συμπαγούς Ιουδαϊκής κοινότητας στη περιοχή. Ωστόσο, οι πληροφορίες που έχουμε από την περίοδο κατά την οποία οι δυνάμεις της «Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας»[1] υπό  την ηγεσία του δόγη Francesco Morosini (1619-1694) κατέλαβαν το νησί της Λευκάδας,  συγκλίνουν στη διαπίστωση  ότι οι νέοι κυριαρχοι του Νησιου παρέλαβαν μια περιοχή κατοικημένη πλήρως  από ελληνορθόδοξο πληθυσμό, όπου απλά διαβιούσε μια πολύ μικρή κοινότητα (μικρότερη των 50 ατόμων) Ιουδαίων και  ότι αυτοί έμεναν μέχρι τότε στην πλήρως ελεγχόμενη από τους Οθωμανούς, περιοχή εντός των τειχών της πρωτεύουσας του νησιού,της  Αγίας Μαύρας [2].

Εικόνα 1: Η εκδιώξη των Εβραίων από την Ισπανία το έτος 1492. Ευρωπαϊκή γκραβούρα των αρχών του 19ου αιώνα.

Είχα τότε υποστηρίξει, ότι η Σεφαραδίτικη κοινότητα της Λευκάδας, παρ’ όλο που μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, φαίνεται ότι ήταν από τις πλέον σημαντικές στην περιοχή, δείχνει μετά να εξαφανίζεται από το προσκήνιο για κάποια μη γνωστή αιτία. Εφ’ όσον λοιπόν δεν υπάρχουν ούτε ιστορικά δεδομένα, ούτε εμφανείς αιτίες για μετακινήσεις πληθυσμού στην περιοχή κατά την περίοδο αυτή, η εναπομένουσα λογική εξήγηση είναι  ότι η Σεφαραδίτικη κοινότητα ενσωματώθηκε τελικά στον υπόλοιπο πληθυσμό της Λευκαδίτικης υπαίθρου, ο οποίος -την περίοδο αυτή της Οθωμανικής κατοχής- αποτελούταν κυρίως από ελληνορθόδοξα βλαχόφωνα  φύλλα προερχόμενα από περιοχές της Ηπείρου και της Δυτ. Στερεάς, ασχολούμενα κυρίως με την κτηνοτροφία.  Η άποψή μου αυτή, αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από την επιστημονική κοινότητα-και  δικαίως ως ένα βαθμό- καθώς υποστήριξαν ότι  οι θρησκευτικές διαφορές μεταξύ των δύο κοινοτήτων ήταν τέτοιες που απέτρεπαν ουσιαστικά την συγχώνευσή τους, ειδικότερα στα πλαίσια μια κοινωνίας χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και θρησκευτικού φανατισμού, όπως ήταν η ορεινή Λευκάδα τον 17ο αιώνα. Με το παρόν άρθρο μου επιθυμώ να επανέλθω στο θέμα, δίνοντας περαιτέρω εξηγήσεις και στοιχεία, πάνω στο σημαντικό -κατά την άποψή μου- ζήτημα αυτό, της τοπικής μας ιστορίας.

  • Η «Kondryada» και οι δύο πρώτες «καταστροφές» της Λευκάδας

Το πρώτο ερώτημα το οποίο που θα επιχειρήσω να απαντήσω στο άρθρο, είναι πού έγινε η  αρχική εγκατάσταση των προσφύγων  που αφίχθηκαν στο Νησί από της χώρες της Δυτικής Μεσογείου.  Θα πρέπει εδώ να αντιληφθούμε ότι η Λευκάδα το 1500 Μ.Χ., αποτελούταν  ουσιαστικά  αφ’ ενός από την περίκλειστη πρωτεύουσά της, την «Αγία Μαύρα» , στο βορειότατο άκρο  του νησιού και αφ’ ετέρου από ένα αριθμό ορεινών οικισμών (της τάξεως των 30-35) χτισμένων στις πλαγές των υψηλών ορέων που καταλάμβαναν όλο το υπόλοιπο τμημα του νησιού. Παραλιακοί οικισμοί –τότε- δεν υπήρχαν, καθως δεν υπήρχε ασφάλεια στις ακτές.Επιπλέον μάλιστα δεν υπήρχαν ούτε οι 2-3 δορυφορικοί οικισμοί της Πρωτευουσας (:Βαρόσι, Αμαξική, Άλλη Μεριά), οι οποίοι εμφανίστηκαν αργότερα, τον 17ο αιώνα.

Η πόλη της Αγίας Μαύρας η οποία εδράζοταν σε ένα μικρό νησί μεταξύ  Λευκάδας και ηπειρωτικής Ελλάδας ήταν η έδρα της Οθωμανικής Διοίκησης και των δυνάμεων  κατοχής[3]. Ως θέση είχε πολύ περιορισμένες δυνατότητες φιλοξενίας ενός σημαντικού αριθμού προσφύγων όπως ήταν οι Σεφαραδίτες πρόσφυγες, τουλάχιστο συγκρινόμενη με τις άλλες Οθωμανικές πόλεις που δέχθηκαν τα κύματα αυτά περί το 1500 Μ.Χ. (π.χ. Σμύρνη, Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη κ.λ.π.).[4] Αυτό διότι αφ’ ενός  η πρωτευουσα περιβαλλόταν από τείχη  αλλά και διότι έξω από τα τειχη αυτά υπήρχε η θάλασσα. Εξ άλλου διέθετε –κατά τον Τούρκο περιηγητή του 17ου αιώνα, Evliya Celebi Seyatnamesi[5]–  μόλις 200  συνολικά σπίτια πέτρινα με 5-6 ορόφους το καθένα τα οποία ήταν χτισμένα πριν την Οθωμανική κατάκτηση. Τον 17ο αιώνα αναφέρεται ότι τα τείχη της τα υπερασπιζόνταν 1080 μαχητές οι οποίοι ζούσαν εντός αυτών, καθώς και οι αξιωματικοί τους. Τέλος ο πληθυσμός των «απίστων» (= μη Τούρκων) σ’αυτή, κατά την επίσημη απογραφή των Οθωμανών του 1520 Μ.Χ., αναφέρεται ότι ανερχόταν σε 200-250 οικογένειες.

Εικόνα 2: Η πόλη της “Αγίας Μαύρας” το 1574, από τον Giovanni Francesco Camocio (1501-75)[6].

Σε αντίθεση με την πυκνοκατοικημένη πρωτεύουσα του νησιού, η εικόνα που έχουμε για το υπόλοιπο νησί κατά τον 16ο αιώνα, είναι μια εικόνα εύφορης  αραιοκατοικημένης περιοχής με ήπιο κλίμα και πυκνή βλάστηση, κατάλληλο για την ανάπτυξη αγροτικών και κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων. Μεταφέρω την εικόνα που κατέγραψε στο έργο του ο Evliya Celebi, παρ’ ολο που είναι μια εικόνα του 17ου αιώνα, θεωρώντας ότι δεν υπήρξε μεγάλη διαφοροποίηση στο φυσικό περιβάλλον της περιοχής , στο δαστημα αυτού του ενος αιώνα:

«Το νησί της Λευκάδας, όπως ονομάζεται στην γλώσσα των Ρωμιών, εκτείνεται νότια της πόλης της Αγίας Μαύρας και έχει βουνά, αμπέλια, κήπους, ζωογόνα νερά και γλυκό κλίμα…Υπάρχουν εδώ πολλά μέρη, κατάλληλα για εκδρομές…..Στο νησί υπάρχουν είκοσι κατοικημένα χωριά απίστων. Όλα υπάγονται στην διοίκηση του καπουντάν πασά που εδρεύει στην Αγία Μαύρα. Όλα τα χωριά ευημερούν…Στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού υπάρχει ένα μεγάλο φυσικό λιμάνι που λέγεται «Portofigo», ένα όνομα που στα Ρωμέϊκα σημαίνει «λιμάνι των σύκων». Και πράγματι τα σύκα του λιμανιού αυτού έχουν εξαπλωθεί σ’ ολο το κόσμο»[7]

Επανερχόμενοι τώρα στην άφιξη των Σεφαραδιτών προσφύγων, είναι γεγονός ότι  δεν διαθέτουμε  πληροφορίες από ιστορικές πηγές για τον ακριβή χρόνο, τον αριθμό  αυτών και την περιοχή προέλευσης τους. Όμως γνωρίζουμε από αντίστοιχες περιπτώσεις στον Ελλαδικό χώρο (π.χ. Θεσσαλονίκη) ότι ως εθνότητα οι Σεφαραδίτες  υπήρξαν ιδιαίτερα ομογενοποιημένοι και κρατούσαν σε απόσταση τόσο τις άλλες εθνότητες, όσο και τους ιθαγενείς Εβραίους τους οποίους θεωρούσαν κατώτερούς τους. Καθώς βασικό στοιχείο για την επιβίωσή τους ήταν  και η δημιουργία των αντίστοιχων θρησκευτικών, εκπαιδευτικών, δικαστικών, κοινοφελών κ.λ.π. υποδομών, είναι προφανές ότι θα ήταν αδύνατη η διαβίωσή  τους σε μιά πυκνοκατοικημένη πόλη, ασφυκτικά γεμάτη από αλλόθρησκους, όπως ήταν η Αγία Μαύρα. Στην Θεσσαλονίκη π.χ., οι συνθήκες ήταν διαφορετικές. Οι Σεφαραδίτες εγκαταστάθηκαν σε μια πόλη πρακτικά έρημη, μια πόλη με εγκαταλελειμμένα κτίρια όπου ζούσαν  ελάχιστοι εναπομείναντες Έλληνες και λίγοι ιθαγενεις Εβραίοι. Τα εγκαταλελειμμένα κτίρια ανήκαν σε Τούρκους ιδιοκτήτες, οπότε τα νοίκιασαν αρκετά φτηνά, έχοντας έτσι την άνεση να αναπτύξουν  τις  αναγκαίες υποδομές τους και επιπλέον άφθονους χώρους για κατοικία και επαγγελματική δραστηριότητα. [8] Στη περίπτωση της Λευκάδας , αυτό δενμπορούσε να γίνει στη πρωτεύουσά της  και αναγκαστικά έγινε στην ύπαιθρο του νησιού.

Στο άρθρο μου του 2020 που αναφέρθηκε παραπάνω, και αφορά στους  Σεφαραδίτες πρόσφυγες της Λευκάδας, είχα παραθέσει ένα κείμενο του  θεμελιωτή της σύγχρονης γεωγραφικής επιστήμης Antonio Federico Busching (1724-1793), που μιλάει για το γεγονός της εγκατάστασής τους στο Νησί.Παραθέττω  εδώ ξανά αυτό το κείμενο, επειδή προκύπτει απ’ αυτό- αβίαστα- το προηγούμενο συμπέρασμα. Ο συγγραφέας δεν μιλάει για εγκατάσταση των προσφύγων στην πρωτεύουσα του νησιού-όπως κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί, αφού οι ονομασία της πρωτεύουσας ταυτίζεται με το όνομα ολόκληρου νησιού- αλλά σαφώς για εγκατάσταση προσφύγων  στο  νησί της Λευκαδας:

«…Το (έτος) 1479 οι ίδιοι οι κάτοικοι του Νησιού, παρέδωσαν την εξουσία στον Legan Πασά, ο οποίος ήταν στρατηγός του Σουλτάνου Μωάμεθ του Β΄. Λίγο αργότερα οι Βενετσιάνοι με ενέργειες του στρατηγού (τους) Benedetto Pesaro, απελευθέρωσαν (τη Λευκάδα) από τους Τούρκους, αλλά στην επόμενη ειρηνευτική συνθήκη παραχωρήθηκε ξανά από την (Βενετσιάνικη) Διοίκηση στους Οθωμανούς. Έκτοτε το Νησί γέμισε με Εβραίους από τις οικογένειες εκείνες που ο βασιλεύς Φερδινάρδος εξεδίωξε από την Ισπανία….»[9]

Πέραν όμως των επιχειρημάτων αυτών, είναι προφανές ότι οι Σεφαραδίτες πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην ύπαιθρο, γιατί εκεί τους τοποθέτησε η Οθωμανική  Διοίκηση. Όταν ο Σουλτάνος ( Bayezid ΙΙ, 1481-1512) αποφάσισε να επιτρέψει την εγκατάσταση των Σεφαραδιτών στην επικράτειά του, δεν το έκανε για λόγους φιλανθρωπικούς, αλλά γιατί επιθυμούσε να αναζωογονήσει περιοχές ερειπωμένες από τον πόλεμο και εγκαταλελειμμένες από τους κατοίκους τους. Τόσο η πόλη της Θεσσαλονίκης[10], όσο και η Λευκαδίτικη ύπαιθρος, είχαν σαφώς αυτές τις προϋποθέσεις  στις αρχές του 16ου αιώνα και γι’ αυτο ακριβώς το λόγο οι πρόσφυγες μεταφερθηκαν στις θέσεις αυτές.

Με βάση αυτές τις σκέψεις, θα πρέπει να αποδεχθούμε ότι στην ύπαιθρο της Λευκάδας τον 16ο αιώνα, αναμενεται να είχαν αναπτυχθεί κάποιες  αξιόλογες κτιριακές υποδομές από τους Σεφαραδίτες πρόσφυγες  οι οποίοι εγκαταστάθηκαν  εκεί. Οι δομές αυτές  οι οποίες  ήταν  προφανώς απαραίτητες προκειμένου να λειτουργήσουν οι Σεφαραδίτες ως οργανωμένη κοινότητα, παράλληλα  ήταν αναγκαίες διότι οριοθετούσαν την επικρατειά τους και την διαχώριζαν  από τους λιγοστούς μεν αλλά οπωσδήποτε υπαρκτούς παλαιούς κατοίκους των ορεινών αυτων περιοχών του νησιού. Τέλος θα πρεπει να τονίσουμε, ότι η αναγκαιότητα δημιουργίας τέτοιων δομών, δεν υπαγορευόταν μόνο από την ως ένα βαθμό «υπεροπτική»όπως περιγράφηκε στάση των Σεφαραδιτών προς τον ντόπιο πληθυσμό, αλλά και από υπαρκτούς λόγους ασφαλείας, καθώς , η Οθωμανική Διοίκηση, υστερούσε σε ναυτικές δυνάμεις στην περιοχή και συνεπώς οι μη οχειρωμένοι οικισμοί του νησιού, κινδύνευαν θεωρητικά ανα πάσα στιγμή από επιδρομές εχθρικων δυνάμεων οι οποίες εύκολα προσέγγιζαν στις ακτές του.

Οι κτιριακές υποδομές αυτές των Σεφαραδιτών προσφύγων, λογικά -οποιαδήποτε και αν ήταν η μεταγενάστερη τύχη των κτητόρων τους – θα έπρεπε να μπορούν παρατηρηθούν και σήμερα. Ας λάβουμε υπ’ οψη μας ότι λειτούργησαν τουλάχιστο για ένα αιώνα, καθώς, όπως αναφέρω στο ως ανω  παλαιότερο άρθρο μου (2020), το έτος  1623 γράφηκε στην Νεάπολη της Ιταλίας,  η λεγόμενη «αναφορά του Ευσταθίου Μαρίνου»,  από την  οποία πληροφορούμαστε ότι η πολυπληθής Σεφαραδίτικη κοινότητα στην ύπαιθρο της Λευκάδας δεν υφίσταται πλέον. Αν –υποθετικά- δεχθούμε την άποψη των επικριτών των αποψεων  μου,ότι δηλαδή η κοινότητα αυτή δεν αφομοιώθηκε, αλλά μετακινήθηκε εντός της Οθωμανικής Επικράτειας -τονίζω ότι δεν υφίσταται ιστορική πηγή που να επιβεβαιώνει κάτι τέτοιο-δεν θα έπρεπε, τα εγκαταλελειμμένα αυτά κτίρια, έστω με την μορφή ερειπίων να υφίστανται σήμερα; Η μη ύπαρξη τέτοιων ερειπωμένων υποδομών, κατά την άποψή μου, παραπέμπει όχι σε εγκατάλειψη, αλλά σε καταστροφικά γεγονότα.  Με δεδομένη την ανυπαρξία συρράξεων και επιδρομών κατάτην περίοδο αυτή στα δυτικά σύνορα των Οθωμανών, αναγκαστικά οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι  η επισυμβάσα καταστροφή είχε προφανώς φυσικά αίτια, και πιθανότατα σχετίζεται με τους ισχυρούς τεκτονικούς σεισμούς που έπληξαν την περιοχή

Η πόλη της Αγίας Μαύρας και τα «είκοσι χωριά των απίστων» που αναφέρει ο Evliya Celebi, εξακολουθούν να υφίστανται και σήμερα. Σε κανένα εξ αυτών των οικισμών δεν υπάρχουν ίχνη μεγάλων εγκαταλελειμμένων κτιριακών εγκαταστάσεις ή κάποιες αναφορές σε εξαφανισμένη Ιουδαϊκή κοινότητα.Η παρουσία  όμως των προσφύγων αυτών  τον 16ο αιώνα είναι δεδομένη. Δεδομένη είναι και κατασκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων γιατί θα ήταν αδύνατο χωρίς αυτές να λειτουργήσουν οι Σεφαραδίτες ως κοινότητα και να επιβιώσουν στο ψυχρό χειμερινό κλίμα της ορεινής Λευκάδας. Απ την άλλη, αν η κοινότητα είχε μετακινηθεί εγκαταλείποντας τις υποδομές της, αυτές δεν θα καταλαμβανόνταν από τους  λοιπούς χρήστες της περιοχής; Μήπως τελικά  η Σεφαραδίτικη κοινότητα εγκαταβίωσε επί ένα  περίπου αιώνα σε κάποιον άγνωστο- σήμερα- οικισμό που καταστράφηκε τον 17ο αιώνα από κάποιο ισχυρό σεισμό,  ο οποίος σκόρπισε τον θάνατο και την καταστροφή, αποξηλώνοντας τις υποδομές της και θανατώνοντας τα  μέλη της; Μήπως  στο τέλος οι λιγοστοί επιζήσαντες  επέλεξαν την ενσωμάτωσή τους στο Ελληνορθόδοξο στοιχείο, προκειμένου να αποφύγουν την επερχόμενη  νέα προσφυγιά,  η οποία φαινόταν αναπόφευκτη εφ’ όσον  δήλωναν «Ιουδαίοι», δηλαδή προστατευόμενοι των αποχωρούντων  Οθωμανών, οι οποίοι εκκένωσαν τελικά το Νησί, κάτω από την πίεση των  νικηφόρων όπλων της Βενετίας;

Όπως εξηγήσαμε και πριν, οι περισσότεροι οικισμοί στην ύπαιθρο της Λευκάδας επί Τουρκοκρατίας, υφίστανται  και σήμερα[11]. Εξετάζοντας προσεκτικά τα δημοσιευμένα Οθωμανικά  αρχεία για την δυνατότητα ύπαρξης εγκαταστάσεων πολυπληθούς κοινότητας της υπαίθρου, που κάποια στιγμή χάθηκε από το προσκήνιο, για άγνωστους λόγους, κατέληξα στον οικισμό με την σημερινή ονομασία «Χοντριάδα». Σήμερα, ο οικισμός αυτός της περιόδου της Οθωμανικής κατοχής-αφού αναφέρεται στα Οθωμανικά φορολογικά κατάστιχα του έτους 1530[12]– είναι ένα οροπέδιο στη Δυτική πλευρά του «Μέγα  Όρους», μια αγροτική περιοχή του οικισμού της «Εξάνθειας» ο οποίος εμφανίστηκε στην περιοχή τον 17ο αιώνα. Στα Οθωμανικά κείμενα ο οικισμός εμφανίζεται ως «Kondryada», μια ονομασία που παραπέμπει στην γλώσσα Ladino (ίσως Con –Dryada, από τις αρχαίες  νύμφες των δασών τις «Δρυάδες») δηλαδή την γλώσσα που μιλούσαν οι Σεφαραδίτες πρόσφυγες όταν εγκαταστάθηκαν στο Νησί. Παρά το γεγονός ότι ο οικισμός αυτός όταν οι Ενετοί κατέλαβαν το Νησί πρακτικά δεν υπήρχε, αφού ελάχιστα κτίρια απεικονίζονται στους Ενετικούς χάρτες της περιοχής, εν τούτοις τα Ενετικά συγγράμματα μέχρι τον 18ο αιώνα την θεωρούν πρωτεύουσα ιδιαίτερης περιοχής, ίσως διότι στο παρελθόν θα υπήρξε σημαντικό αγροτοκτηνοτροφικό κέντρο.

Στην ευρύτερη περιοχή της Χοντριάδας και ειδικότερα στον σημερινό οικισμό της Εξάνθειας, οι ηλικιωμένοι κάτοικοι φαίνεται ότι μοιράζονται ισχυρές παλαιές ιστορίες και στίχους, που μιλούν για μεγάλη οργανωμένη κοινωνία, κάποια μεγάλη πόλη που έσφυζε από ζωή, κάστρα όπου οχυρωνόνταν οι κάτοικοί της  για να αντιμετωπίσουν  τους εχθρούς και οργανωμένες κοινωνικές δομές όπως δικαστήρια, φυλακές , φούρνους κ.λ.π. που σε καμιά περίπτωση δεν συμβαδίζουν  με την σύντομη ιστορική διαδρομή του ορεινού οικισμού τους. Το έτος 2021, βασισμένος σε ένα λαϊκό δίστιχο του χωριού τηςΕξάνθειας, δημοσίευσα ένα άρθρο -επίσης στο ηλεκτρονικό περιοδικό «Άρωμα Λευκάδας»- όπου υπεδείκνυα την πιθανή θέση ενός σημαντικού Μεσαιωνικού φρουρίου στη περιοχή, το οποίο σήμερα έχει καταρρεύσει εντελώς.[13]

Εικόνα 3: Χάρτης και περιγραφή της περιφέρειας της “Χοντριάδας” από τα Βενετσιάνικα συγγραμματα του 17ου και του 18ου αιώνα. Ο χάρτης είναι του έτους 1688 από τον V.M. Coronelli και το κείμενο του 1780 από τον Α.F. Busching. Oι γαλάζιοι αριθμοί προστέθηκαν από  τον συγγραφέα για να προσδιοριστουν οι γύρω περιφέρειες οι οποίες είναι: 1=Καρυά, 2=Διαμιλιάνι, 3=Κομηλιό, 4=Καλαμήτσι, 5=Δρυμώνας

Θα μπορούσε, ο μεσαιωνικός οικισμός της Χοντριάδας να ήταν η αρχική θέση όπου εγκαταστάθηκαν οι Σεφαραδίτες πρόσφυγες στο Νησί τον 16ο αιώνα; Δυστυχώς δεν διαθέτουμε πληροφορίες από τα Οθωμανικά αρχεία της περιόδου αυτής. Τα μοναδικά στοιχεία που υπάρχουν για την Λευκάδα του 16ου αιώνα, είναι τα δημοσιευμένα από τους Κολοβό Η. κ.ά (2013)[14]. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αντλούνται από το σύγγραμμα αυτό, ο οικισμός της Χοντριάδας,  υπήρχε στη περιοχή τουλάχιστο το 1520 Μ.Χ. και στην διάρκεια του 16ου αιώνα αναφέρεται ότι φιλοξενούσε στα όριά του, κατά ανώτατο όριο περίπου 60 νοικοκυριά[15]. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν υπήρχαν και αν καταγράφονταν τυχόν κοινοβιακές δομές στη περιοχή, οι οποίες ενδέχεται να είχαν αναπτυχθεί από τους πρόσφυγες. Στα Οθωμανικά κατάστιχα του έτους 1520 αναφέρεται η ύπαρξη στη Χοντριάδα, ενός «μοναστηριού», με άγνωστο αριθμό μοναχών, το οποίο οι συγγραφείς της μελέτης υποστηρίζουν ότι  πρόκειται για την σημερινή εκκλησία του αγίου Γεωργίου. Εκτός του γεγονότος ότι υπάρχουνα αμφιβολίες για το αν ο ναός είχε κτισθεί τον 16ο αιώνα και κατά πόσονλειτουργούσε ως μονή, είναι αξιοσημείωτο ότι δεν αναφέρεται η ύπαρξή του μοναστηριού αυτού και στα νεώτερα Οθωμανικά κατάστιχα. Μήπως πίσω από την ονομασία «μοναστήρι» κρύβεται απλά η έννοια ενός θρησκευτικού (μη ισλαμικού) ιδρύματος[16];

Ας εξετάσουμε τώρα κάτω από ποιες συνθήκες εξαφανίστηκε ο οικισμός αυτός και –όπως υποστηρίζω- και οι προσφυγικές δομές που οικοδομήθηκαν στην περιοχή. Εδώ όπως αναφέρθηκε, πρέπει να θεωρηθεί  ως δεδομένο, ότι η Σεφαραδίτικη κοινότητα της Λευκάδας, είχε διαλυθεί πρό του 1623, ημερομηνία κατά την οποία ο Ευστάθιος Μαρίνος με την αναφορά του προς τον υποψήφιο ελευθερωτή του Νησιού, Κάρολο Γονζάγα, Δούκα του Νεβέρ, δηλώνει, ότι η ύπαιθρος κατοικείται αποκλειστικά από Ελληνορθόδοξο στοιχείο. Τι γεγονότα έχουν μεσολαβήσει που άλλαξαν πλήρως τα δεδομένα στο Νησί; Μα προφανώς μεσολάβησε  το δίδυμο των ισχυρών τεκτονικών σεισμών των ετών 1612 και 1613 που έπληξε το βόρειο τμήμα του Νησιού[17], συγκεκριμμένα μιλάμε για ένα σημαντικό αριθμό δονήσεων, με ένταση πάνω από 6 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ[18], που αποτέλεσε τις 2 από τις  λεγόμενες «δεκατρείς  καταστροφές της Λευκάδας»[19], συνολικά

Για τους σεισμούς αυτούς, υπάρχουν ευτυχώς κάποιες περιγραφές, αφού έχει διασωθεί τουλάχιστον μία γραπτή πηγή: Πρόκειται για τις σημειώσεις του Λευκαδίτη ιερέα Νικολάου Ζαμπελίου, ο οποίος αναφέρει τα παρακάτω, για τους σεισμούς του 1612 και του 1613:

Πρώτη καταστροφή το 1612.

1612, μηνί Μαΐω 16, ημέρα ε΄. άρχισαν και εγίνοντο οι σεισμοί εις την Αγίαν Μαύραν, και έγιναν την πρώτην ημέραν, ώρα γ΄. της ημέρας, ήγουν της Πέμπτης, δύο σεισμοί, ώστε οπού άνθρωπος δεν τους ενθυμείται, και πάλιν άρχισαν και εμεταγίνοντο καθ” εκάστην ημέραν και νύκτα έως πενήντα, εξήντα ημέρας, και δεν έπαυσαν μήτε νύκτα, μήτε ημέραν, και εκόπει πολύς τόπος εις την Λευκάδα, και πολλά χωρία εξεθεμελιώθησαν από τον πάτον, και εγύρισαν τα θεμέλια άνω κάτω, ώστε οπού έμελε να καταποντίση όλη η Λευκάδα, και εγίνη ευφορία κ.τ.λ.

Δευτέρα καταστροφή, το 1613

1613, μηνί Οκτωβρίω 2, ημέρα ς΄. ώρα γ΄. της ημέρας, άρχισαν πάλιν οι σεισμοί εις την Αγίαν Μαύραν και εις όλην την Λευκάδα, και εγίνη τη αυτή ημέρα ένας μέγας σεισμός, ώστε οπού δεν τον ενθυμάται άνθρωπος  εις τον αιώνα, καγώ ο αμαρτωλός Νικόλαος Ιερεύς, μόνος δια ταις πολλαίς μου αμαρτίαις, έτυχα εις τηνθείαν μυσταγωγίαν, πριν του τελειώσαι το Ευαγγέλιον, και μετά το τελειώσαι το άγιον Ευαγγέλιον άρχησεν μέγας και φοβερός σεισμός, καγώ μόνον εξέστην και έμεινα άφωνος, και πάλιν έπεσαν πολλά σπίτια εις όλην την Λευκάδα, και τόποι πολλοί έπεσαν, και εκρημνίσθησαν και η καμάρες εις την Αγίαν Μαύρα, και τα σπίτια της Αγίας Μαύρας όσα ήτον με ξυλοδεσά έπεσαν τα κεραμίδια και εσυντρίφθησαν, και όσα ήτον πέτρινα ερράγησαν από άνω έως κάτω, και έπεσαν και τα κεραμίδια και εσυντρίφθησαν, όμως έπεσαν και εις το Κάστρο δύο μιναρέδες, και ερράγησαν και τα παλάτια από άνω έως κάτω, και έπεσαν πολλά παλάτια,και ούτως άρχισαν πάλιν να γίνωνται σεισμοί νύκτα και ημέραν  οπού δεν έπαυσαν ποτέ. .[20]

Οι δύο αυτές τρομακτικές περιγραφές  των σεισμικών γεγονότων, από ένα ιερέα που ζούσε και εργαζόταν στην περιοχή της πρωτεύουσας του Νησιού, θεωρώ, ότι μας ειναι αρκετά χρήσιμες παρά το γεγονός ότι δεν μας μεταφέρουν ακριβείς πληροφορίες για το τι έγινε στην περιοχή του ενδιαφέροντός μας.Μας περιγράφουν σαφώς καταστάσεις κατά τις οποίες ακραία καταστροφικές συνθήκες επικρατούσαν  τόσο στην Πόλη, όσο και στα χωριά της υπαίθρου και κυρίως –προφανώς- στα χωριά του βορείου τμήματος του Νησιού, τα οποία βρισκόνταν πλησιέστερα στο επίκεντρο σύμφωνα με την βιβλιογραφία. Αρκεί να υπενθυμίσουμε τα λόγια περιγραφής  του ιερέα στο πρώτο καταστροφικό γεγονός- δηλαδή  του 1612 -καθως φαίνεται ότι  το δευτερο γεγονός επηρέασε κυρίως τη Πολη- όπου αναφέρει: «και πολλά χωρία εξεθεμελιώθησαν από τον πάτον, και εγύρισαν τα θεμέλια άνω κάτω». Μήπως, ένα εξ αυτών των χωριών που «εξεθεμελιώθηκε», ήταν η Χοντριάδα ή – εν πάσει περιπτώσει- η περιοχή όπου κατέλησαν οι Σεφαραδίτες πρόσφυγες, ένα αιώνα νωρίτερα;

  • Σημερινή κατάσταση: Η «Χοντριάδα», μία λεκάνη απορροής

Σε νεώτερο άρθρο μου που δημοσιεύθηκε πρόσφατα (2022), επίσης στο «Άρωμα Λευκάδας», δημοσίευσα τα πορίσματα μιας μελέτης  πάνω σε ευρήματα στην Δυτική ακτή της Λευκάδας, η οποία υπάγεται στην περιφέρεια Καλαμιτσίου. Διαπιστώθηκε ότι ολόκληρη η Δυτική πλευρά του σημερινού οροπεδίου της «Χοντριάδας» -που έχει ένα υψόμετρο περί τα 600m-είναι καλυμμένη με λεπτόκοκκα αργιλικά πετρώματα (πηλούς), που ολισθαίνουν συνεχώς προς την ακτογραμμή του Καλαμιτσίου, με αφετηρία -προφανώς -την ίδια την «Χοντριάδα» η οποία λειτουργεί ως λεκάνη απορροής, συλλέγοντας τα ιζήματα που προέρχονται από την υπερκείμενη οροσειρά του «Μέγα Όρους». Η διαδικασία αυτή μάλιστα, όπως αποδείχθηκε από την χρονολόγηση ανευρεθέντων οικοδομικών υλικών, εντός του κατολισθαίνοντος αργιλικού υλικού, έχει ξεκινήσει τουλάχιστο από τα μέσα του 19ου αιώνα[21].

Εικόνα 4: Μία αναπαράσταση της υδρογεωλογίας στη σημερινή θέση “Χοντριάδα”. Η λεκάνη απορροής που βρίσκεται στη βάση των ορεινών όγκων, συγκεντρώνει τα υλικά της διάβρωσης που προέρχονται απ αυτούς, τα οποία μετά από πολύχρονη επεξεργασία εντός του υγρού στοιχείου της λεκάνης μετατρέπονται σε λεπτόκοκκο αργιλικό υλικό (πηλός). Όταν το νερό και το ημίρευστο υλικό του πηλού υπερβεί την χωρητικότητα της λεκάνης, το πρώτο θα διαρεύσει σχηματίζοντας χειμάρρους (όπως στην περίπτωσή μας «του Μύλου το ποτάμι» από το οποίο λειτουργούσαν οι νερόμυλοι στο Καλαμίτσι), το δε δεύτερο «ποτάμι» αργιλικού υλικού, που κινείται καθοδικά λόγω της βαρύτητας και γίνεται αντιληπτό ως κατολίσθηση (στη περίπτωσή μας οι «Πηλοί» στο Καλαμίτσι)

Το εύρημα του πηλού και η προελευσή του από την περιοχή της Χοντριάδας είναι πολύ σημαντικό για την γεωλογική ιστορία της περιοχής. Ο πηλός, είναι ένα υλικό που σχηματίζεται με την μορφή ιζήματος, μέσα σε ένα υγρό μέσον και ο σχηματισμός του απαιτεί μακροχρόνια παραμονή των προϊόντων διάβρωσης, στο υγρό στοιχείο. Η Χοντριάδα σήμερα δεν είναι λίμνη, είναι αγροτική περιοχή που έχει βεβαίως νερό -καθώς διαθέτει πηγάδια-αλλά σαφώς ο υδροφόρος ορίζοντας βρίσκεται κάτω από την καλιεργούμενη επιφάνεια, σε κάποιο αξιόλογο βάθος. Ήταν όμως πάντοτε έτσι;

Μια ματιά, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, όταν η Χοντριάδα ήταν ο αμπελώνας του οικισμού της Εξάνθειας, μέσα από το σύγγραμμα του Κουνιάκη: « ο (παραγόμενος στο χωριό αυτό) οίνος (είναι) ασθενούς βαθμού κατά μέγα μέρος, ένεκα των εν τη αμπελοφυτευμένη περιφέρεια «Χοντριάδα» παραμενόντων ομβρίων υδάτων (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος εκάστου έτους) εν τη οποία το ύδωρ καλύπτει τα πλήρη σταφυλλών κλήματα, μεχρι των φυλλωμάτων»[22]. Συνεπώς, πριν από ένα αιώνα, η Χοντριάδα ήταν λίμνη, μια ρηχή λίμνη, αλλά λίμνη, αφού το νερό κάλυπτε -ακόμα και τον μήνα Σεπτέμβριο που γίνεται ο τρύγος- τα κλήματα που παρήγαγαν το τοπικό κρασί. Δυστυχώς δεν υπάρχουν μαρτυρίες παλαιότερες για την περιοχή, όμως με δεδομένο ότι στο παρελθόν η βροχόπτωση στη περιοχή λογικά θα ήταν ισχυρότερη και τα φερτά υλικά που είχαν συσωρευτει σ’ αυτή θεωρητικά λιγότερα, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι στη θέση Χοντριάδα  υπήρχε πιθανότατα τον 17ο και τον 18ο αιώνα μία λίμνη.

Έχουμε συνεπώς, με βάση αυτές τις λιγοστές ιστορικές και επιστημονικές μας πληροφορίες για την περιοχή, μια πλήρη εικόνα της πορείας της «Χοντριάδας» από τον 15ο αιώνα μέχρι σήμερα: Τον 15ο αιώνα υπήρξε μια αραιοκατοικημένη  περιοχή με δάση βελανιδιάς, χρησιμοποιούμενη κυρίως ως βοσκότοπος από κτηνοτρόφους που πλήρωναν ενοικιο στους Οθωμανούς. Τον 16ο αιώνα εγκαταστάθηκαν εκεί Σεφαραδίτες πρόσφυγες που οργανώθηκαν σε μια ισχυρή κοινότητα,δημιουργόντας ένα ισχυρό αγροτικό κτηνοτροφικό και εμπορικό κέντρο που περιβαλόταν από περιφερειακούς οικισμούς κτηνοτρόφων κυρίως (Καλαμίτσι, Βλαχοχώρι,Εξάνθεια κ.ά.). Στις αρχές του 17ου αιώνα οι ισχυροί τεκτονικοί σεισμοί που έπληξαν το νησί μετέτρεψαν την πόλη σε ερείπια, βυθίζοντας παράλληλα την περιοχή γεγονός που τη μετετρεψε σε λίμνη αφού συγκέντρωσε τα νερά των γύρω ορεινών όγκων. Από τα μέσα του 19ου αιώνα, η λεκάνη που δημιουργήθηκε γέμισε με νερά και φερτά υλικά, τα οποία άρχισαν να παροχετεύονται προς τις Δυτικές ακτές του Νησιού. Έτσι σταδιακά η περιοχή αποστραγκίστηκε και χρησιμοποιείται πλέον για αγροτικές καλλιέργειες.

Θα ήθελα, ολοκληρώνοντας την ενότητα αυτή, να αναφέρω ότι η δημιουργία μιας λίμνης μετά από μια ισχυρή σεισμική δόνηση, είναι ένα φαινόμενο που γνωρίζουμε ότι συνέβη επανειλημμένα στο παρελθόν τόσο στη περιοχή μας όσο και αλλού. Είναι κάτι που συνανταμε επίσης και στη σύγχρονη εποχή[23] και γενικά είναι ένα φαινόμενο γνωστό ευρύτερα στην  επιστημονική κοινότητα[24].

  • To «Στοιχειό της Λίμνης»

Εικόνα 4: Το 1870, ο Σκωτσέζος εφευρέτης Mungo Ponton, δημοσίευσε σε σύγγραμμα του την ξυλογραφία αυτής της λίμνης η οποία σχηματίστηκε ύστερα  από ένα σεισμό, κατά τον τον 18ο αιώνα, στη πόλη της Ν. Ιταλίας με την ονομασία Polistena. Κατά τον συγγραφέα,  αυτή ήταν μια πλούσια και πυκνοκατοικημένη πόλη που χωριζόταν σε δύο μέρη από ένα ποτάμι. Σύμφωνα με τον ίδιο, η πόλη ανατράπηκε ολοσχερώς από το κτυπημα του Εγέλαδουκαι δεν έμεινε ούτε ένα σπίτι όρθιο. Ένα μέρος της όχθης του ποταμού υποχώρησε, παίρνοντας μαζί του τα σπίτια. Οι μισοί κάτοικοι χάθηκαν και οι άλλοι μισοί υποχρεωθηκαν να καταφύγουν σε ξύλινους στρατώνες εκτός των τειχών της πόλεως.

Συχνά οι επιστήμονες, ως ορθολογιστές, παραγνωρίζουν την αξία των λαϊκών παραδόσεων, θεωρώντας τες προϊόντα μυθοπλασίας και δεισιδαιμονιών. Όμως, πρέπει να κατανοήσουμε, ότι αν ισχύει ότι σήμερα ο άνθρωπος μπορεί, με όπλο την επιστήμη και τον ορθό λόγο, να κατανοήσει –σ’ενα βαθμό- το φυσικό του περιβάλλον, αυτό δεν ίσχυε πάντοτε. Είναι αποτέλεσμα μιας μακραίωνης και επώδυνης πορείας της ανθρωπότητας, μέσα από πολλες σκιές και παγίδες, μιας αέναης πάλης με την φύση, πάλης ζωής και θανάτου. Δεν θα ήταν εντυπωσιακό, αν υπήρχε ένας ιστορικός του επιπέδου του Θουκυδίδη, ο οποίος θα κατέγραφε στα συγγράμματά του, τα γεγονότα στην ύπαιθρο της Λευκάδας του 1612 και το 1613; Όμως στην κλειστή κοινωνία  των κυνηγημένων προσφύγων που χάθηκαν μαζί με την πόλη τους και στις λιγοστές ομάδες των αγράμματων κτηνοτρόφων που έβρισκαν καταφύγιο στις πέτρινες καλύβες («βόλτους») των βουνοκορφών, φαίνεται ότι δεν υπήρχε κάποιος να αφήσει μια σχετική μαρτυρία.. Ή έτσι νομίζαμε..

Ο  Λευκαδίτης λόγιος και νομικός, του 19ου αιώνα  Νικόλαος Ι. Σταματέλος (1861-1887)[25], γιός του γνωστού για το λαογραφικό του έργο Ι.Ν. Σταματέλου[26], συνέγραψε κατά την διάρκεια του βίου του, ένα ποίημα βασισμένο -όπως αναφέρει- σε μιά  λαϊκή παράδοση που κατέγραψε σε χωριό της ορεινής Λευκάδας με την ονομασία Βουρνικά και το οποίο εδημοσίευσε- το  έτος 1884- το επτανησιακό περιοδικό «Κυψέλη» (Ζάκυνθος). Το έργο αυτό του Ν.Ι. Σταματέλου, το δημοσιεύω ως εχει, επειδή θεωρώ ότι αναφέρεται στα γεγονότα αυτά των αρχων του 17ου αιώνα:

TO ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ

Αον

Βον

Γον

Θεωρώ ότι εφ’ όσον το ποίημα του Ν.Ι.Σταματέλου, μεταφέρει με ακρίβεια την προφορική παράδοση της περιοχής, επιβεβαιώνεται πλήρως το σενάριο για την τύχη των Σεφαραδιτών προσφύγων στο Νησί. Να υπενθυμίσουμε, ότι με βάση τα δημοσιευμένα Οθωμανικά αρχεία, η πόλη της Χοντριάδας εξακολουθεί να υφίσταται και στις απογραφές που έγιναν μετά το έτος 1614, αλλά ο οικισμός αυτός ακολουθεί μια συνεχώς φθίνουσα πορεία που θα τον οδηγήσει σε εξαφάνιση. Αντίθετα, στην ίδια ακριβώς απογραφή -δύο χρόνια μετά τον πρώτο μεγάλο σεισμό- εμφανίζεται για πρώτη φορά στην περιοχή ο οικισμός της Εξάνθειας, ο οποίος θα ακολουθήσει μια αύξουσα πορεία για να γίνει τελικά ο πολυπληθέστερος οικισμός της περιοχής αργότερα, κυρίως επί Βενετικής Διοίκησης, όταν δηλαδή θα απορροφήσει τους άλλους μικρότερους οικισμούς που υπάρχουν στη περιοχή. [27]Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι ο διάδοχος της Χοντριάδας, ήταν η Εξάνθεια, γι’ αυτό και σήμερα ως αγροτική περιοχή ανήκει σ’ αυτήν. Η πόλη της Χοντριάδας, χάθηκε στους ισχυρούς σεισμούς του 1612-13 και οι επιβιώσαντες κάτοικοι της μεταφέρθηκαν λίγα χιλιόμετρα βορειότερα, πάνω στη πλαγιά του Μ. Όρους σε υψόμετρο 700 m, σε σταθερότερο , αλλά πιο βραχώδες  -και συνεπως πιο άγονο έδαφος- ιδρύοντας τον οικισμό  της Εξάνθειας.

  • Η Εξάνθεια στο πρωτο μισό του 17 ου αιώνα

Εικόνα 5: Δύο ζωγραφικοί πίνακες του 19ου αιώνα που παριστάνουν νύμφες του δάσους. Ο δεξιά είναι πίνακας από την Evelyn De Morgan  και παριστάνει μια δρυάδα ενσωματωμένη στο δέντρο της, ενώ ο αριστερά του Giovanni (Nino) Costa και παριστάνει νύμφη προς αναζήτηση νερού η οποία τινάζει τα μαλλιά της ραίνοντας με άνθη τη περιοχή. Οι νύμφες από την αρχαιότητα ενέπνεαν τους καλλιτέχνες, φαίνεται όμως ότι ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες ως φαντασιώσεις, τόσο στους κατοίκους της Χοντριάδας όσο και της Εξάνθειας, αφού επέλεξαν τα ονόματα αυτά για τους οικισμούς τους.

Φαίνεται ότι οι επιβιώσαντες της καταστροφής είναι οι πρώτοι κάτοικοι και ιδρυτές του οικισμού της Εξάνθειας, Αυτό δεν σημαίνει φυσικά, ότι δεν υπήρχαν κάποιοι που μετακινήθηκαν προς άλλους οικισμούς, ή και κάποιοι που παρέμειναν στη περιοχή και μετακινήθηκαν αργότερα. Πολλοί σήμερα ετυμολογούν την ονομασία του χωριού αυτού από τη λεξη «άνθος» και τον αριθμό  «έξι», υποστηρίζοντας ότι προέρχεται από το γεγονός ότι η Εξάνθεια έγινε από συνένωση 6 γειτονικών οικισμών που βρισκόνταν στην περιοχή. Μια άλλη ερμηνεία, αποδίδει το όνομα, στο γεγονός ότι οι κάτοικοι του χωριού έχουν 6 διαφορετικά επίθετα. Πιθανόν να ισχύου και τα δύο αυτά, αλλά όμως συνέβησαν αργότερα, επί Ενετικής Διοικήσεως, οπότε ιδρύθηκε και ο νεώτερος  ναός του αγίου Στεφάνου, όπως θα εξηγήσω πιο κάτω. Όπως ήδη αναφέρθηκε, το χωριό εμφανίστηκε το 1614, όταν ακόμα οι γύρω οικισμοί σίγουρα υπήρχαν και πολλά από τα σημερινά σόγια δεν είχαν καν εμφανιστει στη περιοχή. Άρα η πιθανότερη προέλευση της ονομασίας είναι το αρχαίο Ελληνικό ρήμα «εξανθέω-ώ»[28] που η έννοιά του είναι «ραίνω με άνθη».

Η πρώτη αυτή Εξάνθεια, ιδρύθηκε από τους «ανθρώπους χωρίς επίθετο» , τους λεγόμενους «Βασιλειάνους». Ήταν αυτοί που έκτισαν την πρώτη εκκλησία στο χωριό και βρίσκεται σήμερα δίπλα ακριβώς από τον άγιο Στέφανο.  Είναι γνωστή  ως άγιος Ιωάννης, αλλά  στη πραματικότητα, όπως θα εξηγήσουμε, πρόκειται για ναό του αγίου Βασιλείου.Το  βέβαιο είναι , ότι οι άνθρωποι αυτοί που δεν είχαν επώνυμο, αλλά χρησιμοποιούσαν σαν τέτοιο το όνομα του γενάρχη τους,  ήθελαν -δίνοντας το όνομα «Εξάνθεια» στο χωριό και  δημιουργόντας την εκκλησία του Άη-Γιάννη- προφανώς να δηλώσουν Ελληνορθοξη ταυτότητα.

Ας δούμε πως περιγράφονται οι ιδρυτές  αυτοί του οικισμού από τον Γ. Βλάχο- Κούγια που έγραψε για την ιστορία του οικισμού:

«…Ο πρώτος οικισμός της Εξάνθειας ήτανε «τα Βασιλάτα» που βρισκόνταν στην κορυφή του σημερινού χωριού. Αποτελούνταν από τέσσερις βασικές οικογένειες (: σόγια)….

Τον γενάρχη τους τον έλεγαν Βασίλη Βασιλειανό. Όταν γέρασε τον αποκαλούσαν «Βασιλέα»[29] . ..

Για τους «Βασιλειάνους», «τους βέρους Ξαθείτες»…δεν θα ψαξω για τις ρίζες τους, εφ’ όσον «πρωτοφύτρωσαν» στη ξαθείτικη ρεματιά. Επι πλέον έδειξαν πνευμα φιλοφροσύνης και φιλοξενίας στους ετερόχθονες προγόνους μας. Όχι μόνο τους καλοδέχθηκαν, αλλά τους παραχώρησαν και δωρεάν οικόπεδο καθώς και οικονομική ενίσχυση για την οικοδομή του νέου τους Προστάτη..[30]» (εννοεί την εκκλησία του αγ. Στεφάνου).

Κατά τη άποψή μου, οι «Βασιλειάνοι» δεν «φύτρωσαν στην Ξαθείτικη ρεματιά». Ήταν απόγονοι των Σεφαραδιτών προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στη Χοντριάδα στην ανατολή του 16ου αιώνα, κυνηγημένοι από τους Δυτικοευρωπαίους ηγεμόνες. Ζούσαν  σε μια οργανωμένη και συντεταγμένη κοινωνία, σύμφωνα με την παράδοσή τους,  κατά την οποία το επίθετο που δηλωνόταν  ήταν το όνομα του πατέρα τους, με το πρόθεμα «Ben» (Εβρ. υιός). Τον 17ο αιώνα, μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα, χάσανε τα πάντα και προσπαθούσαν απεγνωσμένα να επιβιώσουν σκαρφαλωμένοι στις βραχώδεις πλαγιές μιας από τις υψηλότερες κορυφές  της Λευκάδας. Σαν επιστέγασμα, την περίοδο αυτή ήρθε και η Οθωμανική διαταγή, κατά την οποία, επειδή οι φορολογούμενη οντότητα στην επικράτεια ήταν  το σπίτι ή οικογένεια (Τουρκ. hane) όλα τα άτομα μιας οικογένειας έπρεπε να έχουν το ίδιο επίθετο, αφού το κράτος αρνούταν να δεχθεί ως οικογένεια, σύνολο ατόμων διαφορετικών επιθέτων[31]. Η προσωρινή λύση ήταν να λάβουν ως επίθετο το όνομα του κοινού προγόνου τους και αργότερα- όταν οι άλλοι κάτοικοι των γύρω οικισμών εγκαταστάθηκαν στην Εξάνθεια- υιοθέτησαν το επίθετο «Γράψας» που ήταν επίθετο ομάδας  κατοίκων που ίδρυσαν αρχικά ένα οικισμό λίγο ψηλότερα στο βουνό, ΒΑ της Εξάνθειας, γνωστού σήμερα με το όνομα «Παλιό Χωριό».[32]

Απομένει ένα μόνο σημείο προς διευκρίνηση και αυτό είναι το όνομα του του γενάρχη των «Βασιλειανών» που έγκαταστάθηκαν στην Εξάνθεια. Το όνομα Βασίλειος είναι Ελληνικό και όχι κάποιο Ιουδαϊκό όνομα. Θεωρώ ότι αυτό το όνομα δεν είναι το πραγματικό, είναι όνομα που δώθηκε σε άτομο που προσέφυγε στη Ορθόδοξη Επισκοπή –η οποία τότε έδρευε στην περιοχή των Σφακιωτών- και βαπτίστηκε χριστιανός. Ειπώθηκε, ότι από την αρχή και μετά την «μεγάλη καταστροφή» αυτή ήταν η πρόθεση των εγκαταστηθέντων στην Εξάνθεια, πρώην κατοίκων της Χοντριάδας. Η επιλογή του ονόματος δεν είναι τυχαία. Η Επισκοπή, είχε εικόνα των συνθηκών στη Λευκαδίτικη ύπαιθρο, γιατί εκεί ήταν η έδρα της και γνώριζε την προέλευση του μετανοήσαντος και βαπτισθέντος νέου μέλους της καθώς και της τυχόν οικογενείας του. Το όνομα Βασίλειος, στην Ελληνορθόδοξη παράδοση, προς την οποία ήταν απόλυτα προσκολλημένη η τοπική Επισκοπή ως ανήκουσα σε Οθωμανικό  έδαφος-μέχρι το δευτερο μισό του 17ου αιώνα που πέρασε στην επιρροή της Δυτικής Εκκλησίας- σχετίζεται με τον προσηλυτισμό των Εβραίων

Ο Μέγας Βασίλειος, ο επίσκοπος Καισαρείας, ένας σημαντικότατος άγιος  του Ορθοδόξου δόγματος, πρίν τον θάνατό του, βάπτισε χριαστιανό έναν Εβραίο ιατρό ονόματι Ιωσήφ και όλη του την οικογένεια.  Στον βαπτισθέντα δόθηκε το όνομα Ιωάννης και το γεγονός αυτό καταγράφηκε στο σύγγραμμα του αγίου Αμφιλοχίου, επισκόπου Ικονίου Μ. Ασίας (4ος αιώνας Μ.Χ).  Παραθέτουμε σύντομη περιγραφή:

Ένας Εβραίος ονόματι Ιωσήφ βρέθηκε στην Καισάρεια. Ήταν άριστος στην ιατρική επιστήμη και πολύ πλούσιος. Σπουδάζοντας την ιατρική και μαθαίνοντας τα προγνωστικά του Ιπποκράτη γνώριζε από το σφυγμό του ασθενούς τρεις μέρες πριν αν πρόκειται να ζήσει ή να πεθάνει. Γι’ αυτό και ο άγιος Βασίλειος προβλέποντας την μετέπειτα μεταμέλειά του τον αγαπούσε και συχνά συνομιλούσε μαζί του περί της πίστεως των χριστιανών. Οι χριστιανοί βλέποντας ότι ο άγιος κάθε μέρα συνομιλεί με τον Εβραίο σκανδαλίζονταν, αλλά ο άγιος προβλέποντας ότι θα γίνει χριστιανός δεν έπαυε να τον διδάσκει διαρκώς να βαπτιστεί και να πιτέψει στον Χριστό. Όμως τότε παρέμενε αμετανόητος φυλάσσοντας την πατροπαράδοτη μιαρή θρησκεία του.

Όταν προείδε ο άγιος τη μέρα του θανάτου του έστειλε και κάλεσε τον Εβραίο με την πρόφαση ότι τον είχε ανάγκη για να τον γιατρέψει και του είπε: τι λες Ιωσήφ; πότε θα πεθάνω; Εκείνος παίρνοντας τον σφυγμό του αγίου και καταλαβαίνοντας πως το τέλος του ήρθε απάντησε: Σήμερα Δέσποτα κατά τη δύση του ήλιου πεθαίνεις. Είπε τότε ο άγιος: Δε γνωρίζεις”. “Πίστεψε Δέσποτα είπε ο Ιωσήφ, σήμερα μέλλεται να δύσουν δύο ήλιοι, εσύ ο λαμπρός φωστήρας της Καισάρειας και ο αισθητός ήλιος” “Κι αν δεν πεθάνω μέχρι τα μεσάνυχτα, τι θα κάνεις;” ρώτησε ο άγιος. “Αυτό είναι αδύνατο να συμβεί Δέσποτα” αποκρίθηκε ο γιατρός. “Μόνο όσο έχεις φωνή πρόσταξε ό,τι επιθυμείς για την εκκλησία σου και τις υποθέσεις σου γιατί η εσπέρα δε θα σε προλάβει” “Αλλά αν ζήσω μέχρι το πρωί, τι θα κάνεις;” είπε ο άγιος. Ο γιατρός απάντσησε “αν ζήσει η αγιωσύνη σου μέχρι αύριο, εγώ να πεθάνω”. Είπε τότε ο άγιος: “Καλώς το είπες, να αποθάνεις τη αμαρτία και να ζήσεις εν Χριστώ” Αποκρίθηκε τότε ο Εβραίος: “γνωρίζω Δέσποτα ότι επιθυμείς να βαπτιστώ αλλά είναι αδύνατον να ζήσει η ιερωσύνη σου, επειδή η φύση του ανθρώπου δεν είναι δυνατόν να παραβεί τους νόμους της ιατρικής”. Αυτά και άλλα αφού είπε ο Εβραίος ομολόγησε με όρκο και βαρύ στοίχημα ότι αν ζήσει ο άγιος μέχρι την αυριανή μέρα θα βαπτιστεί με όλη του την οικογένεια.

Όταν έφυγε ο Εβραίος ο άγιος παρακάλεσε τον Θεό να ζήσει μέχρι την επόμενη μέρα,. Ο δε Πανάγαθος Θεός εισάκουσε τη δέησή του κι έτσι νωρίς την επομένη έστειλε ο άγιος να φωνάξουν τον γιατρό. Αυτός δυσπιστώντας πήγαινε νομίζοντας ότι θα βρει τον άγιο πεθαμένο. Όταν τον είδε ζωντανό στάθηκε έκθαμβος, έπεσε στα πόδια του και είπε: “Μέγας  ο Θεός των Χριστιανών, δεν υπάρχει άλλος εκτός απ’ Αυτόν. Σ’ Αυτόν πιστεύω κι εγώ και βαφτίζομαι σήμερα” Είπε τότε σ’ αυτόν ο άγιος: “Εγώ θέλω να σε βαφτίσω εσένα και όλη σου την οικογένεια”. Ο Εβραίος αφού πλησίασε τον άγιο και πήρε το σφυγμό του είδε πως είχαν νεκρωθεί τελείως οι φλέβες του και είπε: “Ατόνισαν οι δυνάμεις σου Δέσποτα και  η φύσις σου πέθανε” “Έχουμε το Δημιουργό της φύσης ο Οποίος μας ενδυναμώνει” είπε ο άγιος. Λέγοντας αυτό σηκώθηκε και εισήλθε περπατώντας στην εκκλησία, όπου βάφτισε το γιατρό μαζί με όλη του την οικογένεια και τον ονόμασε Ιωάννη. Αφού τον βάφτισε και τον κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων ο άγιος ζήτησε τροφή. Κάθησε στο κρεββάτι του και δίδασκε κι αυτόν και όλους τους παρευρισκόμενους χριστιανούς. Γύρω στις δέκα το πρωί ρώτησε πάλι ο άγιος το γιατρό: “Πότε πεθαίνω κύριε Ιωάννη;” απάντησε τότε εκείνος ”όταν ορίσεις Δέσποτα άγιε”. Μόλις είπε αυτά ο γιατρός ο άγιος παρέδωσε την τίμια κι  ολόφωτη ψυχή του στα χέρια του Θεού. Τότε ο Ιωάννης έπεσε στα πόδια του και κλαίγοντας οδυρόμενος έλεγε: “Πιστεύω δούλε του Θεού ότι αν δεν ήθελες ούτε τώρα δε θα πέθαινες”.[33]

Θεωρώ, ότι το πιο πάνω κείμενο, εξηγεί σε ένα βαθμό το όνομα του γενάρχη  των «βέρων Ξαθειτών», το όνομα Βασίλειος. Εξηγεί –σ’ ενα βαθμό- και το όνομα της πρώτης εκκλησίας στην Εξάνθεια του αγίου Ιωάννη. Εδώ συμβαίνει το εξής παράδοξο: Ενώ οι πάντες γνωρίζουν την εκκλησία αυτή, ως ναό του αγίου Ιωάννη, ο επισκέπτης της διαπιστώνει εύκολα ότι πρόκειται για εκκλησία του αγίου Βασιλείου, από την θέση του αγίου αυτού στο τέμπλο του ναού. Ο ιστορικός του χωριού Γ. Βλάχος-Κούγιας υποστηρίζει ότι αρχικά ήταν ναός του αγίου Βασιλείου, αλλά όταν αργότερα εγκαταστάθηκαν στο χωριό οι κάτοικοι των γύρω οικισμών, δημιουργώντας τον ναό του αγίου Στεφάνου, οι «Βασιλειάνοι» άλλαξαν τον τιμώμενο άγιο, επειδή τιμάται η μνήμη του την Πρωτοχρονιά και ήθελαν να συνεορτάζουν την ημέρα αυτή με τους υπόλοιπους κατοίκους του χωριού, χωρίς να έχουν την πανήγυρη ενός οικογενειακού αγίου. Είναι όμως όντως αυτός ο λόγος;[34]

  • Η Εξάνθεια το δευτερο μισό του 17ου αιώνα: Ο άγιος Στέφανος

Η εκδίωξη των Οθωμανών από τους Βενετσιάνους -μια ισχυρή ναυτική δύναμη- προσέφερε νέα πνοή ασφαλείας στην περιοχή. Οι ακτές του Νησιού άρχισαν να καλλιεργούνται, οι ορεινοί οικισμοί δεν ήταν απαραίτητο να είναι μικροσκοπικοί και να οικοδομούνται  σε μέρη κρυμμένα από την θάλασσα για τον φόβο των πειρατών. Οι συνθήκες ευνοούσαν την δημιουργία πολυπληθέστερων οικιστικών συνόλων, όπου θα ήταν ευκολώτερη η διαβίωση και η εργασία των πολιτών.  Στην Εξάνθεια, σταδιακά, συγκεντρώθηκαν κάτοικοι από τις γύρω ορεινές περιοχές και την περίοδο αυτή τέθηκαν οι βάσεις που θα την ανεδείκνυαν αργότερα (τον 19ο αιώνα) σε οικιστικό κέντρο της περιοχής και πρωτεύουσα του τοπικού Δήμου που πήρε μάλιστα το όνομα του χωριού αυτού.

Εικόνα 5: O Oλανδός ζωγράφος Rembrandt (Harmenszoon van Rijn), ζωγράφισε το 1625, σε ηλικία 19 ετών το πρώτο έργο του αυτό με τίτλο «Ο λιθοβολισμός του αγίου Στεφάνου» Σύμφωνα με τις Πράξεις των Αποστόλων, ο νεαρός Στέφανος, ενώ γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ (ήταν δηλαδή Εβραίος) άλλαξε την πίστη του και ενσωματώθηκε στην Χριστιανική κοινότητα, όπου μάλιστα ανέλαβε ηγετική δράση, καθώς εκλέχθηκε αρχιδιάκονος. Αυτό δεν έγινε ανεκτό από τους συμπολίτες του, οι οποίοι αφού τον κάλεσαν σε απολογία αποφάσισαν την καταδίκη του σε θάνατο δια λιθοβολισμού.

Ο νέος οικισμός, αρκετά μεγαλύτερος από τον αρχικό, απαιτούσε και την δημιουργία ενός μεγαλύτερου ναού, ώστε να μπορει να καλύψει τις  αυξημένες ανάγκες των κατοίκων του. Έτσι οικοδομήθηκε ο ναός του αγίου Στεφάνου, δίπλα ακριβώς στον άγιο Ιωάννη, την εκκλησία των «Βασιλειανών», των πρώτων κατοίκων του χωριού. Γιατί ο άγιος Στέφανος; Το σίγουρο είναι ότι δεν ήταν άγιος προστάτης σε κάποιο σόϊ που ήρθε να εγκατασταθεί στην Εξάνθεια. Όλοι αυτοί  οι μετακινηθέντες είχαν ναούς στους οικισμούς τους, οι περισσότεροι εκ των οποίων υφίστανται και σήμερα και είναι δεδομένοι (π.χ. αγιος Νικόλαος, άγιος Γεώργιος, Παναγία κ.λ.π.). Επίσης δεν μπορεί να γίνει δεκτός, ο τοπικός θρύλος του τράγου με τα βρεγμένα γένια που ανακάλυψε την εικόνα του Αγίου και το νερό της περιοχής. Όπως αναφέρει ο Γ. Βλάχος –Κούγιας , παρόμοιοι θρύλοι αναφέρονται σε πολλά χωριά της Ελλάδας και της Νότιας Ιταλίας.[35]

Είναι προφανές –αφού τα καταστροφικά γεγονότα απείχαν μόλις δύο γεννεές- ότι οι μετακινηθέντες στην Εξάνθεια νέοι κάτοικοι του χωριού, γνώριζαν ότι μετακινούνται σε περιοχή μεταμεληθέντων Εβραίων, η οποία κάποτε ευημερούσε. Το θέμα που προκύπτει, είναι ότι ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος, δεν συνδέεται στο Ορθόδοξο δόγμα με τη πάλη κατά του Ιουδαϊσμού. Μια ματιά στην ακολουθία του αγίου αυτού, στην Ορθόδοξη λατρεία, θα διαπιστώσει, ότι απουσιάζει πλήρως σ’ αυτήν η ενοχοποίηση των Εβραίων και δίνεται απλώς έμφαση στο γεγονός ότι άγιος προσέφερε-πρώτος στην ιστορία- την ζωή του για την Χριστιανική πίστη.[36]

Εδώ πρέπει να ληφθεί υπ’ οψη, ότι η Εκκλησία της Λευκάδας, άλλαξε εντελώς προσανατολισμό με το πέρασμα του Νησιού στην κυριαρχία των Ενετών. Ο τοποθετηθείς από το Οικουμενικό Πατριαρχείο,  τοπικός μητροπολίτης  Παρθένιος ο Α΄ απεχώρησε και ανέλαβε ο νέος μητροπολίτης  Άνθιμος ο Γ΄(Μαρίνος) ο οποίος εκλέχθηκε από τον τοπικό κλήρο με διαδικασία που επέβαλαν οι κατακτητές. Η έδρα της Μητρόπολης μεταφέρθηκε από το ορεινό οικισμό των Σφακιωτών , στην Πρωτεύουσα και ο Μητροπολίτης συνέταξε τον γνωστό «Κανονισμό της εν Λευκάδι Ορθοδόξου Εκκλησίας», ο οποίος απέκτησε ισχύ νόμου, αφού επικυρώθηκε από τον Ενετό Γενικό Προνοητή Θαλάσσης Antonio Molin το έτος 1695[37]. Δια του κανονισμού αυτού, ο Ορθόδοξος κλήρος, υποχρεωνόταν σε συλλειτουργία με τους Λατίνους ιερείς και επι της ουσίας  ο κανονισμός μετέτρεπε την τοπική Εκκλησία σε μια φιλοδυτική οντότητα, αλλάζοντας πλήρως την φιλοσοφία και τον προσανατολισμό της.

Ως εκ τούτου, η επιλογή του αγίου Στεφάνου ως πολιούχου της «νέας» Εξάνθειας και η οικοδόμηση του ναού του, θα πρέπει να ερμηνευτεί με βάσει την «νέα φιλοσοφία» της τοπικής Εκκλησίας. Στον παρατιθέμενο στο άρθρο αυτό πίνακα του Rembrandt, ένα πίνακα του 17ου αιώνα, της ιδίας περιόδου που ιδρύθηκε και το χωριό της Εξάνθειας, διακρίνουμε το αντι-Ιουδαϊκό πνεύμα στη Δύση την περίοδο αυτή, όπου οι «μοχθηροί» Ιουδαίοι φέροντες γιγαντιαίους λίθους ,δολοφονούν τον αθώο Στέφανο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ότι ο καλλιτέχνης επέλεξε να δώσει το δικό του πρόσωπο στον μάρτυρα, ουσιαστικά ταυτίζοντας εμάς , τους παρατηρητές με το θύμα και τους Ιουδαίους  εκτελεστές  με τους σκληρούς εξουσιαστές ανα τον κόσμο.

Πέραν αυτού, η λατρεία του αγίου Στεφάνου στη Δυτική Εκκλησία,σχετίζεται  ισχυρά με τα βίαια γεγονότα  στη νήσο  Menorca , στις αρχές του 5ου αιώνα Μ.Χ. Παρ’ όλο που τα γεγονότα αυτά, όπως έχουν περιγραφεί στην επιστολή του επισκόπου Σεβήρου της Μινόρκας, η οποία δημοσιεύθηκε το 1594 από τον καρδινάλιο Cesare Baronio (1538-1607, σημαντικό ιστορικό της Καθολικής  Εκκλησίας) αργότερα αμφισβητήθηκαν έντονα, την εποχή της δημιουργίας του οικισμού της Εξάνθειας, ήταν ευρέως αποδεκτό, ότι στο νησί αυτό της Μεσογείου, όλοι οι Εβραίοι κάτοικοί του-540 στον αριθμό-αλαξοπίστησαν και βαπτίσθηκαν χριστιανοί μέσα σε διάστημα 8 ημερών, χάρις σε θαύμα του αγίου Στεφάνου, του οποίου τα λείψανα φιλοξενούταν τότε στο νησί αυτό.[38] Είναι λοιπόν σαφές, ότι η ανέγερση του ναού αυτού στην ορεινή Εξάνθεια προς τιμήν του αγίου Στεφάνου, ο οποίος αναγορεύτηκε σε πολιούχο του χωριού και της ευρύτερης περιοχής, ήρθε ουσιαστικά να επικυρώσει την οριστική ενσωμάτωση στην ελληνορθόδοξη κοινωνία, των τελευταίων υπολειμμάτων των Σεφαραδιτών προσφύγων στο Νησί. Εξ άλλου, ο πρώτος «ξαθείτης» παππάς ήταν –λέγεται- ένας παπά-Βασίλης, απόγονος του «Βασιλέα», γενάρχη των επιβιωσάντων Σεφαραδιτών οι οποίοι κατέφυγαν πρώτοι στο χώρο αυτό[39].

Summary

About the fate of the Sephardic refugees who settled on the island of Lefkada (sometime between the end of the 15th century and the beginning of the 16th century AD)

 In an earlier article (in 2020), the author argued that a significant number of Sephardic refugees settled on the island of Lefkada around 1500 AD, which was then a part of the Ottoman Empire. Given that this community has been lost as an entity since the early 17th century, the author claimed that it was then integrated into the local community.

In this article, the author explores the conditions under them- during the 17th century- the prosperous Sephardic community of Lefkada was forced to integrate into the local community of Greek Orthodox cattle breeders, living in the area. As there were a series of solid earthquakes hitting the island the infrastructure of the Sephardim was destroyed and the few survivors had to seek refuge in remote areas, where there was not any contact with their compatriots. The only possibility to survive was to be declared as Greek Orthodox citizens of the empire, otherwise, they should leave the island, together with the Ottoman army, under the pressure of the winning Venetian forces, which occupied the island in 1684 A.D.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Βαγκίδου Ε. (2010): «Η Εβραϊκή Κοινότητα της Θεσσαλονίκης και το σχολείο της: Μία Ιστορική  Επισκόπηση/ Διπλωματική Μεταπτυχιακή Εργασία» (Παιδαγωγικό τμημα Δ.Ε., Α.Π.Θ./Π.Μ.Σ./Κατεύθυνση Εκπαιδευση και Κοινωνικός Αποκλεισμός) Θεσσαλονίκη
  2. Βλάχος –Κούγιας Γ. (2004): «Εξάνθεια/ο ανθότοπος της Λευκάδας»(αυτοέκδοση) Αδελαΐδα  (Adelaide/Aus.)
  3. Ζαμπέλης Γ. (Πρωτοπρεσβ.)(2013): «Ο Ιερός Ναός των Εισοδίων. / Ιστορία-Τέχνη-Προσφορά» (Γαΐτης ) Λευκάδα
  4. Κατσιαρδη-Hering O. (2004): «Η Λευκάδα στη Βενετική χαρτογραφία (1686-1729)» Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Ε.Ι.Ε., Τετράδια Εργασίας, 25/26, 93-133 
  5. Κολοβός Η., Σαρηγιάννης Μ., Ασδραχάς Σ.Ι. (2013): «Οθωμανικές πηγές για τη νεώτερη ιστορία της Λευκάδας» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) Ηράκλειο
  6. Κουνιάκης Π.Θ. (1928): «Η νήσος Λευκάς από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς : Ήθη-Έθιμα-Εξέλιξις & Δράσις των πολιτικών αυτής ανδρών» (Χ.Ε.) χωρίς τόπο έκδοσης
  7. Μαϊδώνη Χ.(αρχιμ.)(2005): «Ικεσία στον Πρωτομάρτυρα» (Ι.Μ. Κοσμά του Αιτωλού) Αρναία Χαλκηδικής
  8. Παπαζάχος Β., Παπαζάχου Κ (2003):. «Οι σεισμοί της Ελλάδας» (εκδόσεις Ζήτη) Θεσσαλονίκη
  9. Σκλαβενίτης Τ.(2011): «Ο Νικόλαος Ι. Σταματελος (1861-1889) και η Ανδρομαχη Φίλιππα Χαριτωνίδου (1891-1969). Από την αστική λαογραφία στη μεσοπολεμική λογοτεχνική αναπαρασταση των κοινωνικών ανακαταταξεων» Πρακτ. ΙΕ΄ Συμποσίου, Ε.Λ.Μ. «Δρόμοι και παραδρομοι της Τοπικής Ιστορίας», Πνευματικό Κέντρο Δ. Λευκαδας/Γιορτές Λογου & Τέχνης, σελ. 221-254 (Ε.Λ.Μ.) Αθήνα.
  10. Σκλαβενίτης Τ. (2007): «Ιωάννης Ν. Σταματελος (1822-1881).  Ο λόγιος και ο δάσκαλος. Τα δημοσιευματα. Τα καταλοιπα. Τα χειρόγραφα της βιβλιοθήκης του….» (εκδ. Ε.Λ.Μ.) Αθήνα
  11. Σταματέλος Ι. Ν. (1870): «Αι δεκατρείς μνημονευόμεναι καταστροφαί της Λευκάδος από το 1612 μέχρι του 1869» Εφημερίδα των Φιλομαθών» αρ. 726 ,έτος ΙΗ΄, σελ. 1985 (Αθήνα,24 Ιανουαρίου 1870)
  12. Σταματέλος Ν.Ι. (1884): «Το στοιχειό της Λίμνης. (Παράδοσις Λευκαδία)» Κυψέλη, έτος Α΄, φυλλάδιον 11, σελ. 212-3
  13. Amphilochii Iconiensis,Methodii Patarensis, Andreae Cretensis  (1644): «Opera Greco -Latina» (Simeonem Piget) Paris
  14. Busching A. F. (1780): «La Italia, Geografico, Storico, Politica, Tomo Terzo» (Presso Antonio Zatta) in Venezia
  15. Fokaefs A., Papadopoulos G.A (2004): «Historical earthquakes in the region of Lefkada island, Ionian Sea-estimation of magnitudes from epicentral  intensities» Δελτίο της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας τομ. XXXVI,Πρακτικά 10ου Διεθνούς Συνεδρίου, Θεσ/νίκη Απρίλιος 2004
  16. Gerli  E.M.(2003): «Τhe Ambivalent Converso Condition. A Review –Article of the Evolution of Converso Literature: The Writings of the Converted Jews of Medieval Spain» Caliope Vol.9 No 2 p.p.93-102
  17. Haneberg W.C.,Anderson S.A. (edit.)(1995): «Clay and Shale Slope Instability» (G.S.A.) Colorado, U.S.A.
  18. Morell T.(1824): «Lexicon Graeco Prosodiacum» (edition Altera) London
  19. Ponton M. (1870): «Earthquakes and Volcanoes: Their history, Phenomena and probable causes» (T. Nelson & sons) London
  20. Strom Y. (1992): «The Expulsion of the Jews: Five Hundred Years of Exodus» (S.P.I. Books), N.Y.

[1] Serenìsima Repùblica Vèneta

[2]https://www.academia.edu/43350084/%CE%A3%CE%95%CE%A6%CE%91%CE%A1%CE%91%CE%94%CE%99%CE%A4%CE%95%CE%A3_%CE%A0%CE%A1%CE%9F%CE%A3%CE%A6%CE%A5%CE%93%CE%95%CE%A3_%CE%A3%CE%A4%CE%97_%CE%9C%CE%95%CE%A3%CE%91%CE%99%CE%A9%CE%9D%CE%99%CE%9A%CE%97_%CE%9B%CE%95%CE%A5%C

[3] Κολοβός Η. κ.ά (2013): σελ 6 κ.ε.

[4] Strom Y. (1992): p. 63

[5] Για την Ελληνική μετάφραση του τμήματος του έργου του περιηγητή αυτού που αφορά στη Λευκάδα, την οποία επισκέφθηκε το έτος 1670-1, δες το Κολοβός Η. κ.ά (2013): σελ. 399-412

[6]   Πηγή: http://eng.travelogues.gr/collection.php?view=145

[7] Βλ. Κολοβός Η. κ.ά (2013): σελ.410-411

[8] Βαγκίδου Ε. (2010): σελ. 30-33

[9] Busching A. F. (1780): p.269-70

[10] Βαγκίδου Ε. (2010): σελ. 32

[11] Κολοβός Η. κ.ά (2013): σελ 76

[12] Κολοβός Η. κ.ά (2013): σελ 98

[13]https://www.academia.edu/49423102/TO_%CE%9A%CE%91%CE%A3%CE%A4%CE%A1%CE%9F_%CE%A4%CE%9F%CE%A5_%CE%9A%CE%91%CE%A3%CE%A4%CE%91%CE%9D%CE%99%CE%91_%CE%A3%CE%A4%CE%97%CE%9D_%CE%9F%CE%A1%CE%95%CE%99%CE%9D%CE%97_%CE%9B%CE%95%CE%A5%CE%9A%CE%91%CE%94%CE%91

[14] Βλ. βιβλιογραφία

[15] Κολοβός Η. κ.ά (2013): σελ 76

[16] Κολοβός Η. κ.ά (2013): σελ 98

[17] Βλ. Fokaefs A., Papadopoulos G.A (2004)

[18] Βλ.Παπαζάχος Β., Παπαζάχου Κ (2003)

[19] Βλ.Σταματέλος Ι. Ν. (1870)

[20] Βλ.Σταματέλος Ι. Ν. (1870)

[21]https://www.academia.edu/74028199/Ceramic_findings_on_the_beach_of_Kalamitsi_Lefkada

[22] Βλ. Κουνιάκης Π.Θ. (1928): σελ.63 

[23] Βλ. https://earthobservatory.nasa.gov/images/8765/lake-formation-in-the-aftermath-of-magnitude-79-earthquake

[24] Βλ.Ponton M. (1870): σελ.106

[25] Βλ. Σκλαβενίτης Τ.(2011)

[26] Βλ. Σκλαβενίτης Τ. (2007)

[27] Βλ. Κολοβός Η., Σαρηγιάννης Μ., Ασδραχάς Σ.Ι. (2013)

[28] Morell T.(1824): p.286

[29] Βλάχος –Κούγιας Γ. (2004):σελ.13

[30] Βλάχος –Κούγιας Γ. (2004): σελ. 40-1

[31] Για περισσότερες πληροφορίες πάνω σ’ αυτό το θέμα, βλ. την παλαιότερη εργασία μου (2020) για τους Σεφαραδίτες πρόσφυγες της Λευκάδας.

[32] Βλάχος –Κούγιας Γ. (2004):σελ. 16

[33] Βλ. Αmphilochii iconiensis κ.ά (1644): p. 177

[34] Βλάχος –Κούγιας Γ. (2004):σελ.14-16

[35] Βλάχος –Κούγιας Γ. (2004):σελ.15

[36] Μαϊδώνη Χ.(αρχιμ.)(2005)

[37] Ζαμπέλης Γ. (Πρωτοπρεσβ.)(2013): σελ.17-22

[38]  Βλ.Gerli  E.M.(2003)

[39] Βλάχος –Κούγιας Γ. (2004):σελ.13

Προηγουμενο αρθρο
Σύλλογος εργαζομένων Νοσοκομείου: Να μην απολυθεί η επικουρική χημικός
Επομενο αρθρο
Η φωτιά έχει δύναμη - Μην την υποτιμάς (video)

2 Σχόλια

  1. Μαρία Γ.
    25 Μαΐου 2022 at 00:52 — Απάντηση

    Βοφερό το άρθρο σας και οι πληροφορίες που περιέχει. Είναι υπέροχο να μαθαίνουμε όλα αυτά τα στοιχεία για την τοπική μας ιστορία. Ελπίζω να έχει και συνέχεια η έρευνά σας και να εκδόσετε σύντομα και κάποιο βιβλίο. Τα σέβη μου!

  2. Μαρια Σαντουση
    21 Μαΐου 2022 at 00:08 — Απάντηση

    Το άρθρο σας ήταν εντυπωσιακό και εμπεριστατωμένο. Ειδικότερα οι πηγές με εντυπωσίασαν πραγματικά! Συνεχίστε έτσι! Ευχαριστώ για τις γνώσεις που μου προσφέρατε!

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.