HomeΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣΘειά, τι τράς; Τα χάλια μας έχουμε.

Θειά, τι τράς; Τα χάλια μας έχουμε.

Γράφει ο Παναγιώτης Σκληρός

Θειά τι τράς;

Δεν μας γνωρίζεις.. Έμεινες κόκκαλο μ αυτά π ακούς και βλέπεις..Έκατσες στον αργαλιό σου χρόνια –φαίνεται- και ίσα που τελείωσες το σακούλι σου. Τα χρόνια περάσανε κι ανθρώπους δε θωρείς. Κόσμο βλέπεις αλλά όχι άνθρωπο. Δεν συναπαντάς πουθενά άνθρωπο. Το ξέρω θειά..

Τα χάλια μας έχουμε. Σκοτώνουμε και σκοτωνόμαστε κάθε μέρα, τρώμε ο ένας τον άλλονε. ¨Να ψοφήσει η γίδα του γείτονα¨ ευχόμαστε όλοι..Άγριο ζώο ο άνθρωπος.

Μας κοροϊδεύουνε κι εμείς χειροκροτάμε. Δίκιο να βρούμε δεν υπάρχει. Η γη και ό,τι αξίζει πουλιέται. Το χρήμα κυβερνάει. Χειμώνας έρχεται και θα κάψουμε και τα καπρούλια εφέτο. Λένε ότι θα υποφέρουμε. Δε θα μείνει κλώνος για κλώνος. Στη φωτιά θα πάνε κι οι ρίζες. Αποφασίσανε να κάμουνε πόλεμο. Τον κινήσανε κι όλο φουντώνει. Άλλος πόλεμος τούτος. Εσύ είχες σκοτωμένους. Εμείς δεν έχουμε αλλά όλοι νιώθουμε σακατεμένοι και μισοπεθαμένοι. Ανήμποροι, αγέλαστοι ,με σκυφτό το κεφάλι. Μοιρολάτρες. Αποφασίζουνε άλλοι για μας, θειά. Όπως τότενες…Ξέρεις εσύ!!

Δεν ορίζουμε τίποτα. Ξένοι κάνουνε τρύπες να βρούνε –λέει- εδώ και χρόνια το έρμο το πετρέλαιο κι άλλοι χουμάνε στη γή μας . Ακόμα και στη θάλασσα χουμήξανε να την αγοράσουν κι αυτή, όπως σου είπα. Όσο όσο την παίρνουνε. Και με τερτίπια νομικά και μπερδεμένα για μας. Πού να τα ξέρουμε κιόλας… Τρέχουνε όλοι οι χωριάτες με χαρτιά στα σακούλια για ν αποδείξουνε ότι οι ελιές που αγριέψανε απ την πολυκαιρία, εκείνες που τις μαζεύανε κλωνί κλωνί μές απ τα βάτα, είναι δικές τους. Και πάλι χαρτιά και πάλι πληρωμές κι άκρη δε βρίσκει ο κόσμος. Όπως εσύ που διάβηκες εδώ στη χώρα να πας σ εκείνο το γραφείο για τα κτήματα να πεις ότι το χωράφι που μεγάλωσες, που σκόνταψες, που αγκελώθηκες, που χόρτασες τρεχάλα, που στόδωκε ο σχωρεμένος ο πατέρας σου ¨δια λόγου¨ προίκα, είναι δικό σου. Πού και πως  καταντήσαμε, ε;..

Δύσπιστα με τράς. Έχεις και θυμό, θειά . Έβαλες τις γροθιές σου και στριμώχνεις τα μέσα σου. Μεγάλη πόρτα διάβηκες σήμερα κι άκρη δε βρήκες. Φαίνεται. Και το μαντήλι πού βαλες στο τσεπάκι της ποδιάς σου όπως σού λεγε η μάνα σου, τσαλακωμένο το βλέπω. Σε στεναχωρήσανε , προεστή εσύ και έκλαψες. Π ανάθεμά τους!!!

Δε θα βρείς άκρη και κάτσε στη μονιά σου γιατί όπου μαζεύονται πολλοί, το κακό σκέφτονται. Κάπως έτσι είναι στις μεγάλες πόλεις. Κάμε κούδα σου και κάτσε σπίτι. Ο,τι δικό σου είναι, δικό σου θα μείνει ότι και να κάμουνε. Χώμα που σκύλαψες, γη που πάτησες, γλύφα που έπλενες και θάλασσα ν αρμενίζει η σκέψη και να διαβαίνει το μάτι, δικά σου. Μη τα παραδόσεις…

Παναγιώτης Σκληρός

Μια ωδή για σ αυτή τη γυναίκα που δεν ξέρω ..

Προηγουμενο αρθρο
Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού: Αποχαιρετισμού λόγος για τον φιλόλογο και λογοτέχνη Κώστα Θ. Φωτεινό
Επομενο αρθρο
Συλλυπητήριο μήνυμα Δήμου Λευκάδας για τον θάνατο του Αντώνη Μεσσήνη

1 Σχόλιο

  1. John Wick
    15 Σεπτεμβρίου 2022 at 21:51 — Απάντηση

    Ιχνηλάτης στο συνταίριασμα της τρομερής φωτογραφίας και του σφόδρα συναισθηματικού κειμένου , ο ποιητής.
    Ευρηματική γραφή, ποιητικό γράψιμο , βουτιές στα περασμένα και στα μελλούμενα, με απλότητα λυρισμού που φτάνει στο μεδούλι των λέξεων.
    Μέσα σε λίγες φράσεις ξετυλίγονται αλήθειες, ο μόχθος, οι συγκινήσεις, μιας ολόκληρης ζωής.. η σκληρή αλήθεια, το παράπονο, ο θυμός… Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις, κατά την σεφερική γραφή, πονάει πολύ.
    Η Άγια φυσιογνωμία όμως παρόλο το θυμό της σε γαληνεύει…σιγά σιγά θυμάσαι …την ομορφιά των πρώτων γυναικών που άλλαξαν τη ζωή σου.. ρόδα αειθαλή….όσο κι αν φθείρονται οι φυσιογνωμίες…όσο κι αν αλλοιώνονται τα σώματα.
    Λόγια σκόρπια τους πάνε κι έρχονται …φυλαχτά..…Θα ’ναι φριχτό να φύγουμε έτσι, δίχως μια πίστη, έναν αγώνα μια κραυγή άνθρωποι που πεθάναν δίχως μια αμυχή άνθρωποι που «διελύθησαν ησύχως».
    ‘Η ζωή σου είναι η δικιά σου ζωή, μην την αφήνεις να ενωθεί σε μια υγρή υποταγή. να παραφυλάς ,υπάρχουν έξοδοι, υπάρχει ένα φως κάπου, μπορεί να μην είναι πολύ φωτεινό αλλά διώχνει το σκοτάδι….να παραφυλάς.”
    «Να ξεκρεμάς τις φωτογραφίες κάποιων ανθρώπων από το κάδρο της ζωής σου-γιατί έτσι είναι-φεύγουν από τη ζωή σου, και πηγαίνουν στις αναμνήσεις σου. Άλλοι ως μαθήματα και άλλοι ως στιγμές».
    Μνήσθητί μου μάνα, πως τα κατάφερες απαρατήρητα απ΄ όλους
    να πεθάνεις και ν΄ αναστηθείς, τόσες χιλιάδες φορές, κι από απλό πλάσμα της φαντασίας μου, να γίνεις στο μυαλό μου αληθινό σύμβολο……………………………….

    Υποκλίνομαι ποιητή…Μέρα τη μέρα, πρέπει να δώσω αξία στη ζωή μου. Την ώρα του θανάτου μου πρέπει να αξίζω τα δάκρυα της μάνας μου.

Γράψτε το σχόλιό σας

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.