HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΗ πλημμύρα του 1955  στο Βόλο, όπως την είδε ο Δημήτρης Σκυργιάννης* 10χρονο παιδί τότε

Η πλημμύρα του 1955  στο Βόλο, όπως την είδε ο Δημήτρης Σκυργιάννης* 10χρονο παιδί τότε

Βόλος 1955: Μετά τους σεισµούς, η πληµµύρα. Όπως είδε µε τα µάτια του ο Δηµήτρης Σκυργιάννης* την πληµµύρα του 1955, όταν ήταν 10χρονο παιδί.

Σουρούπωνε, όταν, επιτέλους φάνηκε ο πατέρας µου µε το ποδήλατο. Ήταν πολύ τροµαγµένος. Μας περιέγραψε άσχηµες εικόνες. Έπρεπε να περιµένει να πέσουν τα νερά, για να µπορέσει να περάσει. Από τις οδούς Κασσαβέτη, µέχρι Κανάρη, ένα απέραντο ποτάµι, µία µάζα λάσπη, άµµος, βράχια, δέντρα, ξύλα, έπιπλα, κάρα, σπίτια, παράγκες, ποδήλατα, αυτοκίνητα, όλα µία µάζα!

«Καθησύχασα τη μάνα μου. Δε θα απομακρυνόμουν άλλωστε. Φόρεσα τις γαλότσες και τη μουσαμαδιά μου, βγήκα…

Κόσμος είχε συγκεντρωθεί στο σταυροδρόμι μας. Όλοι κοιτάζανε, μια το βουνό και μια, προς τα δυτικά. Προς τους άλλους κάθετους δρόμους … εκεί κατέβαινε, ορμητικά πολύ νερό δεν μπορούσες να διαβείς … ποτάμι κυριολεκτικά! Άρχισαν να έρχονται πληροφορίες πως οι οδοί Κανάρη-Καραϊσκάκη-Περραιβού-Βλαχάβα-Νικοτσάρα, δεν είναι πλέον δρόμοι, είναι ποτάμια! Με βράχια, πέτρες, ξύλα, άμμο! Επικίνδυνα, ορμητικά, ποτάμια!

Αποφασίζω, μαζί με άλλα γειτονόπαιδα, να πάω προς το ποτάμι, στο τέρμα της οδού Ρ. Φερραίου… Το βουητό, όσο πλησιάζαμε, γινόταν πιο έντονο κι εφιαλτικό. Φοβερό βουητό! Φτάνοντας στο μπαράζ, δεν πιστεύαμε αυτό που βλέπαμε: Το νερό, ορμητικό, θολό, άγριο κι απειλητικό, έφτανε, μόλις το 1 μέτρο κάτω από την όχθη. Ήταν απίστευτο μαζί και απειλητικό! Παράσερνε ό,τι συναντούσε στο δρόμο του! Μπροστά στα μάτια μου, πέρασαν, επιπλέοντας, ζωντανές, δύο αγελάδες, μουγκρίζοντας απελπιστικά, παρασυρμένες από τη φοβερή δίνη του νερού, κατευθύνονταν με ορμή στη θάλασσα! Κανείς δε μπορούσε να βοηθήσει αυτά τα άτυχα ζωντανά…

Ύστερα πέρασε από μπροστά μας, μια ολόκληρη ξύλινη στέγη. Ανατρίχιασα! “Πήρε σπίτια! Πήρε σπίτια!” Ξέσπασα. “Πήρε σπίτια και ζωντανά”… Και ξύλα οικοδόμων, κλαριά δέντρων, κορμούς ογκώδεις, οικοσκευές, τραπέζια, μπαούλα, όλα, προς τη θάλασσα! Παρασυρμένα από την απίστευτη, την αχαλίνωτη δύναμη του νερού! Ήταν φοβερό. Κόσμος πολύς άρχισε να μαζεύεται στις όχθες … Στα πρόσωπά τους έβλεπες τη φρίκη χαραγμένη. Σκηνές αποκάλυψης!!! Το βουνό ακόμη κλεισμένο. Μαύρο. Έβρεχε εκεί ακόμη. Το ποτάμι συνέχεια φουσκωμένο και ορμητικό. Γύρισα γρήγορα στο σπίτι. Η μάνα ανήσυχη για τον πατέρα, ο μικρότερος αδερφός μου ο Χαράλαμπος να κλαίει συνεχώς, γύρω στη γειτονιά … πανικός. Είχε αρχίσει πάλι να σιγοβρέχει … κι ο τρόμος βλέπεις…

Άλλο και τούτο πάλι! Ήταν να το ζήσουμε κι αυτό. Στη μοίρα μας ήταν. Μετά από τον τρόμο, τον πανικό των σεισμών, ήρθε και τούτο τώρα το άλλο κακό, το πάγωμα πάλι και ο φόβος … της πλημμύρας …Τι άλλο μας έμελλε να πάθουμε; ….

Τελικά είχε ‘’σπάσει’’ το ποτάμι, ο Άναυρος και το νερό του είχε πνίξει μέρος της πόλης, αυτό ήταν το πρώτο συμπέρασμα. Πού και πώς δεν γνωρίζαμε ακόμα. Ήταν ήδη απόγευμα. …

Σουρούπωνε, όταν, επιτέλους φάνηκε ο πατέρας μου με το ποδήλατο. Ήταν πολύ τρομαγμένος. Μας περιέγραψε άσχημες εικόνες. Έπρεπε να περιμένει να πέσουν τα νερά, για να μπορέσει να περάσει. Από τις οδούς Κασσαβέτη, μέχρι Κανάρη, ένα απέραντο ποτάμι, μία μάζα λάσπη, άμμος, βράχια, δέντρα, ξύλα, έπιπλα, κάρα, σπίτια, παράγκες, ποδήλατα, αυτοκίνητα, όλα μία μάζα! Τελικά, όλες οι δυνάμεις της φύσης είχανε πέσει πάνω σ’ αυτήν την πολύπαθη πόλη!

Έκατσε στο τραπέζι, η μάνα έφερε το φαγητό και το κρασί, έκανε το σταυρό του, που είμαστε όλοι καλά, άρχισε να τρώει… Είχε ηρεμήσει κάπως… Σαν τελείωσε το φαγητό του κι απόστασε για λίγο, αποφασίσαμε οι δύο μας, να πάμε στο ποτάμι, για να διαπιστώσουμε… το μέγεθος της καταστροφής.

Φθάσαμε. Βαδίσαμε επάνω στο ’’μπαράζ’’; το μεγάλο προστατευτικό ανάχωμα! Ήταν και οι άλλοι μαζί μας. Η ώρα θα ήταν 6 με 6:30 το απόγευμα, το φως είχε αρχίσει να πέφτει και η βαριά συννεφιά βοηθούσε στο σκοτείνιασμα. Ένιωθα μια παγωνιά, ένα σφίξιμο… Όσο πλησιάζαμε στην πλημμυρισμένη περιοχή, τόσο αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος της καταστροφής.

Περάσαμε τη βασική γέφυρα της Νέας Δημητριάδας, … εκεί που το ποτάμι κάνει τη μεγάλη … στροφή για να πάρει την ευθεία προς την Άλλη-Μεριά, εκεί είχε ’’σπάσει’’, είχε εξαφανισθεί το ανάχωμα και είχε σχηματισθεί ένα μεγάλο άνοιγμα, γύρω στα 50 με 80 μέτρα, ακριβώς επάνω στη στροφή, με όλη την τρομαχτική πίεση του νερού, αλλά και των βράχων … σαν να ήθελε … να πάει ευθεία κάτω στη θάλασσα, αρνούμενο να ακολουθήσει τη στροφή που του είχαν φτιάξει με το ανάχωμα! Η δύναμη της φύσης είχε υπερισχύσει του τεχνικού έργου της εκτροπής!

Ήταν κάτι το συγκλονιστικό στα παιδικά μου μάτια. Εκείνη τη στιγμή μια φοβερή ανατριχίλα διέτρεξε όλο μου το σώμα …

Από το τεράστιο αυτό άνοιγμα που είχε δημιουργηθεί στο ανάχωμα, είχε ξεχυθεί όλο το νερό και τα υλικά που κουβαλούσε, στην πόλη, την πολύπαθη και για μία ακόμα φορά δοκιμαζόμενη από συμφορά μεγάλη. Εικόνες φρίκης! Εικόνες αποκάλυψης! Άμμος, λάσπη, πέτρες, βράχια, από το βουνό φερμένα, κορμοί πλατάνων με διάμετρο γύρω στα 2 μέτρα (!), είχαν ξεριζωθεί και κατευθύνονταν προς την πόλη, είχαν σκεπάσει και καταστρέψει ό,τι είχαν βρει στο πέρασμά τους. Αυλές, δρόμοι, σπίτια, δεν υπήρχαν. Όλα ήταν μία άμορφη μάζα … η εικόνα αυτή θα μείνει ανεξίτηλη στο νου μου … Ένα μεγάλο τμήμα της πόλης είχε χαθεί μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Δεν υπήρχε…

Σκηνές, παράγκες των σεισμοπλήκτων, δέντρα, μαγαζιά, ακόμη και σπίτια νεόκτιστα, αντισεισμικά, απογυμνώθηκαν, είχαν φύγει στέγες, κουφώματα, έπιπλα … όλα, κατευθύνονταν προς τη θάλασσα αν δεν έβρισκαν κάποιο εμπόδιο να σκαλώσουν.

Το ύψος των φερτών υλικών που είχε απλωθεί στην περιοχή της ρήξης του αναχώματος, σε ορισμένες περιπτώσεις, ξεπερνούσε τα 3 μέτρα … Είδα έναν άντρα να κλαίει πάνω στο σωρό της άμμου και των βράχων: ’’Εδώ από κάτω, ήταν το σπίτι μου, ήταν το σπίτι μου; τώρα δεν υπάρχει τίποτα, όλα χάθηκαν…’’ μονολογούσε με απόγνωση!

Ο ουρανός ήταν βαρύς, σα μολύβι, η νύχτα, παγερή, έπεφτε αργά, πάνω από τα χαλάσματα… Ένας λόχος του 724 Τάγματος Μηχανικού, μαζί με μηχανήματα και εκατοντάδες σακιά με άμμο προσπαθούσαν κάτω από το φως των προβολέων, να κλείσουν πρόχειρα το φονικό άνοιγμα του αναχώματος καθώς είχε αρχίσει πάλι να ψιλοβρέχει…

Γύρω ακούγονταν κραυγές πόνου και απελπισίας, άνθρωποι έψαχναν τις περιουσίες τους κι όχι μόνο, το τραγικό ήταν πως άνθρωποι έψαχναν ανθρώπους! Άνθρωποι, για μία ακόμη φορά, άστεγοι, από το νερό αυτή τη φορά.

Έντρομοι πήραμε το δρόμο για το σπίτι, είχε νυχτώσει πια, όταν φτάσαμε. Πέσαμε πάνω στο ράδιο, στο ραδιοφωνικό σταθμό Βόλου, που μετέδιδε τις τραγικές ειδήσεις. Μιλούσαν ήδη για αγνοούμενους…»

* Επιλογή αποσπασμάτων και εικόνων από το αφήγημα «ο Βόλος στα χρόνια των σεισμών. Αφηγήσεις 1954-1957» του αρχιτέκτονα Δημήτρη Σκυργιάννη

Στην πλημμύρα εκείνη του 1955, αν και πολύ μικρότερη από τη φετινή, έχασαν τη ζωή τους 23 άνθρωποι.

(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο τρέχον τεύχος του περιοδικού «Φίλοι του μουσείου φυσικής ιστορίας Γουλανδρή»

    *Ο Δημήτριος Σκυργιάννης του Αντωνίου, γεννήθηκε στον Βόλο το έτος 1945. Στα χρόνια του Δημοτικού Σχολείου έζησε έντονα την δίνη, τον τρόμο και την περιπέτεια των σεισμών στον Βόλο ( 1954- 1957) και της μεγάλης πλημμύρας, γεγονότα που τον σημάδεψαν για μια ζωή ολόκληρη και από τα οποία προήλθε το αφήγημά του “Ο ΒΟΛΟΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΣΕΙΣΜΩΝ”…όπου και περιέλαβε και την πλημμύρα. Το έτος 1968 έλαβε το Δίπλωμα του Αρχιτέκτονα Μηχανικού από το Ε.Μ.Π. Το έτος 1971 παντρεύτηκε την συνάδελφο του Αρχιτέκτονα Αγγελική Φέτση του Ευγενίου που είχε γεννηθεί στο χωριό Άγιος Νικήτας Λευκάδας. Από τότε μέχρι και σήμερα, ζεί για πολλές μέρες κάθε χρόνο στο χωριό αυτό, που το αγάπησε λόγω του γάμου του, αλλά και του παραδοσιακού του χαρακτήρα και του μοναδικού φυσικού περιβάλλοντος, που περιβάλλει και χαρακτηρίζει το χωριό αυτό. Εργάσθηκε – για πάνω από 40 έτη – ως Αρχιτέκτονας σε μελέτες Δημοσίων και ιδιωτικών κτηριακών έργων. Από της ιδρύσεως του Συλλόγου Αιγκιωτών Αθήνας (1983) συμμετέχει ενεργά ως μέλος των Διοικητικών Συμβουλίων του Συλλόγου αυτού αλλά και από τη θέση του Προέδρου, μέχρι πρόσφατα. Ως δεινός φωτογράφος , έχει – κατά καιρούς – αποτυπώσει και αναδείξει τον παραδοσιακό χαρακτήρα του Αγίου Νικήτα, εκφράζοντας έτσι, την ανιδιοτελή του αγάπη για την γενέτειρα της συζύγου του. Φωτογραφίες του βρίσκονται αναρτημένες σε διάφορα καταστήματα εστίασης στον Άγιο Νικήτα. Είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας Λευκαδίτικων Συλλόγων. Από τον γάμο του με την Αγγελική απέκτησε μια κόρη, την Γεωργία (Έρη), εικαστική καλλιτέχνιδα, στην οποία μετέδωσε την ίδια αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα της μητέρας της και την Λευκάδα ολόκληρη.

Προηγουμενο αρθρο
Πνευματικό Κέντρο Λευκάδας:  Προγραμματισμός Χριστουγεννιάτικων Εορταστικών εκδηλώσεων
Επομενο αρθρο
Δράσεις του Νοσοκομείου Λευκάδας για την πρόληψη  του  καρκίνου του μαστού

Δεν υπάρχουν σχόλια

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.